νομοθεσία και νομολογία για τα ζώα συντροφιάς

νομοθεσία και νομολογία για τα ζώα συντροφιάς

 

Περιεχόμενα

Εισαγωγή. 9

ΝΟΜΟΣ 2017 της 20.2/27.2.92. 10

Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς. (Α 31). 10

ΠΡΟΟΙΜΙΟ.. 10

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι – ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ.. 11

‘Αρθρο 1. 11

Ορισμοί 11

‘Αρθρο 2. 12

Πεδίο εφαρμογής και εφαρμογή. 12

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ. ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ.. 12

ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑΣ.. 12

‘Αρθρο 3. 13

Βασικές αρχές για τη φυσική κατάσταση των ζώων. 13

‘Αρθρο 4. 13

Κατοχή. 13

‘Αρθρο 5. 14

Αναπαραγωγή. 14

‘Αρθρο 6. 14

Οριο ηλικίας Μα την αγορά. 14

‘Αρθρο 7. 14

Εκγύμναση. 14

‘Αρθρο 8. 14

Εμπόριο, εκτροφή και φύλαξη για εμπορικούς. 14

λόγους – Καταφύγια για ζώα. 14

‘Αρθρο 9. 15

Διαφημίσεις, θεάματα, εκθέσεις, 15

διαγωνισμοί και παρόμοιες εκδηλώσεις. 15

‘Αρθρο 10. 16

Χειρουργικές επεμβάσεις. 16

‘Αρθρο 11. 17

Θανάτωση. 17

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ – ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΠΟΥ.. 18

ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΑ ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΖΩΑ.. 18

‘Αρθρο 12. 18

Μείωση του αριθμού των αδέσποτων ζώων. 18

‘Αρθρο 13. 19

Εξαιρέσεις ως προς τη σύλληψη, την κράτηση. 19

και τη θανάτωση. 19

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV – ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ.. 19

‘Αρθρο 14. 20

Προγράμματα πληροφόρησης και εκπαίδευσης. 20

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V – ΠΟΛΥΜΕΡΕΙΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ.. 20

‘ΑΡΘΡΟ 15. 20

Πολυμερείς διαβουλεύσεις. 20

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ.. 21

‘Αρθρο 16. 21

Τροποποιήσεις. 22

‘Αρθρο 17. 22

Υπογραφή, επικύρωση, αποδοχή, έγκριση. 22

‘Αρθρο 18. 23

‘Εναρξη ισχύος. 23

‘Αρθρο 19. 23

Προσχώρηση των κρατών μη μελών. 23

‘Αρθρο 20. 23

Ρήτρα Επικρατείας. 23

‘Αρθρο 21. 24

Επιφυλάξεις. 24

‘Αρθρο 22. 25

Καταγγελία. 25

‘Αρθρο 23. 25

Κοινοποιήσεις. 25

‘Αρθρο δεύτερο. 26

‘Αρθρο τρίτο. 26

‘Αρθρο τέταρτο. 26

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3170  (ΦΕΚ Α’ 191/29.7.2003). 28

Ν.  4039/2012 Ζώα συντροφιάς, αδέσποτα ζώα συντροφιάς και άλλες διατάξεις όπως τροποποιήθηκε με το ν. 4235/2014   29

Άρθρο 1. 29

Ορισμοί 29

Άρθρο 2. 30

Αρμόδιες Αρχές. 30

Άρθρο 3. 31

Αρμοδιότητες. 31

Άρθρο 4. 32

Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση σήμανσης και καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των  ιδιοκτητών τους – Σήμανση, βιβλιάριο υγείας ή διαβατήριο. 32

Άρθρο 5. 35

Υποχρεώσεις ιδιοκτητών δεσποζόμενου ζώου συντροφιάς. 35

Άρθρο 6. 37

Εκτροφή, αναπαραγωγή και εμπορία ζώων συντροφιάς. 37

Άρθρο 7. 39

Διοργάνωση εκθέσεων με ζώα συντροφιάς. 39

Άρθρο 8. 39

Διατήρηση ζώων συντροφιάς σε κατοικίες. 39

Άρθρο 9. 40

Περισυλλογή και διαχείριση αδέσποτων ζώων συντροφιάς. 40

Άρθρο 10. 43

Μετακίνηση και μεταφορά ζώων συντροφιάς. 43

Άρθρο 11. 44

Αποτροπή πρόσβασης αδέσποτων ζώων συντροφιάς σε απορρίμματα και περισυλλογή νεκρών  44

ζώων. 44

Άρθρο 12. 45

Απαγόρευση χρησιμοποίησης κάθε είδους ζώου σε κάθε είδους θεάματα και άλλες συναφείς  45

δραστηριότητες. 45

Άρθρο 13. 46

Εξαιρέσεις. 46

Άρθρο 14. 46

Αρμόδια αρχή. 46

Άρθρο 15. 46

Υπεύθυνη δήλωση. 46

Άρθρο 16. 47

Κακοποίηση των ζώων. 47

Άρθρο 17. 48

Κατάρτιση και εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης και καταπολέμησης ζωονόσων. 48

Άρθρο 18. 49

Εκπαίδευση, επιμόρφωση, προαγωγή φιλοζωίας. 49

Άρθρο 19. 50

Συμπληρωματικές διατάξεις προστασίας των ζώων. 50

Άρθρο 20. 50

Ποινικές κυρώσεις. 50

Άρθρο 21. 51

Διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα. 51

Άρθρο 22. 55

Τελικές και μεταβατικές διατάξεις. 55

Άρθρο 23. 56

Καταργούμενες διατάξεις. 56

Άρθρο 24. 56

Άρθρο 25. 57

Άρθρο 26. 58

Έναρξη ισχύος. 58

Ν 4238/2014: Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας (Π.Ε.Δ.Υ.), αλλαγή σκοπού Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και λοιπές διατάξεις  60

Άρθρο 33. 60

ΕΓΚ Β/4//2011: ΕΓΓΡ.ΥΠΟΜΕΔΙ 13/9/11:Σχετικά με τις μετακ.ζώων συντροφιάς με τη χρήση λεωφορείων των ΚΤΕΛ Α.Ε. 61

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ.. 64

1/2013 ΓΝΜΔ ΕΙΣΑΠ (EΓΚ). 64

Αριθμός 3810/2012. 69

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ. 69

ΤΜΗΜΑ Δ΄. 69

3322/2012 ΣΤΕ. 73

Αριθμός 1934/2010. 81

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. 81

Ε` Ποινικό Τμήμα.. 81

2182/2011 ΔΕΦ ΑΘ.. 86

Αριθμ. 253/2012. 93

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΗΒΩΝ.. 93

1030/2009 ΑΠ (ΠΟΙΝ). 98

Αριθμός 1511/2003. 106

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ. 106

Αριθμός 2144/2002. 109

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ.. 109

ΠεντΣτρατΘεσ 813/2002. 112

Αριθμός  178/2003. 120

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ.. 120

Δ` Πολιτικό Τμήμα. 120

ΑΠ Αριθμ. 407/1999. 124

ΑΠ 964/1996. 126

ΜΙΚΤΟ ΟΡΚΩΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ.. 127

Αριθμ. 46-47/1994. 127

Α.Π. 1761/1994. 129

Διοικ. Πρωτ. Αθ. 2155/1993. 132

Αριθ. απόφασης 1158/1993. 135

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ.. 135

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 737/1992. 138

ΜΟΝΟΜ. ΠΡΩΤΟΔ. ΑΘΗΝΩΝ 2758/1992. 140

Αριθμ. 60/1991 Πλημ/κείο Μεσολογγίου. 142

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ,997/1990 Δ’ Τμ. 145

ΜΟΝ.ΠΡΩΤ. ΑΘΗΝΩΝ 1064/1990. 148

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 7561/1989. 150

Σ.Ε. 3291/1988 (τμ. Δ’). 153

Εφετείο Αθηνών 2107/1987. 155

Άρθρο της Ελένης Τροβά από τον Τιμητικό Τόμο Απόστολου Γεωργιάδη. 157

Από την «ευθύνη κατόχου ζώων» στην υποχρέωση φροντίδας των «Ζώων Συντροφιάς». 157

 

Εισαγωγή

 

Με το παρόν επιχειρούμε την κωδικοποίηση της νομοθεσίας για τα ζώα συντροφιάς αλλά και τη συγκρότηση ενός επίκαιρου σώματος πληροφοριών για το θέμα.

Η μελέτη του ζητήματος και η προσέγγιση του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζει το δίκαιο τα ζώα συντροφιάς παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς συνιστά μια νέα προσέγγιση στον ίδιο τον άνθρωπο τον οποίο τα ζώα συντροφεύουν.

Ξεκινάμε αυτή την προσέγγιση με αναλυτική παράθεση νομολογίας και ευχόμαστε σύντομα να μπορέσουμε να προβούμε σε θεωρητικότερες αναλύσεις.

Αφιερώνεται στο Μανόλη για την αγάπη του στο Βολφ και τον Κάρλος

Ελένη Τροβά

 

ΝΟΜΟΣ 2017 της 20.2/27.2.92

Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς. (Α 31)[1]

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδομε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή ‘Αρθρο Πρώτο Κυρώνεται  και  έχει  την ισχύ, που προβλέπει το άρθρο 28 παρ. 1 τουΣυντάγματος η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ζώων  συντροφιάς,που  καταρτίστηκε  από το Συμβούλιο της Ευρώπης και υπογράφτηκε από τηνΕλλάδα στις 13 Νοεμβρίου 1987, της οποίας το  κείμενο,  στην  ελληνική,έχει ως εξής:ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑΣ

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

Τα  Κράτη Μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης που υπογράφουν την παρούσαΣύμβαση. Θεωρώντας  ότι  ο  στόχος  του  Συμβουλίου  της  Ευρώπης   είναι   ηπραγματοποίηση μιας πιο στενής ένωσης μεταξύ των μελών του Αναγνωρίζοντας ότι το άτομο έχει μια ηθική δέσμευση να  σέβεται  όλατα  ζωντανά  δημιουργήματα  και  διατηρώντας  το  πνεύμα των ιδιαίτερωνδεσμών που υπάρχουν μεταξύ του ανθρώπου και των ζώων συντροφιάς Θεωρώντας τη σημασία των ζώων συντροφιάς ανάλογα με τη συμβολή  τουςσιην ποιότητα ζωής και συνεπώς την αξία τους για την κοινωνία Θεωρώντας τις δυσκολίες που απορρέουν από  τη  μεγάλη  ποικιλία  τωνζώων, που συντηρούνται από τον άνθρωπο. Θεωρώντας τους κινδύνους που συνεπάγεται ο ζωικός υπερπληθυσμός  γιατην υγιεινή, την υγεία και την ασφάλεια του ανθρώπου και των άλλων ζώων Θεωρώντας ότι η κατοχή ειδών της άγριας πανίδας σαν  ζώα  συντροφιάςδεν θα πρέπει να ενθαρρύνεται ‘Εχοντας επίγνωση των διαφόρων συνθηκών, πον διέπουν  την  απόκτηση,κατοχή,  εκτροφή  για  εμπορικούς  ή  μη  λόγους, την παραχώρηση και τοεμπόριο ζώων συντροφιάς ‘Εχοντας  επίγνωση  ότι  οι  συνθήκες  κατοχής  ζώων  συντροφιάς δενεπιτρέπουν πάντα τη βελτίωση της υγείος τους και της ευεξίας τους Διαπιστώνοντας  ότι  η  αντιμετώπιση  των  ζώων συντροφιάς ποικίλλεισημαντικά, μερικές φορές εξαιτίας, Της έλλειψης γνώσεων ή συνείδησης Θεωρώντας ότι  μία  κοινή  βασική  αντιμετώπιση  και  πρακτική,  πουοδηγούν  σε  μια  υπεύθυνη  συμπεριφορά των ιδιοκτητών ζώων συντροφιάς.είναι όχι μόνο ένας στόχος επιθυμητός αλλά και ρεαλιστικός. Συμφώνησαν τα παρακάτω:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι – ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

‘Αρθρο 1

 

Ορισμοί

1. Με τον όρο ζώο συντροφιάς, εννοούμε κάθε ζώο, που  συντηρείται  ήπροορίζεται  να  συντηρηθεί  από τον άνθρωπο, κυρίως μέσα στο σπίτι τουνέα ευχαρίστησή του και σαν σύντροφός του. 2. Με τον όρο  εμπόριο  ζώων  συντροφιάς,  εννοούμε  το  σύνολο  τωνσυναλλαγών,  που  γίνονται  κανονικά  σε  σημαντικές  ποσότητες και γιακερδοσκοπικούς λόγους και επιβάλλουν τη διαβίβαση της  ιδιοκτησίας  τωνζώων αυτών. 3.   Με τον όρο εκτροφή και φύλαξη ζώων συντροφιάς με εμπορική μορφήεννοούμε την εκτροφή και τη φύλαξη  που  πραγματοποιούνται  κυρίως  γιακερδοσκοπικούς λόγους και σε σημαντικές ποσότητες. 4.   Με  τον  όρο  καταφύγιο  για  ζώα,  εννοούμε  μη  κερδοσκοπικέςεγκαταστάσεις όπου μπορούν να συντηρούνται, σε  σημαντικό  αριθμό,  ζώασυντροφιάς.  Εφόσον το επιτρέπει η εθνική νομοθεσία ή και τα διοικητικάμέτρα μια τέτοια εγκατάσταση μπορεί να δεχθεί αδέσποτα ζώα. 5.  Με τον όρο, αδέσποτο ζώο, εννοούμε κάθε ζώο συντροφιάς το οποίο,είτε  δεν  έχει  σπίτι, είτε βρίσκεται εκτός των ορίων του σπιτικού τουιδιοκτήτη του ή του φύλακά του και δεν βρίσκεται υπό την άμεση επίβλεψηή έλεγχο κανενός ιδιοκτήτη ή φύλακα. 6. Με τον όρο αρμόδια αρχή εννοούμε την αρχή, που καθορίζεται από τοκράτος μέλος.

‘Αρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής και εφαρμογή

1.  Κάθε  μέρος  υποχρεούται  να  λάβει  τα  απαραίτητα μέτρα για νααποκτήσουν ισχύ οι διατάξεις αυτής της Σύμβασης, όσον αφορά α)  Τα  ζώα  συντροφιάς  που  συντηρούνται  από  ένα νομικό ή φυσικόπρόσωπο  σε  οποιοδήποτε  σπιτικό,  σε  οποιαδήποτε  εγκατάσταση,   πουεπιδίδεται  στο εμπόριο ή στην εκτροφή και για τη φύλαξη για εμπορικούςλόγους τέτοιων ζώων, καθώς επίσης και σε οποιοδήποτε καταφύγιο για ζώα. β) Ενδεχομένως, τα αδέσποτα ζώα. 2. Καμιά διάταξη της Σύμβασης αυτής δεν  θίγει  την  εφαρμογή  άλλωνδιατάξεων  για την προστασία των ζώων ή για τη διάσωση των απειλουμένωνάγριων ειδών. 3.  Καμιά διάταξη, της παρούσας Σύμβασης δεν θίγει το  δικαίωμα  τωνμελών  να θεσπίσουν πιο αυστηρά μέτρα για να εξασφαλίσουν την προστασίατων ζώων συντροφιάς ή για  να  εφαρμόζουν  τις  παρακάτω  διατάξεις  σεκατηγορίες ζώων, που δεν αναφέρονται σαφώς στο παρόν έγγραφο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ. ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ

ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑΣ

 

‘Αρθρο 3

 

Βασικές αρχές για τη φυσική κατάσταση των ζώων

1.  Κανείς δεν πρέπει να κάνει άσκοπα ένα ζώο συντροφιάς να πονά, ναυποφέρει ή να αγωνιά. 2. Κανείς δεν πρέπει να εγκαταλείπει ένα ζώο συντροφιάς.

‘Αρθρο 4

Κατοχή

1. Κάθε άτομο,  που  έχει  ένα  ζώο  συντροφιάς  ή  έχει  δεχθεί  ναασχοληθεί  μ’ αυτό πρέπει να είναι υπεύθυνο για την υγεία και τη φυσικήκατάστασή του. 2.   Κάθε  άτομο,  που έχει ένα ζώο συντροφιάς ή ασχολείται με αυτό,πρέπει να του παρέχει τις εγκαταστάσεις, τις φροντίδες και την προσοχή,που λαμβάνουν υπόψη τους τις συνήθειές του, σύμφωνα με το είδος και  τηφυλή του. Και κυρίως: α) να του παρέχει σε επαρκή ποσότητα, την  τροφή  και  το  νερό  πουχρειάζεται, β) να του παρέχει τις κατάλληλες δυνατότητες άσκησης, γ)  να  λαμβάνει  όλα  τα  λογικά  μέτρα  για  να  μην  το αφήσει ναδραπετέυσει. 3. ‘Ενα ζώο δεν πρέπει να κρατείται σαν ζώο συντροφιάς εφόσον: α)  δεν  πληρούνται  οι  προϋποθέσεις, που αναφέρονται στην παραπάνωπαράγραφο 2, ή εφόσον, β)  παρότι  πληρούνται  οι  προϋποθέσεις αυτές, το ζώο δεν μπορεί ναπροσαρμοστεί στην αιχμαλωσία.

‘Αρθρο 5

Αναπαραγωγή

Κάθε άτομο που επιλέγει ένα ζώο συντροφιάς Μα αναπαραγωγή  πρέπει  ναυποχρεούται   να   λαμβάνει   υπόψη   του   τα  ανατομικά,  φυσιολογικάχαρακτηριστικά, καθώς και χαρακτηριστικά, της συμπεριφοράς του, που είναιτέτοιας φύσης ώστε να τίθενται σε κίνδυνο η  υγεία  και  η  ευεξία  τωντέκνων ή του θηλυκού.

‘Αρθρο 6

Οριο ηλικίας Μα την αγορά

Κανένα  ζώο συντροφιάς δεν πρέπει να πουλιέται σε άτομα ηλικίας κάτωτων 16 ετών χωρίς τη συγκατάθεση των γονέων τους ή των κηδεμόνων τους.

‘Αρθρο 7

Εκγύμναση

Κανένα  ζώο δεν πρέπει να γυμνάζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να γεταιη υγεία και η  ευεξία  του,  κυρίως,  πιέζοντας  το  να  ξεπεράσει  τιςικανότητές  του  ή τη φιιαική του δύναμη ή χρησιμοποιώντας τεχνητά μέσαπου το πληγώνουν ή το κάνουν άσκοπα να πονά, να υποφέρει ή να αγωνιά.

‘Αρθρο 8

Εμπόριο, εκτροφή και φύλαξη για εμπορικούς

λόγους – Καταφύγια για ζώα

1. Κάθε άτομο, το οποίο κατά την εποχή που τέθηκε σε ισχύ η  Σύμβασηεπιδίδεται  στο εμπόριο ή στην για εμποτικούς σκοπούς, εκτροφή ή φύλαξηζώων συντροφιάς ή διαχειρίζεται ένα  καταφύγιο  για  ζημιά  πρέπει  σταπλαίσια μιας κατάλληλης προθεσμίας που Θα πρέπει να καθοριστεί από κάθεμέρος, να το δηλώσει στην αρμόδα αρχή. Κάθε  άτομο  που  σκοπεύει  να  επιδοθεί  με  μια  απ’   αυτές   τιςδραστηριότητες πρέπει να το δηλώσει στην αρμόδια αρχή. 2. Η δήλωση αυτή πρέπει να προσδιορίζει: α) τα είδη ζώων συντροφιάς που περιλαμβάνονται ή θα περιληφθούν β) το υπεύθυνο άτομο και οι γνώσεις του γ)   περιγραφή   των   εγκαταστάσεων   και   του   εξοπλισμού    πουχρησιμοποιούνται ή θα χρησιμοποιηθούν. 3.  Οι δραστηριότητες που αναφέρονται παρακάτω  μπορεί  να  ασκηθούνμόνο εφόσον: α)  το  υπεύθυνο  άτομο  κατέχει  τις  απαραίτητες  γνώσεις  και τηνεπιτηδειότητα για την άσκηση αυτής της δραστηριότητας, λόγω  είτε  μιαςεπαγγελματικής  κατάρτισης,  είτε  επαρκούς πείρας με τα ζώα συντροφιάςκαι β)  οι  εγκαταστάσεις  και  ο εξοπλισμός που χρησιμοποιούνται για τηδραστηριότητα ικανοποιούν τις προϋποθέσεις που τέθηκαν στο άρθρο 4. 4. Με βάση τη  δήλωση  που  έγινε,  σύμφωνα  με  τις  διατάξεις  τηςπαραγράφου  1,  η αρμόδια αρχή πρέπει να καθορίσει εάν οι προϋποθέσεις,που αναφέρονται στην παράγραφο 3, πληρούνται ή όχι. Σε περίπτωση που όσο θα πληρούνται σε ικανοποιητικό βαθμό, η αρμόδιααρχή θα πρέπει να προτείνει μέτρα, και, αν κρίνεται απαραίτητο για  τηνπροστασία  των  ζώων,  να  απαγορεύσει  την  έναρξη  ή  τη συνέχιση τηςδραστηριότητας. 5.  Η  αρμόδια  αρχή  πρέπει,  σύμφωνα  με  την εθνική νομοθεσία, ναελέγχει αν πληρούνται ή όχι οι προϋποθέοεις που αναφέρθηκαν παραπάνω.

‘Αρθρο 9

Διαφημίσεις, θεάματα, εκθέσεις,

διαγωνισμοί και παρόμοιες εκδηλώσεις

1.  Τα ζώα συντροφιάς δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε διαφημίσεις,θεάματα: εκθέσεις, διαγωνισμούς ή παρόμοιες εκδηλώσεις, εκτός αν: α) ο οργανωτής έχει δημιουργήσει τις απαραίτητες  προϋποθέσεις  ώστετα  ζώα  να  τύχουν  μεταχείρισης  όπως αυτή καθορίζεται από το άρθρο 4παράγραφος 2 και αν β) η υγεία τους και η φυσική τους κατάσταση δεν τίθεται σε κίνδυνο. 2.   Καμία  ουσία  δεν  πρέπει  να χορηγείται σε ένα ζώο συντροφιάς,καμία θεραπεία δεν πρέπει να του εφαρμόζεται, ούτε  να  χρησιμοποιείταικαμία  μέθοδος  με το σκοπό να αυξηθεί ή να ελαττωθεί το φυσικό επίπεδοτων ικανοτήτων του: α) κατά τη διάρκεια συναγωνισμού ή β) σε κάθε άλλη στιγμή, αν αυτό μπορεί να  επιφέρει  κάποιο  κίνδυνοστην υγεία και στην καλή φυσική κατάσταση αυτού του ζώου. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 12 του Ν.3170/2003(Α΄ 191) ορίσθηκαν τα εξής:“Οι παραβάτες κάθε επιτακτικής ή απαγορευτικής διάταξης του Ν. 1444/1984(ΦΕΚ 78 Α΄), καθώς και οι παραβάτες των διατάξεων των άρθρων 9, 10 και 11της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς που κυρώθηκεμε το Ν. 2017/1992, τιμωρούνται με τις ποινές που προβλέπονται από τηνπαράγραφο 2 του άρθρου 8 του Ν. 1197/1981, όπως αντικαθίσταται με τηνπαράγραφο 5 του άρθρου αυτού.”

‘Αρθρο 10

 

Χειρουργικές επεμβάσεις

1.   Οι  χειρουργικές  επεμβάσεις, που προορίζονται να τροποποιήσουντην εξωτερική εμφάνιση ενός ζώου  συντροφιάς  ή  που  προορίζονται  γιαάλλους μη θεραπευτικούς σκοπούς πρέπει να απαγορευτούν και κυρίως: α) το κόψιμο της ουράς β) το κόψιμο των αυτιών γ) η τομή των φωνητικών χορδών’ δ) η αφαίρεση των νυχιών και των δοντιών. 2.   Δεν  πρέπει  να  επιτραπούν  εξαιρέσεις,  ως  προς  αυτής   τηναπαγόρευση παρά μόνο: α) αν ένας κτηνίατρος κρίνει αναγκαία μία  μη  θεραπευτική  επέμβασηείτε για λόγους κτηνιατρικούς, είτε προς όφελος ενός συγκεκριμένου ζώου β) Μα να εμποδίσει την αναπαραγωγή. 3.α.  Οι επεμβάσεις κατά τη διάρκεια των οποίων το ζώο θα υποστεί  ήθα  διακινδυνεύσει  να  αισθανθεί  οδυνηρούς  πόνους  δεν  θα πρέπει ναπραγματοποιούνται παρά μόνο με αναισθησία “αι από έναν κτηνίατρο ή  υπότον ελεγχό του. β) Οι επεμβάσεις, που δεν είναι αναγκαίο να γίνονται με  αναισθησία,μπορούν  να  πραγματοποιούνται από αρμόδιο άτομο, σύμφωνα με την εθνικήνομοθεσία. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 12 του Ν.3170/2003(Α΄ 191) ορίσθηκαν τα εξής:“Οι παραβάτες κάθε επιτακτικής ή απαγορευτικής διάταξης του Ν. 1444/1984(ΦΕΚ 78 Α΄), καθώς και οι παραβάτες των διατάξεων των άρθρων 9, 10 και 11της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς που κυρώθηκεμε το Ν. 2017/1992, τιμωρούνται με τις ποινές που προβλέπονται από τηνπαράγραφο 2 του άρθρου 8 του Ν. 1197/1981, όπως αντικαθίσταται με τηνπαράγραφο 5 του άρθρου αυτού.”

‘Αρθρο 11

Θανάτωση

1. Μόνον ένας κτηνίατρος ή ένα άλλο αρμόδιο άτομο μπορεί  να  προβείστη θανάτωση ενός ζώου συντροφιάς, εκτός από τις επείγουσες περιπτώσειςγια  να  δοθεί  τέλος  στους πόνους ενός ζώου και εφόσον η βοήθεια ενόςκτηνίατρου ή ενός άλλου αρμόδιου προσώπου δεν μπορεί να πραγματοποιηθείγρήγορα ή για κάθε άλλη επείγουσα περίπτωση, που  προβλέπεται  από  τηνεθνική  νομοθεσία.  Κάθε  θανάτωση  πρέπει να γίνεται με όσο το δυνατόνελάχιστους φυσικούς ή ηθικούς πόνους  λαμβάνοντας  υπόψη  τις  διάφορεςπεριστάσεις.    Η   εκλεγείσα   μέθοδος,   εκτός   από  τις  επείγουσεςπεριπτώσεις, πρέπει: α) είτε να αρχίζει με  άμεση  απώλεια  των  αισθήσεων  και  μετά  τοθάνατο. β) είτε να αρχίζει με την χορήγηση μιας βαθειάς γενικής  αναισθησίαςπου να την ακολουθεί μια διαδικασία, η οποία θα προκαλεί το θάνατο κατάβέβαιο και τελειωτικό τρόπο. Το  πρόσωπο  που  είναι  υπεύθυνο  για  τη  θανάτωση πρέπει να είναισίγουρο ότι το ζώο είναι νεκρό προτού αρχίσει η αφαίρεση  του  δέρματόςτου. 2. Οι παρακάτω μέθοδοι θανάτωσης πρέπει να απαγορευτούν: α)  ο πνιγμός και άλλες μέθοδοι, που προκαλούν ασφυξία, αν αυτές δενεπιφέρουν τα αποτελέσματα, που αναφέρονται στην  παράγραφο  1,  στο  β’εδάφιο β)  η  χρήση  κάθε  είδους  δηλητηρίου η ναρκωτικού που η δόση και ηεφαρμογή δεν μπορούν να ελεγχθούν κατά τρόπο ώστε  να  πραγματοποιηθούντα αποτελέσματα, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γ) η ηλεκτρική εκκένωση,  εφόσον  αυτή  δεν  γίνεται  με  την  άμεσηαπώλεια των αισθήσεων.Σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 12 του Ν.3170/2003(Α΄ 191) ορίσθηκαν τα εξής:“Οι παραβάτες κάθε επιτακτικής ή απαγορευτικής διάταξης του Ν. 1444/1984(ΦΕΚ 78 Α΄), καθώς και οι παραβάτες των διατάξεων των άρθρων 9, 10 και 11της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς που κυρώθηκεμε το Ν. 2017/1992, τιμωρούνται με τις ποινές που προβλέπονται από τηνπαράγραφο 2 του άρθρου 8 του Ν. 1197/1981, όπως αντικαθίσταται με τηνπαράγραφο 5 του άρθρου αυτού.”

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ – ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΠΟΥ

ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΑ ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΖΩΑ

 

‘Αρθρο 12

Μείωση του αριθμού των αδέσποτων ζώων

‘Οταν  το ένα μέρος κρίνει ότι ο αριθμός των αδέσποτων ζώων αποτελείγια αυτούς πρόβλημα πρέπει να  ληφθούν  τα  αναγκαία  νομοθετικά  και/ήδιοικητικά  μέτρα  με  μεθόδους, που δεν προξενούν πόνους, μήτε οδύνες,μήτε αναπόφευκτες αγωνίας. α) Τέτοια μέτρα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο: αα) αν τέτοια ζώα πρέπει να συλλαμβάνονται και αυτό  να  γίνεται  μεόσο  το  δυνατόν  ελάχιστους  ηθικούς  και φυσικούς πόνους λαμβανομένηςυπόψη της φύσης του ζώου ββ) αν τα ζώα, που συλλαμβάνονται φυλακίζονται ή  Θανατώνονται,  καιαυτό  να  γίνεται,  σύμφωνα  με  τις  αρχές,  που τίθενται στην παρούσαΣύμβαση. β) Τα μέρη υποχρεούνται να αντιμετωπίσουν: αα)  το μόνιμο καθορισμό της ταυτότητας ως προς τους σκύλους και τιςγάτες με κατάλληλα  μέσα,  που  δεν  προκαλούν  μικρούς  ή  περαστικούςπόνους,  οδύνες  ή αγωνίες, όπως είναι το τατουάζ, που συνοδεύεται απότην εγγραφή του αριθμού, τα ονόματα και τις διευθύνσεις των ιδιοκτητών ββ) τη μείωση της μη ελεγχόμενης αναπαραγωγής στους σκύλους και στιςγάτες με την πραγματοποίηση της στείρωσής τους γγ)  την ενθάρρυνση του ατόμου που βρίσκει ένα αδέσποτο σκύλο ή γάταώστε να το επισημάνει στην αρμόδια αρχή.

‘Αρθρο 13

Εξαιρέσεις ως προς τη σύλληψη, την κράτηση

και τη θανάτωση

Οι εξαιρέσεις ως προς τις αρχές που τίθενται  στην  παρούσα  Σύμβασηπου  αφορά  τη σύλληψη, τηγ κράτηση και τη θανάτωση για τα αδέσποτα ζώαδεν πρέπει να γίνονται δεκτές παρά μόνο όταν αυτές  είναι  αναπόφευκτεςστα πλαίσια των κυβερνητικών προγραμμάτων για τον έλεγχο των ασθενειών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV – ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

 

‘Αρθρο 14

Προγράμματα πληροφόρησης και εκπαίδευσης

Τα  μέρη  υποχρεούνται  να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη των προγραμμάτωνπληροφόρησης και εκπαίδευσης για να προωθήσουν, μεταξύ  των  οργανισμώνκαι  των  ατόμων  που  ασχολούνται  με  την  κράτηση,  την εκτροφή, τηνεκπαίδευση, το εμπόριο και τη φύλαξη των ζώων συντροφιάς, την ενημέρωσηκαι τη γνώση των διατάξεων και των αρχών της παρούσας Σύμβασης. Σ’ αυτάτα προγράμματα, πρέπει να δοθεί κυρίως προσοχή στα εξής σημεία: α) στην εκγύμναση των ζώων συντροφιάς με το σκοπό την εμπορία  ή  τοσυναγωνισμό,  που  πρέπει  να  πραγματοποιούνται  από  άτομα  που έχουνγνώσεις και κατάλληλες ικανότητες β) στην αποθάρρυνση: αα) Για να μη δωρίζεται ένα ζώο συντροφιάς  σε  άτομα  κάτω  των  16χρόνων  χωρίς  τη  ρητή  συναίνεση  των γονιών του ή άλλων προσώπων πουασκούν την πατρική κηδεμονία ββ)  για  να  μη  δωρίζονται ζώα συντροφιάς σαν βραβείο, ανταμοιβή ήπρίμ . γγ) της μη ελεγχόμενης αναπαραγωγής των ζώων συντροφιάς γ) για τα ενδεχόμενα αρνητικά αποτελέσματα, ως προς  την  υγεία  καιτην  καλή  φυσική  κατάσταση των άγριων ζώων, από την απόκτηση ή από τησύστασή τους σαν ζώα συντροφιάς δ) τους κινδύνους που απορρέουν από την ανεύθυνη απόκτηση  των  ζώωνσυντροφιάς  που  έχει  ως  αποτέλεσμα  την  αύξηση  των μη επιθυμητών ήεγκαταλελειμένων ζώων. 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V – ΠΟΛΥΜΕΡΕΙΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ

‘ΑΡΘΡΟ 15

Πολυμερείς διαβουλεύσεις

1. Τα μέρη προβαίνουν, σε διάστημα πέντε χρόνων μετά που αρχίζει  ναισχύει  η  Σίμβαση  και  εν  συνεχεία για κάθε πέντε χρόνια και σε κάθεπερίπτωση, κάθε φορά που  μια  πλειοψηφία  αντιπροσωπων  των  μερών  τοζητεί,  σε  πολυμερείς  διαβουλεύσεις  στους κόλπους του Συμβουλίου τηςΕυρώπης, με το σκοπό να εξετασθεί η εφαρμογή της Σύμβασης  όπως  και  ησκοπιμότητα  της  εππνεξέτασής  της  για  να  γίνει  μια  διεύρυνση  σεορισμένες από αυτές τις διατάξεις. Αυτές οι διαβουλεύσως θα λάβουν μέρος κατά τη διάρκεια των συσκέψεωνπου συγκαλούνται από το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. 2. Κάθε μέρος έχει το δικαίωμα να ορίζει  έναν  αντιπρόσωπο  για  νασυμετέχει σε αυτές τις διαβουλεύσεις.  Κάθε κράτος μέλος του Συμβουλίουτης  Ευρώπης  που  δεν  αποτελεί  μέρος  της  Σύμβασης έχει δικαίωμα νααντιπροσωπεύεται σε αυτές τις διαβουλεύσεις από έναν παρατηρητή. 3.  Μετά  από  κάθε διαβούλευση, τα μέρη υποβάλλουν την Επιτροπή τωνΥπουργών  του  Συμβουλίου  της  Ευρώπης  μια  έκθεση  σχετικά   με   τηδιαβούλευση  και  τη λειτουργία της Σύμβασης στην οποία περιλαμβάνονταιαν αυτό κρίνεται αναγκαίο, προτάσεις που αναφέρονται  στην  τροποποίησητων άρθρων 15 ως 23 της Σύμβασης. 4.  Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας  Σύμβασης,  τα  μέρησυντάσσουν τον εσωτερικό κανονισμό των διαβουλεύσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

‘Αρθρο 16

 

Τροποποιήσεις

  1. Κάθε τροποποίηση στα άρθρα 1 ως 14, που προτείνεται από ένα μέρος

ή  από την Επιτροπή των Υπουργών κοινοποιείται στο Γενικό Γραμματέα τουΣυμβουλίου της Ευρώπης και μεταβιβάζεται με τις φροντίδες του στα κράτημέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης σε  κάθε  κράτος  που  προσκαλείται  ναπροσχωρήσει στη Συμφωνία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19. 2.   Κάθε  τροποποίηση  που προτείνεται σύμφωνα με τις διατάξεις τηςπροηγούμενης παραγράφου  εξετάζεται  τουλάχιστον  δύο  μήνες  μετά  τηνημερομηνία της μεταβίβασής της από το Γενικό Γραμματέα από μια πολυμερήδιαβούλευση  όπου  αυτή  η  τροποποίηση  μπορεί  να  υιοθετηθεί  με τηνπλειοψηφία από τα δύο τρίτα των  μερών.   Το  κείμενο  που  υιοθετείταικοινοποιείται στα μέρη. 3.  Με τη λήξη μιας περιόδου δώδεκα μηνών μετά την υιοθέτησή της  απόμια  πολυμερή διαβούλευση, κάθε τροποποίηση αρχίζει να ισχύει εκτός εάνένα από τα μέρη έχει κοινοποιήσει τις αντιρρήσεις του. ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙ – ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

‘Αρθρο 17

Υπογραφή, επικύρωση, αποδοχή, έγκριση

Η  παρούσα  Σύμβαση  πρόκειται  να  υπογραφεί  από τα κράτη μέλη τουΣυμβουλίου της Ευρώπης, θα υποβληθεί για επικύρωση, αποδοχή ή  έγκριση.Τα  έγγραφα  επικύρωσης,  αποδοχής  ή έγκρισης θα κατατεθούν στο ΓενικόΓραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

‘Αρθρο 18

‘Εναρξη ισχύος

1.  Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα  πουακολουθεί  τη  λήξη  μιας περιόδου 6 μηνών μετά την ημερομηνία και* τηνοποία τέσσερα κράτη-μέλη του Συμβολαίου της Ευρώπης θα  έχουν  εκφράσειτη  συγκατάθεσή τους να συνδεθεί με τη Σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξειςτου άρθρου 17. 2. Για κάθε κράτος μέλος που θα εκφράσει στη συνέχεια τη συγκατάθεσήτου να συνδεθεί με τη Σύμβαση, αυτή θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη μέρα τουμήνα που ακολουθεί τη λήξη χρονικής  περιόδου  6  μηνών  μετά  από  τηνημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης

‘Αρθρο 19

Προσχώρηση των κρατών μη μελών

1.  Μετά τη θέση σε ισχύ της Σύμβασης αυτής, η επιτροπή των Υπουργώντου Συμβουλίου της Ευρώπης θα μπορεί να καλέσει έκαστο κράτος μη  μέλοςτου  Συμβουλίου  της  Ευρώπης  να  προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση, μεαπόφαση  ληφθείσα  κατά  πλειοψηφία  προβλεπόμενη  στο  άρθρο  20   τουΚαταστατικού   του   Συμβουλίου   της   Ευρώπης  και  με  Ομοφωνία  τωναντιπροσώπων των συμβαλλόμενων κρατών που έχουν δικαίωμα να  αποφανθούνστην Επιτροπή Υπουργών. 2.   Για  κάθε κράτος που έχει προσχωρήσει στη Σύμβαση, η Σύμβαση θατεθεί σε ισχύ την πρώτη μέρα  του  μήνα  που  ακολουθεί  τη  λήξη  μιαςπεριόδου 6 μηνών μετά την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου προσχώρησηςστο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

‘Αρθρο 20

Ρήτρα Επικρατείας

1.   ‘Εκαστο κράτος μπορεί κατά την υπογραφή ή κατά την κατάθεση τουεγγράφου της επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώριθείσα  ισχύσει  ηπαρούσα Σύμβαση. 2.  Κάθε μέρος μπορεί σε  οποιαδήποτε  μεταγενέστερη  ημερομηνία  μεδήλωση  που  θα  απευθύνεται  στο  Γενικό  Γραμματέα του Συμβουλίου τηςΕυρώπης,  να  επιστείνει  την  εφαρμογή  της   παρούσας   Σύμβασις   σεοποιαδήποτε άλλη, εδαφική περιοχή που ορίζεται στη δήλωση. Η Σύμβαση θατεθεί  σε  ισχύ  για  την  εδαφική  περιοχή την πρώτη μέρα του μήνα πουακολουθεί τη λήξη περιόδου 6 μηνών μετά την  ημερομηνία  παραλαβής  τηςδήλωσης από το Γενικό Γραμματέα. 3.   Κάθε  δήλωση  που  γίνεται  σύμφωνα  με  τις   2   προηγούμενεςπαραγράφους μπορεί να αποσυρθεί, όσον αφορά οποιαδήποτε εδαφική περιοχήπου  αναφέρεται  σ’ αυτήν τη δήλωση, με κοινοποίηση που απευθύνεται στοΓενικό Γραμματέα. Η ανάκληση θα ισχύσει την πρώτη μέρα του μήνα που ακολουθεί τη  λήξηπεριόδου  6  μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποήσης από τοΓενικό Γραμματέα.

‘Αρθρο 21

Επιφυλάξεις

1. Κάθε κράτος μπορεί κατά την υπογραφή ή την υποβολή  του  εγγράφουτου  επικύρωαης,  αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης να δηλώσει ότι κάνειχρήση μιας ή περισσότερες επιφυλάξεις σύμφωνα με το  άρθρο  6  και  τουεδαφίου  α’  της παρ. 1 του άρθρου 10 ουδεμία άλλη επιφύλαξη δεν μπορείνα υπάρξει. 2.  Κάθε μέλος που διατύπωσε επιφύλαξη σύμφωνα με  τις  προηγούμενεςπαραγράφους   μπορεί   να  την  αποσύρει  εν  μέρει  ή  καθ’  ολοκληρίααπευθύνοντας  κοινοποίηση  στο  Γενικό  Γραμματέα  του  Συμβουλίου  τηςΕυρώπης.  Η  απόσυρση  θα  ισχύσει  κατά  την  ημερομηνία παραλαβής τηςκοινοποίησης από το Γενικό Γραμματέα. 3. Το Μέρος που διατύπωσε κάποια επιφύλαξη ως προς μια  διάταξη  τηςπαρούσας Σύμβασης δεν μπορεί να ζητήσει την εφαρμογή αυτής της διάταξηςαπό  κάποιο  άλλο  Μέρος. Πάντως δύναται εάν η επιφύλαξη είναι μεικτή ήυπό όρους να ζητήσει την εφαρμογή αυτής  της  διάταξης  στο  μέτρο  πουγίνεται αυτή αποδεκτή.

‘Αρθρο 22

Καταγγελία

1.   Κάθε  μέρος  δύναται, πάντα, να καταγγείλει την παρούσα Σύμβασηαπευθύνοντας  κοινοποίηση  στο  Γενικό  Γραμματέα  του  Συμβουλίου  τηςΕυρώπης. 2.  Η καταγγελία θα ισχύσει την 1η μέρα του μήνα  που  ακολουθεί  τηλήξη  μιας  περιόδου 8 μηνών μετά την ημερομηνία λήψης της κοινοποίησηςαπό το Γενικό Γραμματέα.

‘Αρθρο 23

Κοινοποιήσεις

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα κοινοποιήσει  σταΚράτη  Μέλη  του  Συμβουλίου  και  σε  κάθε  Κράτος που προσχώρησε στηνπαρούσα Σύμβαση ή που κλήθηκε να το κάνει: α. κάθε υπογραφή β.  την  κατάθεση  κάθε  εγγράφου  επικύρωσης,  αποδοχής,  έγκρισης   ήπροσχώρισης. γ.   Κάθε  ημερομηνία θέσης σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης σύμφωνα μετα άρθρα 18, 19, 20 αυτής. δ. κάθε άλλη σύρραξη, κοινοποίηση ή ανακοίνωση που αφορά την παρούσαΣύμβαση. Σε  πίστωση  των  ανωτέρω,  οι  υπογεγραμμένοι,  όπως πρέπει δεόντωςεξουσιοδοτημένοι για το σκοπό αυτόν υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση. ‘Εγινε  στην  ..,……………   στις……………………   σταγαλλικά  και  στα  αγγλικά  τα  δύο  κείμενα έχουν την ίδια ισχύ σε έναμονάχα αντίτυπο που θα κατατεθεί στα αρχεία του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ο Γεν. Γραμμματέας του Συμβουλείου της Ευρώπης θα διαβιβάσει ακριβέςαντίγραφο σε καθένα από τα Κράτη – Μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης  καισε κάθε Κράτος που καλλείται να προσχωρήσει στην παρούοα Σύμβαση.

‘Αρθρο δεύτερο

Με  αποφάσεις του Υπουργού Γεωργίας που δημοσιεύονται στην Εφημερίδατης Κυβερνήσεως ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων τηςκυρούμενης Σύμβασης.

‘Αρθρο τρίτο

[1. Οι παραβάτες των διατάξεων των άρθρων 9, 10 και 11  της  Σύμβασηςπου  κυρώνεται με τον παρόντα νόμο τιμωρούνται με τις προβλεπόμενες απότην παράγραφο 2 του άρθρου β του ν.1197/1981 (ΦΕΚ 240 Α’) ποινές. 2. Τα προβλεπόμενα από την παράγραφο 2 του άρθρου 8 του ν. 1197/1981πρόστιμα αναπροσαρμόζονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου από10.000 έως 100.000 δραχμές]. ***Το άρθρο τρίτο καταργήθηκε από την περίπτωση γ΄ του άρθρου15 του Ν.3170/2003 (Α΄ 191).

‘Αρθρο τέταρτο

Η  ισχύς  του  παρόντος  νόμου  αρχίζει  από  τη δημοσίευσή του στηνΕφημερίδα της Κυβερνήσεως. Παραγγέλομε   τη   δημοσίευση   του   παρόντος  στην  Εφημερίδα  τηςΚυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως Νόμο του Κράτους. Αθήνα, 20 Φεβρουαρίου 1992 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΙ        ΟΙΚΟΙΙΟΜΙΚΟΝΑΝΤ. ΣΑΜΑΡΑΣ     ΙΩ. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ ΓΕΟΡΓΙΑΣ        ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣΣ. ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ     ΜΙΧ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους. Αθήνα 21 Φεβρουαρίου 1992 Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣΜ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3170  (ΦΕΚ Α’ 191/29.7.2003)

 

Τα άρθρα 1-13 του παρόντος νόμου ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ με το άρθρο 23 Ν.4039/2012,

ΦΕΚ Α 15/2.2.2012.

 

Ήταν ο πρώτος νόμος για τα ζώα συντροφιάς

 

 

Ν.  4039/2012 Ζώα συντροφιάς, αδέσποτα ζώα συντροφιάς και άλλες διατάξεις όπως τροποποιήθηκε με το ν. 4235/2014

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή.

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, ισχύουν οι παρακάτω ορισμοί: α) Ζώο είναι κάθε έμβιος οργανισμός, που συναισθάνεται και κινείται σε ξηρά, αέρα και θάλασσαή οποιοδήποτε άλλο υδατικό οικοσύστημα ή υγροβιότοπο. β) Ευζωία είναι το σύνολο των κανόνων, που πρέπει να εφαρμόζει ο άνθρωπος στα ζώα,αναφορικά με την προστασία τους και την καλή μεταχείριση τους, έτσι ώστε να μην πονούν καιυποφέρουν, την παραμονή τους σε χώρο στεγνό, καθαρό και προστατευμένο από τις καιρικέςσυνθήκες, χωρίς να είναι μόνιμα δεμένα και διαβιούντα εντός ακατάλληλων κατασκευών (π.χ.μεταλλικών), τη φροντίδα για ιατρική περίθαλψη και χορήγηση κατάλληλης τροφής και νερού, τηνκαθημερινή άσκηση ή τον περίπατο τους και γενικά τη μέριμνα για σεβασμό της ύπαρξης τους. γ) Ζώο συντροφιάς είναι κάθε ζώο, που συντηρείται ή προορίζεται να συντηρηθεί από τονάνθρωπο, κυρίως μέσα στην κατοικία του, για λόγους ζωοφιλίας ή συντροφιάς. δ) Δεσποζόμενο ζώο συντροφιάς είναι κάθε μη άγριο ζώο, που συντηρείται ή προορίζεται νασυντηρηθεί από τον άνθρωπο, κυρίως μέσα στην κατοικία του, για λόγους ζωοφιλίας ή συντροφιάςκαι τελεί υπό την άμεση επίβλεψη και φροντίδα του ιδιοκτήτη, κατόχου, συνοδού ή φύλακα του.Ως ζώα συντροφιάς θεωρούνται και οι σκύλοι, που χρησιμοποιούνται για το κυνήγι, τη φύλαξηποιμνίων, τη φύλαξη χώρων, την παροχή βοήθειας και προστασίας ατόμων με ειδικές ανάγκες,καθώς και οι σκύλοι έρευνας και διάσωσης και οι σκύλοι που χρησιμοποιούνται από τις ένοπλεςδυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας. ε) Αδέσποτο ζώο συντροφιάς είναι κάθε ζώο συντροφιάς, το οποίο είτε δεν έχει κατοικία είτεβρίσκεται έξω από τα όρια της κατοικίας του ιδιοκτήτη, του κατόχου, του συνοδού ή του φύλακατου και δεν τελεί υπό την άμεση επίβλεψη και τον έλεγχο τους. Οι κυνηγετικοί και σκύλοι φύλαξηςποιμνίων, καθώς και οι σκύλοι έρευνας και διάσωσης, κατά τη διάρκεια του κυνηγιού, τηςεκπαίδευσης τους, της φύλαξης του ποιμνίου, της έρευνας και της διάσωσης, δεν θεωρούνταιαδέσποτα ζώα. «στ) Επικίνδυνο ζώο συντροφιάς είναι το ζώο συντροφιάς, που εκδηλώνει απρόκλητη καιαδικαιολόγητη επιθετικότητα, χωρίς να απειληθεί, προς τον άνθρωπο ή τα άλλα ζώα, καθώς και τοζώο που πάσχει ή είναι φορέας σοβαρού νοσήματος, που μπορεί να μεταδοθεί στον άνθρωπο ή σταάλλα ζώα και δεν θεραπεύεται.»  Η περίπτωση στ` αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 46 παρ.1.α.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014. ζ) Μικρό ζώο συντροφιάς είναι το ζώο συντροφιάς, το βάρος του οποίου δεν υπερβαίνει τα δέκα(10) κιλά. η) Καταφύγιο αδέσποτων ζώων είναι η ειδική εγκατάσταση, που προορίζεται για την περίθαλψηκαι την προσωρινή παραμονή σημαντικού αριθμού αδέσποτων ή ανεπιθύμητων ζώων συντροφιάς. θ) Σοβαρό νόσημα είναι κάθε νόσημα άμεσου και υψηλού κινδύνου για την υγεία του ανθρώπουή ζώου, του ίδιου ή άλλου είδους. ι) Τσίρκο είναι η προσωρινή υπαίθρια εγκατάσταση, σκηνή ή τέντα, στην οποίαπραγματοποιούνται με κερδοσκοπικό σκοπό μουσικοχορευτικές και ακροβατικές παραστάσεις ήάλλου είδους συναφείς εκδηλώσεις για την ψυχαγωγία των ανθρώπων με τη συμμετοχή ή μηζώων. ια) θίασος με ποικίλο πρόγραμμα (βαριετέ) είναι ομάδα ατόμων, η οποία σε μόνιμη ή προσωρινήεγκατάσταση πραγματοποιεί με κερδοσκοπικό σκοπό και σε εναλλασσόμενη ακολουθίαψυχαγωγικά προγράμματα, παραστάσεις, διασκεδαστικά μικρά κωμικά θεατρικά δρώμενα,τραγούδια, χορό με ποικίλο περιεχόμενο και με τη συμμετοχή ή μη ζώων. ιβ) Αρμόδιες Αρχές Διαχείρισης της Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης καταγραφής των ζώωνσυντροφιάς και των ιδιοκτητών τους είναι οι αρχές εκείνες, που μεριμνούν για την υλοποίηση, τηλειτουργία και την εποπτεία του όλου συστήματος σήμανσης και καταγραφής των ζώωνσυντροφιάς και των ιδιοκτητών τους. ιγ) Αρμόδιες Αρχές Εφαρμογής και Ελέγχου των κανόνων προστασίας των ζώων και τουσυστήματος και της καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους είναι οι αρχέςεκείνες, που σε επίπεδο Περιφέρειας, Περιφερειακών Ενοτήτων και Δήμων, μεριμνούν για την ορθήεφαρμογή και τον έλεγχο εφαρμογής – σε συνεργασία με τις αρχές της προηγούμενης περίπτωσηςιβ`- του συστήματος της Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης σήμανσης και καταγραφής των ζώωνσυντροφιάς και των ιδιοκτητών τους, καθώς και για την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση μητήρησης των κανόνων προστασίας των ζώων. «ιδ) Αρμόδια όργανα για τη βεβαίωση των παραβάσεων είναι τα όργανα που τις διαπιστώνουνκατά την άσκηση των ελεγκτικών καθηκόντων τους και συγκεκριμένα οι υπάλληλοι της ΕλληνικήςΑστυνομίας, της Δασικής Υπηρεσίας, των Τελωνείων, των Σταθμών Υγειονομικού ΚτηνιατρικούΕλέγχου (ΣΥΚΕ), του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και οι ιδιωτικοί φύλακες θήραςτων κυνηγετικών οργανώσεων.» Η περίπτωση ιδ` αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 46 παρ.1.β.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014. «ιε) Αρμόδιος Φορέας Εκτέλεσης της σήμανσης και της καταγραφής των ζώων συντροφιάς καιτων ιδιοκτητών τους στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση είναι ο κτηνίατρος, που με βάσηπροβλεπόμενη διαδικασία, με την υποβολή ηλεκτρονικής αίτησης στη Διεύθυνση Πληροφορικήςτου Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, πιστοποιείται, αποκτά ειδικό κωδικόπρόσβασης στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση σήμανσης και καταγραφής ζώων συντροφιάς,διενεργεί τη σήμανση και καταγράφει τα ζώα συντροφιάς και τους ιδιοκτήτες τους στηΔιαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση, εκδίδει το βιβλιάριο υγείας ή το διαβατήριο του ζώου σεπερίπτωση που το ζώο θα μεταφερθεί στο εξωτερικό και σε κάθε αλλαγή του ιδιοκτήτη ή τουπροσωρινού κατόχου του και ενημερώνει τη βάση με τις απαραίτητες πληροφορίες.» Η περίπτωση ιε` αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 46 παρ.1.γ.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014.

 

Άρθρο 2

Αρμόδιες Αρχές

1. Αρμόδια Αρχή για την προστασία των ζώων και την τήρηση των κανόνων ευζωίας τους είναι ηΓενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. ΑρμόδιεςΑρχές Διαχείρισης της Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης καταγραφής των ζώων συντροφιάς καιτων ιδιοκτητών τους ορίζονται: α. η Διεύθυνση Κτηνιατρικής Αντίληψης Φαρμάκων καιΕφαρμογών της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης καιΤροφίμων και β. η Διεύθυνση Πληροφορικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. 2. Αρμόδιες Αρχές Εφαρμογής και Ελέγχου των κανόνων προστασίας των ζώων και τουσυστήματος της σήμανσης και της καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τουςορίζονται οι Διευθύνσεις Κτηνιατρικής της Γενικής Διεύθυνσης Περιφερειακής Αγροτικής Οικονομίαςκαι Κτηνιατρικής των Περιφερειών, οι Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής τωνΠεριφερειακών Ενοτήτων της Χώρας και οι κτηνιατρικές υπηρεσίες των Δήμων και όπου αυτές δενέχουν συσταθεί τα Γραφεία Γεωργικής Ανάπτυξης του οικείου Δήμου. 3. Αρμόδιος Φορέας Εκτέλεσης της σήμανσης και της καταγραφής των ζώων συντροφιάς και τωνιδιοκτητών τους στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση ορίζεται ο κτηνίατρος, που πιστοποιείται μετη νόμιμη διαδικασία, που αναφέρεται στο άρθρο 4 του παρόντος νόμου.

Άρθρο 3

Αρμοδιότητες

1. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου οι Αρμόδιες Αρχές Διαχείρισης της ΔιαδικτυακήςΗλεκτρονικής Βάσης καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους του άρθρου 2του παρόντος νόμου έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες: Α. Η Διεύθυνση Κτηνιατρικής Αντίληψης Φαρμάκων και Εφαρμογών (ΚΑΦΕ) του ΥπουργείουΑγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων: α) την εισήγηση για την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων, που προβλέπονται στο νόμοαυτόν, β) την έκδοση εγκυκλίων για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής σήμανσης και καταγραφής τωνζώων συντροφιάς και για κάθε θέμα, που αφορά στα ζώα συντροφιάς, γ) σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Πληροφορικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης καιΤροφίμων: αα) τον έλεγχο της λειτουργίας της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων, στην οποίακαταχωρίζονται τα στοιχεία σήμανσης των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους, ββ) τονεμπλουτισμό με τις απαραίτητες πληροφορίες της Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης καταγραφήςτων ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους και τη διαρκή αναβάθμιση της και γγ) τηχορήγηση κωδικών πρόσβασης στους κτηνιάτρους, που πιστοποιούνται με τη νόμιμη διαδικασία. Β. Η Διεύθυνση Πληροφορικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων: α. Την παροχή της απαραίτητης μηχανογραφικής υποδομής (κεντρικοί ηλεκτρονικοί υπολογιστές,δίκτυο κ.λπ.) για τη λειτουργία της κεντρικής διαδικτυακής ηλεκτρονικής βάσης, στην οποίακαταχωρίζονται τα στοιχεία σήμανσης των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους, καθώς καιτην προμήθεια των ανιχνευτών ηλεκτρονικών μέσων σήμανσης, που προβλέπονται στο άρθρο 4παράγραφος 4. β. Την εξασφάλιση της συνεχούς λειτουργίας, την τεχνική υποστήριξη, τη συντήρηση και τηνπροστασία της μηχανογραφικής υποδομής, που υποστηρίζει το σύστημα. γ. Την υποχρέωση τήρησης αντιγράφων ασφαλείας, ώστε τα στοιχεία, που καταχωρίζονται στηβάση δεδομένων, να είναι διαθέσιμα για έλεγχο για τρία (3) τουλάχιστον χρόνια. 2. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου οι Αρμόδιες Αρχές Εφαρμογής και Ελέγχου τουσυστήματος της σήμανσης και της καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους,του άρθρου 2 παράγραφος 2, έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α. Τη συνεργασία με το Φορέα Εκτέλεσης της σήμανσης και της καταγραφής των ζώωνσυντροφιάς για το συντονισμό των ενεργειών τους και την παροχή τεχνικών οδηγιών και κάθεείδους υποστήριξη για την πλήρη και ενιαία εφαρμογή της ηλεκτρονικής σήμανσης και καταγραφήςτων ζώων συντροφιάς. β. Τον έλεγχο και την εποπτεία του Φορέα Εκτέλεσης της σήμανσης και της καταγραφής τωνζώων συντροφιάς. 3. Οι Φορείς Εκτέλεσης της σήμανσης και της καταγραφής των ζώων συντροφιάς και τωνιδιοκτητών τους, του άρθρου 2 παράγραφος 3, έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες: α. Τη διενέργεια της σήμανσης των ζώων συντροφιάς με τη χρησιμοποίηση των κατάλληλωνμέσων ηλεκτρονικής σήμανσης και την καταχώριση των στοιχείων σήμανσης των ζώωνσυντροφιάς και των ιδιοκτητών τους στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση και τη διαρκήενημέρωση της. β. Τη μέριμνα για την ενημέρωση με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο των ιδιοκτητών καικατόχων ζώων συντροφιάς για τις υποχρεώσεις τους, όσον αφορά στην εφαρμογή τηςηλεκτρονικής σήμανσης των ζώων συντροφιάς και στις απαιτήσεις του παρόντος νόμου για τηνηλεκτρονική σήμανση και την καταγραφή των ζώων συντροφιάς. γ. Την έκδοση σύμφωνου με τα παραρτήματα 2 και 3 βιβλιαρίου υγείας κατά τη σήμανση τουζώου συντροφιάς ή διαβατηρίου, σε περίπτωση που το ζώο θα μεταφερθεί στο εξωτερικό, καθώςκαι την καταγραφή σε αυτά, ατελώς, της οποιασδήποτε αλλαγής ιδιοκτήτη κατά την κτηνιατρικήεξέταση του ζώου ή κατά τον εμβολιασμό του.

 

Το κείμενο του παρόντος παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 46 Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.

Άρθρο 4

Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση σήμανσης και καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των  ιδιοκτητών τους – Σήμανση, βιβλιάριο υγείας ή διαβατήριο

1. Στη Διεύθυνση Πληροφορικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμωνδημιουργείται Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση σήμανσης και καταγραφής των ζώων συντροφιάςκαι των ιδιοκτητών τους. Στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση καταχωρίζονται από τουςκτηνιάτρους, που έχουν πιστοποιηθεί, τα στοιχεία, που αφορούν στην αναγνώριση τωνδεσποζόμενων ζώων συντροφιάς (όπως φύλο, χρώμα, ράτσα, απώλεια, παράδοση σε άλλονιδιοκτήτη, θάνατος) και τα στοιχεία αναγνώρισης του ιδιοκτήτη τους (όπως ονοματεπώνυμο,διεύθυνση, τηλέφωνο και αριθμό ταυτότητας ή διαβατηρίου ή ισοδύναμου εγγράφου, όπωςδίπλωμα οδήγησης ή ασφαλιστικό βιβλιάριο), καθώς και τηρούνται απαρεγκλίτως οι διατάξεις «περίπροσωπικών δεδομένων». Η πιστοποίηση των κτηνιάτρων πραγματοποιείται με την ηλεκτρονικήυποβολή αίτησης στη Διεύθυνση Πληροφορικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης καιΤροφίμων και τη χορήγηση στον αιτούντα κτηνίατρο κωδικού πρόσβασης στη ΔιαδικτυακήΗλεκτρονική Βάση. Η Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση συνδέεται απευθείας με τα κτηνιατρεία καιγενικά τους χώρους, που πραγματοποιείται η σήμανση των ζώων συντροφιάς. Η πιστοποίηση τωνκτηνιάτρων των Διευθύνσεων Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των ΠεριφερειακώνΕνοτήτων της χώρας είναι υποχρεωτική. Στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση εισάγονται λογικοίπαράμετροι συσχέτισης του αριθμού των ζώων ανά ιδιοκτήτη, προκειμένου να εξασφαλίζεται ηευζωία των ζώων και η τήρηση των βασικών υγειονομικών κανόνων. ΠΡΟΣΟΧΗ: Με το άρθρο 46 παρ.2.α. Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014,ορίζεται ότι:”α) Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής:«Εξαιρούνται από την πιστοποίηση αυτή και την πρόσβαση στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση οικτηνίατροι, υπήκοοι κρατών – μελών της ΕΕ, που παρέχουν προσωρινά και περιστασιακά τιςκτηνιατρικές υπηρεσίες τους στην Ελλάδα, σύμφωνα με το π.δ. 38/ 2010 (Α 78).»”  2. Οι απαιτήσεις για την ηλεκτρονική σήμανση και καταγραφή των στοιχείων των δεσποζόμενωνζώων συντροφιάς εφαρμόζονται και για την ηλεκτρονική σήμανση και καταγραφή των αδέσποτωνζώων συντροφιάς. 3.α.«α) Η σήμανση κάθε ζώου συντροφιάς είναι υποχρεωτική, συμπεριλαμβανομένων τωνσκύλων που χρησιμοποιούνται για τη φύλαξη ποιμνίων.» Η δαπάνη της σήμανσης και της καταγραφής τωνδεσποζόμενων ζώων συντροφιάς βαρύνει τον ιδιοκτήτη τους και των αδέσποτων τον οικείο Δήμοή το φιλοζωικό σωματείο ή την ένωση, που μπορούν να προμηθεύονται το ηλεκτρονικό μέσοσήμανσης απευθείας από το εμπόριο. Στην περίπτωση ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων (ΑΜΕΑ με ποσοστό αναπηρίας μεγαλύτερο ή ίσοτου 80%, πολύτεκνοι, τρίτεκνοι, μονογονεϊκές οικογένειες, άνεργοι εγγεγραμμένοι στα μητρώα τουΟ.Α.Ε.Δ., οι διαβιούντες με το επίδομα της Πρόνοιας), οι ιδιοκτήτες των ζώων συντροφιάςεπιβαρύνονται με το κόστος μόνο του ηλεκτρονικού μέσου σήμανσης και οι υπόλοιπες υπηρεσίεςπροσφέρονται αζημίως όταν η σήμανση του ζώου πραγματοποιείται στα κτηνιατρεία ή στουςειδικά διαμορφωμένους χώρους, των Δήμων, των διαδημοτικών κέντρων και των ΔιευθύνσεωνΑγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών Ενοτήτων της Χώρας. Για την πραγματοποίηση της ηλεκτρονικής σήμανσης ή την έκδοση βιβλιαρίου υγείας ήδιαβατηρίου ο ιδιοκτήτης του δεσποζόμενου ζώου συντροφιάς υποχρεούται να επιδεικνύει στονκτηνίατρο, που έχει πιστοποιηθεί, την αστυνομική του ταυτότητα ή το διαβατήριο του ή άλλοισοδύναμο έγγραφο, προκειμένου να επαληθευτούν τα ατομικά του στοιχεία και να αντιστοιχηθεί ομοναδικός κωδικός σήμανσης του ζώου συντροφιάς με τα ατομικά στοιχεία του ιδιοκτήτη του. Οδιενεργών τη σήμανση πιστοποιημένος κτηνίατρος χορηγεί ατελώς στον ιδιοκτήτη του ζώουβεβαίωση ηλεκτρονικής σήμανσης και καταγραφής, με βάση το υπόδειγμα του Παραρτήματος 1, μετον αριθμό σήμανσης του ζώου, τα χαρακτηριστικά του (φύλο, χρώμα, ράτσα) και τα στοιχεία τουιδιοκτήτη (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνο και αριθμό ταυτότητας ή διαβατηρίου ή άλλουισοδύναμου εγγράφου). Το πρώτο εδάφιο της περ. α΄ αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 46 παρ.2.β.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014. β. Ο Ο.Τ.Α., προκειμένου να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα και λειτουργία των υποδομών του, πουσχετίζονται με τη διαχείριση αδέσποτων και δεσποζόμενων ζώων, δύναται να επιβάλει, μετά απόαπόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, ανταποδοτικό τέλος, το οποίο δεν μπορεί να ξεπερνά τοποσό των τριών (3) ευρώ, ανά σημαινόμενο ζώο.«Το προαναφερθέν τέλος εισπράττεται και εντός τριάντα (30) ημερών αποδίδεται στον οικείοΟ.Τ.Α., από τον κτηνίατρο που διενεργεί την πράξη της σήμανσης και καταγραφής του ζώου στηΔιαδικτυακή Βάση Δεδομένων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.»  Το δεύτερο εδάφιο της περ. β΄ αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 46 παρ.2.γ.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014. 4. Η σήμανση και η αναγνώριση κάθε ζώου συντροφιάς πραγματοποιείται με την τοποθέτησηστην αριστερή εξωτερική πλευρά του τράχηλου του ζώου συστήματος ηλεκτρονικής αναγνώρισης(αποκριτής πομποδέκτης), το οποίο είναι παθητική συσκευή αναγνώρισης ραδιοσυχνότητας μόνογια ανάγνωση, σύμφωνο με το πρότυπο ISO 11784 και τεχνολογίας HDX ή FDX-B και μπορεί νααναγνωστεί από συσκευή ανάγνωσης συμβατή με το πρότυπο ISO 11785 και καταχωρίζεται στηΔιαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση σήμανσης και καταγραφής των ζώων συντροφιάς και τωνιδιοκτητών τους. Οι διαθέτες του ηλεκτρονικού μέσου σήμανσης, λιανικής ή χονδρικής πώλησης,υποχρεούνται να διαθέτουν στην ελληνική αγορά ηλεκτρονικό μέσο σήμανσης σύμφωνο με τιςπαραπάνω απαιτήσεις με οδηγίες χρήσης και στην ελληνική γλώσσα. «5. Η ηλεκτρονική σήμανση και καταγραφή, η έκδοση διαβατηρίου και βιβλιαρίου υγείας,σύμφωνα με τα υποδείγματα των Παραρτημάτων 2 και 3, πραγματοποιούνται από κτηνιάτρους,που έχουν πιστοποιηθεί, ασκούν νόμιμα το κτηνιατρικό επάγγελμα στην Ελλάδα και διαθέτουνάδεια ασκήσεως επαγγέλματος/βεβαίωση συνδρομής νομίμων προϋποθέσεων έναρξης άσκησης τουγεωτεχνικού επαγγέλματος από το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΓΕΩΤΕΕ), ΑριθμόΦορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) και κτηνιατρείο που λειτουργεί νόμιμα.» Βιβλιάριο υγείας δεν απαιτείται, εάν το ζώο συντροφιάς διαθέτειδιαβατήριο. Στην περίπτωση που η σήμανση των δεσποζόμενων ζώων συντροφιάς πραγματοποιείται σεκτηνιατρείο ή διαμορφωμένο χώρο που ανήκει σε Ο.Τ.Α. ή σύμπραξη Ο.Τ.Α., ο ιδιοκτήτης τουζώου εκτός από το κόστος του μέσου ηλεκτρονικής σήμανσης μπορεί να επιβαρύνεται και μεπρόσθετο κόστος για την παροχή των υπηρεσιών της σήμανσης, το οποίο είναι δυνατόν ναεπιβάλλεται, όταν καθοριστεί με απόφαση του οικείου ή των οικείων Ο.Τ.Α.. *** Το πρώτο εδάφιο της παρ.5 αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 46 παρ.2.δ.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014. 6. Οι κτηνίατροι, που πραγματοποιούν την ηλεκτρονική σήμανση των δεσποζόμενων ζώωνσυντροφιάς, υποχρεούνται να ελέγχουν τη λειτουργικότητα των μέσων ηλεκτρονικής σήμανσηςκαι να χρησιμοποιούν τα μέσα, που πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 4. Σε περίπτωσηκαταγγελίας για τη διάθεση ή τη χρησιμοποίηση μέσων ηλεκτρονικής σήμανσης, που δεν πληρούντις απαιτήσεις της παραγράφου 4, τα πρόσωπα, που διαθέτουν ή χρησιμοποιούν αυτά,υποχρεούνται να παρέχουν πλήρη αποδεικτικά στοιχεία για τη συμμόρφωση τους με τηνπαράγραφο 4, στις αρμόδιες αρχές ελέγχου και εφαρμογής του συστήματος του άρθρου 2. «7. Ο ιδιοκτήτης κάθε ζώου συντροφιάς υποχρεούται να ενημερώνει τον κτηνίατρο, που έχειπιστοποιηθεί, για τη μεταβολή των στοιχείων, που έχουν καταχωριστεί στη βάση δεδομένων καιαφορούν είτε τον ίδιο (όπως ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνο, αριθμό ταυτότητας ήδιαβατηρίου ή άλλου ισοδύναμου εγγράφου) είτε το ζώο συντροφιάς, που έχει δηλώσει στο όνοματου (όπως θάνατος, παράδοση σε άλλον ιδιοκτήτη), το αργότερο εντός 15 ημερών από τημεταβολή, με σκοπό να επικαιροποιούνται οι πληροφορίες της Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης.Της προθεσμίας αυτής εξαιρείται η απώλεια, η οποία δηλώνεται εντός 5 ημερών, σύμφωνα με τηνπερίπτωση β της παρ. 1 του άρθρου 5. Σε κάθε περίπτωση αλλαγής ιδιοκτήτη είναι απαραίτητη ησχετική επισημείωση στο βιβλιάριο υγείας ή στο διαβατήριο του ζώου από τον κτηνίατρο, ατελώς,κατά την ετήσια κτηνιατρική εξέταση του ζώου ή κατά τον εμβολιασμό του, προκειμένου ναενημερώνεται και η Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση.»Η παρ.7   αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 46 παρ.2.ε.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014. 8. Η συμπλήρωση των στοιχείων του βιβλιάριου υγείας ή του διαβατηρίου του ζώου συντροφιάςπραγματοποιείται χειρόγραφα ή και μέσω της εφαρμογής της Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης. Ομοναδικός κωδικός της Ηλεκτρονικής Σήμανσης του ζώου συντροφιάς εγγράφεται στο βιβλιάριουγείας ή στο διαβατήριο του ζώου χειρόγραφα ή με την ετικέτα ταυτοποίησης. «9. Για την αναγνώριση των ιδιοκτητών δεσποζόμενων ζώων συντροφιάς, που φέρουνηλεκτρονική σήμανση, τον έλεγχο του βιβλιάριου υγείας ή του διαβατηρίου και γενικά για τηνεφαρμογή του παρόντος άρθρου η Ελληνική Αστυνομία, η Δασική Υπηρεσία, τα Τελωνεία, οιΣταθμοί Υγειονομικού Κτηνιατρικού Ελέγχου (ΣΥΚΕ), το Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή καιη Θηροφυλακή των κυνηγετικών συλλόγων, εφοδιάζονται με τους κατάλληλους ανιχνευτές, ηδαπάνη αγοράς των οποίων βαρύνει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και έως ένανανιχνευτή ανά φορέα.» Η παρ. 9 αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 46 παρ.2.στ.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014.  10. Το αργότερο μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ο ΠανελλήνιοςΚτηνιατρικός Σύλλογος υποχρεούται να παραδώσει σε ηλεκτρονική μορφή, συμβατή με τηΔιαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση, τα στοιχεία των ιδιοκτητών και των κωδικών σήμανσης τωνζώων συντροφιάς, που έχει καταγράψει από την ημερομηνία ανάθεσης σε αυτόν της τήρησηςΗλεκτρονικής Βάσης Δεδομένων μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου,διατηρώντας πρόσβαση στην προαναφερθείσα βάση με κωδικό πρόσβασης. Επίσης, κωδικόςπρόσβασης παρέχεται και στους Ο.Τ.Α., προκειμένου να έχουν τον έλεγχο δεσποζόμενων καιαδέσποτων ζώων, στα διοικητικά τους όρια. 11. Η Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση σήμανσης και καταγραφής των ζώων συντροφιάς και τωνιδιοκτητών τους αρχίζει να λειτουργεί ένα μήνα μετά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντοςνόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 12. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ρυθμίζονται οι όροιδημιουργίας της Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης, ειδικότερα τα θέματα, που αφορούν στηδιαδικασία πιστοποίησης και χορήγησης κωδικού πρόσβασης στους φορείς εκτέλεσης τηςσήμανσης και καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους στη ΔιαδικτυακήΗλεκτρονική Βάση, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την οργάνωση και τη λειτουργία τηςβάσης.  Το κείμενο του παρόντος παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 46 Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.

Άρθρο 5

Υποχρεώσεις ιδιοκτητών δεσποζόμενου ζώου συντροφιάς

1. Ο ιδιοκτήτης του δεσποζόμενου ζώου συντροφιάς υποχρεούται: «α) να μεριμνά για τη σήμανση και την καταγραφή του ζώου του, καθώς και για την έκδοσηβιβλιαρίου υγείας πριν εγκαταλείψει το ζώο τον τόπο γέννησης του και οπωσδήποτε μέσα σεπροθεσμία δύο μηνών από τη γέννηση αυτού ή μέσα σε ένα μήνα από την εύρεση ή απόκτησητου, καθώς και να τοποθετεί σε εμφανές σημείο του περιλαίμιου του ζώου μεταλλική κονκάρδα, ηοποία παρέχεται από τους κτηνιάτρους κατά την πραγματοποίηση του αντιλυσσικού εμβολιασμούτου,». Η περίπτωση α΄αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 46 παρ.2.στ.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014.  β) να δηλώνει μέσα σε πέντε ημέρες την απώλεια του ζώου του σε κτηνίατρο, που έχειπιστοποιηθεί στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση σήμανσης και καταγραφής των ζώων συντροφιάςκαι των ιδιοκτητών τους, γ) να τηρεί τους κανόνες ευζωίας του ζώου και να μεριμνά για την κτηνιατρική εξέταση του, ηοποία αποδεικνύεται από τη σχετική εγγραφή στο βιβλιάριο υγείας ή στο διαβατήριο του ζώου,καθώς και να μεριμνά για την εξασφάλιση άνετου, υγιεινού και κατάλληλου καταλύματος,προσαρμοσμένου στο φυσικό τρόπο διαβίωσης του ζώου, που να του επιτρέπει να βρίσκεται στηφυσική του όρθια στάση, χωρίς να εμποδίζονται οι φυσικές του κινήσεις και η δυνατότητα του γιατην πραγματοποίηση της απαραίτητης για την υγεία και την ευζωία του άσκησης, «δ) να εφοδιάζεται με το διαβατήριο του ζώου του, εάν πρόκειται να ταξιδέψει με αυτό στοεξωτερικό και να μεριμνά για την ενημέρωση του σε κάθε αλλαγή του ιδιοκτήτη ή του προσωρινούκατόχου του. Το διαβατήριο πρέπει να είναι σύμφωνο με τα Παραρτήματα 2 και 3.» Η περίπτωση δ΄αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 46 παρ.3.β.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014.  ε) να μην εγκαταλείπει το ζώο του, ενώ σε περίπτωση που επιθυμεί να αποχωριστεί το ζώοσυντροφιάς, πρέπει να γνωστοποιεί στην αρμόδια υπηρεσία του Δήμου του τόπου της κατοικίαςτου την πρόθεση του αυτή, να το παραδίδει σε αυτόν και να λαμβάνει από πιστοποιημένοκτηνίατρο αντίγραφο της μεταβολής της εγγραφής του ζώου του στη Διαδικτυακή ΗλεκτρονικήΒάση σήμανσης και καταγραφής των ζώων συντροφιάς, όπου θα αναφέρεται ο Δήμος ωςπροσωρινός κάτοχος του αδέσποτου πλέον ζώου, στ) να μεριμνά για τον άμεσο καθαρισμό του περιβάλλοντος από τα περιττώματα του ζώου εκτόςαν πρόκειται για σκύλο βοήθειας, ζ) να μεριμνά για τη στείρωση τους, εφόσον δεν επιθυμεί τη διατήρηση των νεογέννητων ζώων ήδεν μπορεί να τα διαθέσει σε νέους ιδιοκτήτες. «η) να προσκομίζει ή αποστέλλει ταχυδρομικά, επί αποδείξει, στον οικείο Δήμο αντίγραφο τουπιστοποιητικού ηλεκτρονικής σήμανσης του ζώου του».  Η περίπτωση η` προστέθηκε  με το άρθρο 46 παρ.3.γ.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014. 2. Ο κάτοχος του ζώου συντροφιάς ευθύνεται για οποιαδήποτε βλάβη ή ζημιά, που προκαλείταιαπό το ζώο, σύμφωνα με το άρθρο 924 Α.Κ.. Για τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς, εκτός από εκείνατης παραγράφου 5 του άρθρου 9, η αντίστοιχη ευθύνη βαρύνει τον οικείο Δήμο. 3. Ειδικά ο ιδιοκτήτης σκύλου: α) μεριμνά για να γίνεται ο περίπατος σκύλων πάντα με συνοδό, β)οφείλει να παίρνει τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να μην εξέρχεται ελεύθερα ο σκύλος του από τοχώρο της ιδιοκτησίας του και εισέρχεται σε χώρους άλλων ιδιοκτησιών ή σε κοινόχρηστουςχώρους.«γ) για την αποφυγή ατυχημάτων υποχρεούται κατά τη διάρκεια του περιπάτου να κρατάει τοσκύλο του δεμένο και να βρίσκεται σε μικρή απόσταση από αυτόν. Η ίδια υποχρέωση ισχύει και γιατον οποιονδήποτε συνοδό του ζώου, πέραν του ιδιοκτήτη του». Η περίπτωση γ` προστέθηκε  με το άρθρο 46 παρ.3.δ.Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.2014.  4. Ο ιδιοκτήτης κυνηγετικού σκύλου κατά τη διάρκεια του κυνηγιού ή την οποιαδήποτεμετακίνηση του μαζί με το σκύλο του για το σκοπό αυτόν έχει την υποχρέωση να φέρει μαζί τουενημερωμένο το βιβλιάριο υγείας ή το διαβατήριο του σκύλου του. Οι υποχρεώσεις τωνπεριπτώσεων α` και β` της προηγούμενης παραγράφου δεν ισχύουν για τους σκύλους βοηθείας,καθώς και για τους σκύλους φύλαξης ποιμνίων, τους κυνηγετικούς σκύλους και τους σκύλουςέρευνας και διάσωσης κατά τη διάρκεια της φύλαξης του ποιμνίου, του κυνηγιού, της εκπαίδευσηςκαι της έρευνας και διάσωσης, αντίστοιχα. 5. Αφαιρείται η άδεια κυνηγιού από κυνηγό, του οποίου ο σκύλος, που χρησιμοποιείται στοκυνήγι, δεν έχει σημανθεί σύμφωνα με την περίπτωση α` της παραγράφου 1 και δεν έχει εγγραφείχειρόγραφα ή με την ετικέτα ταυτοποίησης, ο αριθμός της σήμανσης στο βιβλιάριο υγείας ή στοδιαβατήριο του ζώου συντροφιάς, μέχρι να σημανθεί το συγκεκριμένο ζώο. Τα μέσα μεταφοράς,που χρησιμοποιούνται στην περίπτωση αυτή, πρέπει να είναι κατάλληλα με επαρκή χώρο, φωτισμόκαι αερισμό και να ικανοποιούν τις φυσιολογικές ανάγκες του ζώου. 6. Πέραν των περιοχών που καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 57 του ν. 2637/1998«Σύσταση Οργανισμού Πιστοποίησης Λογαριασμών, Οργανισμού Πληρωμών και ΕλέγχουΚοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, Οργανισμού Πιστοποίησης καιΕπίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων, Γενικών Διευθυντών και θέσεων προσωπικού, στο ΥπουργείοΓεωργίας και «Εταιρείας Αξιοποίησης Αγροτικής Γης» Α.Ε. και άλλες διατάξεις» (Α` 200) σεελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές επιτρέπεται να καθορίζονται περιορισμένοι χώροι εκγύμνασηςσκύλων, καθώς και να διεξάγονται αγώνες κυνηγετικών ικανοτήτων σκύλων δεικτών μεόρους και προϋποθέσεις, που καθορίζονται και στις δύο περιπτώσεις με κοινή απόφαση τουΥπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και του Υπουργού ΑγροτικήςΑνάπτυξης και Τροφίμων. 7. Μετά την παρέλευση 30 ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού απαγορεύεται ηδημοσίευση αγγελιών για ζώα συντροφιάς προς πώληση, υιοθεσία ή δωρεάν παραχώρηση σεέντυπα, φυλλάδια, τοιχοκολλήσεις ή σε ιστοσελίδες, αν δεν αναφέρεται ο αριθμός της ηλεκτρονικήςσήμανσης τους. δ.α. Απαγορεύεται να εισάγονται στην Ελλάδα ζώα συντροφιάς, που δεν έχουν ηλεκτρονικήσήμανση. Τα στοιχεία σήμανσης των εισαγόμενων ζώων (κωδικός σήμανσης και όνομα εισαγωγέα),από χώρες εκτός Ε.Ε. καταγράφονται στα σημεία εισόδου στην Ελλάδα και ενημερώνεταιαπευθείας η ηλεκτρονική βάση δεδομένων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. β. Απαγορεύεται η αφαίρεση του μέσου ηλεκτρονικής σήμανσης από τον ιδιοκτήτη του ζώουσυντροφιάς (με σκοπό να αποτραπούν φαινόμενα εγκατάλειψης ζώου) ή από άλλο πρόσωπο ή απόκτηνίατρο (με σκοπό την αποτροπή παράνομου σκοπού).  Το κείμενο του παρόντος παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 46 Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.

Άρθρο 6

Εκτροφή, αναπαραγωγή και εμπορία ζώων συντροφιάς

1. Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων, που για εμπορικούς σκοπούς εκτρέφει,αναπαράγει ή πωλεί ζώα συντροφιάς, οφείλει να εφοδιάζεται με αντίστοιχη άδεια ίδρυσης καιλειτουργίας, που εκδίδεται από τη Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής Αγροτικής Οικονομίας καιΚτηνιατρικής της οικείας Περιφέρειας, στην οποία έχει την κατοικία ή την έδρα του, να υπόκειταιστον έλεγχο της αρχής αυτής και να συμμορφώνεται με τους όρους, που προβλέπονται στο π.δ.184/1996. Για τη χορήγηση άδειας εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάςπρέπει να τηρούνται οι κανόνες ευζωίας, οι κανόνες ασφάλειας, οι κανόνες παροχής κατάλληληςκτηνιατρικής αντίληψης των ζώων και οι διατάξεις του ν. 604/1977 και του π.δ. 463/1978. Οιεκτρεφόμενοι, αναπαραγόμενοι ή οι προς πώληση σκύλοι και γάτες διαθέτουν βιβλιάριο υγείας ήδιαβατήριο, σημαίνονται υποχρεωτικά και καταχωρίζονται στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση τουάρθρου 4. Στις εγκαταστάσεις εκτροφής, αναπαραγωγής ή εμπορίας τους πρέπει να τηρούνται όλοιοι κανόνες ευζωίας, ασφάλειας και παροχής κατάλληλης κτηνιατρικής περίθαλψης. «Οταν εκτρέφεται έστω και ένας θηλυκός σκύλος αναπαραγωγής για εμπορικούς σκοπούςαπαιτείται υποχρεωτικά η έκδοση άδειας εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώωνσυντροφιάς. Αδεια εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάς απαιτείται και γιατους ερασιτέχνες εκτροφείς σκύλων ή γατών όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του προηγούμενουεδαφίου.»   Για κάθε θηλυκό ζώοαναπαραγωγής τηρούνται μητρώα. Θηλυκοί σκύλοι αναπαραγωγής δεν γονιμοποιούνται πριν απότο δεύτερο οιστρικό κύκλο και σε καμία περίπτωση πριν από την παρέλευση εννέα μηνών από τοντελευταίο τοκετό. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή μετά το 9ο έτος της ηλικίας του ζώου. 2. Δεν επιτρέπεται να επιλέγονται για αναπαραγωγή ζώα συντροφιάς, που τα ανατομικά καιφυσιολογικά χαρακτηριστικά ή τα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς τους μπορεί, ανάλογα με τοείδος και τη φυλή, να αποδειχθούν βλαβερά για την υγεία και ευζωία του θηλυκούαναπαραγωγικού ζώου συντροφιάς και των απογόνων του. Ο προσδιορισμός των βλαβερώνχαρακτηριστικών γίνεται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. «3. Απαγορεύεται: α) η πώληση σκύλων και γατών σε υπαίθριους δημόσιους χώρους, συμπεριλαμβανόμενων τωνυπαίθριων αγορών, β) η πώληση ζώων συντροφιάς με ηλικία μικρότερη των οκτώ (8) εβδομάδων, γ) η εισαγωγή και εμπορία σκύλων που είναι ακρωτηριασμένοι, δ) η αναπαραγωγή σκύλων που είναι ακρωτηριασμένοι.» γ) Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:  «4. Για τη χορήγηση της άδειας εκτροφής, αναπαραγωγής και εμπορίας ζώων συντροφιάς, καθώςκαι της άδειας εκπαιδευτή σκύλων σε επαγγελματίες εκτροφείς και ερασιτέχνες, με απόφαση τουΥπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού καθορίζονταιοι ειδικοί όροι και οι προϋποθέσεις, που πρέπει να πληρούν οι χώροι εκτροφής, αναπαραγωγής,εμπορίας και εκπαίδευσης των ζώων συντροφιάς ως προς τις εγκαταστάσεις, τους χώρουςδιαμονής ή παραμονής των ζώων, τις συνθήκες ευζωίας και τον αναγκαίο εξοπλισμό ανά είδοςζώου, η αρμόδια αρχή ελέγχου, η διαδικασία ελέγχου και οι κυρώσεις, καθώς και κάθε άλλοσχετικό θέμα.» 5. Κατά την πώληση ενός ζώου, υπογράφεται η «Δήλωση Αγοράς ζώου από νέο ιδιοκτήτη»,μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή-νέου ιδιοκτήτη, σύμφωνα με το υπόδειγμα «ΔήλωσηΑγοράς ζώου» του Παραρτήματος 5.  Το κείμενο του παρόντος παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 46 Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.

Άρθρο 7

Διοργάνωση εκθέσεων με ζώα συντροφιάς

«1. Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων, που διοργανώνει εκθέσεις με ζώασυντροφιάς, οφείλει να εφοδιάζεται με σχετική άδεια, η οποία εκδίδεται από την αρμόδια υπηρεσίαΚτηνιατρικής του οικείου Δήμου και όπου αυτή δεν έχει συσταθεί από την υπηρεσία Κτηνιατρικήςτης οικείας Περιφερειακής Ενότητας.» 2. Κατά τη διάρκεια της έκθεσης τα ζώα συντροφιάς πρέπει να βρίσκονται υπό την άμεσηεπίβλεψη του ιδιοκτήτη, κατόχου ή συνοδού τους, ο οποίος οφείλει να μην τους προξενεί φόβο ήπόνο. Ζώα συντροφιάς, που εκδηλώνουν χωρίς αιτία επιθετική συμπεριφορά προς τα άλλα ζώα ήτον άνθρωπο, φέρουν υποχρεωτικά φί-μωτρο ή απομακρύνονται από την έκθεση. Η παρουσίακτηνιάτρου είναι υποχρεωτική σε όλη τη διάρκεια της έκθεσης. 3. Τα ζώα συντροφιάς, που συμμετέχουν σε εκθέσεις, πρέπει να έχουν σημανθεί και καταγραφείκαι οι συνοδοί τους να φέρουν το βιβλιάριο υγείας ή το διαβατήριο τους, από το οποίο ναπροκύπτει ότι είναι εμβολιασμένα και ότι έχουν υποβληθεί σε πρόσφατο αποπαρασιτισμό. 4. Απαγορεύεται η συμμετοχή ακρωτηριασμένων ζώων σε κάθε είδους εκθέσεις.

Άρθρο 8

Διατήρηση ζώων συντροφιάς σε κατοικίες

1. Επιτρέπεται η διατήρηση δεσποζόμενων ζώων συντροφιάς σε κάθε κατοικία. Στιςπολυκατοικίες, που αποτελούνται από δύο διαμερίσματα και πάνω, επιτρέπεται η διατήρησηδεσποζόμενων ζώων συντροφιάς σε κάθε διαμέρισμα με την προϋπόθεση ότι αυτά: α) διαμένουνστο ίδιο διαμέρισμα με τον ιδιοκτήτη τους ή τον κάτοχο τους, β) δεν παραμένουν μόνιμα στιςβεράντες ή στους ανοιχτούς χώρους του διαμερίσματος, γ) η παραμονή στα διαμερίσματαπολυκατοικιών τελεί υπό την επιφύλαξη της τήρησης των κανόνων ευζωίας, των υγειονομικώνδιατάξεων και των αστυνομικών διατάξεων περί κοινής ησυχίας και δ) έχουν ελεγχθείηλεκτρονικά, έχουν σημανθεί, καταγραφεί και φέρουν βιβλιάριο υγείας. Δεν μπορεί να απαγορευθεί η διατήρηση ζώων συντροφιάς με τον κανονισμό της πολυκατοικίας,εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου. Με τον ίδιο κανονισμό μπορεί ναπεριορίζεται ο μέγιστος αριθμός των ζώων, που επιτρέπονται, στα δύο (2) ζώα ανά διαμέρισμα. 2. Επιτρέπεται η διατήρηση ζώων συντροφιάς, που έχουν σημανθεί και καταχωρισθεί νομίμως καιφέρουν βιβλιάριο υγείας, στις μονοκατοικίες με την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι κανόνες καλήςμεταχείρισης και ευζωίας των ζώων, καθώς και οι ισχύουσες υγειονομικές διατάξεις και οιαστυνομικές διατάξεις περί κοινής ησυχίας. 3. Απαγορεύεται η διατήρηση και παραμονή ζώων συντροφιάς σε κοινόχρηστους χώρους τηςπολυκατοικίας. Επιτρέπεται όμως στην πυλωτή, στην ταράτσα, στον ακάλυπτο χώρο και στονκήπο εφόσον υφίσταται η ομόφωνη απόφαση της γενικής συνέλευσης των ιδιοκτητών. 4. Οι ανωτέρω αριθμητικοί περιορισμοί ισχύουν μόνο για σκύλους και γάτες. Για τα λοιπά ζώασυντροφιάς, πρέπει να τηρούνται οι όροι της παραγράφου 2.

 

Το κείμενο του παρόντος παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 46 Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.

Άρθρο 9

Περισυλλογή και διαχείριση αδέσποτων ζώων συντροφιάς

«1. Οι Δήμοι υποχρεούνται να μεριμνούν για την περισυλλογή και τη διαχείριση των αδέσποτωνζώων συντροφιάς, σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Η αρμοδιότητα αυτή μπορεί να ασκείται και απόσυνδέσμους Δήμων, καθώς και από φιλοζωικές ενώσεις και σωματεία, αφού προηγηθεί σχετικήέγγραφη συμφωνία με τον αρμόδιο Δήμο, ο οποίος έχει τη συνολική εποπτεία των αδέσποτωνζώων συντροφιάς εντός των διοικητικών του ορίων. Οι κατά τα ως άνω φιλοζωικές ενώσεις καισωματεία που εγκρίνονται από τον αρμόδιο Δήμο οφείλουν να διαθέτουν υποδομή, συνιστάμενηστην ύπαρξη κατάλληλων σχετικών εγκαταστάσεων ή οχημάτων μεταφοράς ζώων και ανθρώπινοδυναμικό με εμπειρία στο χειρισμό των ζώων. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης καιΤροφίμων καθορίζονται το είδος και ο αριθμός των εγκαταστάσεων και των οχημάτων, καθώς καιη εμπειρία του ανθρώπινου δυναμικού, που πρέπει να διαθέτουν οι φιλοζωικές ενώσεις και τασωματεία, για την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτής της παραγράφου.» 2. Για τον παραπάνω σκοπό κάθε Δήμος ή όμοροι ή συνεργαζόμενοι Δήμοι ιδρύουν καιλειτουργούν δημοτικά ή διαδημοτικά κτηνιατρεία και καταφύγια αδέσποτων ζώων συντροφιάςεπιτρεπομένης της συνεργασίας με ενδιαφερόμενα φιλοζωικά σωματεία και ενώσεις ή και εθελοντέςφιλόζωους σε ιδιόκτητους ή μισθωμένους ή παραχωρούμενους από το Δημόσιο, την Περιφέρεια ήαπό ιδιώτες χώρους. Στους Δήμους είναι δυνατόν να παρέχεται και οικονομική ενίσχυση απόδημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς για τη δημιουργία και λειτουργία καταφυγίων. Τα καταφύγιααδέσποτων ζώων συντροφιάς αποτελούν χώρους προσωρινής παραμονής και περίθαλψης και ηίδρυση και λειτουργία τους διέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις για τα ενδιαιτήματα ζώων του ν.604/1977 και του π.δ. 463/1978. Ο έλεγχος τήρησης των όρων λειτουργίας τους ασκείται από τηναρμόδια Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφέρειας,σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 604/1977. Τα προβλεπόμενα από την παράγραφο 2 του ίδιουάρθρου διοικητικά πρόστιμα καθορίζονται από 1.000 έως 10.000 ευρώ. Υπό την εποπτεία τωνΔήμων, μπορούν να ιδρυθούν και να λειτουργούν καταφύγια ή και κτηνιατρεία αδέσποτων ζώωνσυντροφιάς και από φιλοζωικα σωματεία και ενώσεις, που διαθέτουν το κατάλληλο κτηνιατρικόπροσωπικό (1 κτηνίατρος ανά 50 ζώα), την τεχνική υποδομή, τις εγκαταστάσεις και τον αναγκαίοεξοπλισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 604/1977 και του π.δ. 463/1978. «Υπό την εποπτεία των Δήμων, μπορούν να ιδρυθούν και να λειτουργούν καταφύγια ή καικτηνιατρεία αδέσποτων ζώων συντροφιάς και από φιλοζωικα σωματεία και ενώσεις, που διαθέτουντο κατάλληλο κτηνιατρικό προσωπικό, τουλάχιστον έναν κτηνίατρο ανά 50 ζώα, την τεχνικήυποδομή, τις εγκαταστάσεις και τον αναγκαίο εξοπλισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.604/1977 και του π.δ. 463/1978, όπως ισχύουν.» «3. Για την περισυλλογή των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, συγκροτούνται συνεργεία από άτομακατάλληλα εκπαιδευμένα και έμπειρα στην αιχμαλωσία ζώων συντροφιάς. Τα συνεργεία αυτάελέγχονται για το έργο τους, ως προς τις επιτρεπόμενες μεθόδους σύλληψης και αιχμαλωσίας τωνζώων αυτών, από κτηνίατρο της αρμόδιας υπηρεσίας Κτηνιατρικής του Δήμου και, όπου αυτή δενέχει συσταθεί, από κτηνίατρο του Τμήματος Κτηνιατρικής της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίαςκαι Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας. Η εποπτεία και ο έλεγχος πραγματοποιείταιβάσει ανάλυσης κινδύνου. Τη μέριμνα για την εκπαίδευση των ατόμων αυτών έχει ο οικείοςΔήμος.» «4. α) Τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς, που περισυλλέγονται, οδηγούνται τμηματικά στα υπάρχοντακαταφύγια αδέσποτων ζώων συντροφιάς, στα δημοτικά κτηνιατρεία ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις,και σε ιδιωτικά κτηνιατρεία, που διαθέτουν την κατάλληλη υποδομή και μπορούν να φιλοξενήσουνπροσωρινά και για εύλογο χρονικό διάστημα τα προς περίθαλψη ζώα, μέχρι την αποθεραπεία τους,υποβάλλονται σε κτηνιατρική εξέταση, στειρώνονται, σημαίνονται με ηλεκτρονική σήμανση ωςαδέσποτα και καταγράφονται στη διαδικτυακή ηλεκτρονική βάση. β) Αν διαπιστωθεί από την κτηνιατρική εξέταση ότι είναι τραυματισμένα ή πάσχουν από ιάσιμονόσημα, υποβάλλονται στην κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. γ) Αν διαπιστωθεί από την κτηνιατρική εξέταση ότι είναι επικίνδυνα ζώα συντροφιάς ή ότι πάσχουναπό ανίατη ασθένεια ή ότι είναι πλήρως ανίκανα να αυτοσυντηρηθούν λόγω γήρατος ή αναπηρίαςκαι η διατήρηση τους στη ζωή είναι πρόδηλα αντίθετη με τους κανόνες ευζωίας τους και αρνηθούντα φιλοζωικα σωματεία της περιοχής να αναλάβουν τη φροντίδα, εποπτεία και τη διαδικασίαυιοθεσίας τους, υποβάλλονται σε ευθανασία.»  5. Αδέσποτα ζώα συντροφιάς, που περισυλλέγονται, και διαπιστώνεται από τη σήμανση τους ότιέχουν ιδιοκτήτη, που έχει δηλώσει ή αμέλησε να δηλώσει την απώλεια τους, επιστρέφονται σεαυτόν. 6. Αδέσποτα ζώα συντροφιάς, που περισυλλέγονται, και διαπιστώνεται ότι είναι υγιή ή έχουνπλέον αποθεραπευθεί, καθώς και τα προερχόμενα από παράδοση από τον ιδιοκτήτη τουςμπορούν να υιοθετούνται από ενήλικα άτομα ή από φιλοζωικές ενώσεις και σωματεία, πουλειτουργούν νόμιμα. 7. Σε κάθε περίπτωση τα ζώα συντροφιάς, που υιοθετούνται, σημαίνονται άμεσα ηλεκτρονικά καικαταγράφονται στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση με τα πλήρη στοιχεία του προσωρινού και τουοριστικού ιδιοκτήτη τους και υποβάλλονται σε αποπαρασίτωση και εμβολιασμό. Κατά τηνπαράδοση ενός ζώου για υιοθεσία υπογράφεται η «Δήλωση Υιοθεσίας ζώου από νέο ιδιοκτήτη»μεταξύ του υπευθύνου του καταφυγίου ή του φιλοζωϊκού σωματείου και του νέου ιδιοκτήτη,σύμφωνα με το Υπόδειγμα «Δήλωση Υιοθεσίας Ζώου» του Παραρτήματος 4. 8. Στην περίπτωση υιοθεσίας των αδέσποτων ζώων συντροφιάς από ενδιαφερόμενο νέοιδιοκτήτη, που δεν είναι μόνιμος κάτοικος της Ελλάδας, η υιοθεσία πραγματοποιείται με τηναπευθείας παράδοση τους στους ενδιαφερόμενους νέους ιδιοκτήτες υπό την προϋπόθεση ότι ταζώα έχουν στειρωθεί, σημανθεί και καταγραφεί στη διαδικτυακή ηλεκτρονική βάση δεδομένων μετα πλήρη στοιχεία του προσωρινού κατόχου τους και τα πλήρη στοιχεία του νέου ιδιοκτήτη, ταοποία προκύπτουν από επίσημο αποδεικτικό έγγραφο. Απαγορεύεται η διατήρηση και παραμονήτων ζώων αυτών σε καταφύγια εκτός Ελλάδας. 9. Ζώα συντροφιάς ηλικίας μικρότερης των πέντε (5) μηνών, που δεν έχουν υιοθετηθεί,παραμένουν προσωρινά στα καταφύγια ζώων, που διατηρούν οι Δήμοι ή τα Διαδημοτικά Κέντρακαι τα συνεργαζόμενα με τους φορείς αυτούς φιλοζωικα σωματεία και ενώσεις ως τησυμπλήρωση της ηλικίας των πέντε (5) μηνών, έχοντας την απαραίτητη κτηνιατρική φροντίδα.Ζώα συντροφιάς, που δεν έχουν υιοθετηθεί και σύμφωνα με γνωμάτευση του κτηνίατρουκρίνονται ότι είναι υγιή, επανεντάσσονται άμεσα στο οικείο τους περιβάλλον, εντός τωνδιοικητικών ορίων του Δήμου που περισυλλέγησαν, αφού προηγουμένως ελεγχθεί ότι έχουνσημανθεί και καταγραφεί ηλεκτρονικά και ότι έχουν υποβληθεί σε αποπαρασίτωση, εμβολιασμό καιστείρωση. «10. Για την επαναφορά στο φυσικό περιβάλλον των αδέσποτων ζώων συντροφιάς λαμβάνεταιυπόψη η πυκνότητα του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων στην περιοχή που επαναφέρονται. Τηνευθύνη για την επίβλεψη και τη φροντίδα των επανεντασσομενων αδέσποτων ζώων έχουν, απόκοινού, οι Δήμοι, οι οποίοι μάλιστα δύνανται να δημιουργήσουν και σημεία παροχής τροφής καινερού για τα ζώα αυτά, καθώς και τα συνεργαζόμενα με αυτούς φιλοζωικά σωματεία και ενώσεις.Δεν απαγορεύεται η παροχή τροφής και νερού σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς από φιλόζωουςπολίτες, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι κανόνες καθαριότητας και υγιεινής. Δεν επιτρέπεται επαναφορά σε περιοχές με νοσοκομεία, σχολεία, αθλητικά κέντρα,αυτοκινητόδρομους ταχείας κυκλοφορίας, στους χώρους αποβίβασης και επιβίβασης ακτοπλοϊκώνσυγκοινωνιών στα λιμάνια, στα αεροδρόμια, στους σιδηροδρομικούς σταθμούς, στουςπεριφραγμένους αρχαιολογικούς χώρους και στους περιφραγμένους χώρους του ΟργανισμούΚεντρικών Αγορών και Αλιείας ΑΕ και της Κεντρικής Αγοράς Θεσσαλονίκης ΑΕ. Με απόφαση τηςπενταμελούς επιτροπής της παραγράφου 12 ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες προσδιορισμού τηςπυκνότητας του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων στην περιοχή που αυτά επαναφέρονται, καθώςκαι η οριοθέτηση των περιοχών που δεν επιτρέπεται η επαναφορά τους. 11. Οι στειρώσεις σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς, όπως επίσης και η σήμανση και η καταγραφήτους πραγματοποιούνται δωρεάν και από εθελοντές επαγγελματίες κτηνιάτρους, που έχουν τηνΕλληνική υπηκοότητα ή την υπηκοότητα ενός από τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης και οιοποίοι συγκεντρώνουν όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις, προκειμένου να μπορούν να ασκήσουννόμιμα το επάγγελμα του κτηνιάτρου στην Ελλάδα. Εθελοντές κτηνίατροι που μετακινούνται προςτη Χώρα, προκειμένου να ασκήσουν το επάγγελμα του κτηνιάτρου προσωρινά ή περιστασιακά,πραγματοποιούν μόνο στειρώσεις και σήμανση αδέσποτων ζώων. Στους εθελοντές κτηνίατρους για την πραγματοποίηση των στειρώσεων, της σήμανσης και τηςκαταγραφής των αδέσποτων ζώων συντροφιάς μπορεί να διατίθενται οι εγκαταστάσεις τωνγραφείων των αρμόδιων Υπηρεσιών Κτηνιατρικής της οικείας Περιφέρειας, Περιφερειακής Ενότηταςή του Δήμου ή άλλοι χώροι που ανήκουν στην οικεία Περιφέρεια ή Δήμο, εφόσον υπάρχουνδιαθέσιμοι, υπό την εποπτεία των προαναφερθέντων αρμόδιων υπηρεσιών. Με απόφαση τουΥπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι προδιαγραφές των εγκαταστάσεωναυτών, ο εξοπλισμός τους, η χρονική διάρκεια διάθεσης τους, η διαδικασία διάθεσης και κάθεσχετικό θέμα. Για τον ίδιο σκοπό, επιτρέπεται να διατίθενται και οι χώροι τοπικών ιδιωτικώνκτηνιατρείων. Η στείρωση, σήμανση και καταγραφή των αδέσποτων ζωών συντροφιάς μπορεί ναπραγματοποιείται και σε κινητές εγκαταστάσεις κατάλληλες για άσκηση κτηνιατρικών πράξεων,που διαθέτουν οι εθελοντές κτηνίατροι. Για τις κινητές εγκαταστάσεις παροχής κτηνιατρικώνπράξεων χορηγείται άδεια λειτουργίας από την αρμόδια υπηρεσία Κτηνιατρικής της οικείαςΠεριφερειακής Ενότητας, όπου πρόκειται να δραστηριοποιηθούν, εφόσον πληρούνται οι απαιτήσειςπου προβλέπονται στην απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων που εκδίδεταισύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 13. 12. α) Σε κάθε Δήμο συγκροτείται με απόφαση του Δημάρχου πενταμελής επιτροπήπαρακολούθησης του προγράμματος διαχείρισης αδέσποτων ζώων συντροφιάς, τα δύο μέλη τηςοποίας ορίζονται από τα φιλοζωικά σωματεία και τις ενώσεις που λειτουργούν νόμιμα και πουεδρεύουν στο Δήμο ή στην οικεία Περιφερειακή Ενότητα. Στην επιτροπή μετέχουν: αα) Ενας (1) κτηνίατρος, που ορίζεται από τον οικείο Δήμο και ο οποίος είναι, κατά προτίμηση, ουπεύθυνος του προγράμματος διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς και ελλείψει αυτούάλλος ιδιώτης κτηνίατρος. ββ) Ενας (1) εκπαιδευτής σκύλων, ο οποίος είναι μέλος νομίμως αναγνωρισμένου επαγγελματικούσωματείου εκπαιδευτών σκύλων και ελλείψει αυτού εκπρόσωπος του οικείου Δήμου. γγ) Ενας (1) εκπρόσωπος, που ορίζεται από τον οικείο Δήμο, με τον αναπληρωτή του. Η επιτροπή αποφασίζει για την επικινδυνότητα ενός ζώου συντροφιάς, σύμφωνα με τον ορισμότης περίπτωσης στ του άρθρου 1, όπως ισχύει και αντιμετωπίζει τα προβλήματα που προκύπτουνκατά τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων. Οι Δήμοι, οι Περιφερειακές Ενότητες και οι Περιφέρειεςδημιουργούν δίκτυο ενημέρωσης των πολιτών για τα ζώα που διατίθενται προς υιοθεσία. β) Στην περίπτωση που υπάρχει διαφωνία για την επικινδυνότητα ενός αδέσποτου ζώουσυντροφιάς ή για την αναγκαιότητα της πραγματοποίησης ευθανασίας σε αδέσποτο ζώοσυντροφιάς, την οριστική απόφαση λαμβάνει ειδική επιστημονική επιτροπή που συγκροτείται σεκάθε Δήμο με απόφαση του Δημάρχου και αποτελείται από: αα) έναν κτηνίατρο της κτηνιατρικής υπηρεσίας της οικείας Περιφερειακής Ενότητας με τοναναπληρωτή του, ββ) έναν ιδιώτη κτηνίατρο που ασκεί νόμιμα το επάγγελμα στη Χώρα και δραστηριοποιείται στηνπεριοχή δικαιοδοσίας του Δήμου ή όμορου Δήμου με τον αναπληρωτή του, γγ) έναν κτηνίατρο που ασκεί νόμιμα το επάγγελμα στη Χώρα και συνεργάζεται με το φιλοζωικόσωματείο που δραστηριοποιείται στην περιοχή δικαιοδοσίας του Δήμου ή όμορου Δήμου με τοναναπληρωτή του. Σε περίπτωση επιθετικού ζώου ο Δήμος μπορεί να ζητήσει τη γνώμη εκπαιδευτή σκύλων, ο οποίοςείναι μέλος νομίμως αναγνωρισμένου σωματείου εκπαιδευτών σκύλων.» 13. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ρυθμίζονται θέματα σχετικάμε τις επιτρεπόμενες μεθόδους ευθανασίας, τους όρους λειτουργίας των κινητών εγκαταστάσεωνπραγματοποίησης κτηνιατρικών πράξεων, σε αδέσποτα ζώα συντροφιάς, καθώς και κάθε άλλοσχετικό θέμα. «14. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμωνκαθορίζονται οι πρόσθετοι όροι και οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση από την αρμόδια Περιφέρειασε Δήμους, σε Συνδέσμους Δήμων και υπό την εποπτεία των Δήμων, σε εγκεκριμένα φιλοζωικάσωματεία και ενώσεις, άδειας ίδρυσης και λειτουργίας καταφυγίων αδέσποτων ζώων συντροφιάς,οι όροι και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα καταφύγια αδέσποτων ζώων συντροφιάς γιατη λειτουργία τους και κάθε σχετικό θέμα.» «15. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης καιΤροφίμων καθορίζονται ο Δήμος και οι σύνδεσμοι Δήμων, που επιχορηγούνται για τη δημιουργίακαι λειτουργία καταφυγίου αδέσποτων ζώων συντροφιάς και για την υλοποίηση των ενεργειώνδιαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, το ύψος, η διαδικασία και οι προϋποθέσειςκαταβολής της οικονομικής ενίσχυσης και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»

 

Το κείμενο του παρόντος παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 46 Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.

Άρθρο 10

Μετακίνηση και μεταφορά ζώων συντροφιάς

1. Η μετακίνηση και μεταφορά ζώων συντροφιάς διέπεται από τις διατάξεις του Κανονισμού (Ε.Κ.)998/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 2003 «για τουςυγειονομικούς όρους που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώωνσυντροφιάς και για την τροποποίηση της Οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου», του Κανονισμού(Ε.Ε.) 388/2010 της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2010, του Κανονισμού (Ε.Κ.) 1/2005 τουΣυμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2004 «για την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά», καθώςκαι από τις διατάξεις του π.δ. 184/1996 (Α` 137). 2. Με την επιφύλαξη ευνοϊκότερων ρυθμίσεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας ή Κανονισμώντων Μέσων Μαζικής Μεταφοράς επιτρέπεται η μεταφορά μικρών ζώων συντροφιάς σε όλα ταοδικά, σιδηροδρομικά και σταθερής τροχιάς μέσα μαζικής μεταφοράς, καθώς και στα ταξί και σταεπιβατηγά πλοία, εφόσον τα ζώα είναι τοποθετημένα σε ασφαλές κλουβί μεταφοράς καισυνοδεύονται από τον ιδιοκτήτη ή τον κάτοχο τους.«Οι σκύλοι βοήθειας, εφόσον φέρουν λουρί χειρισμού, μπορούν να μεταφέρονται στα μέσαμεταφοράς, χωρίς κλουβί μεταφοράς και χωρίς φίμωτρο, ανεξάρτητα από το μέγεθος τους.» 3. Τα επιβατηγά πλοία υποχρεωτικά διαθέτουν καθαρά κλουβιά, προστατευόμενα από αντίξοεςκαιρικές συνθήκες, για τη μεταφορά μεγάλων ζώων συντροφιάς. 4. Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται κατά τις μετακινήσεις ή μεταφορές, πουδιενεργούνται από τα συνεργεία περισυλλογής αδέσποτων ζώων και τα συνεργεία μεταφοράς ζώωντου άρθρου 9 από και προς τα κτηνιατρεία, τις κτηνιατρικές κλινικές και τα καταφύγια εντός τηςΕπικράτειας.

Άρθρο 11

Αποτροπή πρόσβασης αδέσποτων ζώων συντροφιάς σε απορρίμματα και περισυλλογή νεκρών

ζώων

1. Οι υπεύθυνοι σφαγείων, κρεοπωλείων, νοσοκομείων, στρατοπέδων, κατασκηνώσεων,καταστημάτων διάθεσης τροφίμων, εγκαταστάσεων μαζικής εστίασης και γενικά χώρωνυγειονομικού ενδιαφέροντος έχουν υποχρέωση να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τηναποτροπή της πρόσβασης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς στα απορρίμματα τωνεγκαταστάσεων τους. 2. Οι υπηρεσίες, που σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις είναι αρμόδιες για την καθαριότητα τωνοδών του εθνικού, επαρχιακού και αστικού δικτύου, έχουν άμεση υποχρέωση να απομακρύνουναπό τις οδούς και τα πεζοδρόμια τα νεκρά ζώα και να μεριμνούν για την αποτέφρωση ή τηνυγειονομική ταφή τους, σύμφωνα με τις εθνικές και κοινοτικές διατάξεις. Αποτεφρωτήρια ζώωνσυντροφιάς ιδρύονται και λειτουργούν και από Δήμους και Συνδέσμους Δήμων. «3. Η διάθεση των νεκρών ζώων συντροφιάς, όπως αποτέφρωση και υγειονομική ταφή,πραγματοποιείται σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.»

Άρθρο 12

Απαγόρευση χρησιμοποίησης κάθε είδους ζώου σε κάθε είδους θεάματα και άλλες συναφείς

δραστηριότητες

1. Απαγορεύεται η διατήρηση κάθε είδους ζώου σε τσίρκο ή σε θίασο με ποικίλο πρόγραμμα,εφόσον τα ζώα αυτά χρησιμοποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο και για οποιονδήποτε σκοπό στοπρόγραμμα τους, πραγματοποιούν παραστάσεις ή παρελαύνουν ή εμφανίζονται ενώπιον τουκοινού. 2. Απαγορεύεται η διατήρηση κάθε είδους ζώου σε επιχειρήσεις ψυχαγωγικών παιχνιδιών, πίσταςαυτοκινητιδίων, μουσικών συναυλιών, επιδείξεων, πανηγυριών ή άλλων καλλιτεχνικών ήψυχαγωγικών εκδηλώσεων, εφ` όσον τα ζώα χρησιμοποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο και γιαοποιονδήποτε σκοπό στο πρόγραμμα τους. «2.α. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7, απαγορεύεται η χρησιμοποίηση ζώου σευπαίθρια δημόσια έκθεση με σκοπό την αποκόμιση οικονομικού οφέλους.» 3. Απαγορεύεται η εκτροφή, η εκπαίδευση και η χρησιμοποίηση ζώων για οποιοδήποτε είδοςμονομαχίας. Επίσης απαγορεύεται η εκτροφή και η χρησιμοποίηση σκύλων και γατών γιαπαραγωγή γούνας, δέρματος, κρέατος ή για την παρασκευή φαρμακευτικών ή άλλων ουσιών.

 

Το κείμενο του παρόντος παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 46 Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.

Άρθρο 13

Εξαιρέσεις

«1. Από τις απαγορεύσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 12εξαιρούνται, οι νομίμως λειτουργούντες ζωολογικοί κήποι, τα ενυδρεία, τα καταστήματα πώλησηςζώων, τα κέντρα περίθαλψης ειδών άγριας πανίδας, τα εκτροφεία θηραμάτων και οι εκθέσειςανάπτυξης και προβολής του κτηνοτροφικού και γεωργικού τομέα, που διέπονται από ειδικέςδιατάξεις, υπό την προϋπόθεση ότι και στους παραπάνω χώρους δεν διεξάγονται παραστάσεις,κάθε είδους, με τη συμμετοχή ζώων, πλην παραστάσεων ιππικής δεξιοτεχνίας και διεξαγωγήςαθλημάτων ιππασίας, που περιλαμβάνουν την υπερπήδηση εμποδίων, την ιππική δεξιοτεχνία και τοιππικό τρίαθλο.» 2. Οι διατάξεις του άρθρου 12 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη του άρθρου 7, καθώς και τωνειδικών διατάξεων, που αφορούν στα άλογα ιπποδρομιών και στις ιπποδρομίες.

 

Άρθρο 14

Αρμόδια αρχή

Αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του άρθρου 12 είναι ο Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης, πουεκδίδει την άδεια λειτουργίας της επιχείρησης ή πραγματοποίησης της εκδήλωσης κατά το άρθρο81 του ν. 3463/2006.

Ν 4039/2012: Ζώα συντροφιάς: προστασία από την εκμετάλλευση,υποχρεώσεις ιδιοκτητών κλπ (562011)

 

 

Άρθρο 15

Υπεύθυνη δήλωση

1. Στις περιπτώσεις που για κερδοσκοπικά, ψυχαγωγικά ή καλλιτεχνικά θεάματα, μουσικής ήπαραστατικής ή άλλης τέχνης ή άλλες συναφείς καλλιτεχνικές ή ψυχαγωγικές εκδηλώσεις ήπρογράμματα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 12, απαιτείται η έκδοση άδειας λειτουργίας, ο αιτώντην άδεια οφείλει να υποβάλει στην αρμόδια για τη χορήγηση της άδειας αρχή και υπεύθυνηδήλωση του ν. 1599/1986 ότι δεν διατηρεί ζώα στις εγκαταστάσεις του με σκοπό τηχρησιμοποίηση τους με οποιονδήποτε τρόπο στο πρόγραμμα ή στην εκδήλωση με την επιφύλαξητων εξαιρέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 13. 2. Η αρμόδια αρχή του άρθρου 14 δικαιούται να κάνει επιτόπιο έλεγχο στο σημείο εγκατάστασηςτης επιχείρησης οποιαδήποτε χρονική στιγμή, πριν ή και μετά την έκδοση της άδειας, για ναδιαπιστώσει αν τηρούνται οι διατάξεις του παρόντος νόμου. Κατά τη διάρκεια του ελέγχου η αρχήμπορεί να ζητήσει τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών, εφόσον το κρίνει απαραίτητο. Ηεπιχείρηση οφείλει να συνδράμει την αρχή κατά τη διάρκεια του ελέγχου. Σε περίπτωση άρνησηςτης δεν χορηγείται η άδεια λειτουργίας ή, αν αυτή έχει ήδη χορηγηθεί, ανακαλείται. 3. Η αρχή του άρθρου 14 είναι αρμόδια και για την παραλαβή και εξέταση καταγγελιών τρίτων,ιδιωτών ή σωματείων, σχετικά με παραβάσεις των διατάξεων του άρθρου 12 του παρόντος νόμου.Σε περίπτωση καταγγελίας η αρχή υποχρεούται σε άμεσο επιτόπιο έλεγχο το αργότερο εντός τηςεπόμενης εργάσιμης ημέρας.

Άρθρο 16

Κακοποίηση των ζώων

α. Με την επιφύλαξη ειδικά προβλεπόμενων περιπτώσεων της ισχύουσας κοινοτικής και εθνικήςνομοθεσίας, καθώς και της διάταξης του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 9απαγορεύεται ο βασανισμός, η κακοποίηση, η κακή και βάναυση μεταχείριση οποιουδήποτε είδουςζώου, καθώς και οποιαδήποτε πράξη βίας κατ` αυτού, όπως ιδίως η δηλητηρίαση, το κρέμασμα, οπνιγμός, το κάψιμο, η σύνθλιψη και ο ακρωτηριασμός. Η στείρωση του ζώου καθώς και κάθε άλληκτηνιατρική πράξη με θεραπευτικό σκοπό, δεν θεωρείται ακρωτηριασμός. β. Απαγορεύεται, εξαιρουμένων των περιπτώσεων κινηματογραφικών ταινιών και γενικότεραοπτικοακουστικού υλικού εκπαιδευτικού προσανατολισμού, η πώληση, εμπορία και παρουσίαση -διακίνηση μέσω διαδικτύου οποιουδήποτε οπτικοακουστικού υλικού, όπως βίντεο ή άλλου είδουςκινηματογραφικού ή φωτογραφικού υλικού στα οποία απεικονίζεται οποιαδήποτε πράξη βίαςεναντίον ζώου, καθώς και σεξουαλική συνεύρεση μεταξύ ζώων ή μεταξύ ζώου και ανθρώπου μεσκοπό το κέρδος ή τη σεξουαλική ικανοποίηση ατόμων που παρακολουθούν ή συμμετέχουν σεαυτά. Στην ανωτέρω απαγόρευση συμπεριλαμβάνεται και η περίπτωση της μονομαχίας μεταξύζώων. γ. Σε περίπτωση τραυματισμού ζώου συντροφιάς σε τροχαίο ατύχημα, ο υπαίτιος της πράξηςαυτής, υποχρεούται να ειδοποιήσει άμεσα τον οικείο Δήμο, προκειμένου να παρασχεθεί στοτραυματισμένο ζώο η απαραίτητη κτηνιατρική φροντίδα.

 

Άρθρο 17

Κατάρτιση και εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης και καταπολέμησης ζωονόσων

1. Η πρόληψη και η αντιμετώπιση των νοσημάτων, που μεταδίδονται από τα ζώα στον άνθρωποή σε άλλα ζώα του ίδιου ή άλλου είδους, γίνεται με ειδικά προγράμματα, που καταρτίζονται από τηΓενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καιεφαρμόζονται από τις κτηνιατρικές υπηρεσίες της τοπικής αυτοδιοίκησης. 2. Αν εκδηλωθεί κρούσμα λύσσας σε ζώο, η Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής μπορεί να λαμβάνειπρόσθετα μέτρα είτε σε συγκεκριμένη περιοχή της χώρας είτε σε όλη την Επικράτεια πέρανεκείνων, που προβλέπονται από τις διατάξεις των νόμων 1197/1981 και 2017/1992. 3. Με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι κτηνιατρικοίυγειονομικοί κανόνες και όροι, που αφορούν στην αποτροπή του κινδύνου εισβολής στη χώρα ήδιαφυγής επιζωοτικών νοσημάτων.

 

«Αρθρο 17αΑντιμετώπιση λεϊσμανίασης 1. Οι δεσποζόμενοι σκύλοι, στους οποίους έχει διαγνωστεί η νόσος της λεϊσμανίασης (Leishmaniaspp) από κτηνίατρο και έχει επιβεβαιωθεί με εργαστηριακές εξετάσεις η μη αναστρέψιμη πορεία της,λαμβάνοντας υπόψη τους κανόνες υγείας και ευζωίας των ζώων, καθώς και το δυνητικό κίνδυνογια τη δημόσια υγεία, από την ύπαρξη φλεβοτόμων – μεταδοτών της ως άνω νόσου, υπόκεινται σεευθανασία, με τη συναίνεση του ιδιοκτήτη. Στην περίπτωση που δεν εφαρμόζεται ευθανασία, μετά από γνωμάτευση του κτηνίατρου και μετην ευθύνη των ιδιοκτητών των δεσποζόμενων σκύλων, λαμβάνονται όλα τα υποστηρικτικάθεραπευτικά και προληπτικά μέτρα, λόγω του ότι η νόσος κατατάσσεται στα νοσήματαυποχρεωτικής δήλωσης, σύμφωνα με το π.δ. 41/2006 (Α 44) και καταγράφεται υποχρεωτικά στοβιβλίο των νοσημάτων υποχρεωτικής δήλωσης, που πρέπει να διατηρεί κάθε κτηνίατρος. 2. Σε όλους τους αδέσποτους σκύλους, ανεξάρτητα με την κλινική εικόνα, που είναι υπό τηνπροστασία φιλοζωικών ενώσεων ή σωματείων ή Δήμων, αν οι σκύλοι βρίσκονται σε καταφύγιαζώων ή είναι ελεύθεροι, αντίστοιχα, επιβάλλεται ορολογική εξέταση για την ανίχνευση τίτλουαντισωμάτων κατά της Leishmania spp, κατά την πρώτη διαδικασία περισυλλογής τους και πριναπό οποιαδήποτε άλλη ιατρική πράξη, όπως περίθαλψη ή στείρωση. Εφόσον το αποτέλεσμα είναιθετικό: α) Αν επιβεβαιωθεί από τον κτηνίατρο, με επιπλέον αιματολογικές εξετάσεις, η μη αναστρέψιμηπορεία της, λαμβάνοντας υπόψη τους κανόνες υγείας και ευζωίας των ζώων, καθώς και τοδυνητικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, από την ύπαρξη φλεβοτόμων – μεταδοτών της Leishmaniaspp, υπόκεινται σε ευθανασία. β) Αν, μετά από γνωμάτευση κτηνιάτρου, η κλινική εικόνα και οι αιματολογικές καιπαρασιτολογικές εξετάσεις επιτρέπουν τη θεραπεία, οι σκύλοι επιβάλλεται να κρατούνται σε κλειστόχώρο καθ όλη τη διάρκεια της θεραπείας. Η θεραπεία ορίζεται από τον κτηνίατρο, σύμφωνα με ταπροτεινόμενα θεραπευτικά πρωτόκολλα, με τη χρησιμοποίηση εγκεκριμένων φαρμακευτικώνσκευασμάτων από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων ή τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων. Με ευθύνη των φιλοζωικών ενώσεων ή σωματείων ή των Δήμων, ανάλογα με το αν οι σκύλοιβρίσκονται σε καταφύγια ζώων ή είναι ελεύθεροι, γίνεται αυστηρή καταγραφή των ζώων που είναιυπό θεραπεία, τηρούνται όλα τα παραστατικά των εξετάσεων και αναλαμβάνεται η ευθύνη τηςπλήρους θεραπείας και λήψης των κατάλληλων προληπτικών μέτρων για την προστασία τηςΔημόσιας Υγείας. Εάν οι σκύλοι δοθούν σε αναδόχους επιβάλλεται η υποχρεωτική γραπτή ενημέρωση του αναδόχουγια τον τίτλο αντισωμάτων και εν συνεχεία ο ανάδοχος υποχρεούται να αναλάβει γραπτώς τηνευθύνη της ενδεδειγμένης θεραπείας με παράλληλο έλεγχο από τη φιλοζωική ένωση ή σωματείο ήτο Δήμο. Κάθε εξάμηνο επιβάλλεται να γίνεται κτηνιατρική εξέταση και ανίχνευση τίτλου αντισωμάτων κατάτης Leishmania spp για την αξιολόγηση της πορείας του νοσήματος, με τήρηση όλων τωνπαραστατικών των εργαστηριακών εξετάσεων. Σε κάθε περίπτωση όλα τα ανωτέρω αποδεικτικά έγγραφα πρέπει να είναι στη διάθεση τωνΔιευθύνσεων Κτηνιατρικής των Περιφερειών της Χώρας για έλεγχο.» Το άρθρο 17α προσστέθηκε με το άρθρο 46 Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.

 

Άρθρο 18

Εκπαίδευση, επιμόρφωση, προαγωγή φιλοζωίας

1. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων σε συνεργασία μεάλλους φορείς μεριμνούν: α) για την οργάνωση επιμορφωτικών σεμιναρίων και την προβολή απότα μέσα μαζικής επικοινωνίας, προγραμμάτων πληροφόρησης και εκπαίδευσης των ατόμων, πουείναι ιδιοκτήτες ή κάτοχοι ζώων συντροφιάς και των ατόμων, που ασχολούνται με την εκτροφή,εκπαίδευση, εμπόριο και φύλαξη των ζώων αυτών, καθώς και για την ενημέρωση τοπικώνκοινωνιών και ομάδων σχετικά με το περιεχόμενο των διατάξεων που αφορούν στην προστασίατων ζώων, β) για την προώθηση, ευαισθητοποίηση και ανάπτυξη της ιδέας της φιλοζωίας σενηπιαγωγεία και σχολεία με εκδηλώσεις, ομιλίες, προβολές, σεμινάρια αντιμετώπισης και χειρισμούαδέσποτων ζώων και άλλα κατάλληλα εκπαιδευτικά προγράμματα. 2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μπορείνα χρηματοδοτούνται οι δραστηριότητες, που αναφέρονται στις προηγούμενες παραγράφους καινα καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις για τη χρηματοδότηση αυτή.

Άρθρο 19

Συμπληρωματικές διατάξεις προστασίας των ζώων

1. Με εντολή του αρμόδιου εισαγγελέα αφαιρείται προσωρινά ή οριστικά το ζώο συντροφιάς ήζώο άλλης κατηγορίας από την κατοχή του παραβάτη των διατάξεων του άρθρου 5 παράγραφος1 περιπτώσεις α`, β` και γ` και του άρθρου 16 και το ζώο παραδίνεται στο καταφύγιο αδέσποτωνζώων του αρμόδιου Δήμου ή σε ενδιαφερόμενη φιλοζωική εταιρεία ή σωματείο. Αν η μεταχείρισητου ζώου είναι ιδιαίτερα σκληρή και βάναυση και προκάλεσε ιδιαίτερο πόνο ή φόβο στο ζώο, ηαφαίρεση είναι οριστική. Ο εισαγγελέας μπορεί επίσης με διάταξη του να απαγορεύσει τηναπόκτηση άλλου ζώου από τον παραβάτη. 2. Ο αρμόδιος Εισαγγελέας, όταν επιλαμβάνεται δημοσιεύματος ή καταγγελίας, μπορεί, με επιτόπιααυτοψία, να διαπιστώσει τις συνθήκες, που επικρατούν σε οποιοδήποτε καταφύγιο αδέσποτωνζώων συντροφιάς ή εκτροφείο, και αν αυτές δεν είναι σύμφωνες με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 καιστις ειδικές διατάξεις, που διέπουν τη λειτουργία τους, με προσωρινή διάταξη του, να καθορίσει ταμέτρα που πρέπει να λάβει ο ιδιοκτήτης του καταφυγίου ή εκτροφείου και το χρονικό διάστημαεντός του οποίου πρέπει να συμμορφωθεί.

 

Το κείμενο του παρόντος παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 46 Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.

Άρθρο 20

Ποινικές κυρώσεις

1. Η παράνομη εμπορία ζώων συντροφιάς κατά τους όρους του παρόντος νόμου, (άρθρο 6, παρ.1 και άρθρο 10 παρ. 1) τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους και χρηματικήποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ. «2. Οι παραβάτες των διατάξεων των περιπτώσεων γ και ε της παραγράφου 1 του άρθρου 5, τωνπεριπτώσεων γ` και δ` της παραγράφου 3 του άρθρου 6, της παραγράφου 4 του άρθρου 7, καθώςκαι των παραγράφων α` και β` του άρθρου 16 τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενόςέτους και χρηματική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) έως δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.»  3. Οι παραβάτες των διατάξεων του άρθρου 12 τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο έτη και μεχρηματική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) έως δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ. 4. Οι παραβάτες της διάταξης της περίπτωσης β` της παραγράφου 8 του άρθρου 5, καθώς και ηκλοπή οποιουδήποτε ζώου συντροφιάς τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών και χρηματικήποινή μέχρι τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, ενώ η κλοπή κυνηγετικού σκύλου ή σκύλου βοήθειαςτιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ένα έτος και χρηματική ποινή από πέντε χιλιάδες (5.000) μέχρι οκτώχιλιάδες (8.000) ευρώ. «4.α. Οι παραβάτες των διατάξεων των άρθρων 3, 4, 7, 9,10 και 11 του ν. 2017/1992 (Α 31)τιμωρούνται με τις ποινές που προβλέπονται στην παράγραφο 2.» 5. Στις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων η έκθεση βεβαίωσης της παράβασης, πουσυντάσσεται από αρμόδια Αρχή και διαβιβάζεται αυθημερόν στον αρμόδιο Δήμο για την επιβολήτων προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων και προστίμων. 6. Σε περίπτωση υποτροπής οι χρηματικές ποινές, που προβλέπονται στις παραγράφους 1, 2 και 3διπλασιάζονται.

 

Το κείμενο του παρόντος παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 46 Ν.4235/2014,ΦΕΚ Α 32/11.2.1014.

Άρθρο 21

Διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα

Οι διοικητικές κυρώσεις και τα πρόστιμα, που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων τουπαρόντος νόμου αναγράφονται στον Πίνακα που ακολουθεί.  « α/α   ΠΑΡΑΒΑΣΗ                                                                          ΔΙΑΤΑΞΗ                  ΠΡΟΣΤΙΜΟ1     Μη εφαρμογή από τον ιδιοκτήτη, τον κάτοχο ή                 Αρθρο 1 περ.β         500 ευρώτον υπεύθυνο των ζώων, των κανόνων προστασίαςκαι καλής μεταχείρισης τους και μη τήρηση, απόμέρους τους, των ειδικών απαιτήσεων της περ. βτου άρθρου 1, ώστε να εξασφαλίζεται ο σεβασμόςτης ύπαρξης τους.2     Παράλειψη εμπρόθεσμης σήμανσης και καταγραφής          Αρθρο 4 παρ.7        300 ευρώτου ζώου συντροφιάς ή δήλωσης της απώλειας του          Αρθρο 5 παρ.1ζώου συντροφιάς.                                                              περ. α)3     Παράλειψη τήρησης των κανόνων ευζωίας του ζώου        Αρθρο 5 παρ. 1       500 ευρώσυντροφιάς ή της κτηνιατρικής εξέτασης του ζώου.          περ. γ)4     Μη κατοχή ενημερωμένου βιβλιαρίου υγείας καθώς           Αρθρο 5 παρ. 1       300 ευρώκαι μη κατοχή ενημερωμένου διαβατηρίου σε                   περ. γ) και περ.περίπτωση ταξιδιού στο εξωτερικό ή σε κάθε αλλαγή       δ)του ιδιοκτήτη ή του προσωρινού του κατόχου.5     Εγκατάλειψη του ζώου χωρίς τήρηση των                        Αρθρο 5 παρ. 1       300 ευρώοριζόμενων στο άρθρο 5 παρ.1 περ. β) και ε) και              περ. β) και ε)αποφυγή στείρωσης χωρίς την τήρηση των                      και ζ)οριζομένων στο άρθρο 5 παρ.1 περ. ζ).6     Απουσία εν ισχύ αντιλυσσικού εμβολιασμού και μη            Αρθρο 5 παρ. 1       100 ευρώτοποθέτηση της μεταλλικής κονκάρδας ή παράλειψη       περ. α) και στ)άμεσου καθαρισμού του περιβάλλοντος από ταπεριττώματα του ζώου.7     Παράλειψη προσκόμισης στον οικείο Δήμο του                 Αρθρο 5 παρ. 1       300 ευρώαντιγράφου του Πιστοποιητικού ηλεκτρονικής                 παρ. η)ταυτοποίησης.8     Παράλειψη τήρησης των κανόνων για τον ασφαλή           Αρθρο 5 παρ. 2        300 ευρώπερίπατο του σκύλου ή πρόκληση ζημιάς από σκύλο        και 3ή παράλειψη λήψης μέτρων πρόληψης της εξόδουτου σκύλου από την ιδιοκτησία του κυρίου/κατόχου/συνοδού/φύλακα.9     Μη κατοχή ενημερωμένου διαβατηρίου/βιβλιαρίου            Αρθρο 5 παρ. 4         300 ευρώυγείας του κυνηγετικού σκύλου σε οποιαδήποτεμετακίνηση του ζώου.10     Δημοσίευση ή/και τοιχοκόλληση αγγελίας για ζώα             Αρθρο 5 παρ. 7         300 ευρώσυντροφιάς προς υιοθεσία ή δωρεάν παραχώρησηή πώληση σε έντυπο, φυλλάδιο ή ιστοσελίδα χωρίςαναφορά του αριθμού ηλεκτρονικής σήμανσης τους.11     Είσοδος στην ελληνική επικράτεια ζώου συντροφιάς         Αρθρο 5 παρ. 8         300 ευρώπου δεν έχει ηλεκτρονική σήμανση.                                   περ. α)12     Αφαίρεση του μέσου ηλεκτρονικής σήμανσης από             Αρθρο 5 παρ. 8        3.000 ευρώτον ιδιοκτήτη ή άλλο πρόσωπο ή τον κτηνίατρο.              περ. β)                     και αφαίρεσηάδειαςεπαγγέλματοςτουκτηνιάτρου13     Εκτροφή, αναπαραγωγή ή πώληση ζώων συντροφιάς        Αρθρο 6 παρ. 1       3.000 Ευρώγια εμπορικούς σκοπούς χωρίς άδεια.14     Παράλειψη σήμανσης και καταχώρισης των                       Αρθρο 6 παρ. 1        3.000 Ευρώεκτρεφόμενων, αναπαραγόμενων ή προς πώλησησκύλων και γατών.15     Πώληση ζώου συντροφιάς με ηλικία μικρότερη των           Αρθρο 6 παρ. 3        1.000 Ευρώ8 εβδομάδων και πώληση σκύλων και γατών σε                περ. α) και β)            ανά ζώο πουυπαίθριους δημόσιους χώρους, συμπεριλαμβανομένων                                       πωλείταιτων υπαίθριων αγορών.16     Διαμονή ζώων συντροφιάς που προορίζονται για                Αρθρο 6 παρ. 1         2.000 Ευρώεκτροφή, αναπαραγωγή ή πώληση για εμπορικόσκοπό σε ακατάλληλο χώρο, μη τήρηση κανόνωνευζωίας, ασφάλειας και παροχής κατάλληληςκτηνιατρικής περίθαλψης.17     Παράλειψη τήρησης ενημερωμένων βιβλιαρίων                  Αρθρο 6 παρ.1          1.000 Ευρώυγείας/διαβατηρίων ζώων συντροφιάς που                                                          για το πρώτοπροορίζονται για εκτροφή, αναπαραγωγή ή πώληση                                           ζώογια εμπορικό σκοπό.                                                                                            προσαυ-ξανόμενοκατά 10% γιακάθε επόμενο18     Παράλειψη τήρησης μητρώων για κάθε θηλυκό ζώο         Αρθρο 6 παρ. 1         1.000 Ευρώαναπαραγωγής στις εγκαταστάσεις εκτροφής,                                                     για το πρώτοδιαθέσιμων ανά πάσα στιγμή για έλεγχο.                                                              ζώοπροσαυ-ξανόμενοκατά 10% γιακάθε επόμενο19     Εκτροφή για εμπορικούς σκοπούς, έστω και ενός              Αρθρο 6 παρ.1          1.000 Ευρώθηλυκού σκύλου αναπαραγωγής χωρίς άδεια εκτροφής.                                     για το πρώτοζώοπροσαυ-ξανόμενοκατά 10% γιακάθε επόμενο20      Γονιμοποίηση θηλυκών σκύλων αναπαραγωγής πριν        Αρθρο 6 παρ. 1         1.000 Ευρώαπό το δεύτερο οιστρικό κύκλο και πάντως πριν από                                         για το πρώτοτην παρέλευση εννέα μηνών από τον τελευταίο τοκετό.                                     ζώοπροσαυ-ξανόμενοκατά 10% γιακάθε επόμενο21      Εισαγωγή και εμπορία ακρωτηριασμένων σκύλων.           Αρθρο 6 παρ. 3         1.000 Ευρώπερ. γ)                       ανά ζώο22      Αναπαραγωγή ακρωτηριασμένων ζώων                           Αρθρο 6 παρ. 3          1.000 Ευρώπερ. δ)                                                                                                                ανά ζώο23      Διοργάνωση έκθεσης με ζώα συντροφιάς χωρίς άδεια.      Αρθρο 7 παρ. 1          5.000 Ευρώανά ημέραεκδήλωσης24     Πρόκληση φόβου ή πόνου σε ζώο συντροφιάς κατά          Αρθρο 7 παρ. 2          1.000 Ευρώτη διάρκεια εκδήλωσης ή παράλειψη άμεσης επίβλεψης                                       ανά ζώοζώου συντροφιάς κατά τη διάρκεια εκδήλωσης ήπαράλειψη χρήσης φίμωτρου ή απομάκρυνσης απόεκδήλωση ζώου συντροφιάς που εκδηλώνειεπιθετική συμπεριφορά.25     α) Παράλειψη σήμανσης και καταγραφής ζώου                 Αρθρο 7 παρ. 3           1.000 Ευρώσυντροφιάςπου συμμετέχει σε έκθεση ή                            και 4                            ανά ζώοβ) προσκόμιση ακρωτηριασμένου ζώου γιασυμμετοχή του σε έκθεση και αποδοχή του απότον υπεύθυνο που την διοργανώνει.26     Παράλειψη κατοχής ενημερωμένων βιβλιαρίων                 Αρθρο 7 παρ.3           1.000 Ευρώυγείας/διαβατηρίων ζώων συντροφιάς που                                                          για το πρώτοσυμμετέχουν σε έκθεση.                                                                                      ζώοπροσαυ-ξανόμενοκατά 10% γιακάθε επόμενο27     α) Παράλειψη τήρησης των κανόνων ευζωίας, των          Αρθρο 8 παρ. 1           500 Ευρώυγειονομικών διατάξεων και των αστυνομικών                και 2                            ανά ζώοδιατάξεων περί κοινής ησυχίας για ζώα συντροφιάςπου διατηρούνται σε μονοκατοικίες και διαμερίσματα,β) Διατήρηση περισσότερων από 2 ζώων συντροφιάςσε διαμέρισμα πολυκατοικίας, όπου ο κανονισμόςαπαγορεύει τη διατήρηση ζώων συντροφιάς.28     Διατήρηση και παραμονή ζώου σε κοινόχρηστο                Αρθρο 8 παρ. 3           300 Ευρώχώρο ή σε κήπο πολυκατοικίας.                                                                           ανά ζώο29     Μετακίνηση ή μεταφορά έως 5 ζώων συντροφιάς             Αρθρο 10 παρ.1          500 Ευρώκατά παράβαση των διατάξεων του Καν 998/2003και του Καν. 1/2005.30     Μετακίνηση ή μεταφορά άνω των 5 ζώων συντροφιάς     Αρθρο 10 παρ. 1         1.000 Ευρώκατά παράβαση του Π.Δ. 184/1996 και τουΚαν. 1/2005.31     Μεταφορά ζώου συντροφιάς σε μέσο μαζικής                   Αρθρο 10 παρ. 2          300 Ευρώμεταφοράς χωρίς τήρηση των οριζόμενων στο άρθρο                                          ανά ζώο10 παρ.3.32     Ανυπαρξία ειδικών κλουβιών σε επιβατικά πλοία για          Αρθρο 10 παρ. 3          5.000 Ευρώτη μεταφορά μεγάλων ζώων συντροφιάς.33     Παράλειψη λήψης κατάλληλων μέτρων για την                Αρθρο 11 παρ.1           600 Ευρώαποτροπή πρόσβασης των αδέσποτων σε απορρίμματααπό τους υπευθύνους του άρθρου 11 παρ.1.34     Διατήρηση ζώου σε τσίρκο ή θίασο εφόσον                       Αρθρο 12 παρ.1          20.000χρησιμοποιείται με οποιοδήποτε τρόπο ή για                                                        Ευρώ γιαοποιοδήποτε σκοπό στο πρόγραμμα του,                                                             κάθε ζώοπραγματοποιεί παράσταση ή παρελαύνει ή εμφανίζεται                                         πουσε κοινό.                                                                                                               διατηρείται35     Διατήρηση ζώου σε επιχείρηση του άρθρου 12 παρ.         Αρθρο 12 παρ.2          10.000 Ευρώ2 εφόσον χρησιμοποιείται με οποιοδήποτε                                                            για κάθε ζώοτρόπο ή για οποιοδήποτε σκοπό στο πρόγραμμα της.                                          πουδιατηρείται36     Χρησιμοποίηση ζώου σε υπαίθρια δημόσια έκθεση            Αρθρο 12 παρ.2α         5.000 Ευρώμε σκοπό την αποκόμιση οικονομικού οφέλους.                                                    για κάθεχρησιμο-ποιούμενοζώο37     Εκτροφή, εκπαίδευση και χρησιμοποίηση ζώου                Αρθρο 12 παρ. 3           10.000σε οποιοδήποτε είδος μονομαχίας.                                    εδάφιο πρώτο               Ευρώ γιακάθε ζώο38     Εκτροφή ή/και χρησιμοποίηση σκύλου ή γάτας                Αρθρο 12 παρ. 3           10.000για παραγωγή γούνας, δέρματος, κρέατος ή για την         εδάφιο δεύτερο             Ευρώπαρασκευή φαρμακευτικών ή άλλων ουσιών.                                                        για κάθεζώο39     Κακοποίηση, βασανισμός, κακή ή βάναυση                       Αρθρο 16 παρ. α           30.000μεταχείριση ζώου καθώς και πώληση, εμπορία και           και β                              Ευρώ γιαπαρουσίαση-διακίνηση μέσω Διαδικτύου                                                               κάθε ζώοοποιουδήποτε οπτικοακουστικού υλικού, στο οποίο                                             και για κάθεαπεικονίζεται κάθε είδους σεξουαλική συνεύρεση με                                              περιστατικόζώα καθώς και οποιαδήποτε πράξη βίας ή θανάτωσημικρών ζώων με σκοπό το κέρδος και τησεξουαλική ικανοποίηση ατόμων πουπαρακολουθούν ή συμμετέχουν σε αυτά.40     Εγκατάλειψη τραυματισμένου ζώου μετά από                 Αρθρο 16 παρ. γ            300 Ευρώτροχαίο ατύχημα.41     Η καθοιονδήποτε τρόπο άρνηση ή παρακώλυση                                                   300 Ευρώτου ελέγχου που πραγματοποιούν τα αρμόδιαόργανα βεβαίωσης των παραβάσεων κατά τηνάσκηση των καθηκόντων ελέγχου καθώς και η μηπαροχή ή η παροχή ψευδών, ελλιπών ή/καιανακριβών πληροφοριών και στοιχείων.  ***Βλέπε πίνακα σε συνημμένο γράφημα στο επάνω δεξί μέρος της οθόνης 2α. Στην περίπτωση της παραγράφου 1 του άρθρου 8, υποτροπή θεωρείται η μη συμμόρφωσηεντός 10 ημερών από τη βεβαίωση της παράβασης. β. Σε περίπτωση υποτροπής τα πιο πάνω πρόστιμα διπλασιάζονται κάθε φορά ενώ από τουςπαραβάτες των άρθρων 6, 7 και 12 αφαιρείται και η άδεια λειτουργίας για διάστημα από ένα μήναέως ένα έτος. «3. Αρμόδια όργανα βεβαίωσης των παραβάσεων του παρόντος νόμου είναι τα αναφερόμενα στηνπερίπτωση ιδ του άρθρου 1.»  4. Κατά τη διαπίστωση της παράβασης βεβαιώνεται επί τόπου από το αρμόδιο όργανο τοπροβλεπόμενο διοικητικό πρόστιμο και αντίγραφο της βεβαίωσης της παράβασης αποστέλλεταιστην κτηνιατρική υπηρεσία του κατά τόπον αρμόδιου Δήμου και όπου αυτή δεν έχει συσταθεί στοΓραφείο Γεωργικής Ανάπτυξης του Δήμου ή στη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικήςτης οικείας Περιφερειακής Ενότητας, για την επιβολή του βεβαιωθέντος προστίμου. 5. Ο παραβάτης έχει δικαίωμα να εμφανισθεί αυτοπροσώπως ή να υποβάλει έγγραφο υπόμνημαεντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών στον Προϊστάμενο της κτηνιατρικής υπηρεσίας τουκατά τόπον αρμόδιου Δήμου και όπου αυτή δεν έχει συσταθεί στον Προϊστάμενο του ΓραφείουΓεωργικής Ανάπτυξης του κατά τόπον αρμόδιου Δήμου, ή στον Προϊστάμενο της ΔιεύθυνσηςΑγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της οικείας Περιφερειακής Ενότητας προκειμένου ναπροβάλει τις αντιρρήσεις του. Η απόφαση, με την οποία εξετάζονται οι αντιρρήσεις, πρέπει να είναιπλήρως αιτιολογημένη με αναφορά στα συγκεκριμένα περιστατικά και στοιχεία. 6. Αν δεν προβληθούν αντιρρήσεις ή αν απορριφθούν επικυρώνεται το διοικητικό πρόστιμο απότον Προϊστάμενο της Αρχής και καταβάλλεται κατά το ήμισυ μέσα σε δέκα ημέρες από τη βεβαίωσητης παράβασης. Αν παρέλθει άπρακτη η ανωτέρω προθεσμία, το διοικητικό πρόστιμο καταβάλλεταιστον δικαιούχο Ο.Τ.Α. χωρίς έκπτωση, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από τη βεβαίωση του. 7. Τα πρόστιμα από τις διοικητικές παραβάσεις, που δεν καταβλήθηκαν εντός της προθεσμίας τωνδύο (2) μηνών, βεβαιώνονται μετά την πάροδο του ανωτέρω διμήνου υποχρεωτικά εντόςχρονικού διαστήματος τριών (3) μηνών από τον οικείο Ο.Τ.Α. στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας τουπαραβάτη. Η βεβαίωση των προστίμων αυτών γίνεται με τη σύνταξη και αποστολή χρηματικώνκαταλόγων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 58 του π.δ. 16/1989, εισάγονται σε ΕιδικόΚωδικό Αριθμό Εσόδου του Κρατικού Προϋπολογισμού, τα δε εισπραττόμενα ποσά, μετά τηναφαίρεση των δαπανών είσπραξης, αποδίδονται κατά τετράμηνο στο Υπουργείο Εσωτερικών, τοοποίο τα διανέμει στους Ο.Τ.Α. με βάση συντελεστές κατανομής, που καθορίζονται με απόφαση τουΥπουργού Εσωτερικών, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση της Κεντρικής Ένωσης ΔήμωνΕλλάδος. Τα ποσά αυτά διατίθενται αποκλειστικά για τη βελτίωση των δημοτικών καταφυγίων καικτηνιατρείων και για την αντιμετώπιση των δαπανών που προκύπτουν από την εφαρμογή τουνόμου αυτού. 8. Σε περίπτωση διαρκούς παράβασης, αρμόδια υπηρεσία, που τη βεβαιώνει, ορίζει εύλογο χρόνογια την άρση της και αν ο παραβάτης δεν συμμορφωθεί επιβάλλει νέο πρόστιμο μετά από κάθε νέαβεβαίωση της παράβασης. 9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης καιΤροφίμων καθορίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στον τρόπο και στη διαδικασίαείσπραξης, διάθεσης και αναπροσαρμογής των προστίμων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Άρθρο 22

Τελικές και μεταβατικές διατάξεις

1. Οι διατάξεις του νόμου αυτού δεν θίγουν άλλες διατάξεις νόμων ή διεθνών συμβάσεων, πουκυρώθηκαν με νόμο και προβλέπουν μεγαλύτερη προστασία σε οποιοδήποτε είδος ζώου. Επίσηςδεν θίγονται οι διατάξεις του νόμου «περί θήρας» (ν.δ. 86/1969), όπως αυτός εκάστοτε ισχύει καιοι κανονιστικές αυτού διατάξεις. 2. Όπου στις διατάξεις του νόμου αυτού αναφέρεται η ηλεκτρονική σήμανση των ζώωνσυντροφιάς, εννοείται η σήμανση σκύλων και γατών. 3. Τα Παραρτήματα 1 έως 5, που αναφέρονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου, αποτελούναναπόσπαστο μέρος του. 4. Επιχειρήσεις τσίρκου, θίασοι με ποικίλο πρόγραμμα ή άλλες ανάλογες επιχειρήσεις μεπαρεμφερές αντικείμενο, που λειτουργούν μόνιμα ή περιστασιακά στην Ελλάδα και κατέχουν ζώαμε σκοπό να τα χρησιμοποιήσουν στις εκδηλώσεις τους ή περιλαμβάνουν στο πρόγραμμα τουςπαραστάσεις με οποιαδήποτε συμμετοχή οποιουδήποτε είδους ζώου, οφείλουν να συμμορφωθούνμε τις διατάξεις του παρόντος νόμου μέσα σε επτά μήνες από την έναρξη ισχύος του, άλλωςαφαιρείται η άδεια λειτουργίας τους και επιβάλλονται οι προβλεπόμενες διοικητικές και ποινικέςκυρώσεις. 5. Εντός διετίας από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δημιουργούνται και λειτουργούν σεκάθε Δήμο ή σε όμορους ή συνεργαζόμενους Δήμους καταφύγια αδέσποτων ζώων.

 

Άρθρο 23

Καταργούμενες διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 13 του ν.3170/2003 εκτός από την παράγραφο 6 του άρθρου 7, καθώς και κάθε άλλη γενική ή ειδικήδιάταξη, που ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο θέματα του νόμου αυτού ή αντίκειται στις διατάξειςτου.

Άρθρο 24

1. Το άρθρο τρίτο του ν. 3495/2006 (Α` 215) «Κύρωση του νέου αναθεωρημένου κειμένου τηςΔιεθνούς Σύμβασης Προστασίας Φυτών» αναριθμείται σε άρθρο πέμπτο. 2. Μεταξύ των άρθρων δεύτερο και πέμπτο παρεμβάλλονται δύο άρθρα, που έχουν ως εξής: «Άρθρο τρίτοΕπίσημος Εθνικός Οργανισμός Προστασίας Φυτών Επίσημος εθνικός οργανισμός προστασίας φυτών για την εφαρμογή της Διεθνούς ΣύμβασηςΠροστασίας Φυτών του παρόντος νόμου ορίζεται η Διεύθυνση Προστασίας Φυτικής Παραγωγήςτου Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Άρθρο τέταρτοΕξουσιοδότηση Για την εφαρμογή της Διεθνούς Σύμβασης Προστασίας Φυτών του παρόντος νόμου καθορίζονταιμε προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης καιΤροφίμων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού και μετά από εισήγηση της ΔιεύθυνσηςΠροστασίας Φυτικής Παραγωγής: α) Οι υπηρεσίες φυτοΰγειονομικού ελέγχου και τα σημεία εισόδου, οι αρμοδιότητες τους, οιφυτοϋγειονομικοί ελεγκτές και τα καθήκοντα τους, τα επίσημα εργαστήρια για την ανάλυση τωνεπίσημων δειγμάτων, καθώς και οι προδιαγραφές λειτουργίας τους. β) Οι όροι και οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή των διεθνών προδιαγραφών και προτύπων,σύμφωνα με το άρθρο Χ(4) της Διεθνούς Σύμβασης Προστασίας Φυτών του παρόντος νόμου. γ) Τα τέλη ανταποδοτικού χαρακτήρα και τα παράβολα, οι υπόχρεοι καταβολής αυτών, οιπαρεχόμενες υπηρεσίες, έναντι των οποίων γίνεται η καταβολή και η διαδικασία είσπραξης τους. δ) Κάθε άλλο αναγκαίο τεχνικό και λεπτομερειακό θέμα για την εφαρμογή της Διεθνούς Σύμβασηςτου παρόντος νόμου.»

 

Άρθρο 25

Το άρθρο 17 του ν. 2637/3998, όπως αυτό είχε τροποποιηθεί, αντικατασταθεί και συμπληρωθείμε την παρ. 5 του άρθρου 24 του ν. 2945/2001, την παρ. 6 του άρθρου 29 του ν. 3147/2003 καιτην παρ. 4 του άρθρου 19 του ν. 3170/2003, αντικαθίσταται ως εξής: «1. Η Νομική Υπηρεσία του ΟΠΕΚΕΠΕ διενεργείται από τους δικηγόρους του άρθρου 23 εδάφιο β`του νόμου αυτού. 2. Στον ΟΠΕΚΕΠΕ παρέχεται νομική συνδρομή από το Ειδικό Γραφείο Κοινοτικού Δίκαιου τουΝομικού Συμβουλίου του Κράτους που λειτουργεί στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης καιΤροφίμων. Το γνωμοδοτικό έργο παρέχεται κατόπιν υποβολής ερωτημάτων από τον ΥπουργόΑγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για θέματα κοινοτικού δίκαιου. 3. Στον ΟΠΕΚΕΠΕ συνιστάται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμωνμετά από πρόταση του προέδρου του ΟΠΕΚΕΠΕ, μικτή επιτροπή νομικής και νομοτεχνικήςυποστήριξης προκειμένου να παρέχει νομική συνδρομή: α) για την άμεση επίλυση των θεμάτωνπου ανακύπτουν κατά τη λειτουργία του ΟΠΕΚΕΠΕ, ως διαπιστευμένου Οργανισμού Πληρωμώνκαι να αποφεύγονται δημοσιονομικές διορθώσεις σε βάρος της Ελληνικής Δημοκρατίας και β) για τηνομοτεχνική επεξεργασία κανονιστικών πράξεων και συμβάσεων. Για τη λειτουργία της Επιτροπήςεφαρμόζονται κατά τα λοιπά, οι διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 2 του ν. 4024/2011 (Α` 226). Ηλειτουργούσα αντίστοιχη επιτροπή καταργείται από 30.9.2011. Τυχόν καταβληθείσα αποζημίωσηαπό 31.3.2011 μέχρι 30.9.2011 δεν αναζητείται. 4. Στις δικαστικές υποθέσεις, η εκάστοτε επιδικαζόμενη δικαστική δαπάνη υπέρ του ΟΠΕΚΕΠΕβεβαιώνεται με ειδικό κωδικό και εισπράττεται από την αρμόδια ΔΟΥ και ακολούθως αποδίδεταιστον ΟΠΕΚΕΠΕ. 5. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ απολαμβάνει όλων των δικονομικών και ατελειών του Δημοσίου και στιςδικαστικές του υποθέσεις εφαρμόζεται ο Κώδικας περί Δικών του Δημοσίου. 6. Οι δαπάνες για τις εκτός έδρας μετακινήσεις του προσωπικού του ΟΠΕΚΕΠΕ που έγιναν μέχριτην έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρ.8 του άρθρου45 του ν. 3943/2011. Εφεξής η παρ. 8 του άρθρου 45 του ν. 3943/2011 (Α` 66) δεν θαεφαρμόζεται για τις δαπάνες των εκτός έδρας μετακινήσεων του προσωπικού του ΟΠΕΚΕΠΕ πουαφορούν στους επιτόπιους φυσικούς ελέγχους που υποχρεούται, σύμφωνα με κοινοτικούςκανονισμούς, να διενεργεί ο ΟΠΕΚΕΠΕ. 7. Οποιαδήποτε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που αναφέρεται σε θέματα που ρυθμίζονται με τηδιάταξη αυτή καταργείται.»

 

Άρθρο 26

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. ***Παραλείπονται παραρτήματα – πίνακεςΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά την παράγραφο 11 άρθρου 17 Ν.4056/2012,ΦΕΚ Α 52/12.3.2012:”Ο όρος «εγκεκριμένος κτηνίατρος» που απαντάται στο Παράρτημα 2 του ν. 4039/2012(Α` 15 ) αντικαθίσταται από τον όρο «κτηνίατρος»”.  Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσητου ως νόμου του Κράτους. Αθήνα, 2 Φεβρουαρίου 2012 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ                                 ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΕΠΠΑΣ                                   ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ                                                    ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ                                           ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΗΜΑΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ                       ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ                                             ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ                                  ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ                                                          ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ                                     ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΜΑΝΗΣ                                           ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ                                       ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ                                            ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ                                    ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους. Αθήνα, 2 Φεβρουαρίου 2012 Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

 

 

 

Ν 4238/2014: Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας (Π.Ε.Δ.Υ.), αλλαγή σκοπού Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και λοιπές διατάξεις

 

 

Άρθρο 33

Αξιοποίηση ζώων σε προγράμματα πρόληψης, θεραπείας και αποκατάστασης

 

  1. Σε προγράμματα και δράσεις πρόληψης, θεραπείας και αποκατάστασης προβλημάτων

σωματικής, ψυχικής και νοητικής υγείας σε επίπεδο παροχής Π.Φ.Υ., δύναται να αξιοποιούνται ζώα

συντροφιάς και κατοικίδια ζώα, καθώς και σκύλοι βοηθείας.

 

  1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και

Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, ο εξυπηρετούμενος

πληθυσμός, το είδος των προγραμμάτων, τα είδη και τα κριτήρια επιλογής των διαφόρων τύπων

των διαφόρων ζώων που συμμετέχουν στα προγράμματα, οι διαδικασίες έγκρισης, οργάνωσης,

λειτουργίας, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που σχετίζεται με τα προγράμματα, τις υπηρεσίες

και τους φορείς που τα αναπτύσσουν.

 

 

 

ΕΓΚ Β/4//2011: ΕΓΓΡ.ΥΠΟΜΕΔΙ 13/9/11:Σχετικά με τις μετακ.ζώων συντροφιάς με τη χρήση λεωφορείων των ΚΤΕΛ Α.Ε.

 

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ                                                                  Αθήνα, 13 Σεπτεμβρίου 2011

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

& ΔΙΚΤΥΩΝ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ                                                    Αριθ. Πρωτ. ΒΑΘΜΟΣ ΠΡΟΤ/ΤΑΣ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΒΑΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ                                            Β/ 41804/4443

 

ΘΕΜΑ : Διευκρινήσεις σχετικά με τις μετακινήσεις ζώων συντροφιάς με τη

χρήση λεωφορείων των ΚΤΕΛ Α.Ε.

Αρθρο ΜΟΝΟ

 

ΣΧΕΤ.: 1.Εγκύκλιος αριθ. 218524/7-4-2004 του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης &Τροφίμων2.Έγγραφο αριθ. Δ.ΥΓ1γ/Γ.Π./65626/11-10-2006 του Υπουργείου Υγείας &Κοινωνικής Αλληλεγγύης3. Έγγραφο αριθ. ΥΓ1γ/Γ.Π./114166/1-12-2010 του Υπουργείου Υγείας &Κοινωνικής Αλληλεγγύης4. Έγγραφο αριθ. 2943/29-9-2010 της Π.Ο.Α.Υ.Σ.5. Έγγραφο αριθ. 266/29-9-2010 της Π.Ο.Α.Σ.  Ως γνωστόν, με βάση τις διατάξεις της παρ. 1.(ιδ), του άρθρου 15 του ν.2963/2001 (Α’ 268), που επαναλαμβάνονται και στην υ.α. οικ. Β 36934/2805 «Έκδοσηχάρτη υποχρεώσεων προς τον καταναλωτή (Χ.Υ.Κ.) των φορέων παροχής συγκοινωνιακούέργου του Ν. 2963/2001 (Α’ 268)» (Β’ 862/10-7-02), επιτρέπονται οι μεταφορές μελεωφορεία των ΚΤΕΛ Α.Ε. των ζώων συνοδείας αναπήρων καθώς και των μικρώνκατοικίδιων που μεταφέρονται με κατάλληλα για το σκοπό αυτό μέσα. Σημειώνεται ότιβάσει των ανωτέρω σχετικών εγγράφων, τα ζώα συντροφιάς που μεταφέρονται μεδημόσια μέσα μεταφοράς πρέπει να είναι τοποθετημένα σε κατάλληλο και ασφαλέςκλουβί, το οποίο να αναγράφει υποχρεωτικά το ονοματεπώνυμο του ιδιοκτήτη, τηνταχυδρομική διεύθυνση και τηλέφωνο του. Οι ιδιοκτήτες των ζώων δεν απαλλάσσονται,βέβαια, από τις λοιπές υποχρεώσεις τους, όπως π.χ. την σήμανση και καταγραφή σκύλων,βιβλιάριο υγείας κ.λ.π., που καταγράφονται στο ν. 3170/2003 – Α’ 191, σύμφωνα με το 2οως άνω σχετικό. Προς διευκρίνιση και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων για τη μεταφορά ζώων μελεωφορεία των ΚΤΕΛ Α.Ε., σας πληροφορούμε τα ακόλουθα: 1. Προκειμένου να επιτραπεί η μεταφορά μικρών κατοικίδιων ζώων, αυτάθα πρέπει νασυνοδεύονται υποχρεωτικά από τον ιδιοκτήτη ή κάτοχο τους. Ο ιδιοκτήτης ή κάτοχος θαπρέπει να επιδεικνύει το διαβατήριο του ζώου ή το βιβλιάριο υγείας, το οποίο να είναιενημερωμένο τουλάχιστον κατά την τελευταία διετία. 2. Οι ειδικότερες ρυθμίσεις της μεταφοράς των ζώων συνοδείας αναπήρων (ουσιαστικάσκύλων συνοδείας τυφλών) καθώς και των μικρών κατοικίδιων, ανάλογα με τον τύπο τουλεωφορείου, έχουν ως ακολούθως: Α. Λεωφορεία Αστικών ΚΤΕΛ: Τα ζώα συνοδείας αναπήρων ανεξαρτήτως μεγέθους καθώς και τα μικρά κατοικίδια ζώαμεταφέρονται εντός ειδικού καλαθιού μεταφοράς με μέγιστες διαστάσεις 50Χ40Χ70εκατοστά, κατ’ αναλογία με τα ισχύοντα στους συγκοινωνιακούς φορείς αστικώνσυγκοινωνιών Αθήνας και Θεσσαλονίκης και τοποθετούνται υποχρεωτικά εντός του χώρουεπιβατών. Τα ζώα συνοδείας αναπήρων δεν τοποθετούνται σε καλάθι αλλά φέρουνυποχρεωτικά φίμωτρο κατά τη διάρκεια της μεταφοράς. Β. Λεωφορεία Υπεραστικών ΚΤΕΛ: Στα λεωφορεία που εξυπηρετούν υπεραστικές συγκοινωνίες λόγω του μικρότερουδιαθέσιμου χώρου, περιορίζονται οι μέγιστες διαστάσεις του ειδικού καλαθιού μεταφοράς.Έτσι, τα ζώα συνοδείας αναπήρων ανεξαρτήτως μεγέθους και τα μικρά κατοικίδια ζώα,βάρους έως επτά (7) κιλών, που μεταφέρονται εντός ειδικού καλαθιού μεταφοράςδιαστάσεων 50Χ40X35 εκατοστά είναι επιτρεπτό να μεταφέρονται με τα λεωφορεία τωνΚΤΕΛ & ΚΤΕΛ Α.Ε. που εξυπηρετούν υπεραστικές συγκοινωνίες και τοποθετούνταιυποχρεωτικά εντός του χώρου επιβατών. Τα ζώα αυτά θα τοποθετούνται είτε στοδιάδρομο είτε στα κλιμακοστάσια των λεωφορείων, πλησίον σε κάθε περίπτωση τουιδιοκτήτη τους. Τα ζώα συνοδείας αναπήρων, όπως προαναφέρθηκε, δεν τοποθετούνταισε καλάθι αλλά φέρουν υποχρεωτικά φίμωτρο κατά τη διάρκεια της μεταφοράς. Για λόγους καλύτερης εξυπηρέτησης του επιβατικού κοινού, τα υπεραστικά ΚΤΕΛ &ΚΤΕΛ Α.Ε. είναι επιτρεπτό να περιορίζουν τη μεταφορά των κατοικίδιων ζώων, (α) σε ότι αφορά στον αριθμό σε δύο κατοικίδια ανά λεωφορείο και (β) σε ορισμένα μόνο από τα εξυπηρετούμενα δρομολόγια τα οποία πάντως θααποτελούν το 30% τουλάχιστον των δρομολογίων κάθε γραμμής (και κατ’ ελάχιστο έναδρομολόγιο ανά ημέρα), κατανεμημένα σε όλη τη διάρκεια της ημέρας. Εφόσον αποφασιστεί από το οικείο υπεραστικό ΚΤΕΛ Α.Ε. ή ΚΤΕΛ να γίνει χρήσητου ως άνω (β) περιορισμού, θα πρέπει η πληροφορία αυτή να παρέχεται σε κάθεενδιαφερόμενο ενώ θα πρέπει να έχει αναρτηθεί εμφανώς σχετική ανακοίνωση στουςσταθμούς και πρακτορεία του ΚΤΕΛ. Ο περιορισμός των δρομολογίων θα δύναται ναεξυπηρετήσει και τις ανάγκες αλλεργικών κ.λπ. ατόμων που ευλόγως αποφεύγουν τοσυγχρωτισμό με κατοικίδια ζώα. Σε κάθε περίπτωση βέβαια είναι ενδεδειγμένη ηκατάλληλη διευθέτηση των επιβατών εντός του λεωφορείου. Για την περίπτωση αστικών λεωφορείων που είναι ενταγμένα και δρομολογούνταιαπό Υπεραστικά ΚΤΕΛ & ΚΤΕΛ Α.Ε. εφαρμόζονται τα προαναφερθέντα για τα λεωφορείατων Αστικών ΚΤΕΛ. 3. Τα προαναφερόμενα αφορούν, αδιακρίτως, και στα λεωφορεία ιδιοκτησίας των ΚΤΕΛΑ.Ε. και στα λεωφορεία ιδιοκτησίας μετόχων των ΚΤΕΛ Α.Ε. που εξυπηρετούν τις αστικές& υπεραστικές συγκοινωνίες. Σε καμία περίπτωση η μεταφορά των μικρών κατοικίδιων ήκατά μείζονα λόγο αυτών που συνοδεύουν αναπήρους δεν τελεί υπό την κρίση τουοδηγού ή / και του ιδιοκτήτη του λεωφορείου ή τη συναίνεση των λοιπών επιβατών. 4. Τονίζεται ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις ρυθμίσεις της εγκυκλίου αυτής,επιβάλλονται, από το οικείο Πειθαρχικό Συμβούλιο του π.δ. 170/2003 (Α’ 140), στις ΚΤΕΛΑ.Ε. οι προβλεπόμενες κυρώσεις της παρ. 3(η) του άρθρου 2 του ίδιου π.δ. και σεπερίπτωση υποτροπής αυτές της παρ. 5 του ίδιου άρθρου. Οι οδηγοί των λεωφορείων πουδε συμμορφώνονται με τις ως άνω ρυθμίσεις, υπόκεινται στις πειθαρχικές κυρώσεις τουάρθρου 18 του π.δ. 246/2006 (Α’ 261) που επιβάλλονται από τα αρμόδια όργανα τωνΚΤΕΛ Α.Ε. & ΚΤΕΛ. Τα συλλογικά όργανα των ΚΤΕΛ Α.Ε. παρακαλούνται για την ενημέρωση τωνμελών τους ενώ οι ΚΤΕΛ Α.Ε. για την ενημέρωση του προσωπικού και των μετόχων τους. Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣΑΡ. ΜΠΟΥΡΔΑΡΑΣ

 

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

 

1/2013 ΓΝΜΔ ΕΙΣΑΠ (EΓΚ)

 

Αποσαφήνιση ζητημάτων που έχουν εγερθεί από την εφαρμογή του Ν.4039/2012 (προστασίαζώων). Αθήνα, 8 Απριλίου 2013Αριθμ. πρωτ. 1631Αριθ. Εγκ.   1/3ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ο ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ  ΠροςΤους κ. κ. Διευθύνοντες τις Εισαγγελίες Εφετώνκαι Πρωτοδικών της χώρας ΘΕΜΑ : Αποσαφήνιση ζητημάτων που έχουν εγερθεί από την εφαρμογήτου Ν. 4039/2012. Με αφορμή την αρμοδιότητα στην εποπτεία επί θεμάτων προστασίας περιβάλλοντος καθώς καιτο γεγονός ότι κατά την ημερίδα που πραγματοποίησε επιτυχώς η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος μετην Πανελλήνια Συνομοσπονδία Φιλοζωικών και Περιβαλλοντικών Σωματείων Ελλάδας το Σάββατο16 Φεβρουαρίου 2013, 5 μ.μ. στο Αμφιθέατρο «Α. Αργυριάδη» του Εθνικού και ΚαποδιστριακούΠανεπιστημίου Αθηνών, ανεδείχθησαν προβλήματα που αναφύονται από την σχετική νομοθεσίαπερί προστασίας ζώων, έχοντας υπόψη και την πολύτιμη εμπειρία που έχει αποκτήσει το ειδικόΤμήμα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών με υπεύθυνη εισαγγελέα την κα Α. Θεοδωροπούλου,αποστέλλουμε την παρούσα εγκύκλιο προς διευκόλυνση του έργου Σας πάντα κατά τα όρια τηςδιακριτικής ευχέρειας που παρέχει η διάταξη του άρθρου 177§1 ΚΠΔ. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 16 του ν.4039/12, περί προστασίας ζώων α} Με τηνεπιφύλαξη ειδικά προβλεπόμενων περιπτώσεων της ισχύουσας κοινοτικής και εθνικής νομοθεσίας,καθώς και της διάταξης του τρίτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 9, απαγορεύεται, οβασανισμός, η κακοποίηση, η κακή και βάναυση μεταχείριση οποιουδήποτε είδους ζώου, καθώςκαι οποιαδήποτε πράξη βίας κατ` αυτού, όπως ιδίως η δηλητηρίαση, το κρέμασμα, ο πνιγμός, τοκάψιμο, η σύνθλιψη και ο ακρωτηριασμός. Η στείρωση του ζώου καθώς και κάθε άλληκτηνιατρική πράξη με θεραπευτικό σκοπό, δε θεωρείται ακρωτηριασμός. Β} Απαγορεύεται,εξαιρουμένων των περιπτώσεων κινηματογραφικών ταινιών και γενικότερα οπτικοακουστικούυλικού εκπαιδευτικού προσανατολισμού, η πώληση, εμπορία και παρουσίαση -διακίνηση μέσωδιαδικτύου οποιουδήποτε οπτικοακουστικού υλικού, όπως βίντεο ή άλλου είδουςκινηματογραφικού ή φωτογραφικού υλικού στα οποία απεικονίζεται οποιαδήποτε πράξη βίαςεναντίον ζώου, καθώς και σεξουαλική συνεύρεση μεταξύ ζώων ή μεταξύ ζώου και ανθρώπου μεσκοπό το κέρδος ή τη σεξουαλική ικανοποίηση ατόμων που παρακολουθούν ή συμμετέχουν σεαυτά. Στην ανωτέρω απαγόρευση συμπεριλαμβάνεται και η περίπτωση της μονομαχίας μεταξύζώων. Γ) Σε περίπτωση τραυματισμού ζώου συντροφιάς σε τροχαίο ατύχημα ο υπαίτιος τηςπράξης αυτής, υποχρεούται να ειδοποιήσει άμεσα τον οικείο Δήμο, προκειμένου να παρασχεθεί στοτραυματισμένο ζώο η απαραίτητη κτηνιατρική φροντίδα. Εκτός από την έννοια της ενεργητικής κακοποίησης, αντιληπτό καθίσταται το γεγονός ότιστην έννοια της παθητικής κακοποίησης του άρθρου 16 του ν.4039/12 ή του άρθρου 1 τουν.1197/81 ο οποίος δεν έχει καταργηθεί εισέτι, περιλαμβάνονται ενδεικτικά, η έλλειψηκαταλύματος, το ακατάλληλο κατάλυμα ή τα στενά κλουβιά, η μόνιμη αλυσόδεση, η ακατάλληλητροφή, η μόνιμη παραμονή σε μπαλκόνια, ταράτσες, η έλλειψη νερού ή νερού μη κατάλληλου,χώροι μη στεγνοί και καθαροί, προστατευόμενοι από τις καιρικές συνθήκες, η έλλειψη φροντίδαςγια κτηνιατρική περίθαλψη σε περίπτωση ασθενειών τους, αλλά και τον τακτικό εμβολιασμό καιτην αποπαρασίτωσή τους, η έλλειψη καθημερινής άσκησης και περιπάτου. Μείζονος σημασίας θέμα, καθίσταται και η αναφορά στην αστυνομική αρχή ότι πρόκειται γιααυτεπαγγέλτως διωκόμενο έγκλημα για το οποίο δεν προσαπαιτείται η καταβολή του παραβόλουτων 100 ευρώ, ως ισχύει για τα κατ` έγκληση διωκόμενα εγκλήματα, αλλά και η τήρηση τηςαυτοφώρου διαδικασίας, κρίνεται αναγκαία για τον κολασμό του εγκλήματος αυτού που έχειβαρύνουσα εγκληματική απαξία. {Σχετική η υπ αρ.71377/12/396322, από 30-3-2012, εγκύκλιος,του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας προς τις αστυνομικές αρχές της χώρας.}. Αυτονόητη κρίνεται η συνεργασία με τους φιλοζωικούς συλλόγους, αλλά και απαραίτητη, σεπλείστες περιπτώσεις, η εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 19 παρ.1 για προσωρινή ή οριστικήαφαίρεση του ζώου από την κατοχή του παραβάτη των διατάξεων του άρθρου 5 παρ1 περ. α`, β`,γ` και του άρθρου 16 όταν η μεταχείριση του ζώου είναι ιδιαίτερα σκληρή και βάναυση καιπροκάλεσε ιδιαίτερο πόνο στο ζώο. Επίσης μπορεί ο Εισαγγελέας, με διάταξη του να απαγορεύσειτην απόκτηση άλλου ζώου από τον παραβάτη. Σκόπιμη κρίνεται και η επιτόπια μετάβαση του αρμοδίου Εισαγγελέα όταν επιλαμβάνεταιδημοσιεύματος ή καταγγελίας προς διενέργεια αυτοψίας για να διαπιστώσει τις συνθήκες πουεπικρατούν σε οποιοδήποτε καταφύγιο αδέσποτων ζώων συντροφιάς ή εκτροφείο κι αν αυτές δενείναι σύμφωνες με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 και στις ειδικές διατάξεις που διέπουν τη λειτουργίατους, προκειμένου με προσωρινή διάταξη του, να καθορίσει τα μέτρα που πρέπει να λάβει οιδιοκτήτης του καταφυγίου ή εκτροφείου και το χρονικό διάστημα εντός του οποίου πρέπει νασυμμορφωθεί. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 2 του V4039/12, καθορίζεται ο κτηνίατροςπου έχει πιστοποιηθεί, ως αρμόδιος φορέας, εκτέλεσης της σήμανσης και της καταγραφής τωνζώων συντροφιάς και ιδιοκτητών τους στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική βάση. Οι φορείς εκτέλεσηςτης σήμανσης και της καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους, διενεργούν τησήμανση των ζώων συντροφιάς με τη χρησιμοποίηση κατάλληλων μέσων ηλεκτρονικής σήμανσης,καταχωρούν τα στοιχεία τόσο των ζώων όσο και των ιδιοκτητών τους στη διαδικτυακήηλεκτρονική βάση, την οποία τηρούν σε διαρκή βάση και εκδίδουν βιβλιάριο υγείας κατά τησήμανση των ζώων συντροφιάς ή διαβατήριο, σε περίπτωση που το ζώων θα μεταφερθεί στοεξωτερικό{αρ 3 παρ.3}. Τα ανωτέρω, εφαρμόζονται και για τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς , ενώκαθορίζεται υποχρεωτική η σήμανση κάθε ζώου συντροφιάς, εξαιρουμένων των σκύλων πουχρησιμοποιούνται για την φύλαξη ποιμνίων, {αρ 4 παρ. 2 και 3α}. Οι υπηρεσίες της ΔημοτικήςΑστυνομίας, της Θηροφυλακής των κυνηγετικών συλλόγων και οι υπάλληλοι των Τελωνείων καιτων Σταθμών Υγειονομικού Κτηνιατρικού ελέγχου, εφοδιάζονται με τους κατάλληλους ανιχνευτέςγια την αναγνώριση των ιδιοκτητών δεσποζόμενων ζώων συντροφιάς που φέρουν ηλεκτρονικήσήμανση, [αρ.4 παρ.9}. Στην παρ. 1 του άρθρου 5, καθορίζονται αναλυτικά οι υποχρεώσεις τωνιδιοκτητών του δεσποζόμενου ζώου συντροφιάς, δηλαδή η σήμανση και καταγραφή του ζώου, ηδήλωση απώλειας εντός πενθημέρου, η τήρηση των κανόνων ευζωίας, η εξασφάλιση κατάλληλουκαταλύματος. Σύμφωνα με το άρθρο 7 η διοργάνωση εκθέσεων με ζώα συντροφιάς επιτρέπεταιμετά από σχετική άδεια της αρμόδιας Υπηρεσίας Κτηνιατρικής του οικείου Δήμου {αρ 7}, όπουορίζονται και οι υποχρεώσεις όσων διοργανώνουν εκθέσεις. Με τη διάταξη του άρθρου 8επιτρέπεται η διατήρηση δεσποζόμενων ζώων συντροφιάς σε μονοκατοικίες και πολυκατοικίες πουαποτελούνται από δύο διαμερίσματα και κάτω υπό προϋποθέσεις, ενώ απαγορεύεται η διατήρησηκαι παραμονή ζώων συντροφιάς σε κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας {αρ 8}. Ηπερισυλλογή και η διαχείριση αδέσποτων ζώων συντροφιάς όπως ορίζεται στο άρθρο 9 αποτελείυποχρέωση των Δήμων, δυνητικά μπορεί να ασκείται και από Συνδέσμους Δήμων , καθώς και απόΦιλοζωικές ενώσεις και Σωματεία σε συνεργασία με τον οικείο Δήμο, εφόσον αυτά διαθέτουν τιςκατάλληλες υποδομές. Για την περισυλλογή των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, συγκροτούνταισυνεργεία από άτομα κατάλληλα εκπαιδευμένα και έμπειρα στην αιχμαλωσία ζώων συντροφιάςπου καθοδηγούνται από κτηνίατρο. Η μετακίνηση και μεταφορά ζώων συντροφιάς διέπεται από τιςδιατάξεις των κανονισμών 998/2003, 338/2010, 1/2005 και του ΠΔ 184/1996 {αρ 10 παρ1}.Επιτρέπεται, με την επιφύλαξη ευνοϊκότερων ρυθμίσεων ή κανονισμών των μέσων μαζικήςμεταφοράς, καθώς και στα ταξί και επιβατηγά πλοία, εφόσον τα ζώα είναι τοποθετημένα σεασφαλές κλουβί μεταφοράς και συνοδεύονται από τον ιδιοκτήτη ή τον κάτοχο τους {αρ 10παρ.2}. Με το άρθρο 12, θεσπίζεται απαγόρευση της χρησιμοποίησης κάθε είδους ζώου σε κάθεείδους θεάματα {τσίρκο ή σε θίασο με ποικίλο πρόγραμμα} και άλλες συναφείς δραστηριότητες.Επίσης, απαγορεύεται η εκτροφή, η εκπαίδευση και χρησιμοποίηση ζώων για οποιαδήποτε είδοςμονομαχίας, καθώς και η εκτροφή και χρησιμοποίηση σκύλων και γατών για παραγωγή γούνας,δέρματος, κρέατος ή για την παρασκευή φαρμακευτικών ή άλλων ουσιών. Με το άρθρο 14,καθορίζεται ότι ο Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι αρμόδια αρχή για την εφαρμογή τουάρθρου 12. Στο άρθρο 20 προβλέπονται οι ποινικές κυρώσεις. Σύμφωνα με την παρ.1 αυτού, η παράνομηεμπορία ζώων συντροφιάς κατά τους όρους του εν λόγω νόμου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισηςτουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή από (5.000) ευρώ έως (15000) ευρώ. Με την ίδιαποινή φυλάκισης και χρηματική τιμωρία τιμωρούνται οι παραβάτες των διατάξεων των παρ. α` καιβ` του άρθρου 16 (άρθρο 20, παρ. 2). Οι παραβάτες των διατάξεων του άρθρου 12 τιμωρούνταιμε φυλάκιση μέχρι δύο έτη και με χρηματική ποινή από (5.000) ευρώ έως (15.000) ευρώ (άρθρο20, παρ.3). Οι παραβάτες της διάταξης της περίπτωσης β` της παρ. 8 του άρθρου 5, καθώς και ηκλοπή οποιουδήποτε ζώου συντροφιάς τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι έξι μήνες και με χρηματικήποινή (3.000) ευρώ, ενώ η κλοπή κυνηγητικού σκύλου ή σκύλου βοηθείας τιμωρείται με φυλάκισημέχρι ένα έτος και χρηματική ποινή από (5.000) ευρώ έως (8.000) ευρώ (άρθρο 20, παρ.4 ).Σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 20, η έκθεση βεβαίωσης της παράβασης, που συντάσσεται απότην αρμόδια αρχή για τις περιπτώσεις των παραγράφων 1 έως 4 του ιδίου άρθρου, διαβιβάζεταιαυθημερόν στον αρμόδιο Δήμο για την επιβολή των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων καιπροστίμων. Ο ισχύον στη χώρα μας νόμος 4039/12, ορίζει ως αρμόδια όργανα βεβαίωσης τωνπαραβάσεων που διαπιστώνουν κατά την άσκηση των καθηκόντων ελέγχου, τη ΔημοτικήΑστυνομία, τη θηροφυλακή των κυνηγετικών συλλόγων, τους υπαλλήλους των τελωνείων καιτων Σταθμών Υγειονομικού ελέγχου. Ως και στο άρθρο 21 ,{που προβλέπει τις διοικητικέςκυρώσεις και τα πρόστιμα}, αρμόδια όργανα βεβαίωσης των παραβάσεων του νόμου, αναφέρει τηΔημοτική Αστυνομία και τους ως άνω λοιπούς κι όταν δε λειτουργεί υπηρεσία Δημοτικήςαστυνομίας, άλλη αρμόδια Υπηρεσία του Δήμου. Ως φαίνεται η βούληση του νομοθέτη ήταν νααφαιρέσει την αρμοδιότητα αυτή από την ΕΛ.ΑΣ και να την αναθέσει, αποκλειστικά στη ΔημοτικήΑστυνομία {συμφώνως και με το άρθρο 1 εδ` 24 του ν.3431/2008 που διέπει τη ΔημοτικήΑστυνομία}, τούτη ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν τα ζώα συντροφιάς, ενώ ότανη αρμοδιότητα τυγχάνει συντρέχουσα με αυτή της ΕΛ.ΑΣ., αναφέρεται ρητώς, ως επί παραδείγματι,η ρύθμιση της κυκλοφορίας του εδαφίου 8, ασκείται από κοινού με την ΕΛ.ΑΣ. Στο Π.Δ. 258/86{Κ.Π.Δ}, ορίζεται : Στο άρθρο 33, ότι η προανάκριση και η προκαταρκτική εξέταση {άρ. 31 παρ.1,στοιχ. α`, β`, γίνονται ύστερα από παραγγελία του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών και υπό τηδιεύθυνση του, 1} από τους Πταισματοδίκες και Ειρηνοδίκες, 2}από τους βαθμοφόρους τηςχωροφυλακής που έχουν βαθμό, τουλάχιστον, υπενωματάρχη και 3} από τους υπαλλήλους πουέχουν βαθμό, τουλάχιστον υπαρχιφύλακα, στο δε άρθρο 34, ότι η προκαταρκτική εξέταση και ηπροανάκριση ορισμένων εγκλημάτων ενεργείται και από δημοσίους υπαλλήλους, όπου αυτόπροβλέπεται σε ειδικούς νόμους, πάντοτε υπό τη διεύθυνση και την εποπτεία του ΕισαγγελέαΠλημ/κών. Οι ανακριτικοί υπάλληλοι οφείλουν να ανακοινώνουν, χωρίς χρονοτριβή, στον αρμόδιοΕισαγγελέα, οτιδήποτε πληροφορούνται με κάθε τρόπο, για αξιόποινη πράξη που διώκεταιαυτεπαγγέλτως. Συμφώνως δε με το άρθρο 243 παρ.1, η προανάκριση ενεργείται απόοποιονδήποτε ανακριτικό υπάλληλο, μετά από γραπτή παραγγελία του Εισαγγελέα, οτιδήποτεπληροφορούνται με κάθε τρόπο για αξιόποινη πράξη που διώκεται αυτεπαγγέλτως. Η προανάκρισηενεργείται από οποιοδήποτε ανακριτικό υπάλληλο, μετά από γραπτή παραγγελία του Εισαγγελέα αναπό τη καθυστέρηση απειλείται άμεσος κίνδυνος ή αν πρόκειται για αυτόφωρο κακούργημα ήπλημμέλημα, όλοι οι κατά τα άρθρα 33 και 34 ανακριτικοί υπάλληλοι είναι υποχρεωμένοι ναεπιχειρούν όλες τις προανακριτικές πράξεις που είναι αναγκαίες για να βεβαιωθεί η πράξη και ναανακαλυφθεί ο δράστης, έστω και χωρίς προηγούμενη παραγγελία του Εισαγγελέα. Στηνπερίπτωση αυτή ειδοποιούν τον Εισαγγελέα με το ταχύτερο μέσο και του υποβάλλουν, χωρίςχρονοτριβή τις εκθέσεις που συντάχθηκαν. Στο δε άρθρο 16 του ν.2800/2000, ορίζεται ότικαθήκοντα γενικών ανακριτικών υπαλλήλων, ασκεί το αστυνομικό προσωπικό που προβλέπεταιαπό τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 33 του Κ.Π.Δ. Με τις ανωτέρω διατάξεις με τις οποίεςκαταργείται κάθε προγενέστερη γενική ή ειδική αντίθετη ρύθμιση, δημιουργείται τεκμήριοαρμοδιότητας, υπέρ της Δημοτικής Αστυνομίας, για τον έλεγχο εφαρμογής των κανονιστικώνρυθμίσεων που αφορούν τοπικές υποθέσεις, η άσκηση δε αστυνόμευσης από τη ΔημοτικήΑστυνομία δε συνεπάγεται ρωγμή στο σύστημα αστυνόμευσης της χώρας, αφού η δημοτικήαστυνομία δεν αναλαμβάνει την άσκηση όλων των αρμοδιοτήτων αστυνόμευσης στα διοικητικάτης όρια, αλλά δρα συμπληρωματικά και μάλιστα σε συνάφεια με τη διοίκηση των τοπικώνυποθέσεων. Η προανάκριση και η προκαταρκτική εξέταση γίνονται ύστερα από παραγγελία του ΕισαγγελέαΠλημμελειοδικών και υπό τη διεύθυνση του, τόσο από Ειρηνοδίκες-Πταισματοδίκες καιΑστυνομικούς υπαλλήλους της ΕΛ.ΑΣ. {γενικοί προανακριτικοί υπάλληλοι}, όσο και από λοιπούςδημοσίους υπαλλήλους, όπου αυτό προβλέπεται ρητά {ειδικοί προανακριτικοί υπάλληλοι}. Στουςτελευταίους υπάγεται και το αστυνομικό προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας. Η αρμοδιότητατων ειδικών προανακριτικών υπαλλήλων για διενέργεια προανακρίσεως σε ορισμένα εγκλήματαδεν αποκλείει την παράλληλη αρμοδιότητα των γενικών προανακριτικών υπαλλήλων ναενεργήσουν προανάκριση και για τα εγκλήματα αυτά. Τούτο συνάγεται, σαφώς, από τη διατύπωσητης διατάξεως του άρθρου 34 του Κ.Π.Δ., προκειμένου να ορισθεί η αρμοδιότητα των ειδικώνπροανακριτικών υπαλλήλων για διενέργεια προανακρίσεως, σε ορισμένα εγκλήματα. Τόσο οιγενικοί, όσο και οι ειδικοί προανακριτικοί υπάλληλοι, ενεργούν καταρχήν προανάκριση, μετά απόέγγραφη παραγγελία του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Σε δύο {2} όμως περιπτώσεις, κατ`εξαίρεση, οι προανακριτικοί υπάλληλοι {γενικοί και ειδικοί}, μπορούν, αλλά και υποχρεούνται ναενεργήσουν προανάκριση, χωρίς προηγούμενοι παραγγελία του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, ήτοι:1} όταν πρόκειται για αυτόφωρο κακούργημα ή πλημ/μα και 2} όταν επίκειται από την αναβολή,κατά την κρίση τους κίνδυνος να ματαιωθεί ή να δυσχερανθεί, η βεβαίωση του διαπραχθέντοςεγκλήματος και η ανακάλυψη του δράστη, οπότε οφείλουν να επιχειρούν όλες τις προανακριτικέςπράξεις που είναι αναγκαίες για να βεβαιωθεί η πράξη, να ανακαλυφθεί ο δράστης και ναειδοποιούν, αμέσως, τον Εισαγγελέα Πλημ/κών. Αν για το ίδιο έγκλημα, επιληφθούν της προανακρίσεως περισσότεροι προανακριτικοίυπάλληλοι που υπόκεινται στον ίδιο Εισαγγελέα, όπως λ.χ. ένας γενικός και ένας ειδικόςπροανακριτικός υπάλληλος, επέρχεται μεταξύ αυτών σύγκρουση αρμοδιότητας η οποία αίρεταιαπό τον εν λόγω Εισαγγελέα, δυνάμει των άρθρων 31,33 και 34 του Κ.Π.Δ. Επομένως, η βεβαίωσητων διοικητικών παραβάσεων γίνεται μόνο από τα όργανα της Δημοτικής Αστυνομίας, το δεπροσωπικό της ΕΛ.ΑΣ., καθίσταται αναρμόδιο, καθ` ύλην. Όμως οι αστυνομικοί της ΕΛ.ΑΣ., ως γενικοί προανακριτικοί υπάλληλοι, εφόσον υπάρχει σχετικήΕισαγγελική παραγγελία ή πρόκειται για αυτόφωρο κακούργημα ή πλημμέλημα ή απειλείταικίνδυνος να ματαιωθεί ή δυσχερανθεί η βεβαίωση του εγκλήματος ή να αποκαλυφθεί ο δράστης,υποχρεούνται στις αναγκαίες προανακριτικές ενέργειες για τη βεβαίωση των αξιοποίνων πράξεων,την ανακάλυψη του δράστη και την ειδοποίηση του Εισαγγελέα. Παράλληλα, όμως, οφείλουν, ναενημερώνουν και τον οικείο Ο.Τ.Α για τις διοικητικές παραβάσεις. Σημειωτέον, ότι, οι της ΔημοτικήςΑστυνομίας, δε διαθέτουν εξοπλισμό και κρατητήρια για να προβούν σε σύλληψη στα πλαίσια τουαυτοφώρου. {Σχετική η υπ. αρ. 448/2010 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους}.Επομένως, στην πραγματικότητα για την τήρηση του αυτοφώρου αρμόδια καθίσταται η Ελληνικήαστυνομία, για το αυτεπαγγέλτως διωκόμενο αδίκημα της παραβάσεως του άρθρου 16 τουν.4039/2012. Για δε την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του εγκλήματος {πλημμελήματος} σε βάρος τωνζώων στα πλαίσια, ιδίως, του αυτοφώρου, όταν αυτό τελείται μέσω του διαδικτύου ο Εισαγγελέας,με την παραγγελία του για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης ιδίως μέσω τηςΔιεύθυνσης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της ΕΛ.ΑΣ, παραγγέλλει την ιστοσελίδα κοινωνικήςδικτύωσης να παράσχει τα στοιχεία του χρήστη, διεύθυνση κ.τ.λ. Η ανωνυμία στο διαδίκτυοσυνδέθηκε με τρεις {3} γνωμοδοτήσεις της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, υπ. αρ. 9/09, 12/09 και9/11, στις οποίες αναφέρεται ότι εξωτερικά στοιχεία της επικοινωνίας {δεδομένα κίνησης και θέσηςτων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με το ν.3471/06, ήτοι τα ηλεκτρονικά ίχνη τωνχρηστών -ip address- δεν υπάγονται στις προστατευτικές διατάξεις του άρθρου 19 τουΣυντάγματος. Κατά το άρθρο 4 παρ.1 του ν.3471/06, με τον οποίο ενσωματώθηκε στην Ελληνικήένομμη τάξη η οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ηςΙουλίου του έτους 2002, οποιαδήποτε χρήση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τωνδιαθεσίμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προστατεύεται από το απόρρητοτων επικοινωνιών. Η άρση του απορρήτου είναι επιτρεπτή μόνο υπό τις προϋποθέσεις και τιςδιαδικασίες που προβλέπονται από το άρθρο 19 του Συντάγματος. Το Σύνταγμα δεν αναφέρεται σεοποιαδήποτε επικοινωνία ή ανταπόκριση μεταξύ προσώπων, καθιερώνει την προστασία τηςεπικοινωνίας με την έννοια της ανταλλαγής διανοημάτων, ειδήσεων, γνωμών και ειδικότερα αυτήςπου γίνεται εντός πλαισίων οικειότητας και ιδιωτικής επικοινωνίας {Ολ. ΑΠ 1/2001}. Οι περιπτώσεις που ενδιαφέρουν, όταν οι ανακριτικές αρχές, στα πλαίσια προκαταρκτικήςεξέτασης, προανάκρισης ή κυρίας ανάκρισης ζητούν την ανακοίνωση εκ μέρους των παροχώνυπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στοιχείων, σχετικών, με την ταυτότητα και τη θέση τηςσυνδέσεως ή του χρήστη, εκφευγουν του προστατευτικού πεδίου της διατάξεως του άρθρου 19του Συντάγματος. Οι επαφές αυτές έχουν εγκληματικό περιεχόμενο. Προκειμένου δε να ασκηθούντα δικαιώματα του ατόμου, κατ` άρθρον 25 παρ.1 του Συντάγματος για παροχή προστασίας {αρ.20 του Συντάγματος} και τιμωρήσεως των εγκλημάτων {αρ. 96 παρ. 1 και 87 παρ. 1 τουΣυντάγματος}, μπορούν να συγκεντρώνουν τα αναγκαία αποδεκτά στοιχεία για τη βεβαίωση τουεγκλήματος {αρ. 251, 239 παρ. 1-2 και 248 Κ.Π.Δ}, χωρίς να τηρηθεί η διαδικασία άρσεως τουαπορρήτου του ν. 2225/94, βεβαίως με την τήρηση των αρχών της αναλογικότητας, όταν δηλαδήμόνο με αυτό το μέσο θα γίνει δυνατή η βεβαίωση του εγκλήματος και η ανακάλυψη του δράστη. Η δε νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης {οδηγία 2002 /58 -ν3471/06 και οδηγία 24/06-ν,3417/11, διευρύνει την έννοια της απόρρητης και προστατευόμενης επικοινωνίας αφού οορισμός περί επικοινωνίας είναι ευρύτερος του άρθρου 19 του Συντάγματος. Η νομοθεσία τηςΕυρωπαϊκής Ένωσης {οδηγία 2002/58, ν.3471/06 και η οδηγία 24/06-ν.3417/11, διευρύνει τηνέννοια της απόρρητης και προστατευόμενης επικοινωνίας και ως εκ τούτου το θέμα της ανωνυμίαςστο διαδίκτυο δέον θα ήταν να αντιμετωπιστεί νομοθετικά για να προληφθεί το έγκλημα μέσωδιαδικτύου και να τεθούν όρια στην ανώνυμη χρήση με ταυτοποίηση των διαχειριστών ή χρηστών Εν κατακλείδι, η παροχή τροφής και νερού σε αδέσποτα ζώα δεν παραβιάζει τις διατάξεις τουν.4039/2012, είναι μέσα στο πνεύμα σεβασμού κάθε έμβιας ύπαρξης για δικαίωμα στη ζωή, πρέπειόμως να τηρούνται συνθήκες καθαριότητας, η έλλειψη της οποίας ασφαλώς δημιουργεί ευθύνη. Ο Αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου Ρούσσος Εμμανουήλ Παπαδάκης

 

 

 

 

Αριθμός 3810/2012

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Δ΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 10 Μαΐου 2011, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος,Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ΄ Τμήματος, Γ. Παπαγεωργίου, Ε. Αντωνόπουλος, Ηρ. Τσακόπουλος,Κ. Πισπιρίγκος, Σύμβουλοι, Μ. Σωτηροπούλου, Ι. Μιχαλακόπουλος, Πάρεδροι. Γραμματέας η Αικ.Ρίπη. Για να δικάσει την από 10 Σεπτεμβρίου 2007 αίτηση: του ……………. ……………. του ……………….., κατοίκου ….. ( ……….. ….), ο οποίος παρέστη με τηδικηγόρο Γεωργία Τασσοπούλου (Α.Μ. 20534), που την διόρισε με πληρεξούσιο, κατά των: 1) Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ο οποίος παρέστη με τονΚωνσταντίνο Κηπουρό, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και 2) ΝομαρχιακήςΑυτοδιοίκησης Δωδεκανήσου και ήδη Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, η οποία δεν παρέστη. Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθούν: 1) η υπ’ αριθμ. πρωτ. 7535/31.8.2007απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, 2) η 1743/8.5.2007 πράξη τουΠροϊσταμένου της Διευθύνσεως Κτηνιατρικής της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Δωδεκανήσου καικάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως. Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Ι. Μιχαλακόπουλου. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξουσία του αιτούντος, η οποία ανέπτυξε και προφορικάτους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωποτου Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κα ι Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο  Ν ό μ ο 1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίσιν αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ειδικάγραμμάτια παραβόλου με αριθμούς 1944802 και 843981/2007, Σειράς Α). 2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται ν’ ακυρωθούν: α) η υπό στοιχεία 7535/31.8.2007πράξη του Γενικού Γραμματέως της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με την οποίαν απερρίφθηπροσφυγή του αιτούντος, στρεφομένη κατά της 1743/2007 αποφάσεως του Προϊσταμένου τηςΔιευθύνσεως Κτηνιατρικής της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Δωδεκανήσου και β) η τελευταίααυτή, 1743/8.5.2007 πράξη του Προϊσταμένου της Διευθύνσεως Κτηνιατρικής της Ν. Α.Δωδεκανήσου, με την οποίαν ανεκλήθη προγενέστερη άδεια λειτουργίας ιδιωτικού ιατρείου μικρώνζώων επ΄ ονόματι του αιτούντος [υπό στοιχεία 3118/13.9.2004], στην …. (οδός ……………, ..). 3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται προς συζήτηση στην επταμελή σύνθεση του Δ΄ Τμήματος, μετάτην 814/2011 παραπεμπτική απόφαση του ιδίου Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση, λόγωσπουδαιότητας του ανακύψαντος ζητήματος. 4. Επειδή, την δίκη συνεχίζει χωρίς άλλη διατύπωση αντί της καταργηθείσης ΝομαρχιακήςΑυτοδιοικήσεως Δωδεκανήσου η αρτισύστατος Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου δυνάμει του άρ. 283παρ. 2 ν. 3852/2010 (Α΄. 87), εκπροσωπουμένη από τον οικείο Περιφερειάρχη [άρ. 159 παρ. 1περίπτ. (δ) ν. 3852/2010]. 5. Επειδή, νομίμως συζητείται η υπόθεση κατά την δικάσιμο της 2.6.2009 παρά την μηπαράσταση της Περιφερείας Νοτίου Αιγαίου, δεδομένου ότι κοινοποιήθηκε εμπροθέσμως προςαυτήν αντίγραφο της ανωτέρω παραπεμπτικής αποφάσεως η οποία περιείχε και ορισμό δικασίμου(βλ. την 7.4.2011 έκθεση επιδόσεως που υπάρχει στην δικογραφία). 6. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως προκύπτουν τα εξής:Επ΄ ονόματι τουαιτούντος, πτυχιούχου κτηνιάτρου, είχε χορηγηθεί άδεια λειτουργίας ιδιωτικού ιατρείου μικρώνζώων στην οδό …….. ….., στην Κω, κατ’ εφαρμογήν του ν. 604/1977 (Α΄. 163) και τουεκτελεστικού του π. δ/τος 463/1978 (Α΄. 96) με την 3118 πράξη της Προϊσταμένης της Δ/νσεωςΚτηνιατρικής της Ν. Α. Δωδεκανήσου. Ακολούθως ο αιτών με την υπό στοιχεία ΔΔΟΥ9261/7.11.2006 πράξη του Νομάρχη Δωδεκανήσου κατετάγη κατ΄ εφαρμογήν του άρ. 11 π. δ/τος164/2004 (Α΄. 134) σε οργανική θέση κλάδου ΠΕ Κτηνιάτρων του Επαρχείου Κω με σχέσηεργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ανέλαβε δε υπηρεσία την 30ή Μαρτίου 2007, υπότην ισχύ του Κώδικα Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., οοποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3528/2007 (Α΄ 26). Με την ήδη προσβαλλομένηπράξη της Δ/νσεως Κτηνιατρικής της Ν. Α. Δωδεκανήσου (1743/8.5.2007) ανεκλήθη η άδειαλειτουργίας του ιατρείου αυτού, με την αντίληψη ότι δεν επιτρέπεται κατά νόμον η άσκησηιδιωτικού επ’ αμοιβή έργου από υπάλληλο ν.π.δ.δ., έστω και επί συμβάσει. Με την πρώτη δεπροσβαλλομένη πράξη (7535/31.8.2007) του Γενικού Γραμματέως της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίουαπερρίφθη και σχετική προσφυγή νομιμότητος, που είχε ασκήσει ο αιτών. 7. Επειδή, ο ν. 604/1977, τιτλοφορούμενος «Περί ιδρύσεως και λειτουργίας Ιδιωτικών Ιατρείων,Κλινικών και ενδιαιτημάτων ζώων» (Α΄163), ορίζει τα εξής: « Άρθρον 2. Ορισμοί Όπου εν τωπαρόντι αναφέρεται: 1. Ιατρείον ζώων ή Κτηνιατρείον, νοείται ο χώρος εις τον οποίον ο κτηνίατροςεξετάζει και παρέχει ιατρικήν αντίληψιν και νοσηλείαν εις ασθενή ζώα, μετά το πέρας της οποίαςταύτα απέρχονται. ….» «Αρθρον 3. Κατηγορίαι – Προϋποθέσεις ιδρύσεως Κτηνιατρείων,Κτηνιατρικών Κλινικών και Ενδιαιτημάτων ζώων 1. Τα Κτηνιατρεία, αι Κτηνιατρικαί Κλινικαί και ταΕνδιαιτήματα ζώων διακρίνονται εις κατηγορίας ως κάτωθι: α) Κτηνιατρείον μικρών ζώων. β)Κτηνιατρείον μεγάλων ζώων. γ) Κλινική μικρών ζώων. δ) Κλινική μεγάλων ζώων. ε) Ενδιαιτήματαμικρών ζώων. 2. Διά Προεδρικού Διατάγματος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Γεωργίαςορίζονται οι όροι και αι προϋποθέσεις ιδρύσεως των εν παρ. 1 καταστημάτων, το απαιτούμενον δι`έκαστον τούτων επιστημονικόν προσωπικόν, η απαιτουμένη έκτασις και οι επί μέρους χώροιαυτών, τα απαραίτητα όργανα και σκεύη δια την κανονικήν λειτουργίαν αυτών τηρουμένων τωνεκάστοτε ισχυουσών διατάξεων περί προστασίας δημοσίας υγείας ως και πάσα σχετική λεπτομέρειαεφαρμογής του παρόντος άρθρου», «Άρθρον 6. Άδεια λειτουργίας 1. Διά την λειτουργίανκτηνιατρείων μικρών ή μεγάλων ζώων, κλινικής, ή ενδιαιτήματος ζώων απαιτείται σχετική άδεια,χορηγουμένη υπό της προϊσταμένης Κτηνιατρικής αρχής του οικείου Νομού, αιτήσει τουενδιαφερομένου, 2. …», όπως η παράγραφος 1 του άρ. 6 διαμορφώθηκε μετά την προσθήκηεδαφίων από το άρ. 14 παρ. 2 περ. (α) ν. 3170/2003 (Α΄ 191), «Άρθρον 10 Διοικητική καιΕπιστημονική Διεύθυνσις 1. 2. Την επιστημονικήν ευθύνην κτηνιατρείων μικρών ή μεγάλων ζώων,Κτηνιατρικής Κλινικής, έχει ο εν τη αδεία λειτουργίας οριζόμενος Κτηνίατρος, όστις δέον να κατέχηπτυχίον Κτηνιατρικής ημεδαπού ή αλλοδαπού Πανεπιστημίου ή ισοτίμου Ανωτάτης Σχολής, άδειανασκήσεως του κτηνιατρικού επαγγέλματος εν Ελλάδι και είναι εγγεγραμμένος είς τιναανεγνωρισμένον Κτηνιατρικόν Σύλλογον», …», όπως η παράγραφος 2 του άρ. 10 διαμορφώθηκεμετά την προσθήκη εδαφίων από το άρ. 14 παρ. 3 ν. 3170/2003, και, τέλος, «Άρθρον 11.Υποχρεώσεις Κτηνιάτρου – Τηρούμενα βιβλία 1. Αι υποχρεώσεις του έχοντος την επιστημονικήνευθύνην κτηνιατρείων μικρών ή μεγάλων ζώων, Κλινικής ή την υγειονομικήν εποπτείανΕνδιαιτήματος ζώων κτηνιάτρου ρυθμίζονται δια Διατάγματος εκδιδομένου προτάσει τουΥπουργού Γεωργίας. Δια του αυτού Διατάγματος καθορίζονται τα υποχρεωτικώς τηρούμενα βιβλίακαι λοιπά στοιχεία υπό των εν λειτουργία καταστημάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 3. 2 …»,όπως η παράγραφος 1 του άρ. 11 διαμορφώθηκε μετά την προσθήκη εδαφίων από το άρ. 14 παρ.4 ν.3170/2003. Εξ άλλου, κατ΄ εξουσιοδότησιν των άρθρων 3 παρ. 2 και 11 παρ. 1 ν. 604/1977εξεδόθη το π. δ. 463/1978, «Περί των όρων και προϋποθέσεων ιδρύσεως και λειτουργίαςιδιωτικών ιατρείων, κλινικών και ενδιαιτημάτων ζώων, καθορισμού υποχρεώσεων Κτηνιάτρων καιτηρουμένων βιβλίων» (Α΄. 96), το οποίο στο σχετικό με τα κτηνιατρεία άρθρο 1 αυτούπεριλαμβάνει απλώς ορισμούς ως προς τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι χώροι τωνιατρείων αυτών. 8. Επειδή, περαιτέρω, το κωδικοποιητικό π. δ. 410/1988 [«Κωδικοποίηση σε ενιαίο κείμενο τωνδιατάξεων της κείμενης νομοθεσίας, που αφορούν το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικούδικαίου του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των λοιπών ΝομικώνΠροσώπων Δημοσίου Δικαίου», (Α΄ 191)] ορίζει τ΄ ακόλουθα στην παρ. 1 του άρθρου 14 αυτού(επιγραφομένου «Καθήκοντα, περιορισμοί και αστική ευθύνη») σε σχέση με την υπηρεσιακήκατάσταση των υπαλλήλων αυτής της κατηγορίας : «1. Οι διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για ταθεμελιώδη καθήκοντα, τους περιορισμούς και την αστική ευθύνη των δημόσιων πολιτικώνδιοικητικών υπαλλήλων εφαρμόζονται ανάλογα και για το προσωπικό του Κεφαλαίου αυτού, μεεξαίρεση τις διατάξεις για την εντοπιότητα». Το δε άρ. 31 του προμνησθέντος Κώδικα ΔημοσίωνΠολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007), εντασσόμενο στοκεφάλαιο το σχετικό με τους περιορισμούς των υπαλλήλων, ορίζει τ΄ ακόλουθα : «Άσκησηιδιωτικού έργου με αμοιβή 1. Μετά από άδεια ο υπάλληλος μπορεί να ασκεί ιδιωτικό έργο ή εργασίαμε αμοιβή, εφόσον συμβιβάζεται με τα καθήκοντα της θέσης του και δεν εμποδίζει την ομαλήεκτέλεση της υπηρεσίας του. 2. Η άδεια χορηγείται για συγκεκριμένο έργο ή εργασία μετά απόσύμφωνη αιτιολογημένη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου και μπορεί να ανακαλείται με τονίδιο τρόπο … 3.Δεν επιτρέπεται στον υπάλληλο η κατ΄ επάγγελμα άσκηση εμπορίας. 4. Ειδικέςαπαγορευτικές διατάξεις διατηρούνται σε ισχύ». Τέλος, το μεν άρ. 37 του κωδ. π. δ/τος 410/1988ορίζει τα εξής : «Έννοια πειθαρχικού αδικήματος. 1. Κάθε παράβαση των καθηκόντων τουπροσληφθέντος με υπαίτια πράξη ή παράλειψη, που μπορεί να καταλογισθεί, αποτελεί πειθαρχικόαδίκημα. 2. Το κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου καθήκον προσδιορίζεται τόσο απότις διατάξεις, εγκυκλίους, οδηγίες και διαταγές που αφορούν στην υπηρεσία τουπροσλαμβανόμενου, όσο και από τη διαγωγή που οφείλει να τηρεί, εξαιτίας της θέσης του, μέσα καιέξω από την υπηρεσία», ενώ στο άρ. 39 του ιδίου διατάγματος ορίζονται τ’ ακόλουθα:«Πειθαρχικές ποινές. 1. Πειθαρχικές ποινές είναι: α) Έγγραφη επίπληξη. β) Πρόστιμο μέχρι τιςαποδοχές ενός μήνα. 2. Πειθαρχική ποινή επιβάλλεται, εφόσον δεν δικαιολογείται καταγγελία τηςσύμβασης εργασίας για σπουδαίο λόγο. 3. Το πρόστιμο αποτελεί έσοδο του οικείου οργανισμούτοπικής αυτοδιοίκησης» και στο άρθρο 53 αυτού ρυθμίζονται τα της καταγγελίας της συμβάσεωςεργασίας ως ακολούθως: «Καταγγελία της σύμβασης εργασίας από την υπηρεσία . Η σύμβαση τηςεργασίας μπορεί να καταγγελθεί από την υπηρεσία οποτεδήποτε για σπουδαίο λόγο. Σπουδαίο λόγοαποτελεί ιδίως: α)Η παράβαση του άρθρου 38 παρ. 1 περίπτ. α`. β) Η παράβαση καθήκοντος κατάτον ποινικό κώδικα ή άλλο ειδικό ποινικό νόμο. γ) Η αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση τωνκαθηκόντων για δεκαπέντε (15) τουλάχιστον κατά συνέχεια ημέρες. δ) Η παραβίαση απορρήτωντης υπηρεσίας. ε) Η διάπραξη μέσα σε ένα έτος, από τότε που έχει τελεστεί αδίκημα πουτιμωρήθηκε τουλάχιστον με πρόστιμο ίσο με τις αποδοχές ενός μήνα, άλλου αδικήματος πουμπορεί να επισύρει την ίδια ποινή. στ) Η κατά σύστημα ανάρμοστη συμπεριφορά κατά τηνεκτέλεση των καθηκόντων. ζ) Η σοβαρή απείθεια στις νόμιμες εντολές των προίσταμένων. 2. Ηκαταγγελία της σύμβασης εργασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, γίνεται μεαπόφαση του αρμόδιου για την πρόσληψη οργάνου, μετά από σύμφωνη αιτιολογημένη γνώμη τουοικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η λύση της σύμβασης εργασίας επέρχεται από την ανακοίνωσητης απόφασης στον απασχολούμενο.» 9. Επειδή, η υπό στοιχείο β) προσβαλλομένη πράξη είναι μη νομίμως αιτιολογημένη, διότι από τιςανωτέρω διατάξεις του ν. 604/1977 δεν συνάγεται ότι η δημοσιοϋπαλληλική ιδιότητα εμποδίζει τηνχορήγηση αδείας λειτουργίας ιατρείου μικρών ζώων ή ότι η κτήση της τοιαύτης ιδιότητος αποτελείλόγο ανακλήσεως της χορηγηθείσης αδειάς (πρβλ. ΣτΕ 1951/1982, 559-560,633/1983, 2425/1988·πρβλ. και 1789, 1793/2010). Είναι δε διάφορο το ζήτημα επιβολής πειθαρχικών κυρώσεων ειςβάρος του αιτούντος ή και η καταγγελία της συμβάσεώς του από την υπηρεσία, διότι αθέτησε τηναπορρέουσα από τις ως άνω διατάξεις των άρθρων 14 του κωδ. π. δ/τος 410/1988 και 31 παρ.1,2 του Κώδικα Πολιτικών Υπαλλήλων (σε συνδυασμό με τ΄ άρθρα 37 παρ. 1, 2, 39 και 53 τουκωδ. π. δ/τος 410/1988) υποχρέωσή του είτε εφοδιασθεί με ειδική, προηγουμένη άδεια για τηνάσκηση της επαγγελματικής αυτής δραστηριότητας είτε να απόσχει εν πάση περιπτώσει απόδραστηριότητα, η οποία έχει χαρακτήρα εμπορίας. Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτός ως βάσιμος οπροβαλλόμενος σχετικός λόγος ακυρώσεως και ν’ ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις, ενώπαρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των υπολοίπων λόγων. Δ ι ά  τ α ύ τ α Δέχεται την αίτηση ακυρώσεως, Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου, Ακυρώνει την 1743/8.5.2007 πράξη του Προϊσταμένου της Διευθύνσεως Κτηνιατρικής της Ν. Α.Δωδεκανήσου και την υπό στοιχεία 7535/31.8.2007 πράξη του Γ.Γ. της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίουκαι Επιβάλλει συμμέτρως εις βάρος του Δημοσίου και της Περιφερείας Νοτίου Αιγαίου την δικαστικήδαπάνη του αιτούντος, η οποία ανέρχεται σε χίλια τριακόσια ογδόντα (1.380) ευρώ,. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 18 Μαΐου 2011 Ο Πρόεδρος του Δ` Τμήματος                                                            Η Γραμματέας Σωτ. Αλ. Ρίζος                                                                                     Αικ. Ρίπη και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 9ης Οκτωβρίου 2012. Ο Πρόεδρος του Δ` Τμήματος                                         Η Γραμματέας του Δ` Τμήματος Σωτ. Αλ. Ρίζος                                                                    Μ. Παπαδοπούλου

3322/2012 ΣΤΕ

 

Αριθμός 3322/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣΤΜΗΜΑ Α΄  Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 11 Ιανουαρίου 2010, με την εξής σύνθεση: Αθ.Ράντος, Αντιπρόεδρος, Αναπληρωτής Πρόεδρος, ελλείποντος Προέδρου του Τμήματος, Δ.Σκαλτσούνης, Σπ. Μαρκάτης, Σπ. Χρυσικοπούλου, Α. Καλογεροπούλου, Σύμβουλοι, Δ.Εμμανουηλίδης, Κ. Κονιδιτσιώτου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Κολιοπούλου. Για να δικάσει την από 5 Μαρτίου 2007 αίτηση: του Δήμου Αθηναίων, ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Ευαγγελία Μανίκα (Α.Μ. 12411), που τηνδιόρισε με πληρεξούσιο, κατά του ………….., κατοίκου Κάτω Μάννα Κουρουπίου Σύρου, ο οποίος παρέστη με το δικηγόροΑριστείδη Παρασκευόπουλο (Α.Μ. 19211), που τον διόρισε με πληρεξούσιο. Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Δήμος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. 3372/2006 απόφασητου Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων δήλωσαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 21 τουΚανονισμού Λειτουργίας του Δικαστηρίου, ότι δεν θα αγορεύσουν. Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Σπ.Χρυσικοπούλου. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και  Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα Σκέφθηκε κατά το Νόμο 1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης δεν απαιτείται κατά νόμον [άρθρα 276 παρ. 1του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 (Α΄114), και 36 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8)] καταβολή παραβόλου. 2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται, παραδεκτώς, η αναίρεση της 3372/2006 απόφασης τουΔιοικητικού Εφετείου Αθηνών. Με την απόφαση αυτή έγινε εν μέρει δεκτή έφεση τουαναιρεσείοντος δήμου κατά της 14263/2004 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών,μεταρρυθμίστηκε η τελευταία αυτή απόφαση και αναγνωρίστηκε ότι ο δήμος όφειλε να καταβάλειστον αναιρεσίβλητο με βάση τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. και 932 του Α.Κ.ποσό 90.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη ο αναιρεσίβλητοςλόγω τραυματισμού του σε ατύχημα, το οποίο συνέβη στις 6.3.1998 στην οδό ………….. στοΒοτανικό εξαιτίας πτώσης της μοτοσικλέτας του από επίθεση αδέσποτου σκύλου. 3. Επειδή, η υπόθεση έχει εισαχθεί προς συζήτηση στην επταμελή σύνθεση του Α΄ Τμήματος τουΔικαστηρίου με την από 13.12.2007 πράξη του Προέδρου του, λόγω της σπουδαιότητάς της,σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 5 εδ. α του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8). 4. Επειδή, ο Εισαγωγικός Νόμος του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ., π.δ. 456/1984, Α΄ 164) ορίζειστο άρθρο 105 ότι «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά τηνάσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτόςαν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης, που υπάρχει για χάρη του γενικούσυμφέροντος. …» και στο άρθρο 106 ότι «Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρωνεφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή των άλλων νομικών προσώπωνδημόσιου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους».Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι, για να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του Δημοσίου ή του νομικούπροσώπου δημοσίου δικαίου προς αποζημίωση, απαιτείται να συντρέχουν σωρευτικώς οι εξήςπροϋποθέσεις: 1) παράνομη πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειαςοργάνων του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κατά την άσκηση τηςανατεθειμένης σε αυτά δημόσιας εξουσίας, 2) επέλευση ζημίας και 3) αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύτης παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας και τηςεπελθούσας ζημίας (βλ. Σ.τ.Ε. 322/2009 7μελούς), χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωσηπταίσματος του οργάνου (βλ. Σ.τ.Ε. 1413/2006 7μελούς). Περαιτέρω, κατά την έννοια των ίδιωνδιατάξεων, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί ναεπιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κατ’ ανάλογηεφαρμογή της διάταξης του άρθρου 932 του Αστικού Κώδικα ( Α.Κ.). 5. Επειδή, με το άρθρο πρώτο του ν. 2017/1992 (Α΄ 31) κυρώθηκε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τηνπροστασία των ζώων συντροφιάς, που έχει υπογραφεί στο Στρασβούργο στις 13-11-1987. ΗΣύμβαση αυτή, η οποία τέθηκε σε ισχύ ως προς την Ελλάδα την 1.11.1992 σύμφωνα με το άρθρο18 παρ. 2 αυτής [βλ. ανακοίνωση της 18.5.1992 ( Α΄ 90) για τη θέση σε ισχύ της Σύμβασης], καιέχει, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, αυξημένη τυπική ισχύ έναντι τωνδιατάξεων των κοινών νόμων, ορίζει στο προοίμιό της ότι: «Τα Κράτη Μέλη του Συμβουλίου τηςΕυρώπης υπογράφουν την παρούσα Σύμβαση», εκτιμώντας, μεταξύ άλλων, «τους κινδύνους πουσυνεπάγεται ο ζωικός υπερπληθυσμός για την υγιεινή, την υγεία και την ασφάλεια του ανθρώπουκαι των άλλων ζώων». Στο άρθρο 1 της Σύμβασης ορίζεται ότι: « Ορισμοί 1. Με τον όρο ζώοσυντροφιάς εννοούμε κάθε ζώο, που συντηρείται ή προορίζεται να συντηρηθεί από τον άνθρωπο,κυρίως μέσα στο σπίτι του για ευχαρίστησή του και σαν σύντροφός του. 2. … 5. Με τον όρο,αδέσποτο ζώο, εννοούμε κάθε ζώο συντροφιάς το οποίο, είτε δεν έχει σπίτι, είτε βρίσκεται εκτόςτων ορίων του σπιτιού του ιδιοκτήτη του ή του φύλακά του και δεν βρίσκεται υπό την άμεσηεπίβλεψη ή έλεγχο κανενός ιδιοκτήτη ή φύλακα. 6. …». Στο άρθρο 2 της Σύμβασης ορίζεται ότι:«Πεδίο εφαρμογής και εφαρμογή 1. Κάθε μέρος υποχρεούται να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για νααποκτήσουν ισχύ οι διατάξεις αυτής της Σύμβασης, όσον αφορά: α) …β) Ενδεχομένως, τα αδέσποταζώα. 2. …». Περαιτέρω, στο άρθρο 12 ορίζονται τα εξής: « Μείωση του αριθμού των αδέσποτωνζώων Οταν το ένα μέρος κρίνει ότι ο αριθμός των αδέσποτων ζώων αποτελεί για αυτούς πρόβλημαπρέπει να ληφθούν τα αναγκαία νομοθετικά και/ή διοικητικά μέτρα με μεθόδους, που δενπροξενούν πόνους, μήτε οδύνες, μήτε αναπόφευκτες αγωνίες. α) Τέτοια μέτρα πρέπει ναεφαρμόζονται μόνο: αα) αν τέτοια ζώα πρέπει να συλλαμβάνονται και αυτό να γίνεται με όσο τοδυνατόν ελάχιστους ηθικούς και φυσικούς πόνους λαμβανομένης υπόψη της φύσης του ζώου ββ)αν τα ζώα που συλλαμβάνονται φυλακίζονται ή θανατώνονται, και αυτό να γίνεται σύμφωνα με τιςαρχές που τίθενται στην παρούσα Σύμβαση. β) … Τέλος, στο άρθρο δεύτερο του ν. 2017/1992ορίζεται ότι «Με αποφάσεις του Υπουργού Γεωργίας που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα τηςΚυβερνήσεως ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων της κυρούμενης Σύμβασης». 6. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 1 του ν. 829/1978 «Περί καταπολεμήσεως της εχινοκκοκιάσεως -υδατιδώσεως, της λύσσης και των λοιπών ζωοανθρωπονόσων» (Α΄ 203), ο οποίος ίσχυε κατά τονκρίσιμο χρόνο του ατυχήματος – πριν δηλαδή οι διατάξεις του νόμου αυτού, εκτός των διατάξεωντου άρθρου 5 παρ. 1, 2 περιπτ β΄, γ΄, και δ΄, 4 και 5, καταργηθούν με το άρθρο 15 περίπτ. α΄του ν. 3170/2003 (Α΄ 191) – ορίζονται τα εξής: «1. Πρός πρόληψιν και εν γένει καταπολέμησιν τηςεχινοκοκκιάσεως – υδατιδώσεως, της λύσσης και των λοιπών μεταδιδομένων εις τον άνθρωπονζωοανθρωπονόσων, αι Νομαρχιακαί Κτηνιατρικαί Υπηρεσίαι υποχρεούνται να εφαρμόζουν δωρεάντα κάτωθι γενικά και ειδικά μέτρα: α) … γ) Την περισυλλογήν των άνευ συνοδού περιφερομένων ειςκοινοχρήστους χώρους, ως και την θανάτωσιν των αδεσπότων και των επικινδύνων διά τηνδημοσίαν υγείαν κυνών. δ)… ζ)… 2. … 3…. 4. Διά Π.Δ/των, εκδιδομένων προτάσει του ΥπουργούΓεωργίας καθορίζεται ο τρόπος εφαρμογής των εις τας παρ. 1 και 2 διαλαμβανομένων μέτρων, οορισμός του αδεσπότου και του επικινδύνου διά την δημοσίαν υγείαν κυνός, ως και πάσα σχετικήλεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος άρθρου». Οπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση πουσυνοδεύει το ν. 829/1978, ο βασικός σκοπός του μέτρου της περισυλλογής των αδέσποτωνσκύλων είναι η προστασία της δημόσιας υγείας από τις μολυσματικές νόσους, των οποίων φορείςείναι κυρίως οι σκύλοι («Να εκλείψουν από τους δρόμους των χωριών και των πόλεων οι αγέλεςτων αδέσποτων σκύλων που, περιφερόμενοι πεινασμένοι και σε ημιάγρια κατάσταση, αποτελούνένα συνεχή κίνδυνο για την δημόσια υγεία και την κτηνοτροφία») [ βλ. Σ.τ.Ε. 439/1984 ]. Με βάσηδε την πιο πάνω εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 829/1978 εκδόθηκε τοπ.δ. 400/1983 «Εφαρμογή των μέτρων καταπολέμησης της εχινοκοκκίασης – υδατίδωσης, τηςλύσσης και άλλων ζωοανθρωπονόσων» (Α΄ 151), το οποίο, όπως τροποποιήθηκε μεταγενεστέρωςμε το π.δ. 289/1992 (Α΄ 148), ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο του ατυχήματος, πριν δηλαδή οιδιατάξεις του διατάγματος αυτού, εκτός των παρ. 4 και 5 του άρθρου 9, καταργηθούν με τοάρθρο 15 περίπτ. α΄ του ν. 3170/2003. Στο άρθρο 1 του προεδρικού αυτού διατάγματος ορίζεταιότι: «Οι διατάξεις του Διατάγματος αυτού, εφαρμόζονται, για την καταπολέμηση τηςεχινοκοκκίασης – υδατίδωσης της λύσσας και όσων άλλων ζωοανθρωπονόσων προβλέπονται απότις κείμενες διατάξεις». Στο άρθρο 2, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του π.δ. 289/1992,ορίζεται ότι: «1. Η καταπολέμηση των ζωοανθρωπονόσων του άρθρου 1 ενεργείται σύμφωνα μεειδικό πρόγραμμα, το οποίο καταρτίζεται στα πλαίσια των διατάξεων του Ν. 829/1978 και τουπαρόντος διατάγματος από την αρμόδια κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Γεωργίας καιεφαρμόζεται ανάλογα με τις υπάρχουσες ή τις παρουσιαζόμενες ανάγκες ταυτόχρονα σε όλη τηχώρα ή τμήματα αυτής. 2. Το ανωτέρω πρόγραμμα κοινοποιείται σε όλες τις περιφερειακέςκτηνιατρικές υπηρεσίες, από τις οποίες οι νομαρχιακού επιπέδου μεριμνούν για την άμεση σύνταξησχεδίου εφαρμογής του στο Νομό με βάση τις υπάρχουσες δυνατότητες. 3. Το προσαρμοσμένο στιςτοπικές και ειδικότερες συνθήκες του Νομού πρόγραμμα, που μπορεί να περιλαμβάνει για το χρόνοεφαρμογής του την υλοποίηση όλων ή μέρους των προβλεπομένων μέτρων σε ολόκληρο το Νομόή τμήματα αυτού, υποβάλλεται για έγκριση στο οικείο νομαρχιακό συμβούλιο με προοπτική ναεφαρμοσθεί για ένα ή περισσότερα χρόνια. Κάθε τροποποίηση του αρχικά υποβληθέντος καιεγκριθέντος προγράμματος (υλοποίηση έκτακτων μέτρων, επέκταση εφαρμογής του κ.λπ.)υπόκειται στην έγκριση του νομαρχιακού συμβουλίου. 4. … 5. Το πρόγραμμα τίθεται σε εφαρμογήμε απόφασή του νομάρχη». Περαιτέρω, στην παρ. 1 του άρθρου 6 του ίδιου διατάγματος, με τίτλοτου άρθρου «Αδέσποτοι και επικίνδυνοι σκύλοι», όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με τοάρθρο 4 του π.δ. 289/1992, ορίζεται ότι: « Οι σκύλοι χαρακτηρίζονται ως: α) Επικίνδυνοι για τηδημόσια υγεία και τα παραγωγικά ζώα: όταν έχουν ηλικία άνω των δύο μηνών και δεν έχουνκαταγραφεί στα ειδικά μητρώα των κτηνιατρικών υπηρεσιών οπουδήποτε και να βρίσκονται. β)Αδέσποτοι: όταν δεν έχουν σπίτι ή όταν βρίσκονται εκτός των ορίων του σπιτιού τους ή τουφύλακά τους και δεν βρίσκονται υπό άμεση επίβλεψη ή έλεγχο κανενός ιδιοκτήτη ή φύλακα».Τέλος, στο άρθρο 8 του π.δ. 400/1983, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 του π.δ. 289/1992,ορίζονται τα εξής: «1. Η περισυλλογή των χωρίς συνοδό περιφερόμενων και η ενδεχόμενηθανάτωση των αδέσποτων και επικίνδυνων σκύλων, είναι δυνατό να ενεργείται από ειδικάεξουσιοδοτημένα συνεργεία τα οποία συγκροτούνται για ορισμένο χρόνο και περιοχή δράσης απόΔήμους, Κοινότητες και ζωοφιλικά σωματεία. … Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις πρόκλησηςσοβαρών προβλημάτων από αδέσποτα σκυλιά και όταν δεν αναπτύσσεται η σχετικήδραστηριότητα από τους πιο πάνω φορείς είναι δυνατό, μετά από σχετική εισήγηση της Δ/νσηςΚτηνιατρικής, να δίδεται εντολή από τον νομάρχη σε φορέα τοπικής αυτοδιοίκησης για τηνσυγκρότηση του απαραίτητου συνεργείου. 2. Η εν γένει δράση των πιο πάνω συνεργείωνπαρακολουθείται από τις οικείες κτηνιατρικές υπηρεσίες, οι οποίες παρέχουν σχετικές οδηγίες,ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την τήρηση των αρχών περί προστασίας των ζώων. 3. Βασική επιδίωξητων συνεργείων είναι η σύλληψη των σκύλων της παρ. 1 με δίχτυα, απόχες και άλλα κατάλληλαμέσα. … 4. Οι σκύλοι που περισυλλέγονται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο ήπαραδίδονται ως ανεπιθύμητοι από τους ιδιοκτήτες τους, κρατούνται σε καταφύγια ζώων, όπωςαυτά ορίζονται στο άρθρο 1, παρ. 4 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώωνσυντροφιάς που κυρώθηκε με το Ν. 2017/1992 (Α΄ 32), … Ως καταφύγια ζώων νοούνται και τακυνοκομεία. … 5. Οι πιο πάνω χώροι (καταφύγια) κατασκευάζονται και λειτουργούν από δήμους,κοινότητες και ζωοφιλικά σωματεία. Η λειτουργία παρόμοιων εγκαταστάσεων του Δημοσίου μπορείνα ανατίθεται στους φορείς του προηγούμενου εδαφίου με απόφαση του οικείου Νομάρχη. … 6.Σκοπός των καταφυγίων της παρ. 4 είναι η επί σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα διαβίωση τωνζώων σ` αυτά εν αναμονή εμφάνισης ιδιοκτήτη. …». Κατ` επίκληση των άρθρων 1 και 3 του ν.829/1978, του άρθρου δεύτερου του ν. 2017/1992, του π.δ. 400/1983, όπως τροποποιήθηκε μετο π.δ. 289/1992, και του άρθρου 1 του π.δ. 133/1992 με τίτλο «Επιβολή υγειονομικών καιλοιπών μέτρων για την προστασία και εξυγίανση της κτηνοτροφίας από λοιμώδη και παρασιτικάνοσήματα των ζώων» (Α΄ 66) εκδόθηκε η 340105/23.4.1993 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας μετίτλο «Εφαρμογή προγράμματος καταπολέμησης της εχινοκοκκίασης – υδατίδωσης, της λύσσας,της λεϊσμανίασης και των άλλων ζωοανθρωπονόσων» (Β΄ 313/4.5.1993). Με το άρθρο 1 τηςυπουργικής αυτής απόφασης εγκρίθηκε η εφαρμογή του ειδικού κρατικού προγράμματος για τηνκαταπολέμηση της εχινοκοκκίασης- υδατίδωσης, της λύσσας, της λεϊσμανίασης και των άλλωνζωοανθρωπονόσων, που είναι ενδεχόμενο να μεταδοθούν από το σκύλο στον άνθρωπο, τοκείμενο του οποίου έχει ως εξής: «ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ Τίτλος Πρόγραμμακαταπολέμησης της Εχινοκοκκίασης – υδατίδωσης, λύσσας, λεϊσμανίασης και λοιπώνζωοανθρωπονόσων στην Ελλάδα. Φορέας Δ/νση Υγείας των Ζώων του Υπ. Γεωργίας. ΕιδικόςΦορέας Τμήμα Ζωοανθρωπονόσων. Χρονική Περίοδος Εφαρμογής Από το 1993 και για δέκα χρόνιαμε δυνατότητα παράτασης σύμφωνα με μεταγενέστερες εκτιμήσεις Υπολογισθείσα δαπάνη2.500.000.000 δρχ. (για μια δεκαετία). … Χρηματοδοτικός Φορέας Υπουργείο Γεωργίας Φορείς πουσυμβάλλουν 1. Υπουργείο Εσωτερικών 2. Υπ. Εθν. Παιδείας & Θρ/των 3. Υπ. Υγείας και Πρόνοιας 4.Υπ. Δημόσιας Τάξης 5. Ιδιώτες Κτηνίατροι 6. Ζωοφιλικά Σωματεία 7. Κυνηγετικοί Σύλλογοι 8.Διεθνείς Οργανισμοί 1. ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ 1.1. Επιδημιολογικά καιΕπιζωοτιολογικά Στοιχεία Το πρόγραμμα άρχισε να εφαρμόζεται στη Χώρα μας από το 1983 καισυνεχίζεται μέχρι σήμερα με επιτυχία. … 1.2….1.2.1….1.2.2…. 1.3…. 1. ΣΧΕΔΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Τοπρόγραμμα χωρίζεται στα παρακάτω σχέδια. – Στάδιο προκαταρκτικό – Στάδιο προετοιμασίας -Στάδιο εκτέλεσης του προγράμματος – Στάδιο αξιολόγησης-έρευνας 2.1. Προκαταρκτικό στάδιο….2.2. Στάδιο προετοιμασίας. Στη φάση αυτή γίνονται οι παρακάτω ενέργειες. 2.2.1. Διοικητικέςπράξεις. α) Εκδοση “ΑΠΟΦΑΣΗΣ” Νομάρχη σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 5 του Π.Δ. 289/92″Τροποποίηση του Π.Δ/τος 400/83″. β) Έκδοση “ΑΠΟΦΑΣΗΣ” Νομάρχη για την συγκρότησηειδικών συνεργείων εξέτασης των σκύλων (υπόδειγμα 1 ). Διευκρινίσεις – Οδηγίες 1. Δεν απαιτείται”Εγκριση” Υπουργού Γεωργίας για την εφαρμογή του προγράμματος. 2. …. 7. Εκδοση”ΑΠΟΦΑΣΗΣ” από Δήμους και Κοινότητες για τον ορισμό φορέων συγκρότησης ειδικών συνεργείωνπερισυλλογής αδέσποτων σκύλων για ορισμένο χρόνο. Κάθε συνεργείο πρέπει να απαρτίζεται από2-4 άτομα, … 8. Ο ρόλος των κτηνιατρικών υπηρεσιών για τη σύσταση συνεργείων περισυλλογής,κατασκευή ή βελτίωση ήδη υπαρχόντων κυνοκομείων και νεκροταφείων ζώων, θα είναι καθαράσυμβουλευτικός. 9. Σύμφωνα με το Π.Δ. 289/92, η δράση των συνεργείων περισυλλογής και ηλειτουργία των καταφύγιων, παρακολουθείται από τις κτηνιατρικές υπηρεσίες, οι οποίες παρέχουνσχετικές οδηγίες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την τήρηση των αρχών περί προστασίας των ζώων.2.2.2. …. 2.3. Στάδιο εκτέλεσης του προγράμματος. Αποτελεί την κύρια φάση του προγράμματοςκατά τη διάρκεια της οποίας αναπτύσσονται οι παρακάτω δραστηριότητες. 2.3.1…. 2.3.2.Περισυλλογή αδεσπότων σκύλων. Οι φορείς που θα αναλάβουν την περισυλλογή των αδέσποτων ήχωρίς συνοδό περιφερόμενων σκύλων, προγραμματίζουν τις μετακινήσεις των συνεργείων ταοποία ενεργούν σύμφωνα με όσα διαλαμβάνονται στο άρθρο 8 του Π.Δ. 400/83 ως έχειτροποποιηθεί από το Π.Δ. 289/ 92. Οι φορείς περισυλλογής αδεσπότων σκύλων υποβάλλουν στιςΝομαρχιακού επιπέδου κτηνιατρικές υπηρεσίες κάθε μήνα, κατάσταση με τον αριθμό των σκύλωνπου περισυνέλεξαν (υπόδειγμα 19). Δεδομένου ότι δεν υπάρχει υποδομή για την περισυλλογή όλωντων αδεσπότων σκύλων της Χώρας θα πρέπει να δίδεται προτεραιότητα στα πλέον προβληματικάζώα, όπως τα λυσσύποπτα, τα επιθετικά, ή σε όσα χρειάζονται βοήθεια, όπως άρρωστα ήτραυματισμένα. (όπως το επόμενο εδάφιο προστέθηκε με την 359342/14-6/22-6-1993 απόφασητου Υπουργού Γεωργίας, Β` 446) … 2.3.3. Ιδρυση-Οργάνωση καταφύγιων – κυνοκομείων. Από έναή περισσότερα Ζωοφιλικά Σωματεία, Δήμους ή Κοινότητες, κατασκευάζονται και λειτουργούνκαταφύγια -κυνοκομεία, στα οποία θα συγκεντρώνονται τα περισυλλεγόμενα σκυλιά, καθώς καιεκείνα από τα οποία θέλουν οι ιδιοκτήτες τους να απαλλαγούν. … ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ κάθεδραστηριότητα περισυλλογής εφόσον δεν υπάρχει πρόνοια και κατάλληλη υποδομή για τηνπαραμονή των σκύλων σε κάποιο καταφύγιο – κυνοκομείο στην περιοχή δικαιοδοσίας τουσυνεργείου ή εκτός αυτής. Το ύψος της αποζημιώσεως που θα καταβάλλεται για την περισυλλογήσκύλων, θα καθορίζεται από τους Δ/ντάς των αρμοδίων κτηνιατρικών υπηρεσιών, ανάλογα με τηνυπάρχουσα προσφορά και ζήτηση και τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που επικρατούν στηνπεριοχή. … Την … συντήρηση των σκύλων είναι δυνατόν να αναλαμβάνουν τα ζωοφιλικά σωματείαή οι ζωόφιλοι της περιοχής. Επίσης είναι επιθυμητή κάθε προσπάθεια υιοθεσίας των σκύλων απότους ζωόφιλους της περιοχής. … Ο χρόνος παραμονής των σκύλων στα καταφύγια- κυνοκομεία, θακαθορίζεται ΜΟΝΟ από τις διοικήσεις τους οι οποίες θα αποφασίζουν σε ποιες περιπτώσεις θαεφαρμοσθούν οι διατάξεις που προβλέπονται από το Π.Δ. 289/92, άρθρο 8 παρ. 6. Επιθυμητόνείναι, για την αποφυγή τριβών, στις διοικήσεις των κυνοκομείων να συμμετέχουν και ένας ήπερισσότεροι εκπρόσωποι ζωοφιλικών σωματείων. 2.3.3.1….». 7. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 24 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (π.δ. 410/1995, Α΄ 231),ο οποίος ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο του ατυχήματος, με τίτλο του άρθρου «Αρμοδιότητες»,ορίζεται ότι: «1. Η Διοίκηση όλων των τοπικών υποθέσεων ανήκει στην αρμοδιότητα των δήμωνκαι των κοινοτήτων, κύρια μέριμνα των οποίων αποτελεί η προαγωγή των κοινωνικών καιοικονομικών συμφερόντων, καθώς και των πολιτιστικών και πνευματικών ενδιαφερόντων τωνκατοίκων της. Στην αρμοδιότητα των δήμων και των κοινοτήτων ανήκουν ιδίως: α)… η) ηπροστασία του φυσικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος, η προστασία της ζωής και της υγείας τωνκατοίκων και η κατάρτιση ειδικών προγραμμάτων πρόληψης, άμεσης βοήθειας και θεραπείας, θ)…». 8. Επειδή, σύμφωνα με το νομοθετικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο του ένδικουατυχήματος και παρατίθεται στη σκέψη 6, το ζήτημα της περισυλλογής των αδέσποτων σκύλωναντιμετωπιζόταν από τις κτηνιατρικές υπηρεσίες του τότε Υπουργείου Γεωργίας και των νομαρχιώνμέσα στα πλαίσια, κυρίως, της εξυπηρέτησης του σκοπού καταπολέμησης των μεταδιδόμενωνστον άνθρωπο ζωοανθρωπονόσων και της προστασίας της δημόσιας υγείας καιπαρακολουθηματικώς, της εξυπηρέτησης της δημόσιας ασφάλειας. Την περισυλλογή τωναδέσποτων ζώων πραγματοποιούσαν ειδικά συνεργεία, τα οποία συγκροτούσαν για ορισμένοχρόνο και περιοχή δράσης οι οικείοι δήμοι και κοινότητες ή ζωοφιλικά σωματεία. Ειδικότερα, τοάρθρο 6 του π.δ. 289/1992 απένεμε στα όργανα, μεταξύ άλλων, των δήμων διακριτική ευχέρεια,προκειμένου να σταθμίζουν την ανάγκη συγκρότησης συνεργείων περισυλλογής αδέσποτωνσκύλων σε συγκεκριμένη περιοχή δράσης και για ορισμένο χρόνο, ενόψει των περιστάσεων και τωνεκτιμώμενων κινδύνων για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια και αφού λαμβανόταν υπόψη ηυπάρχουσα υποδομή για την παραμονή των σκύλων σε κάποιο καταφύγιο – κυνοκομείο στηνπεριοχή αρμοδιότητας του συνεργείου ή εκτός αυτής, χωρίς να εξαρτά τη συγκρότηση τωνσυνεργείων αυτών από την προηγούμενη εντολή του οικείου νομάρχη – τέτοια εντολή μπορούσενα δώσει ο νομάρχης ύστερα από εισήγηση της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής σε όλως εξαιρετικέςπεριπτώσεις πρόκλησης σοβαρών προβλημάτων από αδέσποτα σκυλιά και αδράνειας των οργάνωντου δήμου. Από τα ανωτέρω – και ανεξάρτητα από τυχόν συντρέχουσα ευθύνη του Δημοσίου -προκύπτει ότι, σε περίπτωση πρόκλησης ατυχήματος από επίθεση αδέσποτου σκύλου, ευθύνεται,κατ’ αρχήν, ο οικείος δήμος. Το περαιτέρω, όμως, ζήτημα αν είναι παράνομη η παράλειψη τωνοργάνων του δήμου να συγκροτήσουν συνεργεία περισυλλογής αδέσποτων ζώων – παράλειψη πουοφείλεται σε κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας των πιο πάνω οργάνων – με συνέπεια ναθεμελιώνεται αστική ευθύνη του δήμου έναντι του ζημιωθέντος με βάση τα άρθρα 105 και 106 τουΕισ.Ν.Α.Κ., επιλύεται με βάση τα πραγματικά περιστατικά κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης. Για τηντελική δε κρίση πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχήκατά το χρόνο του ατυχήματος, καθώς και αν τα όργανα του δήμου γνώριζαν ή όφειλαν ναγνωρίζουν την παρουσία αδέσποτων σκύλων στην περιοχή πριν από το ατύχημα και παρά ταύταπαρέλειψαν να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την αποτροπή των κινδύνων που απορρέουναπό τα ζώα αυτά, χωρίς να αρκεί μόνη η διαπίστωση της ύπαρξης αγέλης αδέσποτων σκύλων στηνπεριοχή. Κατά την ειδικότερη γνώμη της Συμβούλου Σπ. Χρυσικοπούλου, από την ύπαρξη μέσα σεαστική περιοχή αγέλης αδέσποτων σκύλων, δηλαδή πλήθους αδέσποτων σκύλων που ζουν καιμετακινούνται μαζί, δημιουργείται εξ αντικειμένου κίνδυνος βλάβης της ζωής, της σωματικήςακεραιότητας, της υγείας ή των πραγμάτων τρίτων προσώπων. Τα όργανα του δήμου οφείλουνκαι μπορούν να γνωρίζουν το γεγονός της ύπαρξης αγέλης αδέσποτων σκύλων μέσα στηνπεριφέρειά τους επιδεικνύοντας οποιαδήποτε επιμέλεια (άρθρο 330 του Α.Κ.) και έχουν τηδυνατότητα να αποτρέπουν τον κίνδυνο προσβολής έννομων αγαθών τρίτων με τα επιβαλλόμεναστην περίπτωση αυτή πιο πάνω μέτρα περισυλλογής αδέσποτων σκύλων. Συνεπώς, κατά τη γνώμηαυτή, στην περίπτωση ατυχήματος το οποίο προκλήθηκε σε τρίτο από αδέσποτο σκύλο πουβρισκόταν σε αγέλη, αρκεί μόνο το γεγονός της ύπαρξης αγέλης αδέσποτων σκύλων μέσα στηνπεριφέρεια του δήμου για να είναι παράνομη η παράλειψη των οργάνων του να λάβουν τα πιοπάνω μέτρα αποτροπής του κινδύνου και να θεμελιωθεί ευθύνη του δήμου έναντι τουζημιωθέντος. Δεν απαιτείται δε στην περίπτωση αυτή τα όργανα του δήμου να γνώριζαν πριν απότο ατύχημα ότι η παρουσία αδέσποτων σκύλων στην περιοχή είχε λάβει ιδιαίτερες διαστάσεις, αφούη ύπαρξη αγέλης αδέσποτων σκύλων μέσα στην περιφέρεια του δήμου συνδέεται με τον κίνδυνοπροσβολής των έννομων αγαθών τρίτων προσώπων. Κατά την ειδικότερη, επίσης, γνώμη τουΠαρέδρου Δ. Εμμανουηλίδη, κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος η υποχρέωση των δήμων ναμεριμνούν για την περισυλλογή των αδέσποτων ζώων στην εδαφική περιφέρειά τους προέκυπτεευθέως από το άρθρο 24 παρ. 1 περίπτ. η του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (π.δ. 410/1995)και, συνεπώς, η παράλειψη των οργάνων του δήμου να συγκροτήσουν ειδικά συνεργείαπερισυλλογής τους και να κατασκευάσουν καταφύγια ζώων παραβιάζει τη διάταξη αυτή καιθεμελιώνει ευθύνη του δήμου για τη ζημία τρίτου από αδέσποτο σκύλο. Μειοψήφησε οΠροεδρεύων Αντιπρόεδρος Α. Ράντος, ο οποίος διατύπωσε την γνώμη ότι κατά τον κρίσιμο χρόνοτου ατυχήματος, πριν δηλαδή από την έναρξη ισχύος του ν. 3170/2003, η βασική αρμοδιότητα γιατη διαχείριση και την περισυλλογή των αδέσποτων σκύλων ανήκε στο Δημόσιο, και συγκεκριμένα,στις αρμόδιες για την προστασία των ζώων κτηνιατρικές υπηρεσίες του τότε Υπουργείου Γεωργίαςκαι των οικείων νομαρχιών, που είχαν την εξουσία να δίδουν τις σχετικές εντολές και ναπαρακολουθούν την εφαρμογή τους, όταν παρίστατο ανάγκη ή οι άλλοι φορείς αδρανούσαν.Αντιθέτως, όπως προκύπτει από τη διατύπωση του άρθρου 6 του π.δ. 289/1992, οι Δήμοι και οιΚοινότητες [οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.)], με συντρέχουσα «αρμοδιότητα» και τωνζωοφιλικών σωματείων, είχαν απλώς τη δυνατότητα να συγκροτούν εδικά συνεργεία περισυλλογήςαδέσποτων σκύλων, αν και εφόσον υπήρχε κατάλληλη υποδομή με τη λειτουργία κάποιουκαταφυγίου – κυνοκομείου στην περιοχή αρμοδιότητας του συνεργείου ή εκτός αυτής. Ο οικείοςνομάρχης είχε πάντως την αρμοδιότητα, ύστερα από εισήγηση της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής, ναδίδει προς τούτο εντολή στα όργανα του οικείου Ο.Τ.Α. Επομένως, κατά τη γνώμη αυτή, αν δενείχε δοθεί τέτοια εντολή από το νομάρχη στα όργανα του εναγόμενου Δήμου, την ευθύνη γιαατύχημα που προξενούσε αδέσποτος σκύλος σε τρίτο από την παράλειψη περισυλλογής τουαδέσποτου σκύλου είχε το Δημόσιο και όχι ο Δήμος. 9. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, το διοικητικό εφετείο δέχθηκε ότι από τα στοιχεία τουφακέλου προέκυπταν τα ακόλουθα: Στις 6 Μαρτίου 1998 και ώρα 07:00 περίπου και ενώ οεφεσίβλητος – αναιρεσίβλητος κατευθυνόταν με τη δίκυκλη μοτοσικλέτα του από την οικία τουστον τόπο εργασίας, στην οδό ………….. στο Βοτανικό, εμφανίστηκε μία αγέλη αδέσποτων σκύλων,ένας από τους οποίους ξαφνικά αποκόπηκε από τους υπόλοιπους και κατευθύνθηκε προς τημοτοσικλέτα του απειλητικά. Παρά την προσπάθειά του, ο αναιρεσίβλητος δεν κατόρθωσε να τοναποφύγει, με αποτέλεσμα η μοτοσικλέτα να επιπέσει στο σκύλο και να ανατραπεί. Αποτέλεσμααυτού ήταν να σκοτωθεί ο σκύλος και ο αναιρεσίβλητος να τραυματιστεί σοβαρά και να μεταφερθείστο Γενικό Περιφερειακό Νοσοκομείο «Γ. ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ», όπου οι γιατροί διέγνωσαν «ΒαρείαΚρανιοεγκεφαλική Κάκωση – Διάχυτο Εγκεφαλικό Οίδημα – Θλάση πνεύμονα – Υποκάμψιο ΑιμάτωμαΑριστερού νεφρού – Αιμάτωμα Αριστερού Οφθαλμού – Πάρεση Αριστερού περονιαίου νεύρου καιωλενίου στο χέρι και στο πόδι. Λόγω αναπνευστικής ανεπάρκειας έγινε τραχειοτομή καιτοποθετήθηκε αναπνευστήρας». Εξαιτίας του ατυχήματος, που χαρακτηρίστηκε εργατικό, οαναιρεσίβλητος κατέστη ανάπηρος σε ποσοστό 80%, σύμφωνα με την 173/4.11.1999 γνωμάτευσητης αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής. Εξάλλου, όπως αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση,με την 6884/1999 απόφαση του Πταισματοδικείου Αθηνών ο αναιρεσίβλητος κηρύχθηκε αθώος γιατην κατηγορία ότι « στις 6.3.1998 και ώρα 7.00 κατελήφθη στην οδό ………….. αρ. … να οδηγείτην με αρ. ………….. δίκυκλη μοτοσικλέτα του χωρίς να έχει, όπως επιβάλλεται, τον έλεγχό τηςώστε να μπορεί σε κάθε στιγμή να εκτελεί τους απαιτούμενους χειρισμούς, με αποτέλεσμα ναεπιπέσει η μοτοσικλέτα του σε διερχόμενο αδέσποτο σκύλο, να ανατραπεί, να τραυματιστεί ο ίδιοςκαι να υποστεί η μοτοσικλέτα υλικές ζημίες, κατά παράβαση του άρθρου 19 του Κ.Ο.Κ. (Ν.2094/1992)». Με την από 10.7.2001 ένδικη αγωγή του, που στρεφόταν κατά του ΕλληνικούΔημοσίου και του εκκαλούντος- αναιρεσείοντος Δήμου Αθηναίων, ο αναιρεσίβλητος ισχυρίστηκε ότιοι αρμόδιες υπηρεσίες των εναγομένων παρέλειψαν να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα προστασίαςτων πολιτών από τα αδέσποτα σκυλιά, περισυλλέγοντας αυτά και φιλοξενώντας τα σε ειδικάκαταφύγια, τα οποία όφειλαν να κατασκευάσουν. Λόγω δε της παράλειψης αυτής και της συνεπείααυτής πρόκλησης του πιο πάνω ατυχήματος ισχυρίστηκε ότι υπέστη ηθική βλάβη, η οποίασυνίστατο στην προσβολή της υγείας και της προσωπικότητάς του. Και τούτο, διότι σε ηλικία 39ετών έγινε παραπληγικός και ανίκανος προς εργασία, καταστράφηκε η οικογενειακή ζωή του καιστερήθηκε τη χαρά να αποκτήσει απογόνους, αφού η σύζυγός του τον εγκατέλειψε. Εξαιτίας όλωναυτών κλονίστηκε η ψυχική υγεία του και βρίσκεται σε συνεχή παρακολούθηση ψυχολόγου καινευρολόγου για την αντιμετώπιση της μόνιμης κατάθλιψης, στην οποία έχει περιπέσει. Ζήτησε δε μετη αγωγή του να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρονο καθένας χρηματική ικανοποίηση 1.000.000.000 δρχ. (2.934.703 ευρώ). Υστερα από μετατροπήτου αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό με το από 2.2.2004 υπόμνηματου αναιρεσιβλήτου και την παραίτησή του στο ακροατήριο από το δικόγραφο της αγωγής κατάτο μέρος που στρεφόταν κατά του Ελληνικού Δημοσίου, το διοικητικό πρωτοδικείο με τηνπρωτόδικη απόφαση έκαμε εν μέρει δεκτή την αγωγή και αναγνώρισε την υποχρέωση τουαναιρεσείοντος δήμου να καταβάλει στον αναιρεσίβλητο ποσό 117.388 ευρώ. Το διοικητικόεφετείο, δικάζοντας έφεση του αναιρεσείοντος δήμου, έκρινε με την προσβαλλόμενη απόφαση ότι,όπως ο ίδιος ο Δήμος Αθηναίων συνομολόγησε, δεν είχε εκδώσει, όπως όφειλε, αποφάσεις για τονορισμό φορέων συγκρότησης ειδικών συνεργείων περισυλλογής αδέσποτων σκύλων για ορισμένοχρόνο, ούτε είχε συγκροτήσει τέτοια συνεργεία, αλλ’ ούτε είχε κατασκευάσει καταφύγια αδέσποτωνζώων και ότι οι παραλείψεις αυτές του δήμου ήταν παράνομες κατά τα άρθρα 105 και 106 τουΕισ.Ν.Α.Κ. Επομένως, έκρινε τελικώς το δικαστήριο, ο αναιρεσίβλητος, ο οποίος τραυματίστηκε καικατέστη ανάπηρος σε ποσοστό 80% μετά την ανατροπή της μοτοσικλέτας του εξαιτίας τηςπτώσης επ’ αυτής αδέσποτου σκύλου, δικαιούται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, τηνοποία καθόρισε το δικαστήριο στο ποσό των 90.000 ευρώ. 10. Επειδή, σύμφωνα με τη γνώμη που πλειοψήφησε (βλ. σκέψη 8), το διοικητικό εφετείο,δεχόμενο ότι συνέτρεχε η απαιτούμενη από τα άρθρα 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ. προϋπόθεση τηςπαράνομης παράλειψης των οργάνων του δήμου να συγκροτήσουν ειδικό συνεργείο περισυλλογήςαδέσποτων σκύλων και να κατασκευάσουν καταφύγιο αδέσποτων ζώων, εσφαλμένως ερμήνευσεκαι εφάρμοσε τις διατάξεις που έχουν παρατεθεί στη σκέψη 6 και πλημμελώς αιτιολόγησε την κρίσητου αυτή. Και τούτο, διότι δεν αναφέρει στην προσβαλλόμενη απόφασή του τα περιστατικά εκείναπου απαιτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές για τη θεμελίωση της αστικής ευθύνης του δήμουαπό την παράλειψη των οργάνων του να λάβουν μέτρα περισυλλογής αδέσποτων σκύλων και,συγκεκριμένα, δεν εκθέτει ότι α) η περιπλάνηση αδέσποτων σκύλων στην περιοχή κατά το χρόνοτου ατυχήματος είχε λάβει ιδιαίτερες διαστάσεις που καθιστούσαν αναγκαία τη λήψη εκ μέρουςτων οργάνων του δήμου των πιο πάνω μέτρων για την αποτροπή της προσβολής της υγείας, τηςσωματικής ακεραιότητας και της περιουσίας τρίτων προσώπων, ούτε ότι β) τα όργανα του δήμουγνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν το πρόβλημα αυτό πριν από το ατύχημα. Βασίμως λοιπόνπροβάλλεται ο σχετικός λόγος αναίρεσης (άρθρο 56 παρ. 1 περ. δ του π.δ. 18/1989). Κατ’ακολουθίαν, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση,αποβαίνει δε περιττή η εξέταση των υπόλοιπων λόγων αναίρεσης. Περαιτέρω, η υπόθεση, πουχρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέακρίση. Επίσης, και κατά τη γνώμη του Προέδρου είναι βάσιμος ο σχετικός λόγος αναίρεσης με άλληβάση, δηλαδή διότι, κατά τον κρίσιμο χρόνο του ένδικου ατυχήματος, δεν υπήρχε από το νόμουποχρέωση του αναιρεσείοντος δήμου να λάβει μέτρα περισυλλογής αδέσποτων σκύλων, αλλά ησχετική υποχρέωση ανήκε στο Δημόσιο. Συνεπώς, θα έπρεπε κατά τη γνώμη αυτή, να γίνει δεκτή ηκρινόμενη αίτηση, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, περαιτέρω δε, εφόσον η υπόθεση δενχρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, θα έπρεπε, τελικώς, να απορριφθεί η κατά του Δήμουαγωγή του ενάγοντος – αναιρεσιβλήτου για έλλειψη παθητικής νομιμοποίησης. Κατά τη γνώμηόμως της Συμβούλου Σπ. Χρυσικοπούλου, εφόσον το διοικητικό εφετείο με την προσβαλλόμενηαπόφαση δέχθηκε, ανελέγκτως κατ’ αναίρεση, και δεν αμφισβητήθηκε ειδικότερα από τοναναιρεσείοντα στα δικαστήρια της ουσίας, ότι ο σκύλος που προκάλεσε τη ζημία τουαναιρεσιβλήτου αποκόπηκε από αγέλη αδέσποτων σκύλων που εμφανίστηκε στην περιοχή τουΒοτανικού, μόνο το γεγονός της ύπαρξης αγέλης αδέσποτων σκύλων στην περιοχή, όπως δέχθηκεανελέγκτως το δικαστήριο, αρκεί για να συντρέξει στην επίδικη περίπτωση η προϋπόθεση για τηθεμελίωση ευθύνης του αναιρεσείοντος δήμου λόγω της παράνομης παράλειψης των οργάνωντου, παράλειψης δηλαδή που τελέστηκε κατά κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας των οργάνωντου δήμου όσον αφορά τη λήψη μέτρων για την αποτροπή του ζημιογόνου για τον αναιρεσίβλητοαποτελέσματος. Συνεπώς, κατά τη γνώμη αυτή, η πιο πάνω κρίση του διοικητικού εφετείου για τησυνδρομή της παράνομης παράλειψης των οργάνων του αναιρεσείοντος δήμου είναι νόμιμη,ανεξάρτητα από την ειδικότερη αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, και ο σχετικός λόγοςαναίρεσης έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμος. Τέλος, κατά τη γνώμη του Παρέδρου Δ.Εμμανουηλίδη, εφόσον η παράλειψη των οργάνων του αναιρεσείοντος δήμου να συγκροτήσουνειδικό συνεργείο περισυλλογής αδέσποτων σκύλων και να κατασκευάσουν καταφύγιο ζώωνπαραβιάζει ευθέως το άρθρο 24 παρ. 1 περ. η του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (π.δ.410/1995), η πιο πάνω κρίση του διοικητικού εφετείου είναι νόμιμη, έστω και με διαφορετικήαιτιολογία, και ο λόγος αναίρεσης που πλήττει την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασηςέπρεπε να απορριφθεί ως αλυσιτελής.  Διά ταύτα Δέχεται την κρινόμενη αίτηση. Αναιρεί την 3372/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, στο οποίο και παραπέμπει τηνυπόθεση, σύμφωνα με το αιτιολογικό. Επιβάλλει στον αναιρεσίβλητο να καταβάλει στον αναιρεσείοντα ως δικαστική δαπάνη το ποσό τωνεννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 22 Ιανουαρίου 2010   Ο Αναπληρωτής Πρόεδρος                                                  Η Γραμματέας Αθ. Ράντος                                                                          Α. Κολιοπούλου  και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2012.   Ο Πρόεδρος του Α` Τμήματος                                             Η Γραμματέας του Α` Τμήματος Νικ. Σακελλαρίου                                                                Β. Ραφαηλάκη  ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ Εντέλλεται προς κάθε δικαστικό επιμελητή να εκτελέσει όταν του το ζητήσουν την παραπάνωαπόφαση, τους Εισαγγελείς να ενεργήσουν κατά την αρμοδιότητά τους και τους Διοικητές και ταάλλα όργανα της Δημόσιας Δύναμης να βοηθήσουν όταν τους ζητηθεί. Η εντολή πιστοποιείται με την σύνταξη και την υπογραφή του παρόντος. Αθήνα, ……………………………………….   Ο Πρόεδρος του Α΄ Τμήματος                                           Η Γραμματέας του Α΄ Τμήματος

 

Αριθμός 1934/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ε` Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μιχαήλ Θεοχαρίδη, Αντιπρόεδρο του ΑρείουΠάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Γεώργιο Αδαμόπουλο, Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά – Εισηγήτρια και Κυριακούλα Γεροστάθη, Αρεοπαγίτες. Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Οκτωβρίου 2010, μετην παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτέρπης Κουτζαμάνη (γιατίκωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Αικατερίνης Φωτοπούλου, για ναδικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων – κατηγορουμένων: 1. Ε. Κ. του Π.,κατοίκου … και 2. Δ. Κ. του Π., κατοίκου …. …….. , που εκπροσωπήθηκαν από τονπληρεξούσιο δικηγόρο τους Δημήτριο Παναγιώτου, περί αναιρέσεως της 809/2010αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Τ. Κ. τουΓ., κάτοικο …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τουΓεώργιο Πετράκη. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσαλεπτομερώς αναφέρονται σ` αυτή και οι αναιρεσείοντες – κατηγορούμενοι ζητούντην αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 15 Ιουνίου 2010αίτησή τους αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τοναριθμό 914/2010. Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσειόντων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στασχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να αναιρεθεί ηπροσβαλλόμενη απόφαση, καθόσον αφορά τον πρώτο αναιρεσείοντα, μόνο ως προςτις διατάξεις της: α) για απόρριψη του ισχυρισμού του αναιρεσείοντα γιααναγνώριση της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ. 2ε ΠΚ και β) περίεπιβολής ποινής ως προς τον ίδιο αναιρεσείοντα και να παραπεμφθεί η υπόθεσηστο ίδιο Δικαστήριο κατά το αναιρούμενο μέρος της προς νέα συζήτηση. Νααπορριφθεί κατά τα λοιπά η κρινόμενη αίτηση. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Κατά το άρθρο 12 παρ. 6 του Ν. 3170/2003 η κλοπή κυνηγετικού σκύλουτιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή πέντεχιλιάδων ευρώ. Κατά δε το άρθρο 372 παρ. 1 του ΠΚ “όποιος αφαιρεί ξένο(ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να τοιδιοποιηθεί παράνομα τιμωρείται … . Από τη διάταξη του άρθρου αυτού σαφώςπροκύπτει ότι τα στοιχεία του βασικού εγκλήματος της κλοπής είναιαντικειμενικώς: 1) πράγμα, ήτοι κάθε ενσώματο αντικείμενο που είναι δεκτικόεξουσιάσεως (κατά την κοινή αντίληψη του ΠΚ και όχι του ΑΚ προς την οποίαόμως εν πολλοίς συμπίπτει), 2 ) να είναι κινητό, εκείνο δηλαδή που κατά τηνκοινή φυσική αντίληψη μπορεί να μετακινηθεί, 3) να είναι ξένο εν όλω ή ενμέρει, ήτοι να ανήκει σε άλλον και όχι στο δράστη, λαμβανομένης προς τούτουπόψη της κυριότητας του πράγματος κατά τον ΑΚ, αφού ο ΠΚ δεν περιέχει ίδιοαυτόνομο ορισμό, 4) να αφαιρεθεί από την κατοχή άλλου, την φυσική εξουσία,δηλαδή, κάποιου προσώπου. Στην έννοια της κατοχής περιλαμβάνεται τόσο ηπραγματική επί του πράγματος εξουσία, όσο και η βούληση της εξουσιάσεως, ηδε αφαίρεση της κατοχής αυτής να γίνει χωρίς τη θέληση του κατόχου, καιυποκειμενικώς 5) δόλος του δράστη, αρκεί και ενδεχόμενος που περιλαμβάνει τηγνώση ότι το αφαιρούμενο πράγμα είναι ξένο και βρίσκεται στη κατοχή άλλουκαι τη βούληση ή αποδοχή της αφαιρέσεως του πράγματος από την ξένη κατοχή,χωρίς τη συναίνεση του δικαιούχου, για να το υπαγάγει ο δράστης στην κατοχήτου, με σκοπό να το έχει οριστικά στην ιδιοκτησία του παρανόμως, δηλαδήχωρίς νόμιμη δικαιολογητική αιτία. Εξάλλου, κατά το άρθρο 45 του ΠΚ αν δύο ήπερισσότεροι τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, καθένας τους τιμωρείται ωςαυτουργός της πράξης. Με τον όρο από κοινού νοείται αντικειμενικά σύμπραξηστην εκτέλεση της κύριας πράξης και υποκειμενικά κοινός δόλος, δηλαδή ότι οκάθε συναυτουργός θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικήςυπόστασης του διαπραττόμενου εγκλήματος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποίσυμμέτοχοι πράττουν με δόλο τελέσεως του ίδιου εγκλήματος. Η σύμπραξη στηνεκτέλεση της κύριας πράξης μπορεί να συνίσταται ή στο ότι καθέναςπραγματώνει την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ή ότι το έγκλημαπραγματώνεται με συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμετοχών, ταυτόχρονεςή διαδοχικές. Είναι δε αδιάφορο αν η πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασηςτου εγκλήματος τελείται από όλους κατά τον αυτό τρόπο και με την αυτήενέργεια. Αρκεί ότι όλοι τελούν εν γνώσει της πρόθεσης μεταξύ τους για τηντέλεση του ίδιου εγκλήματος. Για τον έλεγχο υπό του Αρείου Πάγου της ορθήςερμηνείας και εφαρμογής του άρθρου 45 του ΠΚ, πρέπει να αναφέρονται στηναπόφαση τα πραγματικά περιστατικά, βάσει των οποίων το δικαστήριο δέχεταιότι ο δράστης συμμετείχε στην τέλεση του εγκλήματος ως συναυτουργός. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις τωνάρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένηαιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο από τοάρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ, όταν αναφέρονται σ` αυτή με σαφήνεια,πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, ταοποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και από τα οποία τοδικαστήριο που την εξέδωσε συνήγαγε την ύπαρξη των αντικειμενικών καιυποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε οκατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικάαυτά και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή τωνπεριστατικών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξητέτοιας αιτιολογίας είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού μετο διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τααποδεικτικά μέσα κατ` είδος γενικώς, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστάαπό καθένα από αυτά. Περαιτέρω, λόγο αναιρέσεως συνιστά κατ` άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε` του ΚΠΔ, η εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής ποινικήςδιατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει στο νόμοέννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη είναι ηεφαρμογή αυτού, όταν το δικαστήριο χωρίς να παρερμηνεύει το νόμο, δεν υπάγειστην αληθινή έννοια του τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται ότι προέκυψαν,καθώς και όταν η σχετική διάταξη παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, διότι δεναναφερόντα στην απόφαση κατά τρόπο σαφή, πλήρη και ορισμένο και χωρίςαντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά τα οποία δέχθηκε, ώστε να καθίσταταιεφικτός ο έλεγχος του Αρείου Πάγου για την ορθή ή μη εφαρμογή του νόμου,οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπωςπροκύπτει από την προσβαλλόμενη υπ` αριθμ. 809/2010 απόφαση του ΤριμελούςΕφετείου Αθηνών, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, τούτο δέχθηκε, κατά τηναναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του περί τα πράγματα, μετά από εκτίμηση καιαξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων, τα οποία έλαβε υπόψη του, τα ακόλουθαπραγματικά περιστατικά: “Τις πρωινές ώρες της 28/2/2004 ο πολιτικώς ενάγωνΤ. Κ. και ο αδελφός του Ι. Κ. εκπαίδευαν τρία λαγόσκυλα, μεταξύ των οποίωνκαι ένα ράτσας “γκέκα”, αξίας 3.000 ευρώ, που ανήκε στον πολιτικώς ενάγοντα,στο Ποικίλο Όρος, εντός του χώρου εκγύμνασης κυνηγετικών σκύλων, που έχεικαθορίσει η Διεύθυνση Δασών Ανατολικής Αττικής. Κατά τον ίδιο χρόνο στονπαραπάνω τόπο βρίσκονταν και οι κατηγορούμενοι Ε. και Δ. Κ. (αδέλφια) – όπωςκαι οι ίδιοι το παραδέχονται – με το υπ` αριθμ. … ΙΧΦ αυτοκίνητο, χρώματοςλευκού, εργοστασίου κατασκευής VOLKSWAGEN, τύπου TRANSPORTER, ιδιοκτησίαςτου πρώτου κατηγορουμένου. Οι κατηγορούμενοι ενεργώντας από κοινού, κατά τονπαραπάνω χρόνο και στον παραπάνω τόπο, με κοινή απόφαση και κοινό δόλο,αφαίρεσαν από την κατοχή του πολιτικώς ενάγοντος τον προαναφερόμενοκυνηγετικό σκύλο, με σκοπό να τον ιδιοποιηθούν παράνομα. Συγκεκριμένα, γύρωστις 10 π.μ. ώρα και ενώ είχαν τελειώσει ο πολιτικώς ενάγων με τον αδελφότου την εκπαίδευση των σκύλων και βρίσκονταν σε απόσταση γύρω στα 100 μέτρααπό δασικό χωματόδρομο, βλέπουν να σταματά απότομα το παραπάνω αυτοκίνητοστο οποίο επέβαιναν οι κατηγορούμενοι, να κατεβαίνει ο συνοδηγός και μεγρήγορες κινήσεις, να πιάνει τον παραπάνω σκύλο του πολιτικώς ενάγοντος, νατον μεταφέρει και να τον βάζει στο αυτοκίνητο και στη συνέχεια νααπομακρύνονται. Όλο το σκηνικό έγινε εμπρός στα μάτια του πολιτικώςενάγοντος και του αδελφού του, οι οποίοι πρόλαβαν και συγκράτησαν ταστοιχεία του αυτοκινήτου, το οποίο, όπως διαπιστώθηκε, ανήκε στον πρώτοκατηγορούμενο. Ο παραπάνω σκύλος παραδόθηκε την 18/5/2004 από τον Σ. Λ.(εξετασθείς μάρτυρας) στο Α.Τ. Ν. ….., ο οποίος κατέθεσε ότι τον βρήκε ναπεριφέρεται αδέσποτος στην οδό … στο …. Η κατάθεση του τελευταίου δενκρίνεται καθόλου πειστική και κατά την κρίση του δικαστηρίου οικατηγορούμενοι φοβούμενοι τις συνέπειες της σε βάρος τους από 15/3/2004μηνύσεως και της από 4/4/2004 αγωγής που άσκησε εναντίον τους ο πολιτικώςενάγων, παράδωσαν τον σκύλο στο γνωστό τους Σ. Λ. για να τον επιστρέψει στονπολιτικώς ενάγοντα. Η κρίση αυτή του δικαστηρίου συνάγεται κυρίως από ταακόλουθα: α) ο πολιτικώς ενάγουν και ο αδελφός του είδαν με λεπτομέρειες τιςκινήσεις των κατηγορουμένων, β) δεν εξηγείται το γεγονός πως ο σκύλοςβρέθηκε μετακινούμενος αδέσποτος από το Ποικίλο Όρος στο … Αττικής, γ) οσκύλος όταν παραδόθηκε ήταν σε καλή κατάσταση και δεν είχε εμφάνισηαδέσποτου, δ) ενώ στην από 1 8/5/2004 δήλωση ανεύρεσης ζώου του Σ. Λ. στο ΑΤ… αναφέρεται (δηλώνει) ότι ο σκύλος ανευρέθη στις 16/5/2004 (δύο ημέρεςπριν), όπως ο ίδιος ανέφερε, εξεταζόμενος ως μάρτυρας όμως στο ακροατήριοκατέθεσε ότι κράτησε ένα μήνα περίπου μετά την ανεύρεση του,αυτοδιαψευδόμενος όμως, καταθέτοντας ενώπιον του δικαστηρίου τούτου ότι τοσκυλί ο πολιτικώς ενάγων το παρέλαβε τον Μάιο. Εν όψει όλων αυτών δενκαταλείπεται καμία αμφιβολία ότι οι κατηγορούμενοι τέλεσαν την αποδιδόμενηπράξη της κλοπής σκύλου του πολιτικώς ενάγοντος και πρέπει να κηρυχθούνένοχοι, απορριπτόμενου του αυτοτελούς ισχυρισμού του πρώτου κατηγορουμένουπερί χορηγήσεως του ελαφρυντικού του άρθρου 84 παρ. 2 ε του ΠΚ, καθόσον απόκανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος συμπεριφέρθηκε καλά γιασχετικά μεγάλο διάστημα και ούτε αυτός επικαλείται τέτοια συμπεριφορά”. Μεβάση τις παραδοχές αυτές το δικαστήριο κήρυξε ενόχους τους κατηγορουμένουςτου ότι: “Στο Ποικίλο Ορος και στο χώρο εκγύμνασης κυνηγετικών σκύλων πουέχει καθορίσει η Διεύθυνση Δασών Δυτικής Αττικής στις 28/2/2004, από κοινούενεργώντας, αμφότεροι οι κατηγορούμενοι, αφαίρεσαν από την κατοχή άλλου,ξένο ολικά κινητό πράγμα, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή του καιειδικότερα αφαίρεσαν από την κατοχή του εγκαλούντος Τ. Κ., ένα λαγόσκυλο,ράτσας “γκέκας”, αξίας 3.000 ευρώ, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή του”. Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση τουτην απαιτούμενη από τις ως άνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδικήκαι εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ` αυτή με σαφήνεια, πληρότητακαι χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποίααποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενικήκαι υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της κλοπής, για το οποίοκαταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε ταπεριστατικά αυτά καθώς και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους υπήγαγε ταπεριστατικά αυτά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1,27, 45, 372 του ΠΚ και άρθρο 12 παρ. 6 του Ν. 3170/2003, που εφάρμοσε, τιςοποίες δεν παραβίασε ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου. Ειδικότερα, και σε σχέσημε τις επί μέρους αιτιάσεις των αναιρεσειόντων ότι η προσβαλλόμενη απόφασηστερείται της απαιτούμενης ειδικής αιτιολογίας αλλά και νόμιμης βάσης, διότιπαραβίασε εκ πλαγίου την ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 45 του ΠΚ πουεφάρμοσε, “αφού δεν προκύπτει από αυτή ποιος από τους δύο συμμέτοχουςαφαίρεσε τον σκύλο, ώστε να καθίσταται δυνατός, άνευ αμφιβολιών, και μετάπάσης βεβαιότητας, ο προσδιορισμός της συμμετοχικής δράσης εκάστου τωνκατηγορουμένων”, αυτές είναι απορριπτέες, καθόσον επί συναυτουργίας,απαραίτητος όρος της τελέσεως του εγκλήματος είναι η γνώση του συναυτουργούπερί της προθέσεως του άλλου να τελέσει την πράξη και η θέληση να συμπράξειμε αυτόν (κοινός δόλος) που μπορεί να περιορισθεί και στην ενέργειαμερικότερων πράξεων κατά την εκτέλεση του εγκλήματος, χωρίς να είναιαπαραίτητο στην καταδικαστική απόφαση να αναφέρονται χωριστά οι επί μέρουςενέργειες του καθένα από τους συναυτουργούς, αλλά αρκεί να αναφέρεται ηπράξη και ο κοινός δόλος. Επομένως, στην κρινόμενη υπόθεση για τηναντικειμενική υπόσταση της ως άνω κλοπής κυνηγετικού σκύλου κατάσυναυτουργία δεν ήταν αναγκαίο να εκτίθεται στην απόφαση ποιος από τουςφερόμενους δύο δράστες οδηγούσε το αυτοκίνητο και ποιος αφαίρεσε το σκύλο,αφού αρκεί ότι και οι δύο τελούσαν εν γνώσει της κοινής προθέσεως για τηντέλεση του παραπάνω εγκλήματος. Μετά από αυτά οι σχετικοί λόγοι της αιτήσεωςαναιρέσεως περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και περίεσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, είναιαβάσιμοι και απορριπτέοι. Η επιβαλλόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 93 παρ3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία τηςαποφάσεως πρέπει να υπάρχει όχι μόνο ως προς την κατηγορία, αλλά ναεντείνεται και στους προβαλλόμενους από τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορο τουαυτοτελείς ισχυρισμούς. Ως αυτοτελείς ισχυρισμοί θεωρούνται εκείνοι, οιοποίοι τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή της ικανότηταςπρος καταλογισμό ή την εξάλειψη του αξιόποινου ή την μείωση της ποινής.Πρέπει όμως ο προβαλλόμενος ισχυρισμός να είναι ορισμένος και σαφής, δηλαδή,κατά περίπτωση, να αναφέρονται με τρόπο αναλυτικό τα πραγματικά περιστατικάπου απαιτούνται από το νόμο, για την συγκρότηση της νομικής έννοιας τουπραγματικού ισχυρισμού και να αναπτυχθεί προφορικά (άρθρα 141 παρ. 2 και 331του ΚΠΔ), ώστε να παρέχεται η δυνατότητα αξιολογήσεως και σε περίπτωσηαποδοχής να οδηγούν στο ειδικό για τον κατηγορούμενο αποτέλεσμα, καθόσον ηαόριστη προβολή αυτού όχι μόνο δεν υποχρεώνει το δικαστήριο να τον απορρίψειαιτιολογημένα, αλλά ούτε καν το υποχρεώνει να απαντήσει σ` αυτόν. Τέτοιοςαυτοτελής ισχυρισμός είναι και η επίκληση από τον κατηγορούμενο ή τοσυνήγορό του της συνδρομής της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ. 2ετου ΠΚ σύμφωνα με το οποίο απαιτείται ο υπαίτιος να συμπεριφέρθηκε καλά γιασχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του, δηλαδή απαιτείται μετά τηναξιόποινη πράξη καλή γενικά συμπεριφορά που να εκτείνεται σε σχετικά μεγάλοχρονικό διάστημα και να είναι αποτέλεσμα ελεύθερης βούλησης και όχι φόβου ήκαταναγκασμού. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά τηςπροσβαλλόμενης απόφασης ο πρώτος των αναιρεσειόντων Ε. Κ., δια τουπληρεξουσίου του δικηγόρου, υπέβαλε, για την περίπτωση που θα κηρυχθείένοχος, αίτημα, με έγγραφο που κατέθεσε και ενσωματώθηκε στα πρακτικά, τοοποίο και ανέπτυξε προφορικά, να του αναγνωρισθεί το ελαφρυντικό της καλήςσυμπεριφοράς για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την πράξη του, καισυγκεκριμένα ισχυρίσθηκε ότι συντρέχει στο πρόσωπο του η ελαφρυντικήπερίσταση του άρθρου 84 παρ. 2ε του ΠΚ, καθόσον “από τον χρόνο τέλεσης τηςπράξης έχει παρέλθει ιδιαιτέρως σημαντικό χρονικό διάστημα και δη των έξι(6) ετών περίπου, κατά το οποίο ουδέποτε απασχόλησε καθ` οιονδήποτε τρόποτην Ελληνική Δικαιοσύνη, επίσης συμμορφώνεται στις επιταγές του δικαίου, μεαπαρέγκλιτη αυστηρότητα προς τον εαυτό του”. Το Εφετείο με την προσβαλλόμενηαπόφασή του, απέρριψε ως αβάσιμο τον παραπάνω αυτοτελή του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου με την αιτιολογία ότι “…….. από κανένα στοιχείο δεναποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλοδιάστημα, και ούτε αυτός επικαλείται τέτοια συμπεριφορά”, αν και δεν είχευποχρέωση να απαντήσει ούτε να αιτιολογήσει την περί απορρίψεως κρίση του,αφού ο ισχυρισμός αυτός όπως υποβλήθηκε, χωρίς δηλαδή να παρατίθενται ταπραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για τη θεμελίωσή του, ήταναόριστος, ώστε να μην παρέχεται στο δικαστήριο η δυνατότητα αξιολογήσεώςτου. Επομένως, ο σχετικός λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως περί ελλείψεωςειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, ωςπρος την απόρριψη του αυτοτελούς αυτού ισχυρισμού, πρέπει να απορριφθεί ωςαβάσιμος. Κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προςέρευνα, πρέπει να απορριφθεί η ένδικη αίτηση αναιρέσεως, καταδικασθούν δε οιαναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντοςπολιτικώς ενάγοντος (άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠΔ). ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 15/6/2010 αίτηση των Ε. Κ. του Π. και Δ. Κ. του Π., γιααναίρεση της υπ` αριθμ. 809/2010 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Και Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων είκοσι(220) ευρώ, τον καθένα, και στη δικαστική δαπάνη του πολιτικώς ενάγοντος εκπεντακοσίων (500) ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Νοεμβρίου 2010. Και Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 9Δεκεμβρίου 2010. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

2182/2011 ΔΕΦ ΑΘ

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝΤμήμα 17ο Τριμελές  Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 30 Σεπτεμβρίου 2010, με δικαστές τις: ΛαμπρινήΠαπαδήμα, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Ευτυχία Κούρλα- Εισηγήτρια και Θεοφανώ Λαδοπούλου, ΕφέτεςΔ.Δ. και γραμματέα τη Γεωργία Ηλιοπούλου, δικαστική υπάλληλο, για να δικάσει την από 29 Mαρτίου 2010 (αριθ.καταχ. 1491/9.4.2010) έφεση: του ………….., κατοίκου Αθηνών (………….. αριθ. …), ο οποίος παρέστη μαζί με τον πληρεξούσιοδικηγόρο Λεωνίδα Τασσόπουλο, κατά των: 1. Δήμου Αθηναίων, που εκπροσωπείται από το Δήμαρχό του και παρέστη με τονπληρεξούσιο δικηγόρο Αντώνιο Μουχτούρη με δήλωση κατ` άρθρο 133 παρ. 2 Κ.Δ.Δ. και 2.Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος δεν παρέστη Κατά τη συζήτηση ο διάδικος που παρέστη στο ακροατήριο ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του καιζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και  Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα Σκέφθηκε κατά το νόμο 1. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (2733972σειράς Α΄ ειδικό έντυπο παραβόλου), ζητείται η εξαφάνιση της 5996/2009 οριστικής απόφασης τουΤριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε η από24.2.2004 αγωγή του εκκαλούντος, με την οποία ζήτησε να υποχρεωθούν οι καθ` ων αυτή ΔήμοςΑθηναίων και Ελληνικό Δημόσιο, ευθυνόμενοι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον o καθένας, να τουκαταβάλουν, νομιμοτόκως από την επέλευση της ζημίας άλλως από την κατάθεση και επίδοση τηςαγωγής, το ποσό των 11.270 ευρώ ως αποζημίωση προς αποκατάσταση των ζημιών που υπέστηκαι ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης εξαιτίας τραυματισμού του οφειλόμενου, κατάτους ισχυρισμούς τους, σε παράνομες παραλείψεις οργάνων των καθ` ων. Νομίμως δε χώρησε ησυζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο παρά τη μη παράσταση του εφεσίβλητου ΕλληνικούΔημοσίου, το οποίο είχε κλητευθεί νομoτύπως και εμπροθέσμως, όπως προκύπτει από το από28.6.2010 αποδεικτικό επίδοσης της κλήσης για εμφάνιση της Επιμελήτριας ΔιοικητικώνΔικαστηρίων Ελ. Σωτηροπούλου. 2. Επειδή, στο άρθρο 92 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ορίζεται ότι: «1. Σε έφεση υπόκεινταιοι αποφάσεις που εκδίδονται σε πρώτο βαθμό. 2 (όπως το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτήςαντικαταστάθηκε από την παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 3659/2008, η οποία αρχίζει να ισχύει,σύμφωνα με το άρθρο 82 του ίδιου νόμου, ένα μήνα μετά τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα τηςΚυβέρνησης και, συνεπώς, έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση κατ` άρθρο 83 παρ. 2 Κ.Δ.Δ.)«Δεν υπόκεινται σε έφεση αποφάσεις που αφορούν σε χρηματικές διαφορές, αν το αντικείμενό τουςδεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ…Το αντικείμενο της διαφοράςπροσδιορίζεται από το ποσό, το οποίο καθορίζεται με την πρωτόδικη απόφαση. Αν αντικείμενο τηςδιαφοράς είναι περισσότερα αυτοτελή και διακεκριμένα μεταξύ τους ποσά, το εκκλητό κρίνεταιχωριστά ως προς καθένα από τα ποσά αυτά…». Στην προκειμένη περίπτωση με την ασκηθείσαενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου αγωγή ο εκκαλών ζήτησε την επιδίκαση των ποσών των1.270 ευρώ προς αποκατάσταση υλικών ζημιών και των 10.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίησηλόγω ηθικής βλάβης. Συνεπώς, το αντικείμενο της διαφοράς- που προσδιορίζεται με βάση ταανωτέρω ποσά, το αίτημα επιδίκασης των οποίων απορρίφθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση- ωςπρος το αυτοτελές και διακεκριμένο κεφάλαιο των υλικών ζημιών (πρβ. ΣτΕ 1147/2005),υπολείπεται του θεσπιζόμενου στην παρ. 2 του ως άνω άρθρου 92 του Κ.Δ.Δ. ορίου τουανεκκλήτου (5.000 ευρώ) και δεδομένου ότι εν προκειμένω δεν συντρέχει λόγος από τουςαναφερόμενους στην παρ. 4 του ίδιου άρθρου, που επιτρέπουν την κατ` εξαίρεση άσκηση έφεσηςανεξαρτήτως του ύψους του αμφισβητούμενου ποσού, η εκκαλούμενη απόφαση είναι ως προς τοεν λόγω κεφάλαιο ανέκκλητη και για το λόγο αυτό, που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από τοΔικαστήριο, η κρινόμενη έφεση πρέπει κατά το αντίστοιχο μέρος να απορριφθεί ως απαράδεκτη, ναεξεταστεί δε περαιτέρω ως προς το, επίσης αυτοτελές και διακεκριμένο, κεφάλαιο της χρηματικήςικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. 3. Επειδή, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας ορίζει στο άρθρο 94 παρ. 1 ότι η προθεσμία για τηνάσκηση έφεσης είναι εξήντα (60) ημερών και αρχίζει από την επίδοση της προσβαλλόμενηςαπόφασης και στο άρθρο 126 παρ. 2 και 3 ότι τα ένδικα μέσα ασκούνται με δικόγραφο, το οποίοκατατίθεται στη γραμματεία της κύριας έδρας του δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενηαπόφαση, επ` αυτού δε συντάσσεται πράξη κατάθεσης. Εξάλλου, ο ίδιος Κώδικας στο μεν άρθρο 50ορίζει ότι: «1. Οι επιδόσεις προς τους ιδιώτες διενεργούνται στην κατοικία ή στο χώρο τηςεργασίας, κατά περίπτωση, προσωπικώς στους ίδιους ή στους νόμιμους αντιπροσώπους ή στουςεκπροσώπους ή στους δικαστικούς πληρεξουσίους ή στους αντικλήτους τους, σύμφωνα με ταοριζόμενα στις ειδικότερες αντίστοιχες διατάξεις. 2. Για την εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα,νοείται ως κατοικία η οικία, το διαμέρισμα και γενικώς ο στεγασμένος χώρος που προορίζεται γιαδιημέρευση και διανυκτέρευση, ενώ, ως χώρος εργασίας, ο χώρος άσκησης της επαγγελματικήςδραστηριότητας…», στο δε άρθρο 51 παρ. 1 ότι: «Αν τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 1του άρθρου 50 απουσιάζουν από την κατοικία τους, το έγγραφο παραδίδεται στο σύζυγο ή σεοποιονδήποτε από τους συγγενείς ή σε μέλος του προσωπικού, εφόσον τα πρόσωπα αυτάσυνοικούν μαζί τους και σε περίπτωση μη ανεύρεσης κανενός από τα παραπάνω πρόσωπα, σεοποιονδήποτε από τους λοιπούς συνοίκους», ενώ στο άρθρο 52 παρ. 1 ορίζει ότι: «Αν τα πρόσωπαπου αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 50 απουσιάζουν από το κατάστημα, το γραφείο ή τοεργαστήριο όπου εργάζονται, το έγγραφο παραδίδεται σε συνεταίρο ή συνεργάτη ή υπάλληλο πουεργάζεται στον ίδιο χώρο…». 4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση στο περιλαμβανόμενο στο φάκελο της υπόθεσηςαποδεικτικό επίδοσης της εκκαλούμενης απόφασης, αναφέρεται ότι ο Ε.Φ. ………….. μετέβη στις25.1.2010 στην οδό ………….. αριθ. … (Νέα Σμύρνη) προκειμένου να επιδώσει αντίγραφο τηςαπόφασης στο ………….., πληρεξούσιο δικηγόρο του εκκαλούντος, στη διεύθυνση δε αυτή, όπωςαναφέρεται στο ως άνω αποδεικτικό, ο επιδόσας βρήκε τον ίδιο προσωπικά και επέδωσε στονσύνοικο ενήλικο ………….. (πατέρα του). Το αποδεικτικό όμως αυτό είναι άκυρο, διότι σε αυτόαφενός δεν βεβαιώνεται ότι ο διενεργήσας την επίδοση δεν βρήκε τον προς ον αυτή- στοιχείοαναγκαίο για το κύρος της επίδοσης σε άλλο πρόσωπο (πρβ.ΣτΕ 2891/2006, 293/2003 κ.ά.)-αφετέρου δεν προσδιορίζεται ειδικότερα εάν στην ανωτέρω διεύθυνση (η οποία αναγράφεται στηνεπαγγελματική σφραγίδα του προαναφερθέντος πληρεξούσιου δικηγόρου) ευρίσκετο το γραφείο ήη οικία αυτού, προκειμένου να κριθεί εάν, σε περίπτωση απουσίας του, μπορούσε να χωρήσεινομίμως η επίδοση στον προαναφερθέντα συγγενή του, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 51παρ. 1 του Κ.Δ.Δ. (πρβ.ΣτΕ 816/2004). Συνεπώς, εφόσον η εκκαλούμενη απόφαση δεν επιδόθηκενομίμως στον εκκαλούντα, δεν άρχισε η εξηκονθήμερη προθεσμία προς άσκηση της κρινομένηςέφεσης, η οποία, κατατεθείσα στη Γραμματεία του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών στις29.3.2010 (βλ. την οικεία πράξη κατάθεσης), δηλαδή μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίαςπου έληξε στις 26.3.2010 (χωρίς να γίνεται επίκληση λόγου ανώτερης βίας που δικαιολογεί τηνυπέρβαση αυτής), ασκείται εμπροθέσμως. 5. Επειδή, το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα ορίζει ότι για παράνομεςπράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας πουτους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινεκατά παράβαση διάταξης που έχει τεθεί χάριν του γενικού συμφέροντος, οι διατάξεις δε αυτέςεφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο 106 ΕισΝΑΚ, και για την ευθύνη των δήμων, τωνκοινοτήτων ή των άλλων νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις τωνοργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους. Με τις διατάξεις αυτές θεμελιώνεται ευθύνη τωνανωτέρω νομικών προσώπων και περαιτέρω υποχρέωση αυτών προς αποζημίωση για ζημία πουπροκλήθηκε από την πλημμελή εκτέλεση ή την παράλειψη εκτέλεσης από τα όργανά τους τωνκαθηκόντων που ανατίθενται σε αυτά από το νόμο (πρβ.ΣτΕ 788/2006, 4331/2000 κ.ά.).Περαιτέρω, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, το δικαστήριο της ουσίας, ανεξάρτητα απότην αποζημίωση για περιουσιακή ζημία, μπορεί να επιδικάσει στον ζημιωθέντα, ύστερα από αίτησήτου, εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατ’ ανάλογηεφαρμογή του άρθρου 932 του Αστικού Κώδικα (ΣτΕ 2521/2008, 2579/2006 κ.ά.). 6. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 24 παρ. 1 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (π.δ. 410/1995,Α΄ 231), που ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζετο ότι: «Η διοίκηση όλων των τοπικώνυποθέσεων ανήκει στην αρμοδιότητα των δήμων και των κοινοτήτων… Στην αρμοδιότητα τωνδήμων και των κοινοτήτων ανήκουν ιδίως: α)… η)…η προστασία της ζωής και της υγείας τωνκατοίκων…». Εξάλλου, στο άρθρο 8 του π.δ. 400/1983 «Εφαρμογή των μέτρων καταπολέμησηςτης εχινοκοκκίασης- υδατίδωσης, της λύσσας και των λοιπών ζωοανθρωπονόσων» (Α΄151) πουεκδόθηκε κατ` εξουσιοδότηση της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 829/1978 (Α΄ 203), όπως ίσχυεκατά τον κρίσιμο χρόνο μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 6 του π.δ. 289/1992 (Α΄148),ορίζοντο τα ακόλουθα: «1. Η περισυλλογή των χωρίς συνοδό περιφερόμενων και η ενδεχόμενηθανάτωση των αδέσποτων και επικίνδυνων σκύλων, είναι δυνατό να ενεργείται από ειδικάεξουσιοδοτημένα συνεργεία τα οποία συγκροτούνται για ορισμένο χρόνο και περιοχή δράσης απόΔήμους, Κοινότητες και ζωοφιλικά σωματεία. Ενα τουλάχιστον άτομο του συνεργείου έχεικατάλληλη αγωγή, εκπαίδευση και επαρκή εμπειρία σε θέματα μεταχείρισης ζώων και χρήσηςαναισθητικών ή μέσων ευθανασίας. Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις πρόκλησης σοβαρώνπροβλημάτων από αδέσποτα σκυλιά και όταν δεν αναπτύσσεται η σχετική δραστηριότητα απότους πιο πάνω φορείς είναι δυνατό, μετά από σχετική εισήγηση της Δ/νσης Κτηνιατρικής, να δίδεταιεντολή από το νομάρχη σε φορέα τοπικής αυτοδιοίκησης για την συγκρότηση του απαραίτητουσυνεργείου. 2. Η εν γένει δράση των πιο πάνω συνεργείων παρακολουθείται από τις οικείεςκτηνιατρικές υπηρεσίες, οι οποίες παρέχουν σχετικές οδηγίες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την τήρησητων αρχών περί προστασίας των ζώων. 3… 4. Οι σκύλοι που περισυλλέγονται σύμφωνα με τηνπροηγούμενη παράγραφο ή παραδίδονται ως ανεπιθύμητοι από τους ιδιοκτήτες τους, κρατούνταισε καταφύγια ζώων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 4 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τηνπροστασία των ζώων συντροφιάς που κυρώθηκε με το Ν. 2017/1992 (Α΄ 32)… Ως καταφύγιαζώων νοούνται και τα κυνοκομεία… 5. Οι πιο πάνω χώροι (καταφύγια) κατασκευάζονται καιλειτουργούν από δήμους, κοινότητες και ζωοφιλικά σωματεία… Για τη δαπάνη κατασκευής τωνανωτέρω χώρων ισχύουν τα αναφερόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 13 του παρόντος…», στη δεπαρ. 2 του άρθρου 13 του ίδιου π.δ., όπως το πρώτο εδάφιο αυτής αντικαταστάθηκε από τηνπαρ. 2 του άρθρου 7 του π.δ. 289/1992, ορίζετο ότι: «Οι Δήμοι και οι Κοινότητες μπορεί ναενισχυθούν με μέρος ή ολόκληρη τη δαπάνη που απαιτείται για την διαμόρφωση των χώρωνεξέτασης των σκύλων και των κοινών χώρων ενταφιασμού των ζώων, Οι ανωτέρω φορείς και ταζωοφιλικά σωματεία είναι ενδεχόμενο να ενισχύονται και για την κατασκευή καταφυγίων σταπλαίσια της προσπάθειας αντιμετώπισης των αδέσποτων σκύλων και διάδοσης του πνεύματοςζωοφιλίας. Το ποσό της ενίσχυσης για κάθε περίπτωση ορίζεται με απόφαση του ΥπουργούΓεωργίας, μετά από πρόταση της αρμόδιας κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας…». Κατάτην έννοια των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 8 του π.δ. 400/1983, ερμηνευομένων σεσυνδυασμό προς τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1η του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, κατάτις οποίες στην αρμοδιότητα των Ο.Τ.Α. ανήκει η διοίκηση, γενικότερα, των τοπικών υποθέσεωναλλά, μεταξύ άλλων, και η προστασία της ζωής και της υγείας των κατοίκων, οι δήμοι και οικοινότητες έχουν υποχρέωση- και όχι απλώς δυνατότητα- να προβαίνουν εντός της περιφέρειάςτους τόσο στην περισυλλογή των αδέσποτων και επικίνδυνων σκύλων όσο και στην φύλαξή τουςσε κατάλληλους χώρους (καταφύγια), προκειμένου να προστατεύονται οι κάτοικοι από τονκίνδυνο πρόκλησης σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας τους από τα ζώα αυτά. Τα ανωτέρωδεν αναιρούνται από τη μη ρητή πρόβλεψη της συγκεκριμένης υποχρέωσης από τις διατάξεις πουίσχυαν, κατά τα προεκτεθέντα, κατά τον κρίσιμο χρόνο σε αντίθεση προς τις μεταγενέστερεςδιατάξεις αρχικώς του ν.3170/2003 «Ζώα συντροφιάς, αδέσποτα ζώα συντροφιάς και άλλεςδιατάξεις» (Α΄ 191) και, ακολούθως, του νεότερου Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3463/2006,Α΄114, άρθρο 75 περ. Iγ’ αριθ. 10). 7. Eπειδή, με την ασκηθείσα ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου αγωγή του ο εκκαλώνεξέθεσε ότι στις 30.4.2002 και ώρα 7 μ.μ., ενώ ευρισκόταν, επιβαίνων επί μοτοποδηλάτου, στησυμβολή των οδών ………….. και ………….. (Αθήνα), δέχθηκε επίθεση δέκα (10) αδέσποτωνσκύλων, ο ένας από τους οποίους τον δάγκωσε στο αριστερό άκρο «(πρόσθια και οπίσθιαεπιφάνεια γαστροκνημίας)». Λόγω του τραύματός του, συνεπεία του οποίου παρουσίασεακατάσχετη αιμορραγία και αφόρητους πόνους, ο εκκαλών μετέβη στα εξωτερικά ιατρεία τουΙπποκράτειου Νοσοκομείου όπου οι ιατροί τοποθέτησαν στο τραύμα τρεις (3) ραφές «λόγω τουότι έχει δημιουργηθεί δερματικός κρημνός», σύμφωνα με γνωμάτευση του Νοσοκομείου, τηνοποία επικαλέστηκε πρωτοδίκως ο εκκαλών, χωρίς όμως, όπως βεβαιώνεται στην εκκαλούμενηαπόφαση, να προσκομίσει τη γνωμάτευση αυτή στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Ακολούθως, οεκκαλών υποχρεώθηκε να παραμείνει στην οικία του για να αναρρώσει επί 20 ημέρες, γεγονός τοοποίο είχε ως συνέπεια να υποστεί υλική ζημία ύψους 470 ευρώ, από την απώλεια τωνεισοδημάτων του ως υπαλλήλου χρηματιστηριακής εταιρείας καθώς και 800 ευρώ από τηναπώλεια των εισοδημάτων του ως οδηγού ταξί. Ισχυρίστηκε δε ότι η εν λόγω ζημία οφείλετο στηνπαράνομη παράλειψη αφενός του Δήμου Αθηναίων να μεριμνήσει για την περισυλλογή τωναδέσποτων σκύλων, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις του π.δ. 400/1983, αφετέρου τουΕλληνικού Δημοσίου να ενισχύσει, παρέχοντας τους αναγκαίους χώρους και χρηματοδότηση, τονως άνω Δήμο για το σκοπό αυτό. Ενόψει αυτών, ζήτησε να υποχρεωθούν οι καθ` ων, ευθυνόμενοιεις ολόκληρον ο καθένας να του καταβάλουν, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, τοσυνολικό ποσό των 11.270 ευρώ, αναλυόμενο στα ποσά των 1.270 ευρώ προς αποκατάστασητων ανωτέρω υλικών ζημιών και των 10.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικήςβλάβης που υπέστη εξαιτίας του ανωτέρω συμβάντος, του τραυματισμού του και της οικονομικήςδυσπραγίας, στην οποία περιήλθε συνεπεία της υποχρεωτικής αποχής του από κάθε εργασία κατάτο χρόνο που απαιτήθηκε για την ανάρρωσή του. Με την εκκαλούμενη απόφαση κρίθηκε ότι απότο συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2 και 8 του π.δ.400/1983 και 24 παρ.1 περ.η΄ τουΔημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα συνάγεται ότι οι Ο.Τ.Α. υπέχουν υποχρέωση προστασίας τωνδημοτών από τη μετάδοση ζωοανθρωπονόσων με τον εμβολιασμό των ζώων και, σε εξαιρετικέςπεριπτώσεις, θανάτωση των επικίνδυνων ζώων, όχι δε και υποχρέωση συγκρότησης συνεργείωνπερισυλλογής αδέσποτων ζώων και εγκλεισμού αυτών σε ειδικά καταφύγια, αρμοδιότητα η οποία,σύμφωνα με τον Οργανισμό εσωτερικής οργάνωσης και λειτουργίας των Κεντρικών Υπηρεσιών τηςΕνιαίας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών- Πειραιώς (Β’ 395/11.5.1995), ανήκει στο ΤμήμαΚτηνιατρικών Εφαρμογών και Προστασίας των Ζώων της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής τηςΝομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Με βάση τα ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι δεν υφίστατο υποχρέωση τουΕλληνικού Δημοσίου προς χρηματοδότηση του Δήμου Αθηναίων για τη συγκρότηση συνεργείωνπερισυλλογής αδέσποτων σκύλων, δεδομένου, άλλωστε, ότι δεν είχε δοθεί τέτοια εντολή στοντελευταίο από το Νομάρχη και, συνεπώς, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εφαρμογήτων διατάξεων των άρθρων 105 και 106 ΕισΝΑΚ, διότι δεν στοιχειοθετείται παράνομη παράλειψηεκ μέρους του Δήμου Αθηναίων και του Ελληνικού Δημοσίου, οι οποίοι, ως εκ τούτου, δενυποχρεούνται σε καταβολή στον εκκαλούντα αποζημίωσης, κατά το αίτημα της αγωγής, που,κατόπιν των ανωτέρω, απορρίφθηκε ως αβάσιμη. Με την υπό κρίση έφεση αμφισβητείται ηορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης. Εξάλλου, μεταξύ των εγγράφων που κατέθεσε ενώπιοντου Δικαστηρίου ο εκκαλών περιλαμβάνεται και η βεβαίωση του Περιφερειακού ΓενικούΝοσοκομείου «Ιπποκράτειο». Η εν λόγω βεβαίωση όμως δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από τοΔικαστήριο, εφόσον, όπως προαναφέρθηκε, στην εκκαλούμενη απόφαση βεβαιώνεται ότι οεκκαλών επικαλέστηκε αυτή χωρίς όμως να την προσκομίσει στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο,συνεπώς, η προσκόμιση της βεβαίωσης αυτής το πρώτον στην κατ` έφεση δίκη δεν είναι επιτρεπτήσύμφωνα με το άρθρο 96 παρ. 2 και 3 του Κ.Δ.Δ., δεδομένου, άλλωστε, ότι ο εκκαλών δενεπικαλείται οποιοδήποτε λόγο καθιστώντα δικαιολογημένη τη μη προσκόμισή της στην πρωτόδικηδίκη (πρβ. ΣτΕ 1848, 2468/2008 κ.ά.). Περαιτέρω, όμως, στη δικογραφία περιλαμβάνονταιέγγραφα που, όπως προκύπτει από τη σχετική σημείωση επ` αυτών κατετέθησαν νομίμως στοπρωτοβάθμιο δικαστήριο, συγκεκριμένα δε, η υποβληθείσα από αυτόν στις 10.6.2002 μήνυσηενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών κατά των εφεσιβλήτων και οι από 3.7.2002 και9.7.2002 ένορκες καταθέσεις ενώπιον του Πταισματοδίκη Αθηνών των μαρτύρων ………….. και………….., συνεργάτη και φίλου του εκκαλούντος αντίστοιχα, σύμφωνα με τις οποίες ο τελευταίοςγνωστοποίησε σε αυτούς αυθημερόν το συμβάν και το γεγονός ότι τραυματίστηκε καιυποχρεώθηκε να μεταβεί στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο` ο πρώτος από τους μάρτυρες κατέθεσε,επίσης, ότι κατά την επίσκεψή του την επόμενη ημέρα στο σπίτι του εκκαλούντος είδε ότι τοαριστερό πόδι αυτού έφερε επίδεση, ενώ, περαιτέρω, κατά τις εν λόγω καταθέσεις, ο εκκαλών,συνεπεία του τραυματισμού του, δεν μπόρεσε να εργαστεί επί 10 ημέρες (κατάθεση …………..) ή 15ημέρες (κατάθεση …………..). Από τις ανωτέρω μαρτυρικές καταθέσεις που δόθηκαν στα πλαίσιατης ποινικής διαδικασίας- οι οποίες νομίμως λαμβάνονται υπόψη και εκτιμώνται από τα διοικητικάδικαστήρια προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 147 παρ. 1ζ και 148 του Κ.Δ.Δ., πρβ.ΣτΕ 2069/2010, 2845/2007, 1217/2006)- σε συνδυασμό προς το περιεχόμενο της «μήνυσης» τουεκκαλούντος περί του συμβάντος, αποδεικνύεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ο ισχυρισμόςτου ότι ευρισκόμενος κατά την προαναφερθείσα ημερομηνία στο ανωτέρω σημείο δέχθηκε επίθεσηαδέσποτων σκύλων, συνεπεία της οποίας τραυματίστηκε. 8. Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην έκτη σκέψη, υποχρέωση περισυλλογής τωναδέσποτων σκύλων εντός της περιφέρειάς του είχε ο Δήμος Αθηναίων και όχι, όπως εσφαλμέναέκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αθηνών- Πειραιώς, δεδομένουότι, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1 του π.δ. 400/1983, η σχετική αρμοδιότητα του νομάρχηαφορά μόνον τη δυνατότητα, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις πρόκλησης σοβαρών προβλημάτωναπό αδέσποτα σκυλιά και εφόσον οι αρμόδιοι κατά το ίδιο άρθρο φορείς αδρανούν, να δίδει εντολήστον οικείο Ο.Τ.Α. για τη συγκρότηση του απαραίτητου για την περισυλλογή αυτών συνεργείου,κατόπιν εισήγησης της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής, στην άσκηση δε της αρμοδιότητας αυτής της ενλόγω Διεύθυνσης αναφέρεται προφανώς ο Οργανισμός εσωτερικής οργάνωσης και λειτουργίας τωνΚεντρικών Υπηρεσιών της Ενιαίας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών- Πειραιώς, τον οποίοεπικαλείται η εκκαλούμενη απόφαση. Συνεπώς, ο εφεσίβλητος Δήμος υπεχρεούτο σε συγκρότησησυνεργείων περισυλλογής των αδέσποτων σκύλων εντός της περιφέρειάς του, η μη συγκρότησητων οποίων (συνεργείων) στοιχειοθετεί ευθύνη αυτού προς αποζημίωση κατά τα άρθρα 105- 106ΕισΝΑΚ σε περίπτωση επέλευσης ζημίας προκληθείσης από αδέσποτα ζώα, την ευθύνη δε αυτή δεναίρει η, κατά τους ισχυρισμούς του, εφαρμογή περιορισμένης κλίμακας προγράμματοςπερισυλλογής και φύλαξης των αδέσποτων σκύλων της πόλης σε ειδικό χώρο (κυνοκομείο),εφόσον διαπιστώνεται ότι η εφαρμογή του εν λόγω προγράμματος δεν αρκούσε προς αποτροπήτου κινδύνου για τη ζωή ή την υγεία των κατοίκων, οι σχετικοί δε με το αντίθετο ισχυρισμοί αυτούείναι απορριπτέοι. Περαιτέρω, εφόσον με τα ανωτέρω άρθρα 105-106 του ΕισΝΑΚ, θεσπίζεται ηαντικειμενική ευθύνη του νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου, αλυσιτελώς προβάλλεται από τοΔήμο Αθηναίων ότι το γεγονός της ύπαρξης αδέσποτων σκύλων στη συγκεκριμένη περιοχή δεν είχεπεριέλθει σε γνώση των οργάνων αυτού ώστε να προβούν στις αναγκαίες ενέργειες (πρβ.ΣτΕ740/2001). Εξάλλου, δεδομένου ότι ο Δήμος Αθηναίων δεν μερίμνησε για την περισυλλογή τωναδέσποτων σκύλων κατά αποτελεσματικό τρόπο, υπολαμβάνων ότι δεν υπέχει τέτοια υποχρέωση,η επίδικη αξίωση του εκκαλούντος για αποζημίωση θεμελιώνεται στην εν λόγω παράνομηπαράλειψη του Δήμου αυτού και όχι στη μη ενίσχυσή του του προς τούτο από το ΕλληνικόΔημόσιο, ζήτημα το οποίο θα ετίθετο μόνον εάν ο Δήμος επεκαλείτο ως λόγο μη συμμόρφωσήςτου προς την ανωτέρω υποχρέωσή του την έλλειψη των αναγκαίων πόρων και μέσων. Συνεπώς,το Ελληνικό Δημόσιο δεν νομιμοποιείται παθητικώς στην παρούσα δίκη, κατά το βασίμωςπροβληθέντα ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου σχετικό ισχυρισμό αυτού. Κατ` ακολουθίανδε των ανωτέρω, η εκκαλούμενη απόφαση κατά το κεφάλαιο αυτής που αφορά την υποχρέωσητου εφεσίβλητου Δήμου Αθηναίων προς καταβολή στον εκκαλούντα χρηματικής ικανοποίησηςλόγω ηθικής βλάβης πρέπει να εξαφανιστεί, περαιτέρω δε να εκδικαστεί η ασκηθείσα αγωγή κατάτο αίτημα αυτό. 9. Επειδή, ο εναγόμενος Δήμος Αθηναίων δεν προέβη σε περισυλλογή των αδέσποτων σκύλωνεντός της περιφέρειάς του, επικαλούμενος, αβασίμως κατά τα προεκτεθέντα, ότι δεν υπεχρεούτοπρος τούτο, συνεπεία δε της παράλειψης αυτής ο ενάγων υπέστη υπέστη αναμφισβήτητασωματική και ψυχολογική δοκιμασία λόγω της επίθεσης που δέχθηκε. Ενόψει αυτού, τοΔικαστήριο κρίνει ότι ο ενάγων δικαιούται αποζημίωση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης πουυπέστη (ζήτημα το οποίο και μόνον εξετάζεται κατ` έφεση, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στηδεύτερη σκέψη), το ύψος της οποίας (αποζημίωσης), πρέπει να οριστεί σε 1.000 ευρώ,λαμβανομένων υπόψη της σωματικής και ψυχικής ταλαιπωρίας του καθώς και της γενικότερηςαναστάτωσης που, κατά κοινή πείρα, προκάλεσε σε αυτόν το συμβάν, αλλά και ότι, λόγω της μηπαραδεκτής, κατά τα ανωτέρω, προσκόμισης της βεβαίωσης του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου, δεναποδεικνύεται η επικαλούμενη σοβαρότητα του τραυματισμού του, ο οποίος εν πάση περιπτώσειδεν ήταν πρόσφορος να επιφέρει τις συνέπειες που αναφέρονται στην αγωγή (υποχρεωτική ασιτία,μοναξιά, εγκατάλειψη και αφόρητη κατάθλιψη). Συνεπώς, ο Δήμος Αθηναίων υποχρεούται νακαταβάλει στο ενάγοντα το ανωτέρω ποσό των 1.000 ευρώ, κατά το εν μέρει βάσιμο σχετικόαίτημα αυτού. Το ποσό αυτό πρέπει να καταβληθεί στον ενάγοντα νομιμοτόκως, κατά το αίτηματης αγωγής, από την επίδοση αυτής στον εναγόμενο Δήμο, σύμφωνα με το άρθρο 21 του από26.6/10.7.1944 Κ.Δ. «περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου» (Α΄ 139)- πουεφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση δυνάμει του άρθρου 3 του ν.δ. 31/1968 (Α΄281)- και τοάρθρο 75 παρ. 2 εδάφιο α’ του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ΣτΕ 451/2005) και όχι από τηνεπέλευση της ζημίας ή από την κατάθεση της αγωγής, όπως αβασίμως ζητείται με αυτήν ή από τηνυποβολή στις 10.6.2002 της ανωτέρω μήνυσής του, όπως, απαραδέκτως άλλωστε, ζητείται τοπρώτον με την έφεση (άρθρο 96 παρ.1 Κ.Δ.Δ.). 10. Επειδή, κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί κατά τομέρος που στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου, να γίνει δεκτή κατά το μέρος που στρέφεταικατά του Δήμου Αθηναίων όσον αφορά το αίτημα επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγωηθικής βλάβης και να απορριφθεί κατά το μέρος αυτό ως προς το αίτημα αποκατάστασης τωνυλικών ζημιών, να αποδοθεί δε στον εκκαλούντα ποσό είκοσι πέντε (25) ευρώ από το παράβολοπου κατέβαλε, να καταπέσει δε αυτό κατά το λοιπό μέρος υπέρ του Δημοσίου, σύμφωνα με τοάρθρο 277 παρ. 9 Κ.Δ.Δ. Περαιτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η ασκηθείσα αγωγή κατά τουΔήμου Αθηναίων. Τέλος, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ του ενάγοντος- εκκαλούντος και τουΔήμου Αθηναίων τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρο 275 παρ. 1 εδάφ.γ΄ Κ.Δ.Δ.).  ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ – Απορρίπτει την έφεση κατά το μέρος που στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου και κατά τολοιπό μέρος όσον αφορά το αίτημα αποκατάστασης των υλικών ζημιών. – Δέχεται αυτήν κατά το μέρος που στρέφεται κατά του Δήμου Αθηναίων όσον αφορά το αίτημαεπιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. – Διατάσσει την απόδοση στον εκκαλούντα ποσού είκοσι πέντε (25) ευρώ από το παράβολο πουκατέβαλε και την κατάπτωση του λοιπού υπέρ του Δημοσίου. – Εξαφανίζει την 5996/2009 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών κατά τομέρος που με αυτήν απορρίφθηκε η αγωγή του εκκαλούντος κατά του Δήμου Αθηναίων όσοναφορά το αίτημα επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. – Δικάζει την αγωγή κατά το αντίστοιχο μέρος. – Δέχεται εν μέρει αυτήν. – Υποχρεώνει το Δήμο Αθηναίων να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ,νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής στον εναγόμενο. Και – Συμψηφίζει μεταξύ του ενάγοντος-εκκαλούντος και του Δήμου Αθηναίων τα δικαστικά έξοδακαι των δύο βαθμών δικαιοδοσίας. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 12 Μαΐου 2011.   Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                                                                                                 Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΠΑΠΑΔΗΜΑ                                                                                                                 ΕΥΤΥΧΙΑ ΚΟΥΡΛΑ   Η απόφαση δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις30 Ιουνίου 2011.    Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΠΑΠΑΔΗΜΑ                                                                                ΓΕΩΡΓΙΑ ΖΥΜΟΣΤΡΑ

 

 

Αριθμ. 253/2012

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΗΒΩΝ

Αποτελούμενο από τον Κωνσταντίνο Φλετσύρη, Πρωτοδίκη, ως Δικαστή του ΜονομελούςΠρωτοδικείου, την  οποία όρισε ο Πρόεδρος  και τη  Γραμματέα Αλεξάνδρα Αλογάρη, Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο της, στις 7 Ιουνίου 2012 για να δικάσει την υπόθεσημεταξύ: ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ-ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «……….», πουεδρεύει στην Αθήνα, οδός …………….., νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία εκπροσωπήθηκεαπό τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Λευτέρη Κτιστάκι. ΤΟΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ-ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1. …………….. του ………………. και 2………………………………..του ……………, κατοίκων Οινοφύτων Βοιωτίας, οι οποίοι παραστάθηκαν ο μενπρώτος μετά και η δε δεύτερη δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους, Λεωνίδα Ρεπούσκου. Οι ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητοι με την από 30-5-2011 και με αριθμ. κατάθεσης 215/2011αγωγή τους, την οποία άσκησαν ενώπιον του Ειρηνοδικείου Θήβας στρεφόμενοι κατά τηςεναγομένης και ήδη εκκαλούσας, ζήτησαν για τους εκεί αναφερόμενους λόγους να γίνει δεκτή. Τοπρωτοβάθμια δικαστήριο με την υπ` αριθμ. 23/2012 απόφασή του, έκανε δεκτή την αγωγή. Ήδη η εκκαλούσα με την από 9-4-2012 και με αριθμ. κατάθεσης 215/ΕΦΜ/2012 έφεσή της, ηοποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, προσβάλλει τηναπόφαση αυτή. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και την εκφώνησή της από τα πινάκιο, οι πληρεξούσιοιδικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους,  ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Η από 9-4-2012 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου εφέσεων με αριθμό 22/2012 ενώπιον τουΕιρηνοδικείου Θηβών και 215/ΕΦΜ/2012 ενώπιον του Πρωτοδικείου Θηβών υπό κρίση έφεση τηςεναγομένης και ήδη εκκαλούσας κατά της υπ` αριθμ. 23/2012 οριστικής απόφασης τουΕιρηνοδικείου Θηβών, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτικήδιαδικασία, έχει ασκηθεί νομοτύπως (άρθρο 18 περ, 2, 495, 511 επ. ΚΠολΔ) και εμπροθέσμωςεφόσον, η εκκαλούσα δεν επικαλείται ούτε άλλωστε προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα ότι έγινε ηεπίδοση της εκκαλουμένης απόφασης (άρθρο 518 παρ. 2 Κ.ΠολΔ). Πρέπει επομένως να γίνει τυπικάδεκτή (άρθρο 533 παρ. 1 Κ.ΠολΔ) και να ερευνηθεί το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, Οιενάγοντες και νυν εφεσίβλητοι με την από 30-5-2011 και αρ. κατάθεσης 215/2011 αγωγή τουςπρος το πρωτόδικο Δικαστήριο, ισχυρίστηκαν ότι είναι συνιδιοκτήτες κατά ποσοστά 50% εξ`αδιαιρέτου ενός αυτοκινήτου, το οποίο υπέστη ζημιές από τη σύγκρουσή του με αδέσποτο σκύλοεπί της ΠΑΘΕ Αθηνών Λαμίας στο 62ο χλμ αυτής υπό τις συνθήκες που ειδικότερα αναφέρονταιστην αγωγή. Ότι από υπαιτιότητα της εναγομένης, η οποία δεν μερίμνησε όπως όφειλε καιμπορούσε για την ακώλυτη, ομαλή και ασφαλή διέλευση των αυτοκινήτων του κινούνται σ` αυτήν(ΝΕΑ ΟΔΟΣ ΑΕ) και ειδικότερα δεν έλαβε τα απαιτούμενα μέτρα, ώστε να υπάρξει έγκαιροςεντοπισμός και απομάκρυνση του ζώου από το οδόστρωμα, υπέστη τις αναφερόμενες στην αγωγήθετικές ζημίες καθώς και ηθική βλάβη. Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά» ζήτησε ναυποχρεωθεί η εναγομένη να τους καταβάλει το ποσό των 4.538,00 ευρώ που εξειδικεύεται κατά ταμερικότερα κονδύλια και να καταδικασθεί στη δικαστική τους δαπάνη. Το ως άνω Δικαστήριο, μετην εκκαλουμένη απόφαση του, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και υποχρέωσε την εναγομένη νακαταβάλει στοάς ενάγοντες το ποσό των 1.469 ευρώ εις έκαστο των εναγόντων που εξειδικεύεταικατά τα μερικότερα κονδύλια με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και να καταδικασθείστη δικαστική τους δαπάνη. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται η εκκαλούσα εναγομένη με την υπό κρίση έφεσή της γιαεσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και για κακή εκτίμηση των  αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισητης, προκειμένου να απορριφθεί η κατ` αυτή αγωγή. Από τα άρθρα 297, 298, 300 και 330 του ΑΚ, συνάγεται ότι, προϋπόθεση της ευθύνης γιααποζημίωση από αδικοπραξία, είναι η υπαιτιότητα του υπόχρεου, η οποία υπάρχει και στηνπερίπτωση της αμέλειας, δηλαδή όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στιςσυναλλαγές, η παράνομη συμπεριφορά του υπόχρεου σε αποζημίωση έναντι εκείνου πουζημιώθηκε και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της ζημίας.Η παράνομη συμπεριφορά, ως όρος της αδικοπραξίας, μπορεί να συνίσταται σε θετική πράξη ή σεπαράλειψη, εφόσον, στην τελευταία περίπτωση, αυτός που υπέπεσε στην παράλειψη ήτανυποχρεωμένος σε πράξη από το νόμο ή τη δικαιοπραξία, είτε από την καλή πίστη κατά τηνκρατούσα κοινωνική αντίληψη. Αιτιώδης συνάφεια υπάρχει, όταν η πράξη ή η παράλειψη τουευθυνόμενου προσώπου, ήταν ικανή, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και μπορούσεαντικειμενικά να επιφέρει, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιοαποτέλεσμα. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, ότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ωςαποδειχθέντα εκτρέπουν το συμπέρασμα να θεωρηθεί κατά τα διδάγματα της κοινής πείραςορισμένο γεγονός ως πρόσφορη αιτία της ζημίας, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, γιατίείναι κρίση νομική, αναγόμενη στην ορθή ή μη υπαγωγή από το δικαστήριο της ουσίας τωνδιδαγμάτων της κοίτης πείρας στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας (AΠ.831/2005, Ελλ. Δικ. 47, 95). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 914 ΑΚ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομακαι υπαίτια, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει σύμφωνα με όσα ορίζονται στα άρθρα 297 και298 ΑΚ. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για να υπάρχει αδικοπραξία και, συνεπώς, υποχρέωσητου δράστη να αποζημιώσει τον παθόντα, απαιτούνται: α) ζημία κάποιου, β) η ζημία αυτή ναπροκλήθηκε από το δράστη παρανόμως, γ) ο ζημιώσας να βρίσκεται σε υπαιτιότητα, η οποίαυπάρχει και στην περίπτωση της αμέλειας, όταν δηλαδή, κατά το άρθρο 330 του ΑΚ δενκαταβάλλεται από το δράστη η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, δ) η παράνομησυμπεριφορά του υπαίτιου να οφείλεται σε πράξη ή παράλειψη αυτού και ε) να υπάρχει αιτιώδηςσυνάφεια μεταξύ της ζημιογόνου πράξεως ή παραλείψεως και της ζημίας που επήλθε (ΑΠ831/2005, ΕλλΔικ 47, 95). Η προκληθείσα από το δράστη ζημία είναι παράνομη όταν προσβάλλεταιμε τη συμπεριφορά του (πράξη) ή παράλειψη) δικαίωμα του παθόντος προστατευόμενο από τονόμο και η υπαίτια παράλειψη του δράστη γεννά την προς αποζημίωση υποχρέωσή του, όταναυτός ήταν υποχρεωμένος στην πράξη από το νόμο ή τη δικαιοπραξία ή την καλή πίστη, κατά τηνκρατούσα κοινωνική αντίληψη (Α.Π. 996/2004 ΕλλΔικ 47, 1624). Ειδικότερα, για την περίπτωσηαδικοπραξίας που τελείται με παράλειψη, για να υπάρξει υποχρέωση αποζημίωσης, η παράλειψηπρέπει να είναι παράνομη. Αυτό συμβαίνει όταν ο υπαίτιος παραλείπει να προβεί σε θετική ενέργεια,στην οποία είναι υποχρεωμένος να προβεί από το νόμο, τη δικαιοπραξία, την καλή πίστη και απότις κρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις. Από την επανεκτίμηση όλων των νομίμως και με επίκληση προσκομιζομένων αποδεικτικώνμέσων και συγκεκριμένα από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξηςπου περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με την εγκαλούμενη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης απόόλα γενικώς τα έγγραφα μερικά από τα οποία λαμβάνονται υπόψη ως αποδεικτικά μέσα και άλλαως δικαστικά τεκμήρια, εφόσον επιτρέπεται το εμμάρτυρο της απόδειξης δίχως να παραλείπεται ηαξιολόγηση ουδενός αποδεικνύονται τα εξής: Την 10η     -4- 2010 και περί ώρα 14.55, το υπ`  αριθμ…………………ΙΧΕ όχημα, συγκυριότητας των εναγόντων κατά ποσοστό 50% εξ`  αδιαιρέτουεκάστου, οδηγούμενο οπό τον προστηθέντα γιο του πρώτου και σύζυγο της δευτέρας τωνεναγόντων αντίστοιχα ……………………….,  εκινείτο με κατεύθυνση από Αθήνα προς Λαμία επίτης Π.Α.Θ.Ε. Αθηνών Λαμίας, στο ύψος της Χ/Θ 67, μετά το …………………….., όταν ένας σκύλοςεισήλθε αιφνιδίως, από αριστερά ως προς την πορεία του στη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας, (ηΛωρίδα  Έκτακτης Ανάγκης (Λ.Ε.Α) δεν προσμετράται, καθόσον προορίζεται αποκλειστικά και μόνογια την κίνηση οχημάτων άμεσης ανάγκης και οχημάτων συντήρησης των αρμοδίων κρατικώνυπηρεσιών ή των εταιριών που, κατά παραχώρηση από το Δημόσιο, λειτουργούν, συντηρούν καιεκμεταλλεύονται αυτοκινητόδρομο ή οδό ταχείας κυκλοφορίας, για την αντιμετώπιση έκτακτωνγεγονότων, περιστατικών ή άλλων αναγκών), με αποτέλεσμα την επ` αυτού πρόσκρουση τουοχήματος και την πρόκληση ολικών ζημιών. Για το προαναφερόμενο ατύχημα δεν προκύπτειευθύνη των υπαλλήλων και λοιπών προστηθέντων οργάνων της εναγομένης. Από το ίδιοαποδεικτικό υλικό αποδείχθηκε ότι με την από 19-12-2006. Σύμβαση Παραχώρησης  πουυπογράφηκε μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία « ……. Α.Ε.» και κυρώθηκε με το Ν. 3555/2007 παραχωρήθηκε στην τελευταία το αποκλειστικό δικαίωμαλειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης με την επιβολή και είσπραξη Διοδίων τελών και μεκάθε άλλη νόμιμη χρήση που αφορά αποκλειστικά στην εξυπηρέτηση των χρηστών κατά τηδιάρκεια της Περιόδου Παραχώρησης για το Έργο Παραχώρησης (BIT), μέρος του οποίου είναι οαυτοκινητόδρομος ΠΑΘΕ από ΑΚ Μεταμόρφωσης έως την Σκάρφεια (άρθρα 4.1.1. 4.3.1 4.3.2 περ.2 του Ν. 3555/2007). Περαιτέρω με το άρθρο 6 παρ. 6.3, της σύμβασης ορίσθηκε ότι ο Παραχωρησιούχος – ήδηεναγόμενη δεν θα ευθύνεται για θετικές ή παρεπόμενες ή αποθετικές ζημίες που θα προκληθούν σετρίτους από την ύπαρξη αυτού καθ` εαυτού του έργου ή από τη λειτουργία και συντήρηση του ήτων Κατασκευών ή οποιουδήποτε τμήματος αυτών ή από την εν γένει εκτέλεση του Έργου, εκτόςαν αυτές οφείλονται σε υπαιτιότητα αυτού ή των οποιονδήποτε προσώπων που χρησιμοποιεί γιατην εκτέλεση της Σύμβασης (περιλαμβανομένου του Ανεξάρτητου Μηχανικού), λόγω μη τήρησηςτων υποχρεώσεων του από την παρούσα, ανέλαβε δε (η εναγόμενη) την ευθύνη για οποιεσδήποτεεργασίες αφορούν, μεταξύ άλλων, τον ηλεκτροφωτισμό, την κατακόρυφη και οριζόντιασήμανση,τις ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις τα συστήματα άρδευσης, τα στηθαίαασφαλείας, κιγκλιδώματα και περιφράξεις και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο του έργου. Πουθενά όμως στην από 19-12-2006 Σύμβαση Παραχώρησης που υπογράφηκε μεταξύ της εταιρίαςκαι του Ελληνικού Δημοσίου, δεν προβλέπεται υποχρέωση της Εταιρίας για την περισυλλογή τωναδέσποτων ζώων για τα οποία αποκλειστικά αρμόδιος παραμένει ο εκάστοτε αρμόδιος Δήμος, οοποίος μάλιστα συγκροτούν ειδικά συνεργεία περισυλλογής από άτομα τα οποία διαθέτουν τηνκατάλληλη εκπαίδευση και εμπειρία σε θέματα που αφορούν στην αιχμαλωσία των ζώων καικατέχουν τις ειδικές γνώσεις χειρισμού τους (άρθρο 7 του Ν, 3170/2003). Η εκκαλούσα -εναγομένη εταιρία έχει εγκαταστήσει περίφραξη σε όλο το μήκος του αυτοκινητόδρομου με ειδικόσυρματόπλεγμα εγκεκριμένο από τον Ανεξάρτητο Μηχανικό του Έργου Παραχώρησης καιενδεικνυόμενο για τη χρήση σε αυτοκινητόδρομο, Η περίφραξη έχει ύψος περίπου 1,7 μέτρα καιστηρίζεται σε σταθερούς τσιμεντένιους πασσάλους, Κατά τον τρόπο αυτό αποτρέπεται η είσοδοςοποιουδήποτε ζώου ή τρίτου ξένου αντικειμένου, το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει τροχαίοατύχημα ή κίνδυνο σε πρόσωπα και πράγματα κατά τη χρήση του αυτοκινητοδρόμου. Ωστόσο,στις εισόδους εξόδους των αυτοκινήτων στον αυτοκινητόδρομο και ιδίως στους ανισόπεδουςκόμβους αυτού δεν είναι δυνατό να τοποθετηθεί περίφραξη.Στα σημεία αυτά υπάρχουν ανοίγματα στην προκειμένου να επιτρέπεται η είσοδος και η έξοδοςοχημάτων στον αυτοκινητόδρομο. Σε αντίθετη περίπτωση θα παρεμποδιζόταν η είσοδος καιέξοδος των οχημάτων στον αυτοκινητόδρομο. Ειδικότερα δε, αποδείχθηκε ότι και στο σημείο τουατυχήματος η εκκαλούσα – εναγόμενη Εταιρία έχει τοποθετήσει ήδη από το 2009 ειδική μόνιμηπερίφραξη με ειδικό συρματόπλεγμα ύψους 1,7 μέτρων εκατέρωθεν του αυτοκινητόδρομου, ηοποία στηρίζεται σε τσιμεντένιους πασσάλους, έτσι ώστε να είναι αδύνατο, εισήλθε το αδέσποτοζώο εκ του σημείου αυτού. Εξάλλου η εκκαλούσα – εναγομένη εταιρία πραγματοποιεί καθημερινάτις προβλεπόμενες στην οικεία Σύμβαση Παραχώρησης Εργασίες συντήρησης τουΑυτοκινητόδρομου ΠΑΘΕ. Αποδείχθηκε ότι κινητά συνεργεία της εταιρίας εκτελούν περιπολίες καιεπιθεωρούν τον Αυτοκινητόδρομο ΠΑΘΕ σε τακτικά χρονικά διαστήματα επί εικοσιτετραώρουβάσεως ώστε να εξασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία το» έργου παραχώρησης και η ασφαλήςκυκλοφορία τον χρηστών. Ειδικότερα προέκυψε ότι σε απόσταση περίπου 3 χλμ από το σημείοτου συμβάντος ευρίσκεται ο ανισόπεδος κόμβος της Ριτσώνας. Στο σημείο αυτά η περίφραξηαναγκαστικά σταματά καθότι σε αντίθετη περίπτωση δεν θα μπορούσαν να εισέρχονιαι καιεξέρχονται τα οχήματα, Από το σημείο αυτό προφανώς εισήλθε ο αδέσποτος σκύλος»  στον οποίοπροσέκρουσε το αυτοκίνητο των εναγομένων και οποίος αφού διένυσε μικρή απόσταση εσωτερικόκαι κατά  μήκος του αυτοκινητόδρομοι), επιχείρησε να διασχίσει κάθετα το δρόμο καισυγκρούσθηκε με το αυτοκίνητο των εναγόντων -εφεσίβλητων. Δεδομένου δε ότι μεσολάβησεμικρό χρονικό διάστημα από την είσοδο του σκύλου στον αυτοκινητόδρομο μέχρι την επέλευσητου ένδικου ατυχήματος, δεν ήταν ανθρωπίνως δυνατή, η άμεση γνώση και κινητοποίηση τηςομάδας περιπολίαςτης εκκαλούσας – εναγομένης εταιρίας σου είναι αρμόδια για το ΤμήμαΣχηματαρίου – Μαρτίνου, ώστε άμεσα να περισυλλέξει τον αδέσποτο σκύλο. Ούτε άλλωστεειδοποιήθηκε από οδηγό οχήματος για την είσοδο του ζώου στον αυτοκινητόδρομο. Οσον αφοράδε στον ισχυρισμό των εναγόντων – εφεσίβλητων ότι ο σκύλος μπήκε από ένα συγκεκριμένοάνοιγμα, αυτό είναι ανοιγμένο από άνθρωπο και αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι το σύρμα είναικομμένο με εργαλείο κάθετα και  συμμετρικά στις δύο άκρες του ανοίγματος, όπως βεβαίωσε και ομάρτυρας της  εκκαλούσας εναγομένης στο ακροατήριο κατά την πρωτόδικη δίκη. Το άνοιγμα δενφτάνει μέχρι τα έδαφος αλλά σταματά τουλάχιστον σαράντα με πενήντα εκατοστά από το έδαφος. Όσον αφορά στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης που προσκομίσθηκε από τους ενάγοντες -εφεσιβλήτους, αυτή έλαβε χώρα 10 μήνες μετά το ένδικο συμβάν (3-1-2011), έλαβε δε χώρα στο62° χλμ της Εθνικής Οδού και όχι στο 65 + 700 χλμ αυτής, οι προσκομιζόμενες δε φωτογραφίεςεπιπροσθέτως ουδόλως προκύπτει πάτε ελήφθησαν. Από τα παραπάνω αποδειχθέντα συνάγεται ότιη εκκαλούσα – εναγομένη, είχε λάβει όλα τα προσήκοντα μέτρα για την αποτροπή του κινδύνουβλάβης των οχημάτων που κινούνταν στην ΠΑΘΕ και, το τυχαίο περιστατικό της εισόδου ενόςαδέσποτου ζώου στο οδόστρωμα προφανώς από σημείο όπου δεν είναι δυνατή η τοποθέτησηπερίφραξης δεν μπορεί να θεμελιώσει οποιαδήποτε ευθύνη αυτής προς αποζημίωση τωνεναγόντων, διότι δεν προέκυψε ουδεμία αδικοπραξία ούτε από θετική ενέργεια ούτε απόπαράλειψη των οργάνων της. Συνεπώς ουδεμία υποχρέωση αποζημίωσης των εναγόντωναφίστανται για τις αναφερόμενες στην ένδικη αγωγή αιτίες. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίοέκρινε τα αντίθετα με τα ανωτέρω, ότι δηλαδή το ένδικο ατύχημα και εντεύθεν η ζημία τωνεναγόντων, οφείλονται σε υπαιτιότητα των οργάνων της εναγομένης εκκαλούσας, έσφαλε περί τηνεφαρμογή του νόμου και περί την εκτίμηση των αποδείξεων. Επομένως ο σχετικός λόγος έφεσης πρέπει να γίνει δεκτός, ως ουσιαστικά βάσιμος. Κατόπιν τωνανωτέρω παραδοχών, δεν θα εξεταστούν οι ισχυρισμοί που περιέχονται στους λοιπούς λόγουςεφέσεως με τους οποίους η εκκαλούσα παραπονείται για αοριστία των ζημιών των εναγόντων -εφεσιβλήτων ή για τη μείωση της εμπορικής αξίας του αυτοκινήτου τους, εφόσον προαπαιτούμενοαποζημίωσης αυτών εινοι η υπαιτιότητα της εναγομένης – εκκαλούσας. Σύμφωνα με όσαεκτέθηκαν παραπάνω, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη κατά τοβάσιμο λόγο αυτής που αναφέρεται στην μη ύπαρξη υπαιτιότητας αυτής και να εξαφανισθεί ηεκκαλουμένη απόφαση. Στη συνέχεια το Δικαστήριο αυτό, αφού κρατήσει την υπόθεση και δικάσειεκ νέου την αγωγή  (άρθρο 535 παρ. ! Κ.ΠολΔ), πρέπει να την απορρίψει ως ουσιαστικά αβάσιμη. Τέλος, λόγω της ήττας των εφεσιβλήτων εναγόντων πρέπει αυτοί να καταδικασθούν στηνπληρωμή των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας – εναγομένης και για τους δύο βαθμούςδικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183, 191  παρ. 2ΚΠολΔ) κατόπιν σχετικού αιτήματος. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων, Δέχεται τύποις και ουσία την έφεση. Εξαφανίζει τη με αριθμό 23/2012 οριστική απόφαση τον Ειρηνοδικείου Θηβών, που εκδόθηκεκατά την τακτική διαδικασία. Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 30-5-2011 και με αριθμό κατάθεσης 215/2011 αγωγή. Απορρίπτει την αγωγή. Επιβάλλει, στους ενάγοντες – εφεσίβλητους τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης – εγκαλούσαςκαι των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, το ποσό των οποίων ορίζει στα επτακόσια ευρώ (700,00 €). Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη και στο ακροατήριό του συνεδρίασηστη Θήβα, στις 29 Αυγούστου 2012 χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροιτους. Η ΔΙΚΑΣΤΉΣ                                                                                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

1030/2009 ΑΠ (ΠΟΙΝ)

Αριθμός 1030/2009 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥΕ Ποινικό Τμήμα Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο ΑρείουΠάγου, Βασίλειο Λυκούδη και Ελευθέριο Νικολόπουλο- Εισηγητή, Αναστάσιο Λιανόκαι Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες. Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 6 Μαρτίου 2009, με τηνπαρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται οΕισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει τιςαιτήσεις των αναιρεσειόντων-κατηγορουμένων 1. Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τονπληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Παπακωνσταντόπουλο και 2. Χ2 πουεκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Αλαβάνο-Τσαπαλίρα,περί αναιρέσεως της 3171/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ1 που δεν παρέστη στο ακροατήριο. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσαλεπτομερώς αναφέρονται σ` αυτή, και οι αναιρεσείοντες-κατηγορούμενοι ζητούντην αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 12 Ιανουαρίου2009 και 9 Ιανουαρίου 2009 αιτήσεις τους αντίστοιχα, που καταχωρίστηκαν στοοικείο πινάκιο με τον αριθμό 140/2009. Αφού άκουσε Τους πληρεξουσίους δικηγόρους των αναιρεσειόντων, που ζήτησαν όσααναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε νααπορριφθούν οι προκείμενες αιτήσεις αναίρεσης. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 1.α- Κατά το άρθρο μόνο παρ.3 του Ν. 2243/1994, στα εγκλήματα πουδιαπράττονται δια του τύπου, οι προβλεπόμενες στο Κώδικα Ποινικής Δικονομίαςμε ποινή ακυρότητας ή απαραδέκτου προθεσμίες που υπερβαίνουν τις πέντεημέρες, συντέμνονται στο ήμισυ. Το κλάσμα που τυχόν προκύπτει συμπληρώνεταιως την επόμενη ακέραιη μονάδα. Από τη διάταξη αυτή, προκύπτει ότι επίαναίρεσης κατά καταδικαστικής απόφασης για εγκλήματα που διαπράττονται διατου τύπου, η προς τούτο χορηγούμενη από το άρθρο 473 παρ. 1 του Κ.Π.Δπροθεσμία των δέκα ημερών, για αναίρεση από εκείνον που καταδικάστηκε,συντέμνεται στο ήμισυ, δηλαδή σε πέντε ημέρες και αρχίζει από τότε που ητελεσίδικη απόφαση θα καταχωριστεί καθαρογραμμένη στο ειδικό βιβλίο πουτηρείται από τη γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου. Κατά την αληθή έννοιατης διατάξεως αυτής, η κατά τα άνω σύντμηση της προθεσμίας στο ήμισυεφαρμόζεται επί πράξεων τελουμένων δια του τύπου όταν αυτές διώκονταιαυτοτελώς. `Όταν, όμως, η δια του τύπου τελούμενη παράβαση συρρέει με άλληαξιόποινη πράξη ή συρρέει ως μερικότερη πράξη εξακολουθούντος εγκλήματος πουδεν υπάγεται στις περί τύπου διατάξεις, και τα οποία εγκλήματασυνεκδικάσθηκαν και εκδόθηκε κοινή για όλα καταδικαστική απόφαση, τότε ωςπρος την προθεσμία ασκήσεως αναιρέσεως κατά της αποφάσεως αυτής κατισχύει ηγενική ρύθμιση του άρθρου 473 παρ.1 του Κ.Π.Δ. Αντίθετη εκδοχή, ότι δηλαδήγια καθένα από τα συρρέοντα εγκλήματα η προθεσμία αναιρέσεως κατά τηςκαταδικαστικής αποφάσεως λαμβάνεται υπόψη αυτοτελώς, θα κατέληγε σε άτοπα καιθα οδηγούσε σε φαλκίδευση των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου ο οποίος είτε θαέπρεπε να ασκήσει αυτοτελείς αιτήσεις αναιρέσεως τηρώντας τη νόμιμη προθεσμίαγια καθένα από τα εγκλήματα που συνεκδικάσθηκαν, είτε για τα συρρέοντα και μηυπαγόμενα στις περί τύπου διατάξεις εγκλήματα θα έπρεπε να υποχρεωθεί ναασκήσει την αίτηση αναιρέσεως εντός της βραχύτερης προθεσμίας των πέντεημερών. β.-Στην προκείμενη περίπτωση με την από 12-1-2009 αίτηση της Χ1επιδιώκεται η αναίρεση της υπ` αριθμ. 3171/2008 αποφάσεως του ΤριμελούςΕφετείου Αθηνών. Με την άνω απόφαση καταδικάσθηκε η αναιρεσείουσα γιασυκοφαντική δυσφημήση κατ` εξακολούθηση με χρόνο και τόπο τέλεσης τωνμερικότερων πράξεων την 6-3-2005 στην Αθήνα και την 2-4-2005 στα …. Για τηντελευταία πράξη το δικαστήριο δέχθηκε ότι η αναιρεσείουσα διέπραξε αυτή διατου τύπου, ως μέσου τέλεσης αυτής. Η ως άνω απόφαση καταχωρίστηκεκαθαρογραμμένη στο ειδικό βιβλίο τελεσίδικων αποφάσεων στις 2 Ιανουαρίου2009, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπηρεσιακή βεβαίωση του Γραμματέατου άνω Δικαστηρίου. Η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε με δήλωση πουκοινοποιήθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την 12 Ιανουαρίου 2009 δηλαδήεντός της κατά το άρθρο 473 παρ.1 Κ.Π.Δ δεκαήμερης προθεσμίας και επομένως,κατά τα προεκτεθέντα, είναι εμπρόθεσμη και παραδεκτή και κατά το μέρος πουπλήττεται η προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση για την μερικότερη πράξη τηςσυκοφαντικής δυσμημήσεως η οποία φέρεται ότι τελέσθηκε δια του τύπου.  γ.- Μετην άνω αίτηση πρέπει να συνεκδικασθεί και η νομοτύπως και εμπροθέσμωςασκηθείσα από 9-1-2009 αίτηση αναιρέσεως του Χ2 ο οποίος επίσης καταδικάσθηκεμε την άνω απόφαση ΙΙ.- Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 362 και 363 του Π.Κ.προκύπτει, ότι για τη στοιχειοθέτηση του προβλεπόμενου σ` αυτές εγκλήματοςτης συκοφαντικής δυσφήμησης, απαιτείται ισχυρισμός ή διάδοση ενώπιον τρίτου,για κάποιον άλλον, “γεγονότος“ που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψήτου και είναι ψευδές, ο δε υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές. Στηνέννοια του “γεγονότος“ εντάσσεται κάθε συγκεκριμένο περιστατικό τουεξωτερικού κόσμου, που ανάγεται στο παρελθόν ή το παρόν, εμπίπτει στιςαισθήσεις και είναι δεκτικό αποδείξεως, καθώς και κάθε συγκεκριμένη σχέση ήσυμπεριφορά, η οποία προσάπτεται σε ορισμένο πρόσωπο, με συνέπεια ναεπέρχεται εμφανής υποτίμηση της τιμής ή της υπόληψής του. Για τηνυποκειμενική θεμελίωση του εγκλήματος, απαιτείται άμεσος δόλος συνιστάμενος,στην ηθελημένη ενέργεια του ισχυρισμού ή της διάδοσης ενώπιον τρίτου, τουψευδούς γεγονότος, εν γνώσει του δράστη ότι αυτό είναι ψευδές και δύναται ναβλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου. Δεν αρκεί δηλαδή ο απλός ή οενδεχόμενος δόλος. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη κατάτο άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική καιεμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510παρ. 1 περ. Δ` του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν σ` αυτή περιέχονται μεσαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά πουπροέκυψαν από την διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα υποκειμενικά καιτα αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίωνθεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες τοδικαστήριο υπήγαγε τα αποδειχθέντα περιστατικά, στην ουσιαστική ποινικήδιάταξη που εφαρμόσθηκε. Ιδιαίτερη αιτιολόγηση για την ύπαρξη του δόλου, δενείναι αναγκαία. Όταν όμως για το αξιόποινο της πράξεως απαιτούνται, εκτός απότα περιστατικά που απαρτίζουν κατά νόμο την έννοια αυτής και ορισμέναπρόσθετα στοιχεία, όπως η γνώση ορισμένων περιστατικών στο έγκλημα τηςσυκοφαντικής δυσφήμησης, η ύπαρξη δηλαδή άμεσου δόλου, η αιτιολογία πρέπει ναεκτείνεται και στη γνώση αυτή, με παράθεση των περιστατικών που τηνδικαιολογούν. Στην προκείμενη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη υπ` αριθμ.3171/2008 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, καταδικάσθηκαν οιαναιρεσείοντες για συκοφαντική δυσφήμηση κατ`εξακολούθηση και επιβλήθηκε στηνμεν πρώτη Χ1 ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών στον δε δεύτερο Χ2 ποινήφυλακίσεως πέντε (5) μηνών, η οποία και για τους δύο ανεστάλη επί τριετία. Τοεκδόν την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστήριο, με μνεία των κατ` ειδοςαναφερόμενων αποδεικτικών μέσων και κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίσητου, δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: ” … Ηδεύτερη κατηγορούµενη Χ1 είναι πρόεδρος του παγκρητίου συλλόγου προστασίαςζώων “…” που διατηρεί κυνοκοµείο φιλοξενίας αδέσποτων σκύλων στα … και οοποίος σύλλογος συνεργάζεται µε τον συνώνυµο σύλλογο προστασίας ζώων “…”που εδρεύει στη Γερµανία και η εγκαλούσα Ψ1 είναι πρόεδρος του σωµατείου µετην επωνυµία “Συνοµοσπονδία Ζωοφιλικών Σωµατείων Ελλάδος”. Η εγκαλούσα, σταπλαίσια της δραστηριότητας της ως προέδρου της ως άνω φιλοζωϊκήςσυνοµοσπονδίας, είχε γίνει αποδέκτρια καταγγελιών για αθρόα εξαγωγή ζώωνσυντροφίας από την Ελλάδα σε ξένες χώρες, χωρίς την τήρηση των προϋποθέσεωντου Ν. 3176/2003 και της ΥΑ 280239/2003, µε σκοπό να χρησιµοποιηθούν ωςπειραµατόζωα ή για την παρασκευή καλλυντικών ή στο εµπόριο γούνας. Έτσι, σταπλαίσια καταγγελίας που είχε για παράνοµη εξαγωγή σκύλων από την Ελλάδα, στις27-2-2005, τις πρωινές ώρες, η εγκαλούσα µαζί µε τον εξετασθέντα στοακροατήριο µάρτυρα … και τη δικηγόρο της Αγάθη Λεκάκου, µετέβησαν στολιµάνι του Πειραιά, όπου, σύµφωνα µε πληροφορίες της, θα κατέπλεε από τα …το πλοίο “…”, µε το οποίο µεταφερόταν φορτηγό αυτοκίνητο µε 58 σκύλους, πουθα εξάγονταν από το σωµατείο “…” στη Γερµανία, µε παραλήπτη το ως άνωφιλοζωϊκό σωµατείο “…”, χωρίς την τήρηση των νοµίµων διατυπώσεων. Πράγµατιεντοπίστηκε το συγκεκριµένο φορτηγό και συνελήφθησαν από τη λιµενική αρχή πουείχε ειδοποιηθεί από την εγκαλούσα τρεις Γερµανοί υπήκοοι που συνόδευαν ταζώα, τα οποία οδηγήθηκαν σε πανσιόν µικρών ζώων, ενώ κατασχέθηκαν από τηνλιµενική αρχή τα συνοδευτικά έγγραφα αυτών, επειδή η µεταφορά των ζώων ήτανπαράνοµη, αφού αυτά δεν διέθεταν την απαραίτητη σήµανση (µικροτσίπ) καικαταγραφή, καθώς και τα απαραίτητα νοµιµοποιητικά έγγραφα. Μετά απ` αυτά, ηδεύτερη κατηγορουµένη, στην προσπάθεια της να διασκεδάσει κάθε εναντίον τηςκατηγορία για παράνοµη αποστολή ζώων στη Γερµανία, εξαπέλυσε έναν αγώναµείωσης της υπόληψης της εγκαλούσας, ισχυριζόµενη εν γνώσει της γι` αυτήνψευδή γεγονότα, ικανά να βλάψουν την τιµή και την υπόληψη της και να µειώσουντο κύρος της ως προέδρου της ως άνω φιλοζωϊκής συνοµοσπονδίας σωµατείων, αφούτην εµφάνιζε να παρανοµεί και να ,κερδοσκοπεί εκµεταλλευόµενη τα αδέσποταζώα. Ειδικότερα, η δεύτερη κατηγορούµενη, στις 6-3-2005 εµφανίσθηκε σεσχετικό ρεπορτάζ στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθµού “…..”και εν γνώσει της δήλωσε και ισχυρίστηκε ψευδώς ενώπιον του τηλεοπτικούκοινού του ως άνω σταθµού ότι η εγκαλούσα πωλεί 3.000 αδέσποτους σκύλους σεινστιτούτα για πειραµατόζωα. Επίσης, η δεύτερη κατηγορουµένη, στις 2-4-2005,ως πρόεδρος του ως άνω σωµατείου, εξέδωσε δελτίο τύπου, στο οποίο αναφερόµενηστο ως άνω περιστατικό της καταγγελίας της εγκαλούσας και της ένεκα αυτήςαποτροπής της εκ µέρους της ίδιας αποστολής ζώων στη Γερµανία, χαρακτήριζετην εγκαλούσα “ζωόφιλη” που υποστηρίζεται από οµάδα “προστατών ζώων” και”ευλογείταιι” από υπαλλήλους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και τηςτοπικής αυτοδιοίκησης, µε τη βοήθεια των οποίων έχει εξαπολύσει λυσσαλέοπόλεµο εναντίον της ίδιας, διαδίδοντας ότι αυτή έχει προβεί σε κλοπή τωνζώων, τροµοκρατώντας και απειλώντας σε κάθε κατεύθυνση και επιχειρώντας ακόµηκαι να της αποσπάσουν τα ζώα µε τρόπο παράνοµο και καταχρηστικό, ενώ όλοιµαζί οι ανωτέρω εξυπηρετούν εκούσια ή ακούσια το “κύκλωµα” εκµετάλλευσης καιεµπορευµατοποίησης των αδέσποτων. Οι χαρακτηρισµοί στο ως άνω δελτίο τύπουαπό µέρους της δεύτερης κατηγορούµενης για “κακόβουλη καταγγελία”, για”ζωόφιλη” εντός εισαγωγικών, για “προστάτες ζώων” εντός εισαγωγικών και γιαεκούσια ή ακούσια εξυπηρέτηση του κυκλώµατος εκµετάλλευσης καιεµπορευµατοποίησης αδέσποτων ζώων, αποτελούν κρίσεις και χαρακτηρισµούς τηςδεύτερης κατηγορούµενης που µειώνουν την τιµή και την υπόληψη της εγκαλούσαςκαι όχι δυσφηµιστικά γεγονότα και ως εκ τούτου κατ` ορθότερο χαρακτηρισµό τηςπράξεως της δεύτερης κατηγορουµένης που αναφέρεται στις ως άνω κρίσεις καιχαρακτηρισµούς της, αυτή τέλεσε το πληµµέληµα της εξυβρίσεως σε βάροςεγκαλούσας, ως προς το οποίο πρέπει να παύσει υφ` όρον η ποινική δίωξη πουασκήθηκε εναντίον της κατ` εφαρµογή του άρθρου 31 παρ. 1 του Ν. 3346/2005,αφού η πράξη αυτή κατά της οποίας ο νόµος απειλή φυλάκιση µέχρι ένα έτος ήχρηµατική ποινή τελέστηκε πριν από τη δηµοσίευση του Ν. 3346/2005 καισυγκεκριµένα στις 2-4-2005 και έχει παραγραφεί το αξιόποινό της. Αντίθετα, οιως άνω ισχυρισµοί της δεύτερης κατηγορουµένης τόσο στο δελτίο ειδήσεων τουτηλεοπτικού καναλιού “….” ότι η ,εγκαλούσα πωλεί 3.000 αδέσποτους σκύλουςσε ινστιτούτα για πειραµατόζωα, όσο και και στο ως άνω δελτίο τύπου πουεξέδωσε , ότι η εγκαλούσα µε τους συνεργάτες της έχει εξαπολύσει λυσσαλέοπόλεµο εναντίον της ίδιας, διαδίδοντας ότι αυτή έχει προβεί σε κλοπή τωνζώων, τροµοκρατώντας και απειλώντας σε κάθε κατεύθυνση και επιχειρώντας ακόµηκαι να της αποσπάσουν τα ζώα µε τρόπο παράνοµο και καταχρηστικό αποτελούνισχυρισµούς για γεγονότα που µπορούν να µειώσουν την τιµή και την υπόληψη τηςεγκαλούσας και ποu είναι ψευδή, καθόσον η εγκαλούσα δεν ισχυρίστηκε ούτεδιέδωσε ποτέ ότι η δεύτερη κατηγορουµένη είχε προβεί σε κλοπή των ζώων, ούτεεπεδίωξε να τα αποσπάσει από την κυριότητα της, αλλά, υπό την ως άνω ιδιότητατης και λόγω των πληροφοριών που είχαν περιέλθει σ` αυτήν, ενδιαφέρθηκε γιατον έλεγχο της νοµιµότητας της µεταφοράς τους από την Ελλάδα στη Γερµανία καιη εγκαλούσα δεν εξυπηρετούσε µε οποιοδήποτε τρόπο την εµπορευµατοποίηση τωνζώων, ούτε είχε αναπτύξει έκνοµες δραστηριότητες, ούτε διευκολυνόταν στιςέκνοµες δραστηριότητές της από “προστάτες” ζώων, ούτε καλυπτόταν απόυπαλλήλους του Υπουργείου Γεωργικής Ανάπτυξης. Μάλιστα η δεύτερηκατηγορουµένη γνώριζε την αναλήθεια και το ψεύδος των ως άνω γεγονότων πουισχυρίστηκε ενώπιον τρίτων για την εγκαλούσα και τα ισχυρίστηκε εν γνώσειτελώντας της αναλήθειάς τους µε σκοπό να βλάψει την τιµή και την υπόληψη τηςεγκαλούσας, εµφανίζοντάς την ότι, παρά την ως άνω ιδιότητά της, της προέδρουφιλοζωϊκής συνοµοσπονδίας σωµατείων, µόνον φαινοµενικά και όχι ουσιαστικάείναι ζωόφιλη και τούτο, προκειµένου να αποδυναµώσει την καταγγελία στηνοποία είχε προβεί εκείνη εις βάρος της ίδιας για την παράνοµη αποστολή τωνζώων στην Γερµανία. Περαιτέρω, όπως αποδείχθηκε από τα αποδεικτικά στοιχείαπου προαναφέρθηκαν, ο πρώτος κατηγορούµενος Χ2 ως ιδιοκτήτης της διαδικτυακήςδιεύθυνσης ….com (βλ. την αναγνωσθείσα σχετική ιστοσελίδα που βρίσκεται σεφωτοαντίγραφο στην δικογραφία που τον αναφέρει ως· ιδιοκτήτη της ως άνωδιαδικτυακής διεύθυνσης -site-), στην οποία είναι αναρτηµένη η ξενόγλωσσηιστοσελίδα του σωµατείου “…”, το οποίο συνεργάζεται µε το σωµατείο “…”,του οποίου πρόεδρος είναι η δεύτερη κατηγορουµένη, ανέβασε και καταχώρισεστην ιστοσελίδα αυτή και στην ως άνω διαδικτυακή διεύθυνση σειράδυσφηµιστικών για την εγκαλούσα κειµένων µε αφορµή το ως άνω επεισόδιο της27-2-2005 στο λιµάνι του Πειραιά και την αποτροπή της εξαγωγής των 58 σκύλωνστη Γερµανία που θα παραλάµβανε το ως άνω σωµατείο “…”. Ειδικότερα, οπρώτος κατηγορούµενος, στις 2-3-2005 ανέβασε και καταχώρησε στην ως άνωιστοσελίδα και στην. ως άνω διαδικτυακή διεύθυνση, κείµενο µε τίτλο “Τακτικέςτης Άγριας Δύσης σταµάτησαν την “Πυροµέιν””, στο οποίο ισχυρίστηκε για τηνεγκαλούσα ότι είναι γνωστή για τις εθνικιστικές και εξτρεµιστικές ακροδεξιέςτης αντιλήψεις, ότι αυτή έχει ξεπεράσει τη δηµόσια εξουσία και ότι είχεπροβεί στην υπεξαγωγή των εγγράφων που συνόδευαν τους µεταφερόµενους σκύλουςτης δεύτερης κατηγορουµένης. Επίσης, στις 2-3-2005, στην ίδια ως άνωιστοσελίδα ανέβασε και καταχώρισε επιστολή της …, η οποία συνόδευε µαζύ µεάλλους δύο Γερµανούς υπηκόους τα µεταφερόµενα ζώα και είχε συλληφθεί στολιµάνι του Πειραιά για παράνοµη µεταφορά ζώων συντροφίας, µε την οποίαισχυριζόταν ότι τα συνοδευτικά έγγραφα των σκύλων είχαν υπεξαχθεί από τηνεγκαλούσα, πράγµα που γνώριζε δήθεν από ιδία αντίληψη και ότι αυτή το ανέφερεστον αξιωµατικό της λιµενικής αστυνοµίας παρουσία της εγκαλούσας, η οποίαόµως το αρνήθηκε και ζήτησε να ψάξει τη τσάντα της, πράγµα όµως που αυτήαρνήθηκε να πράξει. Το περιεχόµενο της επιστολής αυτής` που ανέβασε καικαταχώρισε στην ως άνω ιστοσελίδα, ο πρώτος κατηγορούµενος το υιοθέτησε καιτο διέδωσε στους επισκέπτες της ιστοσελίδας και της ως άνω διαδικτυακήςδιεύθυνσης, προσθέτοντας επιπλέον και καταχωρώντας στην ως άνω ιστοσελίδακαι. τον ισχυρισµό ότι η λίστα των κατηγοριών και των µοµφών κατά τωναντιπάλων της ζωοφιλίας, της εγκαλούσας και της δικηγόρου της Άννας Λεκκάκου,γίνεται όλο και µακρύτερη και ότι τα έγγραφα της µεταφοράς των ζώων κλάπηκαναπό την εγκαλούσα µπροστά στα µάτια των οδηγών. Τέλος, ο πρώτοςκατηγορούµενος, στις 15-3-2005, ανέβασε και καταχώρισε στην ίδια ως άνωιστοσελίδα ανυπόγραφο κείµενο (άρθρο) µε τον τίτλο “Το τέλος της ζωοφιλίαςστην Ελλάδα;”, καθώς και κείµενο µε τον υπότιτλο “Άθλιες Προοπτικές”, µε ταοποία ισχυρίσθηκε ότι η εγκαλούσα και οι συνεργάτες της κινούν τα νήµατα στοπαρασκήνιο, όπως επιθυµούν, οι δε Αρχές πιστεύουν ακόµη αυτούς περισσότεροαπό “εµάς τους αλλοδαπούς” και ότι η εγκαλούσα τους έχει επιλέξει ως τον”εχθρό” στον αγώνα εξουσίας της, αποβλέποντας σε ευρωπαϊκές επιδοτήσεις καιεθνικές επιχορηγήσεις από την τουριστική ζωοφιλική βιοµηχανία και όλα αυτάκαταλήγουν στα χρήµατα τα οποία η εγκαλούσα αντίπαλός τους θέλει να πάρει σταχέρια της από τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις και την τουριστική ζωοφιλικήβιοµηχανία. Ο χαρακτηρισµός του πρώτου κατηγορουµένου για την εγκαλούσα ότιείναι γνωστή για τις εθνικιστικές και εξτρεµιστικές ακροδεξιές τηςαντιλήψεις, αποτελεί κρίση και χαρακτηρισµό που µειώνει την τιµή και τηνυπόληψη της εγκαλούσας και όχι δυσφηµιστικό γεγονός και ως εκ τούτου κατ`ορθότερο χαρακτηρισµό της πράξεως του πρώτου κατηγορουµένου που αναφέρεταιστην ως άνω κρίση και χαρακτηρισµό του, αυτός τέλεσε το πληµµέληµα τηςεξυβρίσεως σε βάρος της εγκαλούσας, ως προς το οποίο πρέπει να παύσει υφ`όρον η ποινική δίωξη που ασκήθηκε εναντίον του, κατ` εφαρµογή του άρθρου 31παρ. 1 του Ν. 3346/2005, αφού η πράξη αυτή κατά της οποίας ο νόµος απειλήφυλάκιση µέχρι ένα έτος ή χρηµατική ποινή τελέστηκε πριν από τη δηµοσίευσητου Ν. 3346/2005 και συγκεκριµένα στις 2-3-2005 και έχει παραγραφεί τοαξιόποινό της. Αντίθετα, οι υπόλοιποι ως άνω ισχυρισµοί του πρώτουκατηγορουµένου, αναφέρονται σε γεγονότα που ισχυρίστηκε και διέδωσε ο πρώτοςκατηγορούµενος µέσω της ως άνω ιστοσελίδας ενώπιον απροσδιόριστου αριθµούεπισκεπτών της τα οποία ήταν ψευδή, καθόσον όλα τα έγγραφα συνόδευαν τα ζώα,τα οποία ήταν ελλιπή και καθιστούσαν τη µεταφορά τους παράνοµη, κατασχέθηκαναπό τα αρµόδια προανακριτικά όργανα της λιµενικής αστυνοµίας, η δε εγκαλούσαδεν προέβη στην κλοπή κανενός εγγράφου, αλλά απλώς κατήγγειλε το γεγονός τηςπαράνοµης µεταφοράς των ζώων από φιλοζωϊκά αισθήµατα και µόνο, χωρίς ναπροσδοκά κανένα κέρδος, αφού δεν λαµβάνει επιχορηγήσεις. ή ευρωπαϊκέςεπιδοτήσεις για τη φιλοζωϊκή δραστηριότητα της, τα ως άνω δε ψευδή γεγονόταήταν ικανά να βλάψουν την τιµή και την υπόληψη της εγκαλούσας, αφού αυτήεµφανιζόταν ότι έκλεψε τα έγγραφα για να ενοχοποιήσει τους µεταφέροντες ταζώα συντροφίας και ότι είχε ως µοναδικό κίνητρο την αποκοµιδή οικονομικούοφέλους από την εκµετάλλευση αδέσποτων ζώων και ο πρώτος κατηγορούµενοςγνώριζε την αναλήθεια των προαναφεροµένων ψευδών γεγονότων και ισχυρίστηκεκαι διέδωσε αυτά µε σκοπό να βλάψει την τιµή και την υπόληψη της εγκαλούσας,να µειώσει το κύρος της, να την εµφανίσει ως αναξιόπιστη, να υποσκάψει τηφιλοζωϊκή δραστηριότητα της, να αποδυναµώσει την κατηγορία σε βάρος τηςδεύτερης κατηγορουµένης και συνεργάτιδας του και να επιτευχθεί έτσι η εξαγωγήτων ζώων συντροφίας στη Γερµανία και η απ` αυτόν παραλαβή τους. Ο ισχυρισµόςτου πρώτου κατηγορουµένου ότι η συκοφαντική δυσφήµηση για την οποίακατηγορείται έγινε διά του τύπου είναι αβάσιµος. Τούτο διότι για να θεωρείταιότι η δυσφήµηση έγινε διά του τύπου πρέπει να έχει γίνει µε δηµοσίευσηεντύπου και ως τέτοιο δεν θεωρείται το διαδίκτυο (ίντερνετ) ή η τηλεόραση. Ειδικότερα, οι διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1 και 2 παρ.1 και 2 του Α.Ν.1098/1938 “περί Τύπου”, οι οποίες επανήλθαν σε ισχύ µε το άρθρο 2 του Ν.10/1975 και οι οποίες δεν καταργήθηκαν από την παρ. 1 του άρθρου µόνου του Ν.2243/1994, γιατί αυτές δεν. εµπίπτουν στην έννοια της ουσιαστικής ποινικήςδικονοµικής διατάξεως αλλ` απλώς και µόνον προσδιορίζουν την έννοιά τουτύπου, του εντύπου, του δηµοσιεύµατος και της δηµοσιεύσεως, ορίζουν ότι”Τύπος και έντυπον, επί των οποίων εφαρµόζονται οι διατάξεις του νόµου τούτοείναί πάν ότι εκ τυπσγραφίας ή οιουδήποτε άλλου µηχανικού ή χηµικού µέσουπαράγεται εις όµοια αντίτυπα και χρησιµεύει εις πολλαπλασιασµόν ή διάδοσηχειρογράφων, εικόνων, παραστάσεων, µετά ή άνευ σηµειώσεων ή µουσικών έργωνµετά κειµένου ή επεξηγήσεων ή φωνογραφικών πλακών”. “Ως δηµοσίευσις εντύπουθεωρείται η διανοµή, πώλησις, καθώς και η εις δηµόσιον µέρος ή εν δηµοσίασυναθροίσει ή εις µέρος προσιτόν εις το κοινόν τοιχοκόλλησις ή έκθεσις παντόςεντύπου”. Και “Αδίκηµα του Τύπου υπάρχει όταν λάβει χώρα ή κατά τηνπροηγούµενην παράγραφον δηµοσίευσις”. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότιγια τη στοιχειοθέτηση των εγκληµάτων που τελούνται δια του Τύπου, δηλαδή τωνεγκληµάτων του κοινού δικαίου που προβλέπονται από τον Ποινικό Κώδικα ή απότους ειδικούς ποινικούς νόµους και τελούνται µε κατάχρηση του Τύπου ως µέσουγια την εκδήλωσή τους (Ολ. ΑΠ. 759/198β), δεν αρκεί να συντρέχει το στοιχείοτου εντύπου, όπως εννοιολογικώς προσδιορίζεται από το ως άνω άρθρο 1 του A.Ν1092/1938, αλλά προσαπαιτείται και η δηµοσίευσή του, η οποία σύµφωνα µε 1άρθρο 2 παρ.1 του ίδιου νόµου θεωρείται ότι υπάρχει όταν συντελεσθεί ηδιανοµή πώληση του εντύπου, καθώς και η τοιχοκόλληση ή έκθεση αυτού σεδηµόσιο µέρος ή σε δηµόσια συνάθροιση ή σε µέρος προσιτό στο κοινό. Κατάσυνέπεια καταχώριση στο διαδίκτυο (ίντερνετ) κειµένου µε δυσφηµιστικάγεγονότα και ανακοίνωση από τηλεοράσεως δυσφηµιστικών γεγονότων, αφού τοδιαδίκτυο και τηλεόραση δεν αποτελούν τυπογραφία ούτε θεωρούνται µηχανικάµέσα πολλαπλασιασµού χειρογράφων και δεν θεωρούνται ως “τύπος” ή “έντυπο”,δεν στοιχειοθετούν αδίκηµα τελούµενο διά του τύπου, όπως αβάσιµα ισχυρίζεταιο πρώτος κατηγορούµενος (βλ. ΑΠ. 345/2002 ΝοΒ 2002, 1522 και Ποιν.Λογ2002,278 και ΑΠ. 136/2000 ΠοινΧρ 2000,412 και Ποιν.Δνη 2000, 494). Άλλωστε, οισχυρισµός του πρώτου κατηγορουµένου ότι η συκοφαντική δυσφήµηση που τέλεσεσε βάρος της εγκαλούσας ως διά του τύπου έχει υποπέσει στην δεκαοκτάµηνηπαραγραφή είναι αβάσιµος και απορριπτέος και εκ του λόγου ότι επήλθε στις 7-8-2006 αναστολή της µη συµπληρωθείσας µέχρι τότε παραγραφής µε την νοµότυπηεπίδοση στον πρώτο κατηγορούµενο του υπ` αριθµ. 31611/2006 κλητηρίουθεσπίσµατος και µέχρι σήµερα δεν έχει συµπληρωθεί ο χρόνος της αναστολής τηςπαραγραφής και της παραγραφής του πληµµελήµατος που τέλεσε, ακόµη και ανθεωρηθεί ότι αυτό τελέστηκε διά του τύπου, πράγµα που όπως προαναφέρθηκε δενσυµβαίνει (βλ. στη δικογραφία το σχετικό αποδεικτικό επιδόσεως τουκλητηρίου θεσπίσµατος στον δεύτερο κατηγορούµενο και το υπ` αριθµ. πρωτ.106479/6-10-2006 έγγραφο του Yπουργείου Δικαιοσύνης). Tέλος, το αίτηµα τηςδεύτερης κατηγορουµένης να αναβληθεί η υπόθεση η υπόθεση για να προσκοµισθούνοι κασέττες από τον τηλεοπτικό σταθµό “….” πρέπει να απορριφθεί, αφού κατάτην κρίση του Δικαστηρίου κρίνεται παρελκυστικό της εκδικάσεως της υποθέσεως,ενόψει του ότι η προσκόµιση των κασεττών από τον τηλεοπτικό σταθµό “….” δενθα συντελέσει στην ορθότερη και ασφαλέστερη διάγνωση της υποθέσεως. Εποµένως,ενόψει όλων των ανωτέρω, πρέπει να παύσει υφ` όρον η ποινική δίωξη πουασκήθηκε κατά των κατηγορουµένων όσον αφορά τις προαναφερθείσες πράξεις τουςπου κατ` ορθότερο χαρακτηρισµό αποτελούν εξυβρίσεις και να κηρυχθούν οικατηγορούµενοι για τις υπόλοιπες ως άνω πράξεις τους ένοχοι συκοφαντικήςδυσφηµήσεως της εγκαλούσας κατ` εξακολούθηση, σύµφωνα µε το διατακτικό. Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε από τα αποδεικτικά στοιχεία που προαναφέρθηκαν, οπρώτος κατηγορούµενος µέχρι τότε που τέλεσε. την ως άνω αξιόποινη πράξη τηςσυκοφαντικής δυσφηµήσεως κατ` εξακολούθηση έζησε έντιµη ατοµική,οικογενειακή, επαγγελµατική και γενικά κοινωνική ζωή και η δεύτερηκατηγορουμένη µετά την ως άνω αξιόποινη πράξη της συκοφαντικής δυσφηµήσεωςκατ` εξακολούθηση συµπεριφέρθηκε καλά για σχετικά µεγάλο διάστηµα και γιαυτόστον πρώτο κατηγορούµενο πρέπει να αναγνωρισθεί η ελαφρυντική περίσταση τουάρθρου 84 παρ. 2 περ. α του Π.Κ. και να γίνει δεκτό ότι αυτός µέχρι τηςτελέσεως της ως άνω αξιόποινης πράξης που διέπραξε έζησε έντιµη ατοµική,οικογενειακή επαγγελµατική και γενικά κοινωνική ζωή και στην δεύτερηκατηγορούµενη πρέπει να αναγνωρισθεί η ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84παρ. 2 περ. ε του Π.Κ. και να γίνει δεκτό ότι αυτή συµπεριφέρθηκε καλά γιασχετικά µεγάλο διάστηµα µετά την ως άνω αξιόποινη πράξη της…”.-  Με τιςπαραδοχές αυτές, η αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν είναι ειδικήκαι εμπεριστατωμένη. Και τούτο διότι δεν εκτίθενται στην απόφαση και μάλισταμε θετικό τρόπο συγκεκριμένα περιστατικά, από τα οποία το Εφετείο συνήγαγε τηγνώση των κατηγορουμένων- αναιρεσειόντων για την αναλήθεια των γεγονότων σταοποία αφορά η συκοφαντική δυσφήμιση, δεδομένου ότι σε σχέση με το στοιχείοαυτό του άμεσου δόλου (γνώση) η προσβαλλόμενη απόφαση περιορίζεται ναπαραθέσει στο σκεπτικό και το διατακτικό της, τόσον για την κατηγορουμένη Χ1όσο και για τον κατηγορούμενο Χ2 απλώς ότι οι κατηγορούμενοι “γνώριζαν τηναναλήθειά τους” και “τελούσανε εν γνώσει της αναλήθειας τους” χωρίς όμως ηγνώση αυτή των κατηγορουμένων να είναι καθόλου αυτονόητη, αφού τα γεγονόταδεν συνδέονται αναπόσπαστα με αυτούς. Επομένως , ο από το άρθρο 510 παρ.1στοιχ. Δ`του Κ.Π.Δ λόγος αναιρέσεως και των δύο αναιρεσειόντων με τον οποίοπλήττεται η απόφαση για έλλειψη αιτιολογίας είναι βάσιμος και πρέπει κατάπαραδοχή αυτού να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, παραπεμφθεί δε η υπόθεσηγια νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση,το οποίο θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που δίκασανπροηγουμένως,. ΙΙΙ.- Με την παράγραφο 1 του άρθρου µόνου Ν. 2243/1994 ορίσθηκε ότιδιατηρείται εν ισχύϊ η διάταξη του άρθρού 47 ΑΝ 1092/1938, όπωςαντικαταστάθηκε µε το άρθρο 4 § 2 Ν. 1738/1987. Το άρθρο 47 ΑΝ 1092/1938 μετάτην κατά τα άνω αντικατάστασή του διαµορφώθηκε ως εξής: “τα αδικήµατα πουπράττονται δια του τύπου παραγράφονται µετά 18 µήνες από την τέλεση τηςπράξης. Η προθεσµία της παραγραφής αναστέλλεται για όσο χρόνο σύµφωνα µεδιάταξη νόµου δεν µπορεί να αρχίσει ή να εξακολουθήσει η ποινική δίωξη καιγια όσο χρονικό διάστηµα διαρκεί η κύρια διαδικασία ώσπου να γίνει αµετάκλητηη καταδικαστική απόφαση. Σε κάθε περίπτωση ο χρόνος της αναστολής δεν µπορείνα υπερβεί τα δύο έτη”. Η ειδική αυτή παραγραφή δια τα αδικήµατα του Τύπουκατισχύει της παραγραφής των άρθρων 111 και 113 Π.Κ. ( Ολ.ΑΠ 1364/1984 ). Απότις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 310 παρ. 1 εδ.β`,370εδ.β`και 511 ΚΠΔ προκύπτει ότι η παραγραφή, ως θεσμός δημόσιας τάξεως,εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης, ακόμη καιαπό τον Άρειο Πάγο, ο οποίος, διαπιστώνοντας τη συμπλήρωση αυτής, υποχρεούταινα αναιρέσει την προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση και να παύσει οριστικάτην ποινική δίωξη, εφόσον η αίτηση αναιρέσεως είναι τυπικά παραδεκτή καιπεριέχεται σ` αυτήν ένας τουλάχιστον παραδεκτός και βάσιμος λόγος από τουςπεριοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 510 Κ.Π.Δ (Ολ.ΑΠ 7/2005). Στηνπροκείμενη περίπτωση, η μερικότερη πράξη της συκοφαντικής δυσφήμισης δια τουτύπου για την οποία καταδικάσθηκε η αναιρεσείουσα Χ1, φέρεται ότι τελέσθηκεστην … στις 2-4-2005, έκτοτε δε και μέχρι τη συζήτηση της αιτήσεωςαναιρέσεως (6-3-2009) παρήλθε, υπολογιζομένου και του χρόνου αναστολής,χρονικό διάστημα πέραν σαράντα δύο (42) μηνών και εξαλείφθηκε με παραγραφή τοαξιόποινο της πράξεως αυτής. Επομένως, αφού η ένδικη αίτηση περιέχειπαραδεκτό λόγο αναιρέσεως ο οποίος κρίθηκε και βάσιμος, πρέπει να παύσειοριστικά η ποινική δίωξη κατά της άνω κατηγορουμένης για την άνω μερικότερηπράξη της συκοφαντικής δυσφήμισης, λόγω παραγραφής, κατά τα στο διατακτικό. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Ι.- Αναιρεί την υπ` αριθμ. 3171/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. ΙΙ.- Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο άνω δικαστήριο που θασυγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως ΙΙΙ._ Παύει οριστικά την ποινική δίωξη κατά της κατηγορουμένης Χ1 για τηνπράξη της συκοφαντικής δυσφήμισης δια του τύπου, την οποία φέρεται ότι τέλεσεστα … την 2α Απριλίου 2005. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 13 Μαρτίου 2009. Και Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 10Απριλίου 2009. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

Αριθμός 1511/2003

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Ε΄ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Απριλίου 2003, με την εξήςσύνθεση : Ι. Μαρή, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση τουΠροέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Ν. Ρόζος, Αικ. Σακελλαροπούλου,Σύμβουλοι, Κ. Κουσούλης, Μ. Τριπολιτσιώτη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Μ.Βλασερού. Για να δικάσει την από 22 Απριλίου 2002 αίτηση : της ……… η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Γεώργιο Λιάνη (Α.Μ. 7151), πουτον διόρισε στο ακροατήριο ο Πρόεδρός της, κατά των : ……….οι οποίοι παρέστησαν με τον Δ. Χειμώνα, Πάρεδρο τουΝομικού Συμβουλίου του Κράτους. Με την αίτηση αυτή η αιτούσα Κοινότητα επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ.882/15.2.2002 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής επί τηςπροσφυγής των Αικατερίνης Γαρμπή και Διονυσίου Σχοινά κατά της υπ’ αριθμ.3261/19.11.2001 απόφασης του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής.Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Ν.Ρόζου.Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας Κοινότητας, οοποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησενα γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο των Υπουργών, ο οποίος ζήτησε τηναπόρριψή της.Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα τουδικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ   μ ε λ έ τ η σ ε   τ α   σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε   κ α τ ά   τ ο   Ν ό μ ο 1. Επειδή η κρινόμενη αίτηση ασκείται κατά νόμον χωρίς την καταβολήπαραβόλου. 2. Επειδή με το από 15.11.2000 πρακτικό της, η Επιτροπή του άρθρου 5 του Ν.604/1977 διατύπωσε ομόφωνα τη σύμφωνη γνωμοδότησή της να χορηγηθή στουςΔιονύσιο Σχοινά και Αικατερίνη Γαρμπή άδεια ιδρύσεως ενδιαιτήματος μικρώνζώων, την οποία είχαν ζητήσει με την κατατεθείσα στη Νομαρχία ΑνατολικήςΑττικής με αριθμό πρωτοκόλλου 2652/22.9.2000 αίτησή τους. Την έγκριση δε τηςιδρύσεως εισηγήθηκε εν συνεχεία προς το Νομάρχη Ανατολικής Αττικής και ηΔιεύθυνση Κτηνιατρικής και Αλιείας της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ΑνατολικήςΑττικής. Εν τούτοις με την 3261/19.11.2001 απόφασή του ο Νομάρχης ΑνατολικήςΑττικής “απέρριψε” την ανωτέρω εισήγηση. Κατά της αποφάσεώς του αυτής οιανωτέρω προσέφυγαν ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής, οοποίος με την 882/15.2.2002 απόφασή του έκανε δεκτή την προσφυγή τους καιακύρωσε την προαναφερόμενη νομαρχιακή απόφαση. Με την κρινόμενη αίτησή της ηΚοινότητα Γραμματικού ζητεί την ακύρωση της ανωτέρω αποφάσεως του ΓενικούΓραμματέα Περιφέρειας Αττικής. 3. Επειδή με την παρ. 1 του άρθρ. 5 του π.δ/τος 361/2001 (ΦΕΚ 244 Α΄),ορίζεται ότι : “Στο Ε΄ Τμήμα υπάγονται τα ένδικα βοηθήματα και μέσα πουαφορούν διαφορές οι οποίες προκύπτουν από την εφαρμογή της νομοθεσίας για :α) …. την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, των δασών και δασικώνεκτάσεων, των υδάτων, της αυτοφυούς χλωρίδας και της άγριας πανίδας, ε) ….την πολεοδομία ….”. Ως νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος ή τηνπολεοδομία κατά τη διάταξη αυτή, νοείται είτε αυτοτελές νομοθέτημα το οποίοαποσκοπεί στην προστασία του περιβάλλοντος ή την πολεοδόμηση των οικισμών τηςχώρας είτε διατάξεις που έχουν τους αυτούς σκοπούς και αποτελούν αυτοτελέςκεφάλαιο περιλαμβανόμενο σε νομοθέτημα που ρυθμίζει άλλα θέματα (πρβλ. ΣτΕ4673/1996). 4. Επειδή εν προκειμένω η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατ’ επίκληση του Ν.607/1977 “Περί ιδρύσεως και λειτουργίας Ιδιωτικών Ιατρείων, Κλινικών καιΕνδιαιτημάτων Ζώων” (ΦΕΚ 163 Α΄) και του Π.Δ/τος 463/1978 “Περί των όρων καιπροϋποθέσεων ιδρύσεως και λειτουργίας ιδιωτικών ιατρείων, κλινικών καιενδιαιτημάτων ζώων, καθορισμού υποχρεώσεων Κτηνιάτρων και τηρουμένων βιβλίων”(ΦΕΚ 96 Α΄). Με το Ν. 607/1977 ορίζεται ότι : “Τα εν τω Κράτει λειτουργούντα…. ενδιαιτήματα ζώων ως και έτερα ιδρύματα σκοπούντα την πρόληψιν ή τηνθεραπείαν των λοιμωδών ή άλλων νόσων των ζώων ….. διατελούν υπό τον έλεγχοντου κράτους, ασκούμενου υπό του Υπουργείου Γεωργίας” (άρθρο 1), ότι “΄Οπου εντω παρόντι αναφέρεται : 1…. 3. Ενδιαίτημα ζώων, νοείται ειδικόν οίκημα, ειςτο οποίον παρέχεται επ’ αμοιβή ή μη τροφή, κατοικία, περιποίησις καιπαρακολούθησις, εις υγιή ή εν αναρρώσει ζώα. 4. Μικρά ζώα νοούνται οι κύνες,αι γαλαί, οι κόνικλοι, τα διακοσμητικά και ωδικά πτηνά και γενικώς τα μικράοικιακά ζώα συντροφίας” (άρθρο 2), ότι “1. Τα ενδιαιτήματα ζώων διακρίνονταιεις κατηγορίας ως κάτωθι : α) …. ε) Ενδιαιτήματα μικρών ζώων. 2. ΔιάΠροεδρικού Διατάγματος εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Γεωργίας ορίζονταιοι όροι και αι προϋποθέσεις ιδρύσεως των εν παρ. 1 καταστημάτων, τοαπαιτούμενον δι’ έκαστον τούτων επιστημονικόν προσωπικόν, η απαιτουμένηέκτασις και οι επί μέρους χώροι αυτών, τα απαραίτητα όργανα και σκεύη διά τηνκανονικήν λειτουργίαν αυτών τηρουμένων των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων περίπροστασίας δημοσίας υγείας ως και πάσα σχετική λεπτομέρεια εφαρμογής τουπαρόντος άρθρου (άρθρο 3) και ότι : “1. Τα …. ενδιαιτήματα ζώων ιδρύονταιυπό φυσικών ή νομικών προσώπων. 2. Διά την ίδρυσιν των εν τη προηγουμένηπαραγράφω αναφερομένων καταστημάτων …. απαιτείται άδεια του οικείουΝομάρχου, εκδιδομένη τη εισηγήσει της αρμοδίας κτηνιατριακής υπηρεσίας καιμετά σύμφωνον γνώμην της Επιτροπής του άρθρου 5” (άρθρο 4). Εξ άλλου, με τομεν άρθρο 2 του κατ’ εξουσιοδότηση της ανωτέρω διατάξεως της παρ. 2 τουάρθρου 3 του Ν. 604/1977 εκδοθέντος π.δ/τος 463/1978 ότι “Διά την χορήγησιντης εν παραγράφω 2 του άρθρου 4 του Ν. 604/1977 αδείας ιδρύσεως, ιδιωτικήςκλινικής μικρών και μεγάλων ζώων απαιτείται οίκημα το οποίον δέον ναευρίσκεται εκτός του κέντρου της πόλεως, να απέχη τουλάχιστον 100 μέτρα  απόπαιδικούς σταθμούς, σχολεία, παιδικούς χώρους, γήπεδα αθλοπαιδιών, κήπους,εκκλησίας, νοσοκομεία ή κλινικάς άνω των 20 κλινών, χώρους κοινωνικών ήεκπολιτιστικών εκδηλώσεων και ομαδικών εν γένει συγκεντρώσεων …..”, με τοδε άρθρο 3 : “1. Διά την χορήγησιν της εν παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 604/1977αδείας ιδρύσεως ενδιαιτήματος μικρών ζώων, απαιτείται ειδικόν ανεξάρτητονκτίριον, πληρούν τους κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις υγειονομικούςόρους, ευρισκόμενον εκτός σχεδίου πόλεως, εις απόστασιν 100 τουλάχιστονμέτρων εκ της πλησιεστέρας κατοικίας και λοιπών εγκαταστάσεων και χώρων τωναναφερομένων εν παραγράφω 1 του άρθρου 2 του παρόντος και το οποίον δέον ναπεριλαμβάνη τους κάτωθι χώρους : α) Γραφείον διοικήσεως και διαχειρίσεως. β)Αίθουσαν προσωπικού. γ) Αποθήκην τροφών και υλικού. δ) Αίθουσαν παρασκευής ήπροετοιμασίας της τροφής των ζώων, μετά των σχετικών σκευών και ειδώνεστιάσεως των ζώων ως και πλυντηρίου αυτών. ε) Αίθουσαν απομονώσεως ασθενώνζώων. στ) Αίθουσαν διαμονής φιλοξενουμένων κυνών. ζ) Αίθουσαν διαμονήςφιλοξενουμένων γαλών και λοιπών ζώων. η) Προαύλιον ασκήσεως κυνών. θ)Εγκαταστάσεις παροχής θερμού – ψυχρού ύδατος, αφοδευτηρίου. 2. Οι υπό ταστοιχεία α – ε χώροι της προηγουμένης παραγράφου δέον όπως έχουν συνολικήνεπιφάνειαν κατ’ ελάχιστον 60 μ2, οι δε υπό στοιχεία στ και ζ ανάλογον προςτον αριθμόν των φιλοξενουμένων ζώων, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι δι’ έκαστονφιλοξενούμενον κύνα υπολογίζεται χώρος επιφανείας 1 μ2 και όγκοςπεριβάλλοντος 10 μ3 και δι’ έκαστην γαλήν 0,5 μ2 και 2 μ3 αντιστοίχως, αι δεαίθουσαι διαμονής και απομονώσεως των ζώων να είναι απηλλαγμέναι περισσείαςυγρασίας και να εξαερίζονται καλώς. 3 .Τα ενδιαιτήματα μικρών ζώων δέον ναείναι : α) Επηνδρωμένα κατ’ ελάχιστον, διά του διοικητικού υπευθύνου και τουαναλαμβάνοντος την υγειονομικήν επίβλεψιν και εποπτείαν του ενδιαιτήματοςΚτηνιάτρου, όστις δύναται να έχει και την ιδιότητα του διοικητικού υπευθύνουως και ενός καταλλήλου σταυλίτου. β) Εξωπλισμένα διά των απαραιτήτων οργάνων,εργαλείων και σκευών”. Τέλος, με το επόμενο άρθρο 4 θεσπίζονται οι γενικοίυγειονομικοί όροι οι ισχύοντες στο εσωτερικό των κλινικών και τωνενδιαιτημάτων ζώων. Εν όψει τούτων, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις έχουν εκδοθήκατ’ επίκληση και εφαρμογή διατάξεων που ρυθμίζουν τους όρους ασκήσεωςωρισμένης δραστηριότητας, επαγγελματικής ή μη, υπό τη γενική επιφύλαξη τηςτηρήσεως των ισχυουσών διατάξεων περί προστασίας του φυσικού και οικιστικούπεριβάλλοντος, η οποία όμως επιφύλαξη ισχύει, κατ’ άρθρο 24 του Συντάγματος,για κάθε νομοθετική ρύθμιση, έστω και αν δεν θεσπίζεται ρητώς. Επομένως οιανωτέρω διατάξεις δεν εντάσσονται στην κατά τις περ. α) και β) της παρ. 1 τουάρθρου 5 του π.δ/τος 361/2001 νομοθεσία περί προστασίας του φυσικού καιοικιστικού περιβάλλοντος (πρβλ. ΣτΕ 4673/1996). Τούτου έπεται ότι αρμόδιοπρος εκδίκαση  της παρούσης υποθέσεως δεν είναι το Ε΄ Τμήμα του Συμβουλίουτης Επικρατείας αλλά, εφ’ όσον δεν προβλέπεται ούτε άλλου Τμήματοςαρμοδιότητα, το Δ΄ Τμήμα αυτού (άρθρο 441 π.δ. 361/2001), προς το οποίο καιπρέπει αυτή να παραπεμφθή σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 14 τουπ.δ/τος 18/1989 (ΦΕΚ 8 Α΄). Δ ι ά  τ α ύ τ α Παραπέμπει την υπόθεση στο Δ΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 9 Απριλίου 2003 Η Προεδρεύουσα Σύμβουλος          Η Γραμματέας  Ι. Μαρή      Μ. Βλασερού και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 4 Ιουνίου 2003. Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος             Η Γραμματέας του Ε΄ Τμήματος  Κ. Μενουδάκος                                                                             Γ. Σακελλαρίου

 

 

 

Αριθμός 2144/2002

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Δ΄ Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 4 Ιουνίου 2002, με την εξήςσύνθεση: Μ. Βροντάκης, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ΄  Τμήματος, Ε.Δανδουλάκη, Χ. Ράμμος, Σύμβουλοι, Ο. Ζύγουρα, Η. Μάζος, Πάρεδροι. Γραμματέαςη Α. Ζυγουρίτσα. Για να δικάσει την από 15 Ιουνίου 2001 αίτηση: των:………. η οποία παρέστη με την δικηγόρο Αγάθη Λεκκάκου (Α.Μ. 12600),που την διόρισε στο ακροατήριο η νόμιμη εκπρόσωπος (Πρόεδροςτης Συνομοσπονδίας) Ιωάννα Γκαραγκούνη και ……………… το οποίοπαρέστη με την ίδια ως άνω δικηγόρο Αγάθη Λεκκάκου, Πρόεδρο του Σωματείου. κατά του ……………. ο οποίος παρέστη με τον Σ. Παπαγιαννόπουλο, Πάρεδροτου Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ.36211/5.3.2001 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας και κάθε άλλη σχετική πράξη ήπαράλειψη της Διοικήσεως. Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Συμβούλου Ε.Δανδουλάκη. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια των αιτούντων, η οποία ανέπτυξεκαι προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτήη αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, που ζήτησε την απόρριψή της. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα τουδικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ   μ ε λ έ τ η σ ε   τ α   σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε   κ α τ ά   τ ο ν   Ν ό μ ο 1. Επειδή με την κρινόμενη αίτηση, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμοπαράβολο (2673437/2001) ζητείται η ακύρωση της αποφάσεως του ΥπουργούΓεωργίας, με αριθμό 36211/5.3.2001, περί «Καθορισμού των προϋποθέσεων,δικαιολογητικών, ύψους και τρόπου πληρωμής των δικαιούχων οικονομικήςενισχύσεως, για την κατασκευή κυνοκομείων ή τη βελτίωση υπαρχόντωνκυνοκομείων, στα πλαίσια του προγράμματος για την καταπολέμηση τηςΕχινοκοκκίασης, της Λύσσας, της Λεϊσμανίασης και των λοιπών, ζωοανθρωπονόσων,που μεταδίδονται από το σκύλο στον άνθρωπο και στα παραγωγικά ζώα, σεεφαρμογή της κοινής απόφασης των Υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών, υπ’ αριθ.431/2001». 2. Επειδή με την προσβαλλόμενη απόφαση καθορίζονται οι προϋποθέσεις εν γένειοικονομικής ενισχύσεως, για την κατασκευή κυνοκομείων και τη βελτίωσηυπαρχόντων. Η απόφαση, όπως συνάγεται και από τον τίτλο της και τοπεριεχόμενό της, εξεδόθη ενόψει αφενός της κοινής απόφασης των ΥπουργώνΓεωργίας και Οικονομικών, με αριθμ. 431/343160/925/12.2.2001 (βλ. κεφ.«Γενικά», εδ. γ΄ της τελευταίας) και αφετέρου του π.δ. 400/83, όπως αυτότροποποιήθηκε με το π.δ. 289/92, το οποίο εκδόθηκε προς εκτέλεση του ν.829/78 (Α΄ 203). Mε τον τελευταίο αυτό νόμο προβλέπονται διάφορα μέτρα γιατην πρόληψη και καταπολέμηση των νόσων που μεταδίδονται από τα ζώα στουςανθρώπους. Ανάμεσα στα μέτρα αυτά είναι και η περισυλλογή και η, υπόπροϋποθέσεις, θανάτωση των αδέσποτων σκύλων. 3. Επειδή, εν όψει του ότι, σκοπός των αιτούντων, σύμφωνα με τα καταστατικάτους, είναι η προστασία των αδέσποτων ζώων (άρθρ. 2 και 3, αντιστοίχως), ηκρινόμενη αίτηση με την οποία προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφασηαντίκειται στις διατάξεις του ν. 2017/92, με τον οποίο κυρώθηκε η ΕυρωπαϊκήΣύμβαση για την προστασία των ζώων συντροφιάς, ασκείται με έννομο συμφέρον(ΣτΕ 4295/86). 4. Επειδή η προσβαλλόμενη πράξη, με την οποία ορίζονται οι προϋποθέσεις καιτα δικαιολογητικά των δικαιούχων οικονομικής ενισχύσεως για την κατασκευήκυνοκομείων ή τη βελτίωση των υπαρχόντων συνιστά κανονιστική διοικητική πράξη(ΣτΕ 4295/86), η οποία, όπως βεβαιώνει η Διοίκηση (260632/28-5-2002 έγγραφοτου Υπουργείου Γεωργίας προς το Δικαστήριο), δεν έχει δημοσιευθεί στηνΕφημερίδα της Κυβερνήσεως, όπως επεβάλλετο κατά το άρθρο 1 παρ. 1 εδ. γ τουΝ. 301/1976 (ΦΕΚ 91 Α΄), δεδομένου ότι δεν προβλέπεται γι αυτήν στο νόμοάλλος τρόπος δημοσιότητος, και επομένως τυγχάνει ανυπόστατη. Από τα στοιχείαόμως του φακέλου προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη πράξη είχε κοινοποιηθεί στουςαποδέκτες της και είχαν ξεκινήσει οι σχετικές διαδικασίες για την υλοποίησήτης, με την εκδήλωση ενδιαφέροντος και την υποβολή σχετικών αιτήσεων απόδιαφόρους Δήμους και Κοινότητες. Πλην όμως δεν ολοκληρώθηκε η υλοποίησή της,διότι δεν κατέστη δυνατή η εκταμίευση των πιστώσεων μέσα στο έτος 2001. Αλλ’η κοινοποίηση της πράξεως στους αποδέκτες της, όπως έχει ήδη κριθεί (ΣτΕ1328/89, 4108/99 Ολομ., 951/2000, 1583, 4097/2001), επέχει θέση εφαρμογής καισυνεπώς η προσβαλλόμενη, αν και ανυπόστατη λόγω της μη δημοσιεύσεώς της,εφόσον έχει τεθεί σε εφαρμογή πρέπει να ακυρωθεί για τον λόγο αυτόν, ο οποίοςεξετάζεται αυτεπαγγέλτως και να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση. Δ ι ά    τ α ύ τ α Δέχεται την αίτηση. Ακυρώνει την 36211/5-3-2001 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας. Διατάζει την απόδοση του παραβόλου. Επιβάλλει στο Δημόσιο τη δικαστική δαπάνη των αιτούντων που ανέρχεται σεεπτακόσια εξήντα (760) ευρώ. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα αυθημερόν Ο Πρόεδρος του Δ΄ Τμήματος                             Η Γραμματέας Μ. Βροντάκης                                   Α. Ζυγουρίτσα και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 24 Ιουλίου 2002. Η Πρόεδρος                   Η Γραμματέας του Δ` Τμήματοςτου Α΄ Τμήματος Διακοπών Α. Τσαμπάση                 Α. Τριάδη

 

 

 

 


ΠεντΣτρατΘεσ 813/2002

Πρόεδρος: Ι. ΜποζίνηςΜέλη: Σ. Τούνης, Στρατιωτικός Δικαστής Β`                    Σ. Παπασταύρος, Στρατιωτικός Δικαστής Β`                    Ε. Φόρογλου, Στρατοδίκης                    Π. Γεωργίου, ΣτρατοδίκηςΕισαγγελέας: Γ. Μπέης, Στρατιωτικός Δικαστής Α`Δικηγόροι: Χ. Αποστολίδης, Σ. Μπαμπατζιμόπουλος ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ: ………………………………………………………..  Σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ. 4β` του Ν 2172/1993, “το δικαστήριο μεειδικά αιτιολογημένη απόφασή του μπορεί να απαγορεύσει τη μαγνητοφώνηση ή βιντεοσκόπηση της δίκης και την τηλεοπτική ή ραδιοφωνική μετάδοσή της, μόνο αν υποβληθεί σχετικό αίτημα από τον κατηγορούμενο ή τον παθόντα και η δίκη δεν συνδέεται με τη δημόσια ζωή”. Η ρύθμιση αυτή αποτελεί την τελευταία νομοθετική παρέμβαση στο ακανθώδες πρόβλημα της τηλεοπτικής ή ραδιοφωνικής μετάδοσης των δικών. Συνάμα τυποποίησε τη μεταστροφή του νομοθέτη ως προς την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού καθόσον ορίζει ότι η απαγόρευση της μαγνητοφώνησης βιντεοσκόπησης και της τηλεοπτικής ή ραδιοφωνικής μετάδοσης μόνον κατ` εξαίρεση μπορεί να επιβληθεί, με ειδικά αιτιολογημένη απόφασητου δικαστηρίου που συνεδριάζει δημόσια. Για την επιβολή της απαγόρευσης αυτής απαιτούνται δύο προϋποθέσεις: α) να υποβληθεί σχετικό αίτημα του κατηγορουμένου ή του παθόντος και β) να μη συνδέεται η δίκη με τη δημόσια ζωή, να μην επισύρει δηλαδή το δημόσιο ενδιαφέρον λόγω της σχέσης με την ευρύτερη κοινωνική λειτουργία της χώρας ή μιας ευρύτερης τοπικής κοινωνίας (ΜΟΕ Λάρισας 75, 76, 86, 87/1996 Υπερ 1997, 1047 επ.). Η εν λόγω ρύθμιση επικρίθηκε ως αντισυνταγματική καθώς θεωρήθηκε ότι έρχεται σε αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 93 παρ. 2 του Συντάγματος (που επιβάλλει τη δημοσιότητα από αυτά που η εν λόγω διάταξη του Συντάγματος ορίζει (βλ. ΠεντΝαυτΠειραιά 427/1999 ΠοινΔικ 2001, 603 επ., Γ. Δημήτραινα, Η δημοσιότητα των συνεδριάσεων των ποινικών δικαστηρίων και η παρουσία των ΜΜΕ, ΠοινΔικ 2001, 650 επ. και τις εκεί παραπομπές σε σχετικά δημοσιεύματα). Η αναμετάδοση όμως της ποινικής διαδικασίας με σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα δεν συνιστά τον πυρήνατης σχετικής συνταγματικής επιταγής (άμε ση δημοσιότητα) αλλά συνδέεται με αυτόν αποτελώντας μια προέκτασή του (έμμεση δημοσιότητα). Αλλωστε ο ίδιοςο Συντακτικός νομοθέτης διαφοροποίησε την προστασία που παρέχει στον Τύπο (άρθρο 14 του Σ) σε σχέση με τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα για τα οποία δίνειτην ευχέρεια στον κοινό νομοθέτη να είναι περισσότερο παρεμβατικός και ρυθμιστικός (βλ. Γ. Δημήτραινα, ό.π. σελ. 653/4). Κατά συνέπεια η προαναφερόμενη διάταξη κινείται προς την ορθή κατεύθυνση ορίζοντας ότι η παρουσία των ραδιοτηλεοπτικών μέσων είναι κατ` αρχήν ανεμπόδιστη. Ο μόνος περιορισμός που τίθεται έχει τη δικαιολογητική του βάση στην αξιολόγηση της φύσης αυτού του ίδιου του μέσου, σε σχέση με την προστασία της αξίας του ανθρώπου (άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 2 του Σ), αξία η οποία εντάσσεται στις βασικές αρχές του Συντάγματος. Βαρεία προσβολή της αξίας αυτής συνιστά η μετάδοση από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα της διαδικασίας στο ακροατήριο δίκης, παρά την αντίθεση του κατηγορουμένου ή του παθόντος (πρβλ την υπ` αριθμ. 2/2001 εγκύκλιο ΕισΑΠ Παν. Δημόπουλου, ΠοινΧρ 2001, 848). Ετσι εξηγείται και η απουσία από την εν λόγω διάταξη συγκεκριμένων λόγων τους οποίους θα πρέπει να επικαλεστεί ο κατηγορούμενος ή ο παθών για να δικαιολογήσει την άρνησή του. Αρκεί η ρητή άρνησή του, η οποία δεν χρειάζεται να συνδεθεί με τους λόγους που μνημονεύονται στο άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος και οι οποίοι αφορούν στον αποκλεισμό της δημοσιότητας και όχι στον περιορισμό μιας έμμεσης έκφανσης αυτής.  Στην προκειμένη περίπτωση τηλεοπτικά συνεργεία εξεδήλω σαν την πρόθεση να βιντεοσκοπήσουν την ακροαματική δια δικασία της υπό κρίση υποθέσεως. Κατόπιν τούτου ο πρώτος κατηγορούμενος ΔΕΑ Τ. υπέβαλε προς το δικαστήριο αίτημα να απαγορευθεί η βιντεοσκόπηση της δίκης. Ενώ ο δεύτερος αφέθηκε στην κρίση του δικαστηρίου.  Με βάση τις σκέψεις που προηγήθηκαν το αίτημα αυτό του κατηγορουμένου μπορεί να γίνει δεκτό από το δικαστήριο εκτός και αν διαπιστώνεται ότιη δίκη συνδέεται με τη δημόσια ζωή. Από την ανάγνωση των κατηγοριών που αποδίδονται στους κατηγορουμένους διαπιστώνεται ότι τα υπό κρίση περιστατικά συνάπτονται με τις συνθήκες που επικρατούσαν στο στρατόπεδο όπου υπηρετούσαν και οι δύο κατηγορούμενοι χωρίς να συνδέονται με την λειτουργία της κοινωνίας σε τοπικό ή γενικότερο επίπεδο. Πρέπει συνεπώς, κατά την ομόφωνη γνώμη των μελών του δικαστηρίου, να γίνει δεκτό το αίτημα του πρώτου κατηγορουμένου και να μην επιτραπεί η βιντεοσκόπηση της ακροαματικής διαδικασίας.  Διατακτικό  Αφού είδε τ` άρθρα: 198 παρ. 1β`, 213 παρ. 1 ΣΠΚ, 35 παρ. 4β` του Ν 2172/1993, 93 παρ. 2 του Συντάγματος και 371 παρ. 1 και 2 του ΚΠΔ.  Δέχεται, παμψηφεί το αίτημα του πρώτου κατηγορουμένου Τ.Δ. και διατάσσεινα μην επιτραπεί η βιντεοσκόπηση της ακροαματικής διαδικασίας.  Σκεπτικό  Κατά τη διάταξη του άρθρου 59 παρ. 1α` του ΣΠΚ τιμωρείται ο στρατιωτικός που βιαιοπραγεί κατά του ανωτέρω του, με διάκριση αν η πράξη αυτή τελείται κατά την υπηρεσία ή για λόγους που έχουν σχέση μ` αυτή και αν τελείται όχι κατά την υπηρεσία. Ως βιαιοπραγία νοείται κάθε χρήση υλικής δύναμης σε βάρος προσώπου χωρίς πρόθεση εξαναγκασμού, μια δυναμική δηλαδή επενέργεια στο σώμα του στρατιωτικού που πλήττει τη μορφική και λειτουργική του ακεραιότητα ή την εξωτερική του τιμή, καθώς και τη φυσική του δυνατότητα να ζει και να κινείται ελεύθερα (προσωπική ελευθερία). Συνιστά τέτοια, η κακοποίηση ή κακομεταχείριση του σώματος, όχι απλά η εχθρική αλλά η δυναμική επενέργεια πάνω του, έστω και χωρίς σωματική βλάβη. Σε αντίθεση με τη βία δεν αποβλέπει σε εξαναγκασμό του προσώπου. Δεν εμπίπτουν στην έννοια της βιαιοπραγίας ούτε η ανεπαίσθητη ώθηση ούτε η αν θρωποκτόνος ενέργεια, υπάγονται όμωςοι διακεκριμένες μορφές σωματικής βλάβης (επικίνδυνη: 311 εδ. α` ΠΚ, μη σκοπούμενη βαριά: 310 παρ. 1 ΠΚ, επιδιωκόμενη βαριά: 310 παρ. 3 ΠΚ και θανατηφόρα: 311 εδ. α` ΠΚ), μόνο που η ποινή για βιαιοπραγία επιβάλλεται εφόσον η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη, οπότε διατηρείται όμως ο χαρακτήρας, της στρατιωτικής βιαιοπραγίας, η δε ιδιότητα του δράστη ως στρατιωτικού θεωρείται εδώ ως επιβαρυντική περίπτωση. Με το έγκλημα αυτό προσβάλλονται τα έννομα αγαθά της σωματικής ακεραιότητας, της τιμής και της προσωπικής ελευθερίας και κατά δεύτερο λόγο της στρατιωτικής υπηρεσίας, αφού ο δράστης συνδέεται με τον παθόντα υπηρεσιακά, στο πλαίσιο της ιεραρχικά διαρθρωμένης σχέσης του στρατού (βλ. σχετικά ΒουλΣυμβΔιαρκΣτρΘεσ 373/1989, Α. Παπαδαμάκης, “Ποινικά Ανάλεκτα”, σελ. 424 επ., του ιδίου, “Προβλήματα συρροής εγκλημάτων στο στρατιωτικό ποινικό δίκαιο”, 1991, σελ. 95 και 101 επ., του ιδίου, Στρατιωτικό Ποινικό Δίκαιο, 1997, σελ. 406 επ.). Υποκειμενικά απαιτείται δόλος που, κατ` άρθρο 27 παρ. 1 ΠΚ, περιλαμβάνει τη γνώση και θέληση παραγωγής των στοιχείων που συνιστούν την αξιόποινη πράξη.   Σύμφωνα με το άρθρο 60 παρ. 1α` του ΣΠΚ (Ν 2287/1995) τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών ο στρατιωτικός που εξυβρίζει ανώτερο ή κατώτερό του με λόγια, έργα ή απειλές ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο. Το έννομο αγαθό που καταρχήν προσβάλλεται είναι η τιμή του κατά βαθμό ανωτέρου ή κατωτέρου στρατιωτικού, με την έννοια της κοινωνικής παράστασης του ατόμου (“εξωτερική” τιμή, βλ. σχετικά Δ. Σπινέλλη, “Ποινικό Δίκαιο – Ειδικό Μέρος Εγκλήματα κατά της τιμής”, 1980, σελ. 39 επ., Ι. Μανωλεδάκη, “Η διαλεκτική έννοια των εννόμων αγαθών”, 1973, σελ. 111, Η. Γάφου, “Ποινικό Δίκαιον Ειδικόν Μέρος”, τ. Ε`, 1965, σελ. 127 επ.). Η εξύβριση αυτή συνεπώς δεν αφορά προσβολή μόνον της στρατιωτικής πειθαρχίας, όπως είναι ο τίτλος του κεφαλαίου του ΣΠΚ, στο οποίο έχουν ενταχθεί οι σχετικές διατάξεις, αλλά συνιστά καταρχήν προσβολή της τιμής άλλου προσώπου, που όμως συνδέεταιμε τον δράστη με τη στρατιωτική ιεραρχική σχέση. Ετσι η προσβολή καιτης ιεραρχικής σχέσης, όπως εξατομικεύεται στα συγκεκριμένα εγκλήματαη στρατιωτική υπηρεσία, αποτελεί το δεύτερο εγκληματικό χαρακτήρα των εξυβρίσεων του ΣΠΚ (βλ. σχετικά ΒουλΣυμβΔιαρκ ΣτρΘεσ 373/1989, Α. Παπαδαμάκης, “Ποινικά Ανάλεκτα”, σελ. 424 επ., του ιδίου, “Προβλήματα συρροής εγκλημάτων στο στρατιωτικό ποινικό δίκαιο”, 1991, σελ. 109 επ.,του ιδίου, Στρατιωτικό Ποινικό Δίκαιο, 1997, σελ. 413επ.). Για την έννοια της εξυβρίσεως, την οποία δεν δίνει ο ΣΠΚ, θα πρέπει να καταφύγουμε στους σχετικούς ορισμούς του Ποινικού Κώδικα. Κατά την διάταξη 361 παρ. 1 ΠΚ, τιμωρείται για εξύβριση όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης (άρθρα 362 και 363), προσβάλλει την τιμή άλλου. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για την στοιχειοθέτηση της εξυβρίσεως απαιτείται προσβλητική κατ` αντικειμενική κρίση εκδήλωση ανθρώπινης σκέψης, που δεν συνιστά απλή ή συκοφαντική δυσφήμηση, για την τιμή του άλλου, η οποία ενέχει κατά την κοινή αντίληψη είτε αμφισβήτηση της ηθικής και κοινωνικής αξίας του προσώπου είτε καταφρόνηση γι` αυτόν από τον ίδιο τον δράστη, που γνωρίζει ότι με μια τέτοια ηθελημένη ενέργεια προσβάλλεται η τιμή ως ατόμου και μέλους της κοινωνίας εκείνου προς τον οποίο απευθύνεται (βλ. σχετ. ΑΠ 856/1989 ΠοινΧρ 1990, 206, ΑΠ 1661/1989 ΠοινΧρ 1990, 388, ΑΠ 1263/1989 ΠοινΧρ 1990, 543,ΑΠ 27/1990 ΠοινΧρ 1990, 938). Ειδικότερα η εξύβριση ανωτέρου ή κατωτέρουμε λόγια συντελείται με προφορική ή έγγραφη διατύπωση από στρατιωτικό, σε βάρος άλλου ανωτέρου του κατά βαθμό στρατιωτικού, λέξεων ή φράσεων τέτοιων, που κατά την κοινή αντίληψη ενέχουν αντικειμενικώς αμφισβήτηση της ηθικής και κοινωνικής αξίας του, είτε άλλη περιφρονητική μεταχείριση (βλ. σχετ. ΑΠ 680/1990 ΠοινΧρ 1991, 169-170 και ΑΠ 284/1990 ΠοινΧρ 1990, 1036, ΑΠ 418/1967 ΠοινΧρ 1967, 600). Υποκειμενικά απαιτείται δόλος, που συνίσταται στη γνώση και θέληση πραγμάτωσης των περιστατικών που συνιστούν την πράξη αυτή (άρθρο 26 παρ. 1α` και 27 παρ. 1 ΠΚ).  Οι περιπτώσεις κατά τις οποίες τα εγκλήματα της εξύβρισης κατά ανωτέρουκαι της βιαιοπραγίας κατά ανωτέρου δεν τελέσθηκαν κατά την υπηρεσία, αποτελούν, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 60 παρ. 1β` και 59 παρ. 1α` (2) ΣΠΚ αντίστοιχα, προνομιούχες μορφές τους. Οι όροι “κατά την υπηρεσίαή για λόγους που αφορούν αυτή” έχουν την έννοια ότι δράστης και θύμαπρέπει να βρίσκονται σε υπηρεσιακή σχέση μεταξύ τους, η οποία να πηγάζειαπό την εκτέλεση συγκεκριμένης υπηρεσίας που να αφορά και τους δύο (ΒουλΣυμβΔιαρκΣτρΘεσ 373/1989, Α. Παπαδαμάκης, “Ποινικά Ανάλεκτα”, σελ. 424). Ως τέτοια υπηρεσία νοείται κάθε ενέργεια του στρατιωτικού, η οποία ανάγεται άμεσα στο λειτουργικό προορισμό της στρατιωτικής υπηρεσίας καιδεν επεκτείνεται σε άλλες πράξεις που δεν έχουν άμεση με μια εντελώς συγκεκριμένη χρονικά και τοπικά υπηρεσία (βλ. σχετ. ΒουλΣυμβΔιαρκΣτρΘεσ 448/1986, Α. Παπαδαμάκης, ό.π. σελ. 137 επ.).  Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 2 και8 παρ. 1 του Ν 1197/1981 “περί προστασίας ζώων”, προκύπτει ότι τιμωρείται με φυλάκιση ή με χρηματική ποινή όποιος φονεύει ζώα συντροφιάς. Ως ζώο συντροφιάς, νοείται κάθε ζώο (είτε είναι αδέσποτο είτε βρίσκεται υπό την επίβλεψη ιδιοκτήτη ή φύλακα) το οποίο συντηρείται ή προορίζεται να συντηρηθεί από τον άνθρωπο, κυρίως μέσα στο σπίτι του για ευχαρίστησή του και σαν συντροφιά του (πρβλ άρθρο 1 παρ. 1 και 5 του Ν 2016/1992 “Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης γιατην προστασία των ζώων συντροφιάς”). Υποκειμενικά απαιτείται δόλος, που συνίσταται στη γνώση και θέληση πραγμάτωσης των περιστατικών που συνιστούν την πράξη αυτή (άρθρο 26 παρ. 1α` και 27 παρ. 1 ΠΚ). Στην προκειμένη περίπτωση, από την αποδεικτική διαδικασία τις καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο, την ανάγνωση των εγγράφων και των καταθέσεων των  γνωστοποιηθέντων μαρτύρων, σε συνδυασμό με τις απολογίες των κατηγορουμένων και γενικά όλη τη συζήτηση της υπόθεσης αποδείχτηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά:  Την 30.8.2001 ο πρώτος κατηγορούμενος Τ.Δ. ο οποίος υπηρετούσε ως ΔΕΑ στην 151 Α/Κ ΜΜΠ, εκτελούσε καθήκοντα αρχιφύλακα στο Φυλάκιο Ζ.N. της μονάδας του. Στο ίδιο φυλάκιο είχε ορισθεί να εκτελέσει υπηρεσία φρουράς ο δεύτερος κατηγορούμενος Ρ.Β., στρατιώτης της ίδιας μονάδας. Στον περίβολο του Φυλακίου υπήρχαν αρκετο αδέσποτοι σκύλοι οι οποίοι σιτίζονται από τα αποφάγια των οπλιτών. Ενας από τους σκύλους είχε φτιάξει φωλιά σε θάμνο κοντά στην εσωτερική πλευρά της περίφραξης του φυλακίου όπου μεγάλωνε τα μικρά του (επτά περίπου κουτάβια). Περί ώρα 17.00 της παραπάνω ημερομηνίαςο πρώτος κατηγορούμενος χρησιμοποιώντας ένα τσεκούρι που υπήρχε στην αποθήκη του φυλακίου, μετέβη στη φωλιά και με αλλεπάλληλα χτυπήματα σκότωσε όλα τα σκυλάκια, διαμελίζοντάς τα. Στη συνέχεια αφού κυνήγησε με το τσεκούρι κάποιο άλλο μεγαλύτερο σκύλο μάζεψε σε ένα τελάρο τα κομμάτια από τα σκυλάκια και τα πέταξε έξω από την περίφραξη. Οι ενέργειές του αυτές υπέπεσαν στην  αντίληψη οπλιτών του φυλακίου στους οποίους προκάλεσε αισθήματα θλίψηςκαι απέχθειας (βλ. τις καταθέσεις των μαρτύρων Σ., Χ., Τ.). Ιδιαίτερα συγκλονισμένος ήταν ο στρατιώτης Ρ. ο οποίος μάλιστα μετά το περιστατικό τηλεφώνησε στον Επόπτη Ασφαλείας του στρατοπέδου της μονάδας του ζητώντας του να τον αντικαταστήσει γιατί δεν μπορούσε να εκτελέσει την υπηρεσία του μαζί με τον πρώτο κατηγορούμενο, πλην όμως ο Επόπτης δεν αξιολόγησε ως σοβαρό το περιστατικό (βλ. καταθέσεις Ν., Χ.). Το βράδυ της ίδιας μέραςκαι περί ώρα 21.00, ο ΔΕΑ Τ. εισήλθε στο χώρο του εστιατορίου του φυλακίου όπου βρίσκονταν έτρωγαν οπλίτες μεταξύ των οποίων και ο στρατιώτης Ρ. Η απογευματινή συμπεριφορά του ΔΕΑ αποτελούσε ακόμη το κύριο θέμα συζήτησης μεταξύ των ανδρών του φυλακίου και κάποιοι από αυτούς απευθύνθηκαν στο ΔΕΑΤ. ζητώντας του εξηγήσεις για την πράξη του. Ο ΔΕΑΤ. αρνήθηκε την πράξη του υποστηρίζοντας ότι άλλος σκύλος είχε σκοτώσει τα κουτάβια. Επιπλέον στράφηκε προς τον δεύτερο κατηγορούμενο και τον κοίταξε ειρωνικά παρόλο που αυτός δεν του είχε πει τίποτε και ήταν όμως εμφανέστατα περισσότερο σοκαρισμένος από όλους τους υπόλοιπους. Τότε ο στρατιώτης Ρ. είπε στο ΔΕΑΤ. “έχεις κανένα πρόβλημα Δόκιμε;” και ο τελευταίος του απηύθυνε τις φράσεις “εσύ μη μιλάςρε καθυστερημένε; Τι θέλεις να κοιμηθείς με τη σκύλα στη φωλιά της; Αν θέλεις πάμε έξω;” υπονοώντας με τον τρόπο αυτό ότι θα χειροδικούσε σε βάρος του. Στη συμπεριφορά αυτή του ΔΕΑΤ. αντέδρασε ο στρατιώτης Ρ. απευθύνοντάς του τις φράσεις “τι λες ρε καραγκιόζη, παρανοϊκέ δολοφόνε” ενώ παράλληλατον κτύπησε με τα χέρια του στο πρόσωπο, χωρίς να του προκαλέσει κάποιασωματική κάκωση. Αμέσως επενέβησαν οι παριστάμενοι και χώρισαν τους δύο κατηγορουμένους (βλ. τις καταθέσεις των μαρτύρων Σ.-Χ.-Τ., την από 20.11.2001 κατάθεση Χ. και την από 5.9.2001 κατάθεση Α.).  Ο πρώτος κατηγορούμενος απολογούμενος αρνείται ουσιαστικά και τις δύο κατηγορίες υποστηρίζοντας ότι: α) Το μεσημέρι της 30.8.2001 ένας μεγάλος σκύλος είχε μπει μέσα στους χώρους του φυλακίου, β) τον σκύλο αυτόν στη συνέχεια προσπάθησε να απομακρύνει από το φυλάκιο και τον κυνήγησε με ένα τσεκούρι, γ) κάποια στιγμή πέταξε το τσεκούρι για να κτυπήσει το σκύλο,δεν τον πέτυχε όμως και κατά λάθος χτύπησε τα σκυλάκια με αποτέλεσμα νατα σκοτώσει, δ) στην ενέργειά του αυτή προέβη γιατί υπήρχε εντολή απότο Διοικητή της Μονάδας του να απομακρυνθούν τα σκυλιά από τον χώρο του φυλακίου και επιπλέον ο ίδιος ανησυχούσε για την υγεία των στρατιωτών καθόσον τα σκυλιά ήταν πολύ βρώμικα, ε) δεν απηύθυνε την προαναφερόμενη υβριστική φράση στον δεύτερο κατηγορούμενο αλλά αντίθετα αυτός αμέσως μόλις εισήλθε στα εστιατόρια του επιτέθηκε φραστικά και επιπλέον τον χτύπησε στο πρόσωπο και στ) ο δεύτερος κατηγορούμενος ήταν μαζί του χολωμένος γιατί τον είχε ελέγξει πειθαρχικά τις προηγούμενες ημέρες. Οι ισχυρισμοί του όμως αυτοί όχι μόνον δεν ενισχύονται από κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο αλλά διαψεύδονται κατηγορηματικά όσον αφορά την πρώτη κατηγορία καθόσον ο τρόπος με το οποίο θανάτωσε τα κουτάβια περιγράφεται με σαφήνεια από τους μάρτυρες οι οποίοι είχαν ιδία αντίληψη του συμβάντος και μιλούν με σαφήνεια για ηθελημένη και ιδιαίτερη βάναυση ενέργεια (βλ. τις καταθέσεις των μαρτύρων Σ.-Χ.-Τ., την από 20.11.2001 κατάθεση Χ. αλλά και την απολογία του δευτέρου κατηγορουμένου). Επίσης για το επεισόδιο εντός των εστιατορίων είναι σαφήςη κατάθεση μάρτυρα όσον αφορά το γεγονός ότι ο ΔΕΑΤ. απευθύνθηκε πρώτοςστο δεύτερο κατηγορούμενο εξυβρίζοντας και εκείνος ανταπάντησε (βλ. τηναπό 20.11.2001 κατάθεση Χ.). Για τη γενικότερη στάση του κατηγορουμένου σημειώνουμε ότι στην από 31.8.2001 αναφορά του προς τη Διοίκηση της μονάδας του με την οποία καταγγέλλει τον δεύτερο κατηγορούμενο περιγράφει το γεγονός της θανάτωσης των κουταβιών ως οφειλόμενο σε μεγάλο σκύλο τον οποίο κυνήγησε ο ίδιος και ότι οι άνδρες του φυλακίου παρεξήγησαν τη στάση θεωρώντας αυτόν υπαίτιο.  Ο δεύτερος κατηγορούμενος δεν αρνείται τις πράξεις του. Υποστηρίζει όμως ότι: α) είχε συγκλονιστεί από το γεγονός της θανάτωσης των μικρών σκύλων αλλά και τον τρόπο με τον οποίο θανατώθηκαν γεγονός του οποίου ήταν αυτόπτης μάρτυρας, β) για τον λόγο αυτόν ζήτησε την αντικατάστασή του από την υπηρεσία χωρίς αποτέλεσμα όμως, γ) το βράδυ και λίγη ώρα πριν εισέλθει στα εστιατόρια είχε δείξει στο συνάδελφό του Α. τα διαμελισμένα κουτάβια και τον είχε ταράξει ιδιαίτερα το γεγονός ότι τη στιγμή εκείνη είδαν τη μάνα των μικρών σκύλων να μεταφέρει ένα ακέφαλο πτώμα, δ) ενοχλήθηκε ιδιαίτερα όταν στη συνέχεια ο πρώτος κατηγορούμενος αρνήθηκε την πράξη του όταν του ζήτησαν εξηγήσεις κάποιοι οπλίτες μέσα στα εστιατόρια, ε) τότε απευθύνθηκε προς τον πρώτο κατηγορούμενο ο οποίος όμως του απάντησε εξυβρίζοντάς τον και στ) κατόπιν τούτων αντέδρασε ευρισκόμενος κάτω από μεγάλη συναισθηματική φόρτιση, λόγω της προηγούμενης συμπεριφοράς του ΔΕΑΤ.  Από τα παραπάνω περιστατικά διαπιστώνονται τα εξής:  α. Ο πρώτος κατηγορούμενος ΔΕΑΤ.:  (1) Με τη συμπεριφορά του πραγμάτωσε τόσο από αντικειμενικής όσο και από υποκειμενικής απόψεως το έγκλημα της θανάτωσης ζώου συντροφιάς (άρθρα 1 παρ. 2 και 8 παρ. 1 του Ν 1197/1981 {περί προστασίας ζώων”). Πρέπει συνεπώς κατά την ομόφωνη κρίση των μελών του δικαστηρίου να κηρυχθεί ένοχος για την πράξη του αυτή.  (2) Απευθύνθηκε κατά τρόπο περιφρονητικό και μειωτικό προς τον κατώτερό του στρατιώτη Ρ. προσβάλλοντας έτσι την τιμή του, γεγονός το οποίο ήθελε αλλά και γνώριζε τη σημασία του. Πραγμάτωσε συνεπώς τα στοιχεία της νομοτυπικής μορφής (αντικειμενικά και υποκειμενικά) του εγκλήματος της εξύβριση κατωτέρου, ενώ τέλεσε την πράξη του αυτή όχι κατά την υπηρεσία ή για λόγους που έχουν σχέση με αυτή. Πρέπει συνεπώς κατά την ομόφωνη κρίση των μελών του δικαστηρίου να κηρυχθεί ένοχος για την πράξη του αυτή.  β. Ο δεύτερος κατηγορούμενος στρατιώτης Ρ.:  (1) Απευθύνθηκε κατά τρόπο περιφρονητικό και μειωτικό προς τον ανώτερό του ΔΕΑΤ. προσβάλλοντας έτσι την τιμή του, γεγονός το οποίο ήθελε αλλά και γνώριζε τη σημασία του. Πραγμάτωσε συνεπώς τα στοιχεία της νομοτυπικής μορφής (αντικειμενικά και υποκειμενικά) του εγκλήματος της εξύβρισης, ανωτέρου, ενώ τέλεσε την πράξη του αυτή όχι κα τά την υπηρεσία ή για λόγους που έχουν σχέση με αυτή. Πρέπει συνεπώς κατά την ομόφωνη κρίση των μελώντου δικαστηρίου να κηρυχθεί ένοχος για την πράξη του αυτή, και  (2) Με την ενέργειά του να κτυπήσει τον ανώτερό του ΔΕΑΤ. στο πρόσωπο, πραγμάτωσε τόσο από αντικειμενικής όσο και από υποκειμενικής απόψεως το έγκλημα της βιαιοπραγίας κατά ανωτέρου, γεγονός το οποίο ήθελε αλλά και γνώριζε τη σημασία του. Την πράξη του αυτή την τέλεσε όχι κατά την υπηρεσία ή για λόγους που έχουν σχέση με αυτή. Πρέπει συνεπώς κατά την ομόφωνη κρίση των μελών του δικαστηρίου να κηρυχθεί ένοχος για την πράξη του αυτή.  Διατακτικό  Δικάζει με παρόντες τους κατηγορούμενους.  Α. Κηρύσσει τον πρώτο κατηγορούμενο, Τ.Δ., παμψηφεί, ένοχο: α) Παράβασης του άρθρου 1 παρ. 2 του Ν 1197/25.8./3.9.1981 “περί προστασίας των ζώων” και β) εξύβρισης κατωτέρου όχι κατά την υπηρεσία ούτε για λόγους που έχουν σχέση μ` αυτά και συγκεκριμένα του ότι: […]  Β. Κηρύσσει τον δεύτερο κατηγορούμενο, Ρ.Β., παμψηφεί, ένοχο: α) Βιαιοπραγίας κατά ανωτέρου όχι κατά την υπηρεσία ούτε για λόγους που έχουν σχέση μ` αυτή, και β) εξύβρισης ανωτέρου όχι κατά την υπηρεσία ούτε για λόγους που έχουν σχέση μ` αυτή και συγκεκριμένα του ότι: […]  Επιμέτρηση της ποινής  Σκεπτικό Σύμφωνα με το άρθρο 61 ΣΠΚ το δικαστήριο μπορεί να κρίνει ατιμώρητες τις πράξεις της βιαιοπραγίας και της εξύβρισης είτε κατά κατωτέρου είτε κατά ανωτέρου (άρθρα 59 παρ. 1 και 60 παρ. 1 ΣΠΚ) και ο υπαίτιος της εκ προθέσεως τελέσεώς της να απαλλαχθεί από κάθε ποινή, ανη πράξη αυτή οφείλεται σε αμέσως προηγούμενη ιδιαίτερα σκληρή ή βάναυση συμπεριφορά του παθόντος. Πρόκειται για τυποποίηση λόγου δικαστικής άφεσης της ποινής για την κατάφαση του οποίου θα πρέπει να διαπιστωθεί ότι: α) ιδιαίτερα σκληρή ή βάναυση συμπεριφορά, δηλαδή η συμπεριφορά του παθόντος να ξεπέρασε κάθε όριο προκλητικότητας, σεβασμού και κοινωνικής ανεκτικότητας ή να υποδήλωνε βαρύτητα και τραχύτητα της σχετικής ενέργειας και όχι απλά ανάρμοστη, β) ανάμεσα στην ενέργεια του παθόντος και την πράξη του δράστηνα μην μεσολαβεί μεγάλο χρονικό διάστημα (αμέσως προηγούμενη) και γ) μεταξύ της συμπεριφοράς του θύματος και της ενέργειας του δράστη να υπάρχει αντικειμενικός αιτιώδης σύνδεσμος. Εάν από τον παθόντα τελέστηκε απλά ανάρμοστη ή έστω άδικη πράξη ή ο δράστης παρασύρθηκε από οργή ή βίαιη θλίψη που του προκάλεσε τέτοια άδικη εναντίον του πράξη, που όμως δεν έχει τον παραπάνω χαρακτήρα, δεν μπορεί να χωρήσει απαλλαγή του υπαιτίου κατά τη διάταξη του 61 ΣΠΚ αλλά μείωση μόνον της ποινής, κατά τις προϋποθέσεις του άρθρου 84 παρ. 2 περ. γ` του ΠΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 85 του ΠΚ (Α. Παπαδαμάκη, Στρατιωτικό Ποινικό Δίκαιο, 1997, σελ. 420/1921, ΑΠ 737/1976 ΠοινΧρ 1977, σελ. 165 επ., ΑΠ 291/1982 ΠοινΧρ 1982, 887).  Ο πρώτος κατηγορούμενος ΔΕΑΤ. ζητεί (δια του συνηγόρου του) να κριθεί ατιμώρητη η πράξη της εξύβρισης κατωτέρου όχι κατά την υπηρεσία ή γιαλόγους που έχουν σχέση με αυτή κατ` εφαρμογή του άρθρου 61 του ΣΠΚ. Από τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά από το δικαστήριο συνάγεται ότι δεν προηγήθηκαν χρονικά της τελέσεως του εν λόγω εγκλήματος τα αδικήματα για τα οποία κηρύχθηκε ένοχος ο δεύτερος κατηγορούμενος στρατιώτης Ρ. ώστε να τεθεί ζήτημα προκλήσεως του ΔΕΑ Τ. από τη συμπεριφορά του τελευταίου. Η δε φράση που του απηύθυνε αρχικά ο στρατιώτης Ρ. “έχεις κανένα πρόβλημα Δόκιμε;” δεν αποτελεί ιδιαίτερη σκληρή συμπεριφορά ικανή να προκαλέσει τέτοιας εντάσεως αντίδραση καθόσον όχι μόνον δεν αποδείχθηκε ότι υπήρξε ιδιαίτερα προκλητική αλλά ούτε καν ανάρμοστη. Επομένως πρέπει, κατά την ομόφωνη γνώμη των μελών του δικαστηρίου, να απορριφθεί ο αυτοτελής ισχυρισμός της υπεράσπισης του πρώτου κατηγορουμένου για εφαρμογή του άρθρου 61 ΣΠΚ όσον αφορά την πράξη της εξύβρισης κατωτέρου όχι κατά την υπηρεσία ή για λόγους που να έχουν σχέση με αυτήν, ως ουσιαστικά αβάσιμος.  Οσον αφορά τον δεύτερο κατηγορούμενο (στρατιώτη Ρ.) προβάλλεται ο ίδιος ισχυρισμός τόσον από μέρους του Εισαγγελέα της Εδρας όσο και από πλευράςτου ιδίου. Από τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά είναι σαφές ότιτα εγκλήματα για τα οποία κηρύχθηκε ένοχος ο στρατιώτης Ρ. (εξύβριση και βιαιοπραγία κατά του κατά βαθμό ανωτέρου του Τ.), αφετηρία έχουν την αμέσως προηγούμενη εξυβριστική σε βάρος του (με τις προαναφερόμενες φράσεις) συμπεριφορά του πρώτου κατηγορουμένου, η οποία όντως ως ιδιαίτερα σκληρή και βάναυση αναδεικνύεται. Το ότι δηλαδή κατακρεούργησε ο Δόκιμος τα σκυλάκια, προκαλώντας έτσι θλίψη και αποτροπιασμό στους άνδρες του Φυλακίου, αισθήματα που όχι μόνο δεν σεβάστηκε αλλ` επιπλέον στη συνέχεια και ακριβώς εξαιτίας των αισθημάτων του αυτών εξύβρισε τον Ρ., αποτελεί η πράξη του αυτή (εξύβριση δηλαδή του τελευταίου με τις πιο πάνω καταφρονητικές, μειωτικές και απειλητικές φράσεις) υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις που τελέσθηκε συμπεριφορά που ξεπερνάει κάθε όριο προκλητικό τητας, σεβασμού και κοινωνικής ανεκτικότητας και καταδηλώνει βαρύτητα και τραχύτητα στην ενέργειά τους. Αποτελεί δηλαδή συμπεριφορά πράγματι ιδιαίτερα σκληρή και βάναυση έναντι του Ρ., ο οποίος δικαιολογημένα αγανάκτησε και αμέσως στη συνέχεια λόγω της αγανακτήσεώς του αυτής εξύβρισε και βιαιοπράγησε σε βάρος του Δοκίμου κατά τον προαναφερόμενο τρόπο. Συντρέχει συνεπώς, κατά την ομόφωνη γνώμη των μελών του δικαστηρίου, περίπτωση εφαρμογής του άρθρου61 ΣΠΚ προβλεπομένου δυνητικού προσωπικού λόγου απαλλαγής από της ποινήςκαι θα πρέπει να γίνει δεκτός ο αυτοτελής ισχυρισμός που προβάλλεται καιγια τις δύο αυτές πράξεις του στρατιώτη Ρ., ακριβώς γιατί η προηγηθείσα δικαιολογημένη αγανάκτησή του ήταν τέτοιας εντάσεως που ελαχιστοποίησε σε πολύ υψηλό βαθμό τόσο τον άδικο χαρακτήρα τους όσο και τον καταλογισμό του κατηγορουμένου.  Επειδή εξάλλου αποδείχθηκε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος ΔΕΑΤ. έζησε έωςτο χρόνο που διέπραξε τα παραπάνω εγκλήματα έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι συντρέχουν υπέρ αυτού οι ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2περ. α` ΠΚ για τις παραπάνω πράξεις του.  Επειδή οι πράξεις, για τις οποίες κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος προβλέπονται και τιμωρούνται από τα άρθρα: 1, 3, 5, 7, 59 παρ. 1 εδ. α(2), 60 παρ. 1 εδ. β`, 61, 213 παρ. 1 ΣΠΚ, 12, 14, 16, 17, 18β`, 26 παρ. 1α`,27 παρ. 1, 53, 79, 83, 84 παρ. 1 και 2α`, 94 παρ. 1, 361 παρ. 1α`, ΠΚ, 1 παρ. 2 και 8 παρ. 1 του Ν 1197/25.8/3.9.1981 “περί προστασίας των ζώων”, 339, 340, 342, 343, 357, 364, 366, 369, 370, 371, 582 του ΚΠΔ, καθώς και το άρθρο 3του Ν 663/1977 όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει σήμερα, καθώς και τα άρθρα 3 έως 6 του Ν 2943/2001.  Επειδή το δικαστήριο για την επιμέτρηση της ποινής που θα εφαρμοστεί σύμφωνα με το διατακτικό, μέσα στα όρια που διαγράφονται με τα παραπάνω άρθρα, λαμβάνει υπόψη αφ` ενός την βαρύτητα του εγκλήματος που τελέσθηκε αφ` ετέρου την προσωπικότητα του κατηγορουμένου. Για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος το δικαστήριο αποβλέπει: α) στη βλάβη που επήλθε από το έγκλημα ή στον κίνδυνο που προκλήθηκε απ` αυτό, β) στη φύση, το είδος καιτο αντικείμε νο του εγκλήματος καθώς επίσης σε όλες τις περιστάσεις χρόνου, τόπου, μέσων και τρόπου, που συνόδευσαν την προπαρασκευή και την τέλεσητου και γ) στην ένταση του δόλου του υπαιτίου. Για την εκτίμηση της προσωπικότητας του κατηγορουμένου το δικαστήριο αποβλέπει, ενδεικτικά, στο βαθμό της εγκληματικής διάθεσης του ενόχου που εκδηλώθηκε κατά την πράξητου και για την ακριβή διάγνωση αυτής: α) στα αίτια από τα οποία ορμήθηκε προς τέλεση του εγκλήματος, την αφορμή που δόθηκε και στον σκοπό τον οποίο επεδίωξε, β) στον χαρακτήρα αυτού και στον βαθμό της ανάπτυξής του, γ) στις ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις και τον προηγούμενο βίο του και δ) στην κατά και μετά την πράξη διαγωγή αυτού, στη μετάνοια που επέδειξε και στην προθυμία για ανόρθωση των συνεπειών των πράξεών του.  Διατακτικό  Δέχεται, παμψηφεί, την πρόταση του Εισαγγελέα και  Κρίνει τις πράξεις: α) της εξύβρισης ανωτέρου όχι κατά την υπηρεσία ούτε για λόγους που έχουν σχέση μ` αυτή και β) της βιαιοπραγίας κατά ανωτέρουόχι κατά την υπηρεσία ούτε για λόγους που έχουν σχέση μ` αυτή, που τέλεσεο κατηγορούμενος Ρ.Β., ατιμώρητες, κατ` εφαρμογή του άρθρου 61 ΣΠΚ.   Απορρίπτει, παμψηφεί, τον αυτοτελή ισχυρισμό του συνηγόρου υπεράσπισης του κατηγορουμένου Τ.Δ., περί εφαρμογής του άρθρου 61 ΣΠΚ, προκειμένου να κριθεί ατιμώρητη η πράξη της εξύβρισης κατωτέρου όχι κατά την υπηρεσία ούτε για λόγους που έχουν σχέση μ` αυτή.  Δέχεται, παμψηφεί ότι συντρέχουν υπέρ του κατηγορουμέ νου Τ.Δ. οι ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2α` ΠΚ για τις παραπάνω πράξεις του.  Καταδικάζει τον κηρυχθέντα ένοχο Τ.Δ. σε ποινή φυλάκισης: α) τεσσάρων (4) μηνών για την παράβαση του άρθρου 1 παρ. 2 του Ν 1197/25.8/3.9.1981 “περί προστασίας των ζώων” και β) δύο (2) μηνών για την εξύβριση κατωτέρου όχι κατά την υπηρεσία ούτε για λόγους που έχουν σχέση μ` αυτή, καθώς και στα έξοδα της δίκης που ανέρχονται στο ποσό των εβδομήντα τριών (73) ευρώ.  Σωρεύει τις συντρέχουσες, ανωτέρω, στερητικές της ελευθερίας ποινές, επαυξάνει τη βαρύτερη από αυτές, δηλαδή την ποινή φυλάκισης των τεσσάρων(4) μηνών που επιβλήθηκε για την παράβαση του άρθρου 1 παρ. 2 του Ν 1197/25.8/3.9.1981 “Περί προστασίας των ζώων” κατά ένα (1) μήνα και επιβάλλει σ` αυτόν συνολική ποινή φυλάκισης πέντε (5) μηνών.  Διατακτικό  Διατάσσει, παμψηφεί την αναστολή εκτελέσεως της επιβληθείσης ως άνω ποινής φυλακίσεως για τρία (3) χρόνια.  Μετατρέπει, παμψηφεί, την ως άνω ποινή φυλακίσεως που επιβλήθηκε σε χρηματική και καθορίζει το ποσό της μετατροπής σε τέσσερα ευρώ και σαράντα λεπτά (4,40) για κάθε ημέρα φυλακίσεως.

 

 

 

Αριθμός  178/2003

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ` Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Δημήτριο Σουλτανιά, Αντιπρόεδρο, ΠαύλοΜεϊδάνη, Κωνσταντίνο  Βαλμαντώνη, Αθανάσιο Κρητικό, και Ανάργυρο Πλατή,Αρεοπαγίτες. ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 10 Ιανουαρίου 2003, μετην παρουσία και της Γραμματέως Μάρθας Ψαραύτη, για να δικάσει μεταξύ: Του αναιρεσείοντος: ………… ο οποίος δεν παραστάθηκε. Του αναιρεσιβλήτου:……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιοδικηγόρο του  Δημήτριο Κωτσογιάννη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ. Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20 Νοεμβρίου 1997 αγωγή του ήδηαναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών καισυνεκδικάσθηκε με ανταγωγή, που άσκησε ο αναιρεσίβλητος μέσω των προτάσεώντου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις:  2470/1998 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και8643/1999 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί οαναιρεσείων με την από 8 Δεκεμβρίου 2000 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο,παραστάθηκε μόνον ο αναιρεσίβλητος, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο ΕισηγητήςΑρεοπαγίτης Παύλος Μεϊδάνης ανάγνωσε την από 16 Οκτωβρίου 2001 έκθεσή του, μετην οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Ι.- Κατά το άρθρο 576 παρ.2 ΚΠολΔ αν ο αντίδικος εκείνου που επέσπευσετην συζήτηση δεν εμφανιστεί.., ο Αρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ανκλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα και σε καταφατική περίπτωση προχωρεί στησυζήτηση παρά την απουσία του κλητευθέντος. Στην προκειμένη υπόθεση, όπωςπροκύπτει από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τον αναιρεσίβλητο6845Γ/1-5-2002 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο ΠρωτοδικείοΑθηνών Ειρήνης Μαργκουδάκη-Αλεξοπούλου, ακριβές αντίγραφο της από 5-4-2002αιτήσεως με την πράξη ορισμού δικασίμου της αναφερόμενης στην αρχή τηςπαρούσας (10-1-2003) επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον αναιρεσείοντοςΔημήτριο Καραμαργιό.Συνεπώς, εφόσον ο τελευταίος δεν εμφανίστηκε κατά την προκειμένη συνεδρίαση,πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση σαν να ήταν και αυτός παρών. ΙΙ.- Από τις διατάξεις των άρθρων 552 και 553 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι, όταν ηδικαζόμενη υπόθεση διήλθε και από τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας τωνδικαστηρίων  της ουσίας, με το ένδικο μέσο αναιρέσεως προσβάλλεται μόνο ηαπόφαση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, εφόσον εξέτασε την ουσία όχι δε και ηπρωτόδικη απόφαση η οποία, ενσωματώθηκε στην απόφαση του δευτεροβαθμίουδικαστηρίου. Επομένως η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως κατά το μέρος που στρέφεται κατά της2470/98 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών πρέπει να απορριφθεί ωςαπαράδεκτη, εφόσον, κατόπιν εφέσεως, εκδόθηκε, μετά από εξέταση της ουσίας, ηπροσβαλλόμενη 8643/1999 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που αυτή και μόνοπαραδεκτώς προσβάλλεται. ΙΙΙ.- Κατά το άρθρο 947 παρ.1 Κ.Πολ.Δ. “όταν ο οφειλέτης έχει υποχρέωση ναπαραλείψει ή να ανεχθεί πράξη, το δικαστήριο, για την περίπτωση που παραβείτην υποχρέωσή του, απειλεί για κάθε  παράβαση χρηματική ποινή έως δύοεκατομμύρια (2.000.000) δραχμές υπέρ του δανειστή και προσωπική κράτηση έωςένα έτος. Αν η απειλή της χρηματικής ποινής και της προσωπικής κράτησης δενπεριέχεται στην απόφαση που καταδικάζει τον οφειλέτη να παραλείψει ή ναανεχθεί πράξη, απαγγέλλεται από το μονομελές πρωτοδικείο. Το δικαστήριο αυτόείναι αρμόδιο να βεβαιώσει την παράβαση και να καταδικάσει στη χρηματικήποινή και στην προσωπική κράτηση…”. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι σεπερίπτωση περισσότερων παραβάσεων, οι οποίες διαπιστώνονται δικαστικώς,οφείλονται ισάριθμες χρηματικές ποινές και χωρεί καταδίκη σε προσωπικήκράτηση για κάθε παράβαση. Όταν όμως, κατά την ανέλεγκτη κρίση τουδικαστηρίου της ουσίας, μέσα σε ορισμένο χρονικό διάστημα συντρέξουνπερισσότερες παραβάσεις που συνιστούν διαρκή ενέργεια ή συγκροτούν μία φυσικήενότητα ενέργειας, τότε επιβάλλεται μία μόνο ποινή και όχι αθροιστικά τόσεςποινές όσες και οι μερικότερες παραβάσεις. Περαιτέρω από την ανωτέρω διάταξη,η οποία κατά το μέρος που προβλέπει ποινές έχει χαρακτήρα κανόνα ουσιαστικούδικαίου, εφόσον με αυτή θεσπίζεται ενοχή από αδικοπραξία, προκύπτει ότι γιατην καταδίκη του οφειλέτη στην ποινή που απείλησε το δικαστήριο μεπροηγούμενη απόφασή του για την περίπτωση παραβάσεως των διατάξεών της,απαιτείται να έχει ο οφειλέτης πρόθεση να παραβεί τις διατάξεις τηςπροηγούμενης αυτής απόφασης. Η πρόθεση όμως, ως γνώση και θέληση του παραπάνωαποτελέσματος, δεν έχει ανάγκη εξείδικεύσεως των στοιχείων που τη συγκροτούν,αλλά αρκεί να αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας, ότι οοφειλέτης ενήργησε από πρόθεση ή να συνάγεται από τα εκτιθέμενα παραδοχή τουδικαστηρίου περί υπάρξεως τέτοιας προθέσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπωςπροκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο δέχθηκε ανελέγκτως ότιαποδείχθηκαν τα ακόλουθα περιστατικά: Οι διάδικοι είναι ιδιοκτήτες αυτοτελώνκαι διακεκριμένων  ιδιοκτησιών ο καθένας της πολυόροφης οικοδομής(πολυκατοικίας) που βρίσκεται στην οδό Βελβενδούς αρ.55 της ʼνω ΚυψέληςΑθηνών. Ο ενάγων θιγόμενος από βλαπτικές ενέργειες του εναγομένου, πουδιατηρούσε στο ισόγειο της πολυκατοικίας κατάστημα (βιοτεχνία) κατασκευής καιπωλήσεως ηλιακών θερμοσιφώνων, στους κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας,υπέβαλε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών την από 21-4-1997 αίτηση με αίτηματην προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί. Το ανωτέρωδικαστήριο, που δίκασε την αίτηση κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων(άρθρα 683 επ. Κ.Πολ.Δ.), ερήμην του μη εμφανισθέντος εναγομένου (και τότεκαθ` ού η αίτηση), την δέχθηκε κατά ένα μέρος, με την 15992/1997 απόφασή του,ως κατ` ουσίαν βάσιμη. Με την απόφαση αυτή ο εναγόμενος υποχρεώθηκε ναπαραλείψει στο μέλλον κάθε βλαπτική για τους λοιπούς συνιδιοκτήτες της ως άνωπολυκατοικίας παρέμβαση ή ενέργεια στους κοινόχρηστους και κοινόκτητουςχώρους της πολυκατοικίας και ειδικότερα: α) την εκτέλεση εργασιών βαφήςηλιακών θερμοσιφώνων και μάλιστα με χρήση διαλυτικών ουσιών, που προκαλούναναθυμιάσεις, στον ακάλυπτο χώρο (πρασιά) της πολυκατοικίας αυτής, β) τηνεναπόθεση και εγκατάσταση στον χώρο αυτό ευμεγέθους ηλιακού θερμοσίφωνα -μοντέλου και γ) την διατήρηση σκύλου περιφερόμενου στους κοινόχρηστους χώρους(διαδρόμους-κλίμακες-πρασιά-δώμα). Περαιτέρω δε, με την ίδια απόφασηαπειλήθηκε κατά του εναγομένου χρηματική ποινή 100.000 δραχμών και προσωπικήκράτηση τριών (3) μηνών “για κάθε ημέρα παράβασης της απόφασης αυτής“.Ακριβές απόσπασμα της ως άνω αποφάσεως, που περιλάμβανε αυτούσιες τιςδιατάξεις του διατακτικού της, με επιταγή προς εκτέλεση (με ημερομηνία 7-7-1997), επιδόθηκε προσωπικά στον εναγόμενο την 8-7-1997 από τον δικαστικόεπιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Αναστάσιο Ρίφιο, όπως τούτο προκύπτει απόσχετική πράξη του εν λόγω δικαστικού επιμελητή σε αντίγραφο του επιδοθέντος.Την επίδοση αυτή, άλλωστε, συνομολογεί ο εναγόμενος. Ο εναγόμενος, όμως, παράτο γεγονός ότι τουλάχιστον από την 8-7-1997 γνώριζε τις απαγορεύσεις που τουείχε επιβάλει η παραπάνω απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων, από πρόθεση, δηλαδήαπό απείθεια, δεν συμμορφώθηκε με την απόφαση αυτή και εξακολούθησεκαθημερινά την ίδια βλαπτική συμπεριφορά που του είχε απαγορευθεί και μάλισταγια ολόκληρο το ένδικο χρονικό διάστημα, από την ημέρα δηλ. που του έγινε ηεπίδοση της άνω απόφασης (8-7-1997) μέχρι και την 20-11-1997. Δηλαδή,προέβαινε μερικές φορές, σε ημέρες που δεν προσδιορίστηκαν, αλλά πάντως μέσαστο κατά τα ανωτέρω χρονικό διάστημα, σε εργασίες βαφής ηλιακών θερμοσιφώνωνστην πρασιά της πολυκατοικίας με χρήση διαλυτικών ουσιών, δεν αφαίρεσε ποτέτον ηλιακό θερμοσίφωνα – μοντέλο που είχε τοποθετήσει στην πρασιά και οσκύλος του, πολλές φορές (όχι καθημερινά), περιφερόταν ελέυθερα στουςκοινόχρηστους χώρους της πρασιάς και του κλιμακοστασίου της πολυκατοικίας. Μεβάση τα ανωτέρω συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση οι νόμιμες προϋποθέσειςγια την εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 947 παρ.1 Κ.Πολ.Δ. δηλαδή η ύπαρξηεκτελεστής αποφάσεως, επίδοση αυτής και η βεβαίωση ότι έγινε παράβαση τωνδιατάξεων της κατά τον χρόνο που αφορά, και για την επιβολή στον εναγόμενοτων ποινών που απειλούνται με την απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων, για τηνοποία έγινε λόγος ανωτέρω. Πρόκειται δε στην κρινόμενη περίπτωση, με βάση ταπεριστατικά που γίνονται δεκτά, για μία παράβαση της άνω απόφασης τωνασφαλιστικών μέτρων, αφού πρόκειται για μια διαρκή, κατ` εξακολούθηση, όμοιασυμπεριφορά και ενέργεια του εναγομένου με ενιαίο δόλο αυτού και συνεπώςπρέπει να καταδικαστεί σε μία χρηματική ποινή και μία προσωπική κράτηση καιόχι αθροιστικώς σε τόσες κυρώσεις όσες και οι καθημερινές παραβάσεις, όπωςαβάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων, διότι θεωρείται ότι η αποδοκιμαστέα συμπεριφοράείναι μία και ενιαία. Δηλαδή, οι επι μέρους καθημερινές παραβάσεις τηςαπόφασης των ασφαλιστικών μέτρων από τον εναγόμενο δεν έχουν αυτοτέλεια,εφόσον για όλο το κριθέν ως άνω χρονικό διάστημα, ο δόλος του είναι ενιαίος.Έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν στημείζονα σκέψη τη διάταξη του άρθρου 947 παρ.1 Κ.Πολ.Δ., διέλαβε δε στηνπροσβαλλόμενη απόφαση σαφείς, επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες πουκαθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο. Επομένως οι πρώτος και δεύτερος λόγοι αναίρεσης, από το άρθρο 559 αρ.1 και 19Κ.Πολ.Δ., με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούνως αβάσιμοι. Περαιτέρω ο δεύτερος λόγος αναίρεσης είναι απαράδεκτος κατά τομέρος που πλήττει την ανέλεγκτη, ως αναγόμενη σε εκτίμηση πραγμάτων (άρθρ.561 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.), κρίση του Εφετείου που δέχθηκε ως άνω ότι “πρόκειται γιαμία διαρκή κατ` εξακολούθηση όμοια συμπεριφορά και ενέργεια του εναγομένου μεενιαίο δόλο…”  ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 8-12-2000 αίτηση του …….για αναίρεση 1) της 8643/1999απόφασης του Εφετείου Αθηνών και 2) της 2670/1999 απόφασης του ΜονομελούςΠρωτοδικείου Αθηνών. Και Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, τηνοποία ορίζει σε επτακόσια (700) Ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 29 Ιανουαρίου 2003. ΚαιΔημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο στην Αθήνα, στις 7Φεβρουαρίου 2003. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 


 

ΑΠ Αριθμ. 407/1999

Προεδρεύων ο Αντιπρόεδρος Ε. ΚρουσταλάκηςΕισηγητής ο Αρεοπαγίτης Γ. ΜπούτσικοςΕισαγγελεύς Α. ΚαπόλλαςΔικηγόρος Π. Γαλανόπουλος Απόσπασμα:………………………………………………… 1. Κατά τα άρ. 287 παρ. 10 του ν.δ. 86/l969, με φυλάκιση μέχρι δύοετών ή με χρηματική ποινή ή με αμφότερες τιμωρείται όποιος από πρόθεσησκοτώνει ή καθιστά ανίκανον προς θήρα κυνηγετικό κύνα. Με τηνκαταδικαστική απόφαση επιδικάζεται αποζημίωση υπέρ του κυρίου του κυνός(1.000 – 15.000 δραχμών) ανάλογη με την αξία αυτού. Κατά το άρ. 255παρ. 1 και 2 του ίδιου ν.δ. 86/1969, οι κύριοι κυνηγετικών κυνών πουδεν είναι εφοδιασμένοι με δελτίο ταυτότητας αυτών, το οποίο χορηγείταιαπό τον οικείο κυνηγετικό σύλλογο, δεν απολαμβάνουν την προστασία τουνόμου αυτού για τους κυνηγετικούς κύνες. Περαιτέρω, από το άρ. 2θ2 παρ.1 του ίδιου πιο πάνω νόμου, σε συνδυασμό με το άρ. 8 παρ. 1 του Ν.2168/1993 προκύπτει, ότι η θήρα επιτρέπεται στο νόμιμο κάτοχοκυνηγετικού όπλου κατόπιν αδείας (θήρας) που εκδίδεται από την αρμόδιαδασική υπηρεσία του τόπου της μόνιμης κατοικίας του. Κατά δε το άρ. 10 παρ. 10 εδ. β’ και 13 εδ. β’ του Ν. 2168/1993, ηοπλοφορία με κυνηγετικά όπλα απαγορεύεται και τιμωρείται με τιςαναφερόμενες στην τελευταία παράγραφο (13β’) ποινές, εκτός από τιςπεριπτώσεις που αυτή γίνεται για άσκηση θήρας, ενώ κατά το άρ. 14 τουίδιου νόμου, η οπλοχρησία στη διάπραξη κακουργήματος ή  πλημμελήματοςαπαγορεύεται αδιακρίτως και τιμωρείται με την σ’ αυτό αναφερόμενηποινή. Ακόμη, κατά το άρ. 25 παρ. 1 ΠΚ δεν είναι άδικη η πράξη που τελείκάποιος για να αποτρέψει παρόντα και αναπότρεπτο με άλλα μέσα κίνδυνο,ο οποίος απειλεί το πρόσωπο ή την περιουσία του ίδιου ή κάποιου άλλουχωρίς δική του υπαιτιότητα, αν η βλάβη που προκλήθηκε στον άλλο είναισημαντικά κατώτερη κατά το είδος και τη σπουδαιότητα από τη βλάβη πουαπειλήθηκε, κατά δε το άρ. 32 παρ. 1 ΠΚ, δεν καταλογίζεται στο δράστη ηπράξη που τελεί για να αποτρέψει παρόντα και αναπότρεπτο με άλλα μέσακίνδυνο, ο οποίος απειλεί, χωρίς δική του υπαιτιότητα, το πρόσωπο ή τηνπεριουσία του ίδιου ή συγγενούς του, ανιόντος ή κατιόντος ή αδελφού ήσυζύγου του, αν η βλάβη που προκλήθηκε στον άλλον από την πράξη είναικατά το είδος και τη  σπουδαιότητα ανάλογη με τη βλάβη που απειλήθηκε.[…] 2. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σεσυνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης του ΤριμελούςΠλημμελειοδικείου Σπάρτης, που δίκασε ανεκκλήτως, ο αναιρεσείωνκαταδικάστηκε με αυτή σε συνολική ποινή πενήντα (50) ημερών, με τριετήαναστολή, για θανάτωση κυνηγετικού κυνός, παράνομη οπλοφορία καιοπλοχρησία, ήτοι ότι τέλεσε την πρώτη από αυτές τις πράξεις με χρήσηκυνηγετικού όπλου το οποίο έφερε παρανόμως. Δέχθηκε, δηλαδή, τοδικαστήριο της ουσίας, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη για πράγματακρίση του, ότι αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στηθέση Δ. περιοχής Κοινότητας Κ.Λ. την 10 Νοεμβρίου l996 και περί ώρα11.15 ο κατηγορούμενος Α.Δ. ως ιδιοκτήτης κυνηγετικού σκύλου, ράτσαςπόιντερ, άφησε αυτόν να κυκλοφορεί ελεύθερο, στον παραπάνω τόπο όπουείχε μεταβεί για κυνήγι, με αποτέλεσμα να επιτεθεί και να  τραυματίσειμία προβατίνα, ιδιοκτησίας του Π.Μ., και παρέλειψε να λάβει ταπροφυλακτικά μέτρα που απαιτούνται για να αποτραπούν οι βλάβες απότέτοια ζώα και πιο συγκεκριμένα άφησε ελεύθερο τον πιο πάνω αναφερόμενοσκύλο, ο οποίος είχε το επικίνδυνο ελάττωμα να δαγκώνει και ναεπιτίθεται σε ζώα, ο δε κατηγορούμενος, ή 5η αναιρεσείων, Π.Μ. εφόνευσεμε δίκαννο κυνηγετικό όπλο μάρκας Senetetian ένα κυνηγετικό σκυλί,ράτσας πόιντερ, ηλικίας 14 μηνών, ιδιοκτησίας του Α.Δ. και έφερεπαράνομα μαζί του οπισθογεμές δίκαννο όπλο με αριθμό […], μάρκαςSenetetian δια μέτρου 1 χιλιοστών και χρησιμοποίησε παράνομα το πιοπάνω όπλο. Επομένως πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοιαναγνωριζομένη εις το πρόσωπό τους της ελαφρυντικής περίστασης του άρ.84 παρ. 2β ΠΚ. 3. Με αυτά που παραπάνω δέχθηκε, το δικαστήριο της ουσίας δεν διέλαβεστην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από το άρ. 93 παρ. 3 τουΣυντάγματος και 138 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφούπεριέχονται σ’ αυτή ασάφειες και ελλείψεις στην παράθεση τωνπραγματικών περιστατικών που προέκυψαν από τις αποδείξεις και με βάσητο οποίο κατέληξε στην κρίση για την ενοχή του αναιρεσείοντος στιςπροαναφερόμενες αξιόποινες πράξεις. Ειδικότερα, δεν αναφέρεται στηνπροσβαλλόμενη απόφαση, 1) αν ο σκύλος που θανατώθηκε είχε χαρακτηριστείκυνηγετικός από τον αρμόδιο κυνηγετικό σύλλογο, με τη χορήγησησυγκεκριμένου δελτίου ταυτότητας αυτού, ώστε να κριθεί αν είναιεφαρμοστέες οι παραπάνω διατάξεις της δασικής νομοθεσίας πουεφαρμόστηκαν και 2) αν ο αναιρεσείων που κατείχε το κυνηγετικό όπλο,έφερε αυτό χωρίς άδεια θήρας, προκειμένου να κριθεί αν η οπλοφορία ήτανπαράνομη, αφού δεν αποκλείεται και ο κτηνοτρόφος να ασκεί θήρα, τακτικάή περιστασιακά, στην περιοχή άσκησης της κτηνοτροφίας του. Ούτεπεριέχεται στην προσβαλλόμενη απόφαση αιτιολογία για την απόκρουση τουαυτοτελούς ισχυρισμού που, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκηςενώπιον του δικαστηρίου της ουσίας, πρόβαλε σ’ αυτό, με σαφήνεια καιπληρότητα, ο αναιρεσείων, ότι η θανάτωση του σκύλου ήταν αναγκαίο καιαναπότρεπτη, γιατί απείλησε άμεσα, χωρίς δική του υπαιτιότητα, τηνπεριουσία του (“έφαγε” την προβατίνα του, ανάλογης προφανώς αξίας) καιαυτόν, κατά του οποίου επιτέθηκε, ισχυρισμού που αν αληθεύει, μπορεί ναστηρίξει λόγο άρσης του άδικου χαρακτήρα των πράξεων της θανάτωσης τουσκύλου και της οπλοχρησίας, κατ’ άρ. 25 του ΠΚ ή αποκλεισμού τηςικανότητας του αναιρεσείοντος προς καταλογισμό, κατ’ άρ. 32 του ΠΚ.Επομένως, πρέπει κατ’ αποδοχή ως βασίμου του από το άρ. 510 παρ. 1στοιχ. Δ’ του ΚΠΔ λόγου της αίτησης αναίρεσης, να αναιρεθεί ως προς τοναναιρεσείοντα η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση γιανέα συζήτηση, κατ’ άρ. 510 του ΚΠΔ, στο ίδιο δικαστήριο, γιατί είναιδυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους πουδίκασαν προηγουμένως.

 

ΑΠ 964/1996

Προεδρεύων:Κ.ΔαφέρμοςΕισηγητής:Κ.ΛυμπερόπουλοςΕισαγγελεύς:Π.Σπυρόπουλος Η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγμστοςκαί 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικήςαποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύεί τον κστ’ άρθρο 510 παρ. 1 περ.Δ’ του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, προκειμένου για αθωωτίκήαπόφαση, όταν περιέχονται σ’ αυτή με σαφήνεια και πληρότητα ταπραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία,στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας για τη μησυνδρομή των στοιχείων του αποδιδόμενος στον κατηγορούμενο εγκλήματος,οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις με τις οποίες  κρίθηκε οκατηγορούμενος αθώος. Στην προκείμενη περίπτωση το ΤριμελέςΠλημμελειοδικείο Μεσολογγίου κήρυξε τον Μ.Π., κατηγορούμενο γιαπαράβαση των διατάξεων των άρθρων 7 παρ. lβ ‘ και 1~ του Π.Δ. 400/1983που αφορούν την υποχρέωση των ιδίοκτητών σκύλων για επιτήρησή τους,αθώο, διότι, όπως ειδίκότερα δέχθηκε, δεν αποδείχθηκε “ότι τα πρόβατατου εγκαλούντα θανατώθηκαν από το σκυλί του κατηγορουμένου”. Ηαιτιολογία αυτή, χωρίς να αναφέρεται εάν καί ποια επιτήρηση άσκησε οκατηγορούμενος ως ιδιοκτήτης σκύλου κατά την εξοδό του, ώστε νααπστρέψει το ενδεχόμενο ζμιάς σε βάρος τρίτων, δεν ανταποκρίνεται στηναπαίτηση των ως άνω δίατάξεων και πρέπεί, καθιστάμενου δεκτού τουσχετικού λόγου που αναφέρεται στην αναίρεση του Είσαγγελέα του ΑρείουΠάγου (άρθρο 505 παρ. 2 εδ. α ΚΠΔ), ν’ αναίρεθεί παραπεμφθεί δε ηυπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκρστούμενο από άλλοδίκαστή εκτός από εκείνους που δίκασαν (άρθρο 519 ΚΠΔ).

 

ΜΙΚΤΟ ΟΡΚΩΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αριθμ. 46-47/1994

Δικαστές   : Γ. Κανελλόπουλος, Πρόεδρος Σ. Σαββόπουλος καιΓ. ΧλαμπουτάκηςΕισαγγελεύς  Ι. Φραντζεσκάκης Από τις  ένορκες  ενώπιον  του  δικαστηρίου  τούτου  καταθέσεις  τωνπαραπάνω  μαρτύρων,  τα  αναγνωσθέντα έγγραφα, μεταξύ των οποίων και ηαπό 3/7/92  έκθεση  ψυχιατρικής  πραγματογνωμοσύνης  του  ψυχιάτρου  -ιατροδικαστού  Χ.Β,  ως  και η από 14/12/92 όμοια έκθεση του ψυχιάτρουΚ.Β. (και οι  δύο  αυτές  ψυχιατρικές  πραγματογνωμοσύνες  διεξήχθησαννομότυπα,  η πρώτη δυνάμει της 180/1992 αποφάσεως του ΜΟΔ Αθηνων και ηδεύτερη  δυνάμει  της  2374/1992  αποφάσεως  του  Τριμελούς   ΕφετείουΑθηνών),  σε  συνδυασμό  με την απολογία του κατηγορουμένου και την ενγένει αποδεικτική διαδικασία, αποδείχτηκαν ως εξής: Ο  κατηγορούμενος,ηλικίας  ήδη  29  ετών,  είναι Αλβανός υπήκοος και ήλθε στην Ελλάδα ωςλαθρομετανάστης περί το  τέλος  Μαρτίου  1991,  κατευθύνθηκε  δε  στηναγροτική   περιοχή   Λιβαδειάς,  όπου  εργάστηκε  αρχικά  σε  διάφορεςαγροτικές εργασίες. Την 8  Μαϊου  1991  παρουσίασε  μια  αλλόκοτη  καιεντελώς  παράλογη συμπεριφορά. Ειδικότερα εμφανίστηκε αρχικά τη μάνδραοικοδομών του Ν.Χ. που βρίσκεται στην Λιβαδειά  και  εντλώς  απρόκληταεπιτέθηκε με ένα ρόπαλο, κατά του άνω ιδιοκτήτη της, ο οποίος κατάφερενα  τον  αποφύγιε και τον τρέψει σε φυγή με τη βοήθεια του σκύλου του.Ακολούθως όμως ο κατηγορούμενος επέστρεψε στην πιο πάνω μάνδρα και ενώαπουσίαζε απ’ αυτήν ο Ν. σκότωσε τον σκύλο του που ηταν εκεί  δεμένος.Την ίδια μέρα 8 Μαϊου 1991, αφού περιπλανήθηκε μέσα στα χωράφια έφθασετο  βράδυ  στο χωρίο Αγιος Γεώργιος Βοιωτίας, όπου εντελώς αναίτια καιπαράλογα επιτέθηκε με ακατανοητες κραυγές και το ρόπαλο που  κρατούσε,μήκους  ενός  περίπου  μέτρου,  αρχικα  μετρά  του  Ι.Δ.  ετών 48, πουβρισκόταν έξω απ’ το σπίτι του και του κατάφερε ένα κτύπημα στο θώρακακαι στο χέρι, ακολούθως δε κατά του Ν.Ν., ετώ 75, ο οποίος  και  αυτόςβρισκόταν  πιο  πέρα,  έξω  απ’ την αυλόπορτα του σπιτιού του, και τουκατάφερε με το ρόπαλο αλλεπάλληλα ισχυρά κτυπήματα στο κεφάλι και  σταχέρια,   προκαλώντας   σ’  αυτόν  βαρειά  κρανιοεγκφαλική  κάκωση  καικατάγματα και των δύο χεριών του. Το ως άνω κτύπημα του κατάφερε  κατάτου  Ι.Δ. ήταν ελαφρότερο, διότι με αυτο προκλήθηκαν μόνο θλάσσεις τουθώρακα και των χεριών του εν λόγω  παθόντος  και  δεν  παρέστη  ανάγκησοβαρής  νοσηλείας  του,  σε  αντίθεση  με  τον Ν.Ν. ο οποίος λόγω τουσοβαρότατου τραυματισμού του, διεκομίσθη επειγόντως με ασθενοφόρο στηνΑθήνα όπου εισήχθη στο ΚΑΤ Κηφισιάς και  παρέμεινε  νοσηλευόμενος  επίπολύ  χρόνο.  Οι παραπάνω εγκληματικές πράξεις, του κατηγορουμένου δενπρέπει να  καταλογιστούν  σ’  αυτό  διότι  αποδείχθηκε  ότι  όταν  τιςδιέπραξε   (8.5.91)   λόγω  νοσηρής  διατάραξης  των  πνευματικών  τουλειτουργιών και συγκεκριμενα  λόγω  σχιζοφρενιιης  ψύχωσης  παρανοϊκουτύπου (παραφροσύνης) δεν είχε την ικανότητα να αντιληφθεί το άδικο τωνάνω  πράξεων  του  η  αν  ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψη του για τοάδικο αυτό. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος ασθένησε  κατάτην  εφηβική  του  ηλικία  παραπάν  ψυχική  νόσο  (σχιζοφρενική ψύχωσηπαρανοϊκού τύπου) και νοσηλεύτηκε,  κατ’  επανάληψη  στην  Αλβανία  σεψυχιατρείο,  υποβαλλόμενος  σε  θεραπεία  με αντιψυχωσικά φάρμακα, καιηλεκτροσπασμοθεραπεία.     (βλ.     τις      παραπάνω      ψυχιατρικέςπραγματογνωμοσύνες).  Απο  τον Αλβανικό Στρατό, στον οποίο κατατάγηκε,απολύθηκε πρόωρα όταν έγινε αντιληπτή η ασθένειά  του  για  την  οποίακλείστηκε σε στρατιωτικό ψυχιατρείο. Οταν ήταν εκτός ψυχιατρεόιου στηνΑλβανία  παρακολουθουσε  απο  γιατρό και έπαιρνε συνεχώς φάρμακα. Οτανόμως ήλθε κατά τα άνω στην Ελλάδα διέκοψε την φαρμακευτική θεραπεία μεαποτέλεσμα να υποτροπιάσει η ασθένειά του και  να  εμφανίσει  διάφορεςπαραληρητικές ιδέες, ιδέες συσχετίσεως, νευρικότητα, αϋπνία κλπ Στις 8Μαϊου  1991  υποτροπή  της  ασθένειας  του  έφθασσε  στο κατακόρυφο μεαποτέλεσμα “να του φαίνεται ότι όλοι τον κοιτούσαν με μίσος και  ήθλεννα  τον σκοτώσουν γι’ αυτό και αυτός είχε το ξύλο για να προστατεύεταικαι να προλαβαίνει να του σκοτώνει αυτός..” (βλ. τις  ψυχιατρικές  πρ/νες).  Οι  ψυχίατροι  πραγματογνώμονες που εξέτασαν τον κατηγορούμενο,χωριστά ο καθένας, είναι απόλυτοι στο συμπέρασμά τους ότι  ο  δράστης,κατά   το   χρόνο   που  τέλεσε  τις  παραπάνω  πράξεις,  ήταν  πλήρωςακαταλόγιστος, αφού όπως υποστηρίζουν λόγω της παραπάνω ψυχικής  νόσουτου,  εστερείοο  εξολοκλήρου  της  ικανότητας  να  αντιληφθεί το άδικοχαρκατήρα των πράξεών του ή να ενεργήσει σύμφωνα με την  αντίληψή  τουγια  το  άδικο  αυτό. Πρέπει λοιπόν σύμφωνα με τα παραπάνω να κηρυχθείαθώος ο κατηγορούμενος με βάση  την  διάταξη  του  άρθρου  34  ΠΚ,  ναδιαταχθεί  όμως  α)  η  φύλαξη του επ’ αόριστον με δημόσιο θεραπευτικόκατάστημα γιατί το δικαστήριο κρίνει  ότι  ειναι  επικίνδυνος  για  τηδημόσια  ασφάλεια  (άρθρο 69 ΠΚ) και β) η απέλασή του από τη χώρα μετάτην αποθεραπεία του (άρθρο 74 παρ. 2 ΠΚ).

 

 

 

Α.Π. 1761/1994

Προεδρεύων : Κων. Δαφέρμος, Αντ/δοςΕισηγητής  : Θεόδ. Πρασουλίδης ΑρεοπαγίτηςΕισαγγελέας: Παν. Ζαβολέας, Αντ/λέαςΔικηγόρος  : Ανδρ. Πέτσας Επειδή, κατά το άρθορ 5 παρ. 1 εδ.  α’  και  ζ’  του  ν.  1729/1987,τιμωρείται  με  τις  αναφερόμενες  σ’ αυτό ποινές όποιος, εκτός άλλων,εισάγει  στην  επικράτεια,  διαμετακομίζει,  κατέχει  ή  μεταφέρει  μεοποιοδήποτε  μέσο ναρκωτικά, όπως είναι η ηρωίνη και η κάναβις κατά τοάρθρο 4 παρ. 3 πίνακας Α αριθμ. 5 και 6 του άνω νόμου,  ενώ,  κατά  τοάρθρο  8  του  ίδιου  νόμου,  τιμωρείται  με  τις αναφερόμενες σ’ αυτόμεγαλύτερες ποινές ο δράστης των  παραπώνω  πράξεων  αν  ενεργεί  κατ’επάγγελμα  ή  οι  περιστάσεις  τέλεσης των πράξεων μαρτυρούν ότι είναιιδιαίτερα επικίνδυνος. Στην ένδικη  υπόθεση,  όπως  προκύπτει  από  τοαιτιολογικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλομένης απόφασης,το  Πενταμελές  Εφετείο Πειραιώς, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση τωναποδεικτικών μέσων που αναφέρονται σ’ αυτή, δέχθηκε ανέλεγκτα τα  εξήςπραγματικά  περιστατικά:  Στα  πλαίσια  διακίνησης  μεγάλων  ποσοτήτωνναρκωτικών ουσιών μεταξύ Μέσης Ανατολής  και  Ευρώπης  φορτώθηκε  στιςαρχές  Οκτωβρίου 1990, στο λιμάνι Τρίπολη του Λιβάνου, στο υπό Συριακήσημαία πλοίο Α. μεγάλη ποσότητα  ναρκωτικών  ουσιών  με  προορισμό  τολιμάνι Πρίντεζι Ιταλίας. Σκοπός ήταν η παράδοση της ποσότητας αυτής σεΙταλούς  διακινητές  τέτοιων  ουσιών,  με  τους οποίους είχε προηγηθείσυνεννόηση για το είδος, την  ποσότητα  και  το  αντίτιμο  των  ουσιώναυτών.  Πλοίαρχος  του  πλοίου  ήταν  ο  κατηγορούμενός του και επίσηςαναιρεσείων Κ.Μ. που επέβαινε του πλοίου, ήταν ο  εγκέφαλος  της  όληςεπιχείρησης.  Αυτός,  Τούρκος  στην  καταγωγή,  είχε  μεγάλη πείρα στηδιακίνηση των ναρκωτικών και εκπροσωπούσε τα συμφέροντα  των  πωλητών,ενώ  τα  συμφέροντα των αγοραστών εκπροσωπούσε ο Ιταλός υπήκοος Α.R. οοποίος επέβαινε επίσης του πλοίου. Ο αναιρεσείων πλοίαρχος Α. φρόντισεγια την επάνδρωση του πλοίου, τη σβτοιβασία  των  ναρκωτικών  και  τηνασφαλή   μέχρι   των  ιταλικών  αυτών  μεταφορά  τους.  Ο  ρόλος  ήταναποφασιστικός, ήταν γνώστης της  μεταφοράς  των  ναρκωτικών  και  είχεέλθει  σε επαφή με τους πωλητές και τελούσε υπό τη διαρκή εποπτεία τουως άνω συγκρατουμένου του Κ. Μετά  τη  φόρτωση,  το  πλοίο  ανεχώρησε,αρχές περίπου Οκτωβρίου 1990, από την Τρίπολη του Λιβάνου και μέσω τωνΕλληνικών  χωρικών  υδάτων έφθασε στις ακτές του Πρίντεζι της Ιταλίας,όπου ο Α.Β. εξήλθε του πλοίου  και  ήλθε  σε  επαφή  με  τους  Ιταλούςδιακινητές, οι δε τελευταίοι αγόρασαν την πρώτη ημέρα άγνωστη ποσότηταναρκωτικών  και επιφυλάχθηκαν για την υπόλοιπη ποσότητα. Λόγω όμως, ωςφαίνεται, ασυνεννοησίας ως προς τον τρόπο καταβολής του αντιτίμου  τηςυπόλοιπης  ποσότητας,  το πλοίο, αφού ανέμεινε επ’ αρκετό στην περιοχήΠρίντεζι και μετά στο λιμάνι της Αγκώνα,  με  την  ελπίδα  να  υπάρξεισυμφωνία  και  να διατεθεί όλο το φορτίο στην Ιταλία, ανεχώρησε, χωρίςτον A.R. για Πειραιά προς αναζήτηση εμπόρων  ναρκωτικών  με  σκοπό  τηδιάθεση  και  της  υπόλοιπης  αυτής  ποσότητας  στον  ελληνικό χώρο. Ηποσότητα  αυτή   ανερχόταν   συγκεκριμένα   σε   2.434,7   χιλιόγραμμακατειργασμένης ινδικής κάνναβης (χασίς) και 2.366,2 γραμμάρια ηρωίνης.Ηταν  όλα συσκευασμένα, το μεν χασίς σε 30 ελαστικούς αεροθαλάμους και37 πλαστικούς σάκους, η δε ηρωίνη σε 10 σακουλάκια. Το πλοίο Α. έφθασεστο λιμάνι του Πειραιά, μέσω βέβαια των ελληνικών χωρικών υδάτων,  στοτέλος  Νοεμβρίου  1990.  Στις  17 Δεκεμβρίου 1990, μετά από έρευνα τηςελληνικής αστυνομίας με  σκύλους  ανιχνευτές,  βρέθηκαν  οι  πιο  πάνωποσότητες ναρκωτικών ουσιών στο πρωραίο στεγανό διαμέρισμα (FORE PEAK)του  πλοίου,  επιμελώς κρυμμένες σε ακάθαρτα νερά και κατασχέθηκαν. Μεβάση τα ως άνω πραγματικά περιστατικά το δικαστήριο της ουσίας  έκρινεότι  οι  αναιρεσείοντες κατηγορούμενοι τέλεσαν από κοινού τα εγκλήματατης  εισαγωγής  (προσόρμιση  του  πλοίου  στο  λιμάνι  του   Πειραιά),διαμετακόμισης  (διάπλους  των  ελληνικών  υδάτων κατά τη διέλευση τουπλοίου από Τρίπολη Λιβάνου για Πρίντεζι  Ιταλίας),  μεταφοράς  από  ταελληνικά   χωρικά   ύδατα  στον  Πειραιά)  και  κατοχής  των  παραπάνωναρκωτικών ουσιών, των οποίων αυτοί ήταν ουσιαστικοί διαχειριστές, ότιτα ως άνω  εγκλήματα  τέλεσαν  κατ’  επάγγελμα,  δηλαδή  με  σκοπό  ναπορισθούν  εισοδήματα, οι δε περιστάσεις τέλεσής τους και ειδικότερα ηβαρύτητα αυτών και τα ελατήρια που τους ώθησαν, σε  συνδυασμό  με  τηνπροσωπικότητά  τους,  μαρτυρούν ότι αυτοί είναι ιδιαίτερα επικίνδυνοι.Με τις παραδοχές αυτές το  παραπάνω  δικαστήριο  κήρυξε  ενόχους  τουςαναιρεσείοντες  των προαναφερομένων εγκλημάτων της, κατά συναυτουργία,εισαγωγής, διαμετακόμισης, μεταφοράς και  κατοχής  ναρκωτικών  με  τιςπροαναφερθείσες  επιβαρυντικές  περιστάσεις της κατ’ επάγγελμα τέλεσήςτους  και  υπό  περιστάσεις  που   μαρτυρούν   ότι   είναι   ιδιαίτεραεπικίνδυνοι. Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στηνπροσβαλλόμενη  απόφασή  του την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 τουΣυντάγματος και 139 του ΚΠΔ  ειδική  και  εμπεριστατωμένη  αιτιολογία,αφού  εκτέθει  σ’  αυτή  με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ήλογικά  κενά  τα  πραγματικά  περιστατικά  που  αποδείχθηκαν  από  τηναρκοαματική   διαδικασία,   από  τα  οποία  συνήγαγε  την  ύπαρξη  τωναντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων των ως  άνω  εγκλημάτων  μετις προαναφερθείσες επιβαρυντικές περιστάσεις, τα αποδεικτικά μέσα επίτων  οποίων στηρίχθηκε προς μόρφωση της περί αυτών κρίσης του και τουςνομικούς συλλογισμούς με τους οποίους  έγινε  η  υπαγωγή  των  ως  άνωπραγματικών   περιστατικών  στις  εφαρμοσθείσες  ουσιαστικές  ποινικέςδιατάξεις που αναφέρονται στην αρχή αυτής της σκέψεως. Επομένως, ο περί του αντιθέτου, εκ του άρθρου 510 παρ. 1 εδ. Δ’  τουΚΠΔ,   μοναδικός  λόγος  των  υπό  κρίση  αιτήσεων  αναιρέσεως,  είναιαβάσιμος. Ο ίδιος λόγος αναιρέσεως, κατά  το  μέρος  που  πλήττει  τηνπροσβαλλόμενη  απόφαση  για την ανέλεγκτη ακυρωτικώς ουσιαστική ως άνωκρίση της, είναι απαράδεκτος.

 

ΔΔΙΚΗ/1994 (661), ΛΟΓΙΣΤΗΣ/1993 (1277)Φορολογία εισοδήματος. Απαλλαγή ειδικών επιδομάτων. Απαλλαγή και τουειδικού επιδόματος ανιχνευτών ή εξουδετερωτών βομβών και εκρηκτικώνμηχανισμών και συνοδών σκύλων-ανιχνευτών, παρά τη μη ρητή πρόβλεψη τουνόμου και προκειμένου να αποκατασταθεί η παραβίαση της συνταγματικάκατοχυρωμένης αρχής της ισότητας.

Διοικ. Πρωτ. Αθ. 2155/1993

 Πρόεδρος  : Ε. ΑΝΔΡΕΟΥΕισηγήτρια: Α. ΠΑΠΑΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ – ΛΕΖΑ Με την κρινόμενη προσφυγή ο προσφεύγων ζητά παραδεκτώς ν’ ακυρωθεί ημε αριθμό 12812/9.6.1992 αρνητική απάντηση του Προϊσταμέου της ΔΟΥ ΙΗ’Αθηνών με την οποία απορρίφθηκε η επιφύλαξη που είχε  διατυπώσει  στηνδήλωση  φορολογίας  εισοδήματος οικονομικού έτους 1992 (χρήση 1991) μετο περιεχόμενο ότι από το δηλωθέν εισόδημά του εκ  μισθωτών  υπηρεσιώνποσού 3.050.482 δραχμών, ποσό 1.216.416 δρχ. δεν υπόκειται σε φόρο.Το  άρθρο  4 παρ. 1 του Συντάγματος που ορίζει ότι “οι Ελληνες είναιίσοι ενώπιον του νόμου”, καθιερώνει όχι μόνο την ισότητα  των  Ελληνωνενώπιον  του νομου, αλλά και την έναντι αυτών ισότητα του νόμου. Ετσι,δεσμεύει και το  νομοθέτη,  ο  οποίος,  στη  ρύθμιση  ουσιωδώς  ομοίωνπραγμάτων,  σχέσεων  ή καταστάσεων και κατηγοριών προσώπων, δεν δύναταινα μεταχειρίζεται τις περιπτώσεις αυτές κατά τρόπο ανόμοιο, εισάγονταςεξαιρέσεις και κάνοντας εν γένει διακρίσεις, εκτός  εάν  η  διαφορετικήτους  ρύθμιση  δεν  είναι  αυθαίρετη,  διότι  επιβάλλεται  από  λόγουςγενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, η συνδρομή  των  οποίωνυπόκειται  στον  έλεγχο  των  δικαστηρίων.  Συνεπώς, εάν γίνει με νόμοδικαιολογημένη ειδική ρύθμιση  για  ορισμένη  κατηγορία  προσώπων  καιαποκλεισθεί από τη ρύρθμιση αυτή, κατ’ αδικαιολόγητη δυσμανή διάκριση,αλλη κατηγορία προσώπων, ως προς την οποία συντρέχει ο ίδιος λόγος πουδικαιολογεί  την  ειδική  εκείνη μεταχείριση, η διάταξη που εισάγει τηδυσμενή  αυτή  διάκριση  είναι  ανίσχυρη  ως  αντισυνταγματική.   Προςαποκατάσταση  δε  της  συνταγματικής  αρχής  της  ισότητας  πρέπει  ναεφαρμοσθεί και για εκείνους εις βάρος  των  οποίων  έγινε  η  δυσμενήςδιάκριση,  η  διάταξη  που  ισχύει  για  την κατηγορία υπέρ της οποίαςθεσπίστηκε η ειδική ρύθμιση (Ολ. Α.Π. 53/1983,  1821/1983,  1411/1984,1107-1109/1986). Περαιτέρω στην υποπερίπτωση θ’ περίπτωση ε’, της παρ.7  του  άρθρου 7 του ν.δ. 3323/1955, όπως αυτή προτέθηκε με οτ άρθρο 2του ν. 1731/1987 (ΦΕΚ 161 Α’/9.9.87) ορίζεται ότι  “Απαλλάσσονται  τουφόρου  εκ  του  εισοδήματος εκ μισθωτών υπηρεσιών τα ειδικά επιδόματα:Πτητικό, καταδυτικό, ναρκαλιείας, αλεξιπτωτιστών, δυτών και υποβρύχιωνκαταστροφών, που καταβάλλονται  σε  αξιωματικούς,  υπαξιωματικούς  καιοπλίτες των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας, της πυροσβεστικήςυπηρεσίας  και  του λιμενικου σώματος,καθώς και το επίδομα ναρκαλιείαςπου καταβάλλεται σε ιδιώτερς οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες  ναρκαλιείαςμε  οποιαδήποτε  σχέση  στο  Υπουργείο  Εθνικής  Αμυνας.  Η  ισχύς τωνδιατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από το  οικονομικό  έτος1987  γι  ατα  ποσά  αυτών  των  επιδομάτων  που  καταβάλλονται  στουςδικαιούχους από 1 Ιανουαρίου 1986 και μετά”. Εξάλλου στο π.δ. 357/1986(ΦΕΚ Α’ 157) περί “σύστασης, οργάνωσης και λειτουργίας  υπηρεσιών  τηςΕλληνικής  Αστυνομίας,  για την εξουδετέρωση εκρηκτικών μηχανισμών καιαυτοσχέδιων βομβών” ορίζεται, στο άρθρο  1  ότι  “στις  υποδιευθύνσειςΚρατικής Ασφάλειας των Διευθύνσεων Ασφάλειας Αττικής και Θεσσαλονίκης,συνιστώνται να λειτουργούν αστυνομικές υπηρεσίες, αντίστοιχες τμημάτωνασφαλείας, με αποστολή την επισήμανση, περισυλλογή, εξουδετέρωση καθώςκαι  την  διενέργεια των αναγκαίων εργασιών, για καταστροφή εκρηκτικώνμηχανισμών και αυτοσχέδιων βοβμών στους  χώρους  τοπικής  αρμοδιότηταςτης  Ελληνικής  Αστυνομίας.  Εξαιρούντια  οι  χώροι  για  τους οποίουςειδικές διατάξεις προβλέπουν αρμοδιότητες των  Ενόπλων  Δυνάμεων…  Ηαποδέσμευση  του  Σρτατού  Ξηράς από τα καθήκοντα της παρ. 1 σε χώορυςευθύνης της Αστυνομίας, γίνεται σταδιαδά με κοινή απόφαση των ΥπουργώνΕθνικής Αμυνας και Δημόσιας  Τάξης,  ύστερα  από  την  συγκρότηση  τωναστυνομικών  υπηρεσιών  και  ομάδων  καθώς  και την εκπαίδευση και τονεξοπλισμό του προσωπικού τους”, στο δε άρθρο 2 αυτού ότι “Η  στελέχωσητων  υπηρεσιών  αι  ομάδων  του  άρθρου  1  γίνεται  με  α) Αστυνομικοπροσωπικό γενικών και  ειδικών  (τεχνικών)  καθηκόντων,  που  καλύπτεικενές  οργανικές θέσεις, ύστερα από σχετική αίτηση των ενδιαφερομένων,β) Πολιτικό προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού  δικαίου,  το  οποίοπροσλαμβάνεται  με  σύμβαση  αορίστου χρόνου και καλύπτει κενές θέσειςβοηθητικού  προσωπικού…  Το  αστυνομικό   και   πολιτικό   προσωπικότοποθτείται  στις  υπηρεσίεςκαι  ομάδες,  ύστερα  από  εκπαίδευση  στοεσωτερικό  ή  εξωτερικό  σε  θέματα  επισήμανσης,  εξουδετέρωσης   καικαταστροφής   εκρηκτικών   μηχανισμών   και   αυτοσχέδιων  βομβών.  Τοπροσωπικό, υστερα από ευδόκιμη εκπαίδευση αποκτά  την  ειδικότητα  τουανιχνευτή  ή  εξουδετερωτή  βομβών και εκρηκτικών μηχανισμών ή και τιςδύο αυτές ειδικότητες με απόφαση που  εκδίδεται  από  τον  Αρχηγότ  ηςΕλληνικής Αστυνομίας”. Περαιτέρω με το άρθρο 7 του ν. 1711/1987 (ΦΕΚ Α’109)  όπως  αυτό  αντικαταστάθηκε  με  το  άρθρο  23  του Ν. 1848/1989ορίσθηκε ότι:  “Στο  προσωπικό  του  Υπουργείου  Δημόσιας  Τάξης,  πουυπηρετεί  σε  υπηρεσίες και ομάδες, οι οποίες προβλέπονται από τ ο π.δ.357/1986 (ΦΕΚ Α’ 157) με την ειδικότητα του ανιχνευτή  ή  εξουδετερωτήβομβών  και  εκρηκτικών μηχανισμών ή και με τις δύο αυτές ειδικότητες,χορηγείται μηνιαίο επίδομα ίσο με  το  100%  του  βασικού  μισθου  τουβαθμού  τυ  και της ΑΤΑ που έχει χορηγηθεί αθροιστικά. Το ίδιο ποσοστόεπιδόματος χορηγέιται και στους συνοδούς σκύλων  που  χρησιμοποιούνταιγια  την  ανίχνευση  (ανεύρεση) εκρηκτικών υλών…”. Από τον συνδυασμότων πιο πάνω διατάξεων συνάγεται όιτ,  οι  αξιωματικοί,  υπαξιωματικοίκαι   οπλίτες   των   ενόπλων  δυνάμεων  των  σωμάτων  ασφαλείας,  τηςπυροσβεστικής υπηρεσίας και του λιμενικού σώματος απολαύουν ιδιαίτερηςφορολογικής  μεταχείρισης  για  τα  ειδικά  επιδόματα  που   λαμβάνουν(πτητικό,  καταδυτικό, ναρκαλιείας κ.λ.π.). Η φορολογική αυτή απαλλαγήθεσπίστηκε  από  τον  νομοθέτη   για   λόγους   που   ανάγονται   στηνιδιαιτερότητα    των   ειδικοτήτων   αυτών   και   αποτελεί   ελάχιστοαντιστάθμισμα  των  κινδύνων  που  αντιμετωπίζει  το   προσωπικό   τωνκατηγοριών  αυτών  κατά  την  εκτέλεση  των  καθηκόντων του. Παράλληλααποτελεί ένα κίνητρο για  την  συμμετοχή  αξιωματικών,  υπαξιωματικών,οπλιτών  σ’  αυτές  τις  άκρως επικίνδυνες ειδικότητες. Οι ίδιοι λόγοισυντρέχουν και στην περίπτωση του προσωπικου που στελεχώνει  υπηρεσίεςκαιομάδες που προβλέπονται από το π.δ. 357/1986, με την ειδικότητα τουανιχνευτή  ή  εξουδετερωτή  βομβών  και  εκρηκτικών μηχανισμών και τουσυνοδού  σκύλου  ανισχευτή.  Συνεπώς,  η  μη  χορήγηση  της   παραπάνωφορολογικής  απαλλαγής  και  στα  πιο πάνω πρόσωπα κατά την εννοια τηςσυνταγματικής  διάταξης  του  άρθρου  4  που  προπαρατέθηκε,   συνιστάανεπίτρεπτη  παράβαση  αυτής,  η  οποία  μπορεί  να  αρθεί μόνο με τηνεφαρμογή της διάταξης του άρθρου 7 του ν.δ. 3323/1955 και στο  επίδομαπου χορηγείται σ’ αυτά, σύμφωνα με τον νόμο 1711/1987.Στην  προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν ταεξής: Ο  προσφεύγων,  υπηρετεί  στην  Ελληνική  Αστυνομία,  στο  ΤμήμαΕξουδετέρωσης  Εκρηκτικών  Μηχανισμών της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικήςμε το βαθμό του αστυφύλακα. Με την δήλωση φορολογίας  εισοδήματος  πουυπέβαλε  για το οικονομικό έτος 1992, δήλωσε γι αεισόδημα από μισθωτέςυπηρεσίες το ποσό των 3.050.482 δραχμών. Συγχρόνως  υπέβαλε  συνημμένηστην  δήλωση  επιφύλαξη,  με  την  οποία  δήλωσε  ότι  από το πιο πάνωεισόδημάτου εκ μισθωτών υπηρεσιών, ποσό ύψους 1.216.416 δραχμών  αφοράεπίδομα  που  λαμβάνει  από  την  υπηρεσία  του για την ειδικότητα τουανιχνευτή ή εξουδετερωτή βομβών και εκρηκτικών μηχανισμών καθώς αι τουσυνοδού σκύλου ανιχνευτή και ζήτησε να απαλλαγεί του φόρου  γι’  αυτό,κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 7 παράγρ. 1, περίπτ. ε’ υποπερίπτ. Θ’του  ν.δ.  3323/1955  που  θεσπίζει  απαλλαγή  από  το  φόρο  μισθωτώνυπηρεσιών των επιδομάτων πτητικού, καταδυτικού, ναρκαλιείας κ.λ.π. πουκαταβάλλεται σε αξιωματικούς και οπλίτες  των  ενόπλων  δυνάμεων,  τωνσωμάτων  ασφαλείας,  της  πυροσβεστικής  υπηρεσίας  και  του λιμενικούσώματος καθώς και των ιδιωτών που παρέχουν  υπηρεσίες  ναρκαλιείας  μεοποιαδήποτε  σχέση  στο Υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Η Φορολογική Αρχή μετην ήδη προσβαλλόμενη απάντησή της απέρριψε την επιφύλαξη αυτή με  τηναιτιολογία  ότι  δεν  μπορεί  να  του  χορηγηθεί απαλλαγή από τον φόροεισοδήματος οτυ επιδόματος που του χορηγεί το Υπουργείο Δημόσιας Τάξηςεπειδή υπηρετεί σε υπηρεσία αυτού, με την ειδικότητα του  ανιχνευτή  ήεξουδετερωτή  βομβών  και εκρηκτικών μηχανισμών, επειδή α) δεν υπάρχειρητή διάταξη νόμου, και β) η  υπηρεσία  που  του  χορηγέι  το  ανωτέρωεπίδομα  το  περιλαμβάνει  στην  βεβαίωση  αποδοχών  στο ετήσιο καθαρόεισόδημα  που  φορολογείται.  Κατά  της  τελευταίας  αυτής   αρνητικήςαπάντησης  της  Φορολογικής  Αρχής  στρέφεται  ήδη ο προσφεύγων με τηνκρινόμενη  προσφυγή  του,  όπως  αυτή  παραδεκτά  αναπτύσσεται  με  τουπόμνημα  και  ζητά την απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος του παραπάνωεπιδόματος που λαμβάνει.  Για  την  απόδειξη  δε  του  ισχυρισμού  τουπροσκομίζει  την με αριθμό πρωτοκόλλου 226934/8/11.3.1992 βεβαίωση τηςΔ/νσης Διαχείρισης Χρηματικού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξεως.Με βάση τα  δεδομένα  αυτά  και  ενοψει  της  καθιερούμενης  από  τοΣύνταγμα  δέσμευσης  του νομοθέτη να μην εισάγει εξαιρεσεις και να μηνκάνει διακρίσεις στην ρύθμιση ουσιωδώς  ομοίων  πραγμάτων,  σχέσεων  ήκαταστάσεων,  το  Δικαστήριο  κρίνει  όιτ  η μη πρόβλεψη εφαρμογής τηςφορολογικής απαλλαγής που θεσπίζει το προαναφερόμενο άρθρο 7 του  ν.δ.3323/1986,  είναι αντίθετη προς την συνταγματική διάταξη του άρθρου 4,η αντίθεση δε αυτή μπορεί να αρθεί μόνο με ητν άμεση εφαρμογή  της  ενλόγω  διάταξης  (του  ν.δ. 3323/1955) και στο επίδομα που λαμβάνουν ταάτομα αυτά.Κατ’ ακολουθία των παραπάνω, το Δικαστήριο κρίνει ότι  το  ποσό  των1.216.416  δρχ.  που  όπως  προκύπτει  από  τα  στοιχεία  του  φακέλουχορηγήθηκε στον προσφεύγοντα ως επίδομα για την ειδικότητα ανιχνευτή ήεξουδετερωτή βομβών και εκρηκτικών μηχανισμών και του  συνοδού  σκύλουανιχνευτή  εκρηκτικών  υλών  δεν  υπόκειται  σε φόρο, κατά παραδοχή ωςουσία αβασίμου του σχετικού λογου της προσφυγής, όλα  δε  τα  αντίθεταπου  υποστηρίζονται  από  την φορολογική αρχή πρέπει ν’ απορριφθούν ωςαβάσιμα.Επομένως, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή, ν’ ακυρωθεί  ηπροσβαλλόμενη  αρνητική  απάντηση του Προϊσταμένου της ΔΟΥ ΙΗ’ Αθηνών,να γίνει δεκτή η επιφύλαξη του  προσφεύγοντος  που  επισυνάφθηκε  στηνδήλωσήτου   φορολογίας  εισοδήματος  οικονομικού  έτους  1992  και  ναδιαταχθή νέα εκκαθάριση  του  φόρου  και  επιστροφή  αυτού  που  τυχόνκαταβλήθηκε αχρεώστητα.

 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ/1993 (1)Σήμα. Απαράδεκτη καταχώριση σήματος που αντίκειται στην καλή πίστη.Εννοια “καλής πίστης”. Εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως και ακύρωσητης προσβαλλόμενης απόφασης της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων, με τιςοποίες κρίθηκε ότι δεν υπάρχει ηχητική και οπτική ομοιότητα που ναπαραπλανά το καταναλωτικό κοινό ως προς την προέλευση του προϊόντος,μεταξύ των σημάτων:  “SNOOPY” και “ΦΑΓΕ – ΣΝΟΥΠΥ – FAGE – SNOOPY”.

 

 

Αριθ. απόφασης 1158/1993.

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα Ζ’, Τριμελές. σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε   δημόσια  στο ακροατήριο  του στις 29 Απριλίου1993,  με δικαστές  τους Παναγιώτη  Δροσίτη,  Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ.,Νικόλαο Διακονικολάου, Κωνσταντίνο Σιδέρη (εισηγητή), Εφέτες Δ.Δ., καιγραμματέα της Μαρία Γκαραβέλου – Τουλιάτου, δικαστική υπάλληλο, γ ι α  να δικάσει  την έφεση  με χρονολογία  10 Απριλίου 1991. τ η ς  εταιρείας  με την επωνυμία “UNITED FEATURE  SYNDIKATE, INC.”,……………………………………………………………και παραστάθηκε με την πληρεξούσια  της δικηγόρο  Μιράντα  Θεοδωρίδου, κ α τ ά :  1) του Ελληνικού Δημοσίου,…………………………δεν παραστάθηκε   2) “ΦΑΓΕ Βιομηχανία Επεξεργασίας Γάλακτος ΑΕ”…………………………………………………………..και παραστάθηκε  με τον πληρεξούσιο  της δικηγόρο   Μιχαήλ Μουμούρη. Κατά τη συζητηση, οι διάδικοι  που παραστάθηκαν ανέπτυξαν  τουςισχυρισούς  τους και ζήτησαν  όσα αναφέρονται  στα πρακτικά. Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο  συνήλθε  σε διάσκεψη. Η  κ ρ ί σ η    τ ο υ    ε ί ν α ι    η  ε ξ ή ς : 1.   Με την κρινόμενη έφεση,  για την οποία  καταβλήθηκε το νόμιμοπαράβολο (ειδικά έντυπα  σειράς Α με αριθμ. 283671 ως 283677 και179172),  επιδιώκεται   παραδεκτώς  η εξαφάνιση της απόφασης 14573/1990του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου  Αθήνας. 2.   Με την εκκαλούμενη απόφαση  έγινε δεκτή   η από 24-4-1990παρέμβαση  της εφεσίβλητης  εταιρείας  και απορρίφθηκε  η από 1-11-1989προσφυγή  της εκκαλούσας   κατά της απόφασης 2336/1988 της ΔιοικητικήςΕπιτροπής σημάτων (ΔΕΣ)  του Υπουργείου Εμπορείου. Με την τελευταίααυτή διοικητική  πράξη απορρίφθηκε ενδικοφανής προσφυγή(τριτανακοπή), που είχε    ασκήσει  η εκκαλούσα  κατά προηγούμενηςόμοιας  απόφασης. Με την τελευταία    είχε γίνει   δεκτό προς κατάθεσητο παρακάτω σήμα της παρεμβαίνουσας  και ήδη εφεσίβλητης  όπως όλα ταεκτίθεντα  πιο αναλυτικά παρακάτω. 3. Σύμφωνα  με το άρθρο 3  του αν.ν. 1988/1939 (ΦΕΚ 420), δενεπιτρέπεται   η καταχώριση  σήματος,  του οποίου  η κατάθεση αντίκειταιστην αρχή της καλής πίστης (παρ. 2). Κατά την έννοια  της διάταξηςαυτής, παρεμποδίζεται  η δημιουργεία   δικαιώματος  επί σηματος  αν ηκατάθεσή του, και μόνο αυτή, αντικειμενικά  εξεταζόμενη, ανεξάρτητααπό τις προθεσεις του καταθέτη, είναι   αντίθετη  με την αρχή της καλήςπίστης. Ως τέτοια     νοείται  η “αντικειμενική καλή πίστη”  δηλαδή ηευθύτητα   και  εντιμότητα  ή, με μια λέξη   η “ηθική” που πρέπει ναδιέπει   τις συναλλαγές. Ετσι,  η νομική  αυτή έννοια εξειδικεύεταικάθε φορά  ενόψει   των εξωτερικών  πραγματικών περιστατικών  τηςσυγκεκριμένης  περίπτωσης (βλ. και ΣτΕ 41/1982, 3316/1984 “ΕυρετήριοΑποφάσεων  ΣτΕ” 1984  σελ. 717, Μπαλή “Γενικαί Αρχαί” παρ.  88, 166,Μουμούρη “Η Διαγραφή  του σήματος” παρ. 10, όπου και άλλεςπαραπομπές). Σύμφωνα  με αυτά,  μπορεί να θεωρηθεί  ως αντιτιθέμενηστην καλή πίστη η κατάθεση  ως σήματος  του ίδιου ή παραπλήσιου σημείου(ένδειξης) ή γνωρίσματος  ή σήματος,  το οποίο  διακρίνει  όμοια ήανόμοια προϊόντα άλλης επιχείρησης, εφόσον το σημείο ή γνώρισμα  ή τοσήμα αυτό  είναι   ερυέως γνωστό και έτσι είναι πιθανόν  να προκληθείη εσφαλμένη    εντύπωση   στο κοινό ότι  υπάρχει οικονομική  συνεργασίαμε την επιχείρηση  που χρησιμοποιεί    το προυφιστάμενο σημείο ήγνώρισμα ή σήμα (βλ.  και ΔΕφΑθ  3838/1988 ΔιΔικα 1989 σελ. 657, Ν.Ρόκα “Δικαιο Σημάτων” σελ.  120 Επομ.). 4.  Στην προκειμένη περίπτωση , η εφεσίβλητη  είναι αμερικάνικηεταιρεία με έδρα τη  Νέα Υόρκη και έχει   κατοχυρώσει στην Ελλάδα απότο 1979  το σήματης “SNOORY”  (αριθ.  65033),   που διακρίνειπροϊόντα  των κλάσεων  3, 5, 14, 16, 20, 21, 24, 25, έως 31. Το σήμααυτό είναι κατοχυρωμένο απ’ αυτή σε διάφορες χώρες   του κόσμου  και,από το 1955, στις ΗΠΑ. Στην Ελλάδα  δεν έχουν  κυκλοφορήσει ευρέωςπροϊόντα  της με το ίδιο  σήμα,   αλλά έχει γίνει ευρύτατα γνωστό  απόπαιδικές  τηλεοπτικές  εκπομπές  κινούμενων  σχεδίων   και απόδημοσιευμένες σε έντυπα   κωμικές ιστοριούλες σε εικόνες (COMICS), στιςοποίες πρωταγωνιστεί  η μορφή  ενός σχεδίου  ζωγραφικής  με τη μορφήμικρού σκύλου, στον οποίο  έχει προσδοθεί το  όνομα SNOOPY.  To  1985,η εφεσίβλητη  δήλωσε  προς κατάθεση το σήμα “ΦΑΓΕ ΣΝΟΥΠΗ – FAGE SNOOY”(αριθ. 90545),  για να διακρίνει γάλα, γιαούρτι και άλλαγαλακτοκομικά προϊόντα  των κλάσεων  29 έως 33.   Ετσι παρατηρείταισύμπτωση  στα προϊόντα   των κλάσεων 29 έως 31, ως προς τα   οποίαυπάρχει   ήδη το κατοχυρωμένο  από την αλλοδαπή  εκκαλούσα σήμα”SNOOPY” . H ΔΕΣ εξέδωσε  την απόφαση  2677/1986, με την οποία  δέχτηκετην προαναφερόμενη  δήλωση της εφεσίβλητης. Ακολούθησε   η τριτανακοπήτης αλλοδαπής εταιρίας κατά της απόφασης αυτής, καθώς και τα λοιπάεκτιθέμενα  παραπάνω,  στην δεύτερη σκέψη.  Το αίτημα    της εκκαλούσαςγια να κηρυχθεί απαράδεκτο το σήμα της εφεσίβλητης στηρίχθηκε νομικάκαι στην παράγραφο 2   του άρθρου 3   του αν. ν.  1998/1939  (παράβασητης αρχής της καλής πίστης) με επίκληση   των εκτιθέμενων  στην παρούσαπραγματικών περιστατικών. Απορρίφθηκε   όμως στο διοικητικό στάδιο αλλάκαι πρωτόδικως, με την αιτιολογία  της εκκαλουμένης  κατά την οποία”… μεταξύ του σύνθετου σήματος ΦΑΓΕ ΣΝΟΥΠΥ – FAGE SNOOPY   και τουαπλού  SNOOPY ,  τα οποία   διακρίνουν   παρόμοια   προϊόντα  δενυπάρχει  οπτική και ηχητική  ομοιότης  ικανή να δημιουργήσει   σύγχυσηστον κοινό καταναλωτή    ως προς την προέλευση των  με τα σήματα  αυτάδιακρινομένων  προϊόντων, από την μία   ή την άλλη επιχείρηση, διότιτα σήματα αυτά διαφοροποιούνται επαρκώς κατά τη συνολική  τουςπαράταση,  ως εκ τούτου δε, δεν τίθεται θέμα   αντίθεσης του σήματοςαυτού προς την καλή πίστη ….”. 5. Με βάση τα πραγματικά περιστατικά  αυτά,  που αποδεικνύονται  μεσχετικά έγγραφα και άλλωστε δεν αμφισβητούνται  απο τους διαδίκους,σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη  της παρούσας,   κρίνετα ότιη κατάθεση  του σήματος  της εφεσίβλητης  “ΦΑΓΕ ΣΝΟΥΠΥ – FAGE SNOOPY”είναι αντίθετο  με την αρχή της καλής  πίστης.  Και τούτο, γιατί,αντίθετα  με την πιο πάνω  κρίση της εκκαλουμένης, υπάρχει   μερικήηχητική  και οπτική  ομοιοτητα  στα ένδικα σήματα  και σε συνδυασμόμε τα λοιπά  προαναφερόμενα  πραγματικά περιστατικά  είναι πράγματιπιθανό,   όταν κυκλοφορήσουν  προϊόντα   με το σήμα αυτό,  ναδημιουργηθεί, ιδίως  στους νεαρούς  καταναλωτές,  η εντύπωση   ότιμεταξύ της εκκαλούσας  και της εφεσίβλητης  υπάρχει   τουλάχιστονοικονομική   συνεργασία, ανεξάρτητα  από το αν  στοιχειοθετείταιπλήρως ή όχι   η έννοια της   παραποίησης ή της απομίμησης.  Ηπιθανότητα  αυτή δεν  αναιρείται   από το ότι η εφεσίβλητη  είναιεπιχείρηση  ευρύτατα γνωστή  στο καταναλωτικό   κοινό και ότι,συνακόλουθα,    κυρίαρχο στοιχείο στις σχετικές  συναλλαγές  αποτελεί οδιακριτικός τίτλος της “ΦΑΓΕ”. Η πιθανότητα   αυτή όμως,  αντικειμενικάεξεταζόμενη,  και μόνο  αυτή, είναι εκείνη που καθιστά  την κατάθεσητου πιο πάνω ένδικου  σήματος ως αντίθετη  με την καλή πίστη,  έστω καιαν αληθεύει   ο ισχυρισμός της εφεσίβλητης   ότι ο διακριτικός τηςτίτλος, “ΦΑΓΕ”,  είναι   ευρύτατα  γνωστός  στο καταναλωτικό κοινό.Συνεπώς  ο ισχυρισμός  αυτός πρέπει    να απορριφθεί  ως αλυσιτελώςπροβαλλόμενος.  Επομένως,  βασίμως  η εκκαλούσα  είχε επικαλεσθείπαράβαση  της αρχής της καλής πίστης   στο διοικητικό στάδιο,   με τηντριτανακοπή της, αλλά και πρωτοδίκως,  με την προσφυγή της,  ενώ έσφαλετο πρωτόδικο  δικαστήριο που, με την εκκαλουμένη,  απέρριψε ως αβάσιμοτον αντίστοιχο λόγο της  προσφυγής αυτής. 6.  Συνεπώς, είναι βάσιμος  ο σχετικός λόγος  της κρινόμενης έφεσηςκαι πρέπει  αυτός να γίνει δεκτός,  ώστε  να διαταχθεί  η απόδοση  τουπαραβόλου και να εξαφανισθεί   η εκκαλουμένη. Ακολούθως,  πρέπει ναδιακρατηθεί η προσφυγή, να εξετασθεί  κατ’ ουσία, να γίνει   δεκτή,  ναακυρωθεί   η προσβαλλόμενη   απόφαση  της ΔΕΣ,  ενώ πρέπει  νααπορριφθεί    η παρέμβαση  της ήδη   εκκαλούσας,  να αποφανθεί   τοδικαστήριο   όπως ορίζεται   στο διατακτικό  της παρούσας και νασυμψηφισθεί η δικαστική  δαπάνη   και των δύο βαθμών,  κατά το άρθρο 4τουν .1406/1983 (ΦΕΚ 1982), σε συνδυασμό με το άρθρο 82 (παρ. 3) τουπ.δ. 341/1978 (ΦΕΚ 71). ΓΙ’ ΑΥΤΟ Δέχεται  την έφεση. Εξαφανίζει   την εκκαλούμενη απόφαση, Διατάζει  να αποδοθεί  το παράβολο. Δέχεται   την προσφυγή, Απορρίπτει  την παρέμβαση, Ακυρώνει  την απόφαση  2336/1988 της ΔΕΣ, Αποφαίνεται   ότι είναι απαράδεκτο  προς κατάθεση το σήμα τηςΕφεσίβλητης  με αριθμό  90545, και Συμψηφίζει  τη δικαστική    δαπάνη των διαδίκων. Η διάσκεψη    του Δικαστηριου έγινε  στην Αθήνα στις 27 Μαίου 1993και η απόφαση δημοσιεύτηκε  στο ακροατηρίο  του κατά τη δημόσιασυνεδρίαση  της 15ης Ιουνίου 1993. Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                       Ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

 

 

 

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 737/1992

Πρόεδρος: Ιωάννης Μυγιάκης.Εισηγητής: Γεώργιος ΜΠΟΥΤΣΙΚΟΣ. Εφέτης.Δικηγόροι: Γεώργ. Ανδριόπουλος. Αλεξ. Κουρπ. Από τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 13 του Ν.  3741/1929 “Περίτης ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους” και  361  του  ΑΚ,  προκύπτει,  ότι  επίιδιοκτησίας  διαιρημένης  κατ’  ορόφους  ή διαμερίσματα ορόφων επί τηςαυτής οικοδομής, οι ιδιοκτήτες αυτών μπορούν  να  ρυθμίσουν  ελευθέρωςμε,  συμβολαιογραφικώς  καταρτιζόμενο  και  καταχωριζόμενο  στα οικείαβιβλία μεταγραφών, κανονισμό τα δικαιώματα και  τις  υποχρεώσεις  τουςόχι  μόνο  επί  των  αναγκαίως  αδιαιρέτων πραγμάτων, αλλά και επί τωναυτοτελών ιδιοκτησιών  τους,  κατά  παρέκλιση  των  ενδοτικού  δικαίουορισμών  του  ΑΚ και του εν λόγω νόμου 3741/1929. Οι περιορισμοί αυτοίτης  κυριότητας,  οι  οποίοι  έχουν  χαρακτήρα  πραγματικής  δουλείας,δεσμεύουν  τους  συμβληθέντες,  εφόσον δεν είναι αντίθετοι προς απαγο-ρευτικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου (βλ. ΑΠ 732/1989 και  383/1990ΕΔΠ  1990  σελ.  14 και 247). ‘Ετσι, η διάταξη τέτοιου κανονισμού, πουαπαγορεύει τη διατήρηση  κατοικιδίων  ζώων  εντός  των  ορόφων  ή  τωνδιαμερισμάτων  αντών  ή  στους  κοινόχρηστους χώρους, είναι έγκυρη καιισχυρή, δεσμεύουσα τους συμβληθέντες και επικρατεί του άρθρου  17  τηςυγειονομικής  διατάξεως ΑΙβ/8181/86/1987 του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιαςκαι Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με  την  υγειονο-μική  διάταξη  ΑΙβ/Οικ. 7684 της 30.7/21.8.1987 του ιδίου Υπουργού, μετο οποίο επιτρέπεται η διατήρηση σε κάθε διαμέρισμα πολυκατοικίας ενόςσκύλου και μιας γάτας ή δύο σκύλων ή δύο γατών υπό τις αναφερόμενες σ’αυτό προϋποθέσεις, ακόμα και εκεί όπου ο κανονισμός της  πολυκατοικίαςαπαγορεύει  τη διατήρηση τέτοιων ζώων, ανεξαρτήτως του ότι, οι εν λόγωυγειονομικές διατάξεις ως προς το άνω περιεχόμενό τους εκδόθηκαν  άνευνομοθετικής  εξουσιοδοτήσεως  και  δεν είναι εφαρμόσιμοι (ΑΠ 997/ 1990και 846/1990, ΕΑ 7561/1989 ΕΔΠ 1989 σελ.  184 και 4594/ 1987 ΕΔΠ  1987σελ. 107).Στην  προκειμένη  περίπτωση  αποδεικνύονται  τα  ακόλουθα πραγματικάπεριστατικά: Επί της αναφερόμενης  στην  άνω  αγωγή  πολυκατοικίας,  ηοποία  κείται  επί  της  οδού  Λ.   στο Γαλάτσι Αττικής, έχει συσταθείοριζόντιος ιδιοκτησία με το υπ αριθ. 16874/1984 συμβόλαιο του Συμβ/φουΑθηνών Ν.Α. όπως τροποποιήθηκε με το υπ αριθ. 5331/1985 συμβόλαιο  τηςΣυμβ/φου  Αθηνών  Σ.Σ. τα οποία έχουν (και τα δύο) νομίμως μεταγραφεί.Στα συμβόλαια  αυτά  περιέχεται  και  ο  κανονισμός  των  σχέσεων  τωνσυνιδιοκτητών  της  πολυκατοικίας, κατά το άρθρο 3 παρ.  5 του οποίου,απαγορεύεται  ρητώς  η  διατήρηση  εντός  των  διαμερισμάτων  και  τωνκοινοχρήστων  χώρων αυτής παντός κατοικιδίου ζώου, πλην ωδικών πτηνών,όχι όμως περισσοτέρων των δύο για κάθε  διαμέρισμα.   Ο  ενάγων  είναινόμιμα εκλεγμένος, κατά τον κανονισμό (άρθρο 10), διαχειριστής της πο-λυκατοικίας  και ιδιοκτήτης του υπό στοιχεία Α1 διαμερίσματος αυτής, ηδε εναγομένη είναι ιδιοκτήτρια του υπό στοιχεία Β3  διαμερίσματος  τουδευτέρου  ορόφου  της πολυκατοικίας και διατηρεί σ’ αυτό ένα σκύλο.  Ηδιατήρηση του σκύλου από την εναγομένη στο διαμέρισμά  τπς,  ο  οποίοςκυκλοφορεί  και  στους  κοινόχρηστους  χώρους  της  οικοδομής (είσοδο,ανελκυστήρα, κλίμακα), είναι απαγορευμένη,  σύμφωνα  με  το  προαναφε-ρόμενο  άρθρο  του  κανονισμού  της πολυκατοικίας, το οποίο καθιερώνειπεριορισμό μεταξύ των συνδιοκτητών, που αποτελεί  πραγματική  δουλεία,και  υπερισχύει,  κατά τα προεκτεθέντα, της άνω υγειονομικής διατάξεωςτου Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Εξάλλου δε, ηδιατήρηση του σκύλου  στην  οικοδομή  είναι  ανεπίτρεπτη  και  από  τογεγονός  ότι ενοχλεί τους λοιπούς ενοίκους με τις υλικές του και διότιρυπαίνει τους  κοινόχρηστους  χώρους  της  πολυκατοικίας.   Πρέπει  νασημειωθεί,  ότι  η εναγομένη είχε υποσχεθεί στους λοιπούς ενοίκους ότιθα απομάκρυνε το σκύλο από το διαμέρισμά της, αλλά τελικά υπαναχώρησε,οπότε ανάγκασε τους συνιδιοκτήτες να θέσουν θέμα στη Γενική  Συνέλευσήτους και να αποφασίσουν την απομάκρυνση του σκύλου (βλ. υπ’ αριθ.  15/20.5.1990  πρακτικό  Γ.Σ.).   Συνεπώς,  η  εναγομένη δεν δικαιούται ναδιατηρεί το σκύλο στο διαμέρισμά της και υπέχει  υποχρέωση  να  απομα-κρύνει  αυτόν, η δε ένσταση αυτής, ότι ο ενάγων ασκεί καταχρηστικώς μετην άνω αγωγή  το  δικαίωμα  που  απορρέει  από  τον  κανονισμό,  περίαπαγορεύσεως  παραμονής σκύλων στα διαμερίσματα της πολυκατοικίας, απότο λόγο ότι επί σειρά ετών,  τόσον  η  ίδια,  όσο  και  άλλοι  ένοικοιδιατηρούσαν   σκύλους   στα   διαμερίσματά   τους  χωρίς  να  υπάρξουνδιαμαρτυρίες, είναι αβάσιμη, όπως ορθώς  δέχθηκε  και  το  πρωτοβάθμιοΔικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφαση, διότι η άσκηση του αγωγικούδικαιώματος, ενόψει των ανωτέρω περιστατικών, δεν υπερβαίνει  προφανώςτα  επιβαλλόμενα από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή τον κοινωνικό καιοικονομικό σκοπό αυτού τασσόμενα όρια (ΑΚ 281, βλ.   ΑΠ  997/1990  και383/1990  ΕΔΠ  1990  σελ.  247).  ‘Υστερα από όλα αυτά, η άνω αγωγή, ηοποία είναι επαρκώς ωρισμένη ( άρθρα  117,  118  και  216  ΚΠολΔ)  καινόμιμη  (άρθρα  1002,  1117,  361 ΑΚ, 1, 4 παρ.1 και 13 Ν. 3741/1929),αποδεικνύεται ως βάσιμη στην ουσία.  Κατ’  ακολουθία,  το  πρωτοβάθμιοΔικαστήριο,  το  οποίο,  μετ  απόρριψη  της ενστάσεως περί καταχρήσεωςδικαιώματος, δέχθηκε την  αγωγή  με  την  εκκαλουμένη  απόφαση,  ορθώςέκρινε, μετ ορθή εκτίμηση των αποδείξεων και εφαρμογή του νόμου, οι δεαντίθετοι  λόγοι  της εφέσεως (δύο συνολικώς) πρέπει να απορριφθούν ωςαβάσιμοι.  Μετά από τα παραπάνω, πρέπει  να  απορριφθεί  η  υπό  κρίσηέφεση,  ως αβάσιμη στην ουσία και να καταδικασθεί η εκκαλούσα λόγω τηςήττας της, στη δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου  του  παρόντος  βαθμούδικαιοδοσίας ( άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ). ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Βλ. και Ν. 2017/1992 (ΦΕΚ Α’31) περί κυρώσεως τηςΕυρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς, από τοπροοίμιο και το κείμενο της οποίας, είναι δυνατόν να θεμελιώνεται ηαντίθεση των σχετικών απαγορευτικών προς διατήρηση κατοικιδίων ζώωνδιατάξεων των κανονισμών πολυκατοικίας προς την σύμβαση αυτή καθώς καιη αντίθεσή τους προς το συνταγματικό κατοχυρωμένο δικαίωμα τηςελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας

 

  ΕΔΠΟΛΥΚ/1994 (126)Μίσθωση κατοικίας. Καταγγελία της μισθώσεως για κακή χρήση του μισθίου.Διατήρηση κατοικιδίων ζώων στο μίσθιο (σκύλων) κατά παράβαση όρου τουμισθωτηρίου. Λύση της μισθώσεως λόγω καταγγελίας. Αποζημίωση τουεκμισθωτή για φθορές που προξενήθηκαν. Αοριστία σχετικού αιτήματος.

ΜΟΝΟΜ. ΠΡΩΤΟΔ. ΑΘΗΝΩΝ 2758/1992.

Δικαστής: Ελευθ. ΡΩΜΑ, Πρωτοδίκης. Δικηγόροι: Στ. Βογιατζή – κουτομίχαλου. Ιω. Πέππα. Κατά το άρθ. 594 ΑΚ ο εκμισθωτής έχει δικαίωμα να καταγγείλει αμέσωςτη μίσθωση και συγχρόνως να ζητήσει αποζημίωση, αν ο μισθωτής, παρά τιςδιαμαρτυρίες του εκμισθωτή δεν μεταχειρίζεται το μίσθιο με επιμέλειακαι όπως συμφωνήθηκε ή δεν τηρεί τη συμπεριφορά που πρέπει απέναντιστους αλλους ενοίκους. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαίωμαπου χορηγείται με αυτή στον εκμισθωτή για άμεση καταγγελία τηςσυμβάσεως εξαρτάται αφενός μεν από το ότι ο μισθωτής χρησιμοποιεί τομίσθιο κακώς, δηλαδή όχι με επιμέλεια και σύμφωνα με τους ορους τηςσυμβάσεως, αφετέρου δε από το ότι στη κακή αυτή και αντισυμβατικήμεταχείρηση εξακολουθεί να εμμένει αυτός παρά τις διαμαρτυρίες τουεκμισθωτή (ΑΠ 1051/84 ΝΟΒ 33.633). Στην περίπτωση αυτή, αν δηλαδήσυντρέχουν οι άνω προϋποθέσεις, η καταγγελία επιφέρει άμεσα τααποτελέσματά της (λύση της μισθώσεως) και συγκεκριμένα από τηνπεριέλευσή της στο μισθωτή (Παπα6άκης Αγωγές Αποδ. μισθίου αριθ. 851).Παραπέρα κατά το άρθ. 594 ΑΚ ο εκμισθωτής δικαιούται να ζητήσει τηναποκατάσταση θετικής και αποθετικής ζημίας από την κακή χρήση ( ΑΚ 297,298) και ειδικώτερα 1) η αποζημίωση    για φθορές – βλάβες ή καταστροφήτου μισθίου 2) αποζημίωση για πρόωρη λύση της μίσθωσης και 3)αποζημίωση κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών για τις φθορές(καταστροφή) του μισθίου (ΑΚ 914 επ., 936), Χαρ. Παπα6άκη Αγωγέςαπόδοσης μισθίου έκδοση Β’, Νο 1863 σελίς 584 επ.). Εξάλλου στηνπερίπτωση που το μίσθιο είναι οριζόντια ιδιοκτησία πολυόροφηςοικοδομής, η οποία διέπεται από κανονισμό, εάν στο μισθωτήριοπεριελήφθη όρος κατά τον οποίο ο μισθωτής αναλαμβάνει την υποχρέωση νατηρεί τις διατάξεις του κανονισμού, το περιεχόμενο αυτού, αποτελεί έτσικαι περιεχόμενο της μισθωτικής συμβάσεως και επομένως κάθε παραβίασήτου αποτελεί περίπτωση αντισυμβατικής συμπεριφοράς και κακή χρήση τουμισθίου (Παπαdάκης: Αγωγαί αποδ. μισθίου αριθ. 792 και Δνη 22 σελ. 593επ., ΕΦΑΘ 7093/86 ΕΔΠ 1987. 129). Στην προκειμένη περίπτωση ο ενάγων ζητεί με την κρινόμενη αγωγή τουνα υποχρεωθεί ο εναγόμενος μισθωτής να του αποδώσει τη χρήση τουμισθίου ακινήτου (διαμερίσματος) που περιγράφεται στην αγωγή για τολόγο ότι ο τελευταίος χρησιμοποιεί το μίσθιο κακως, παρά τους ορους τουμισθωτηρίου και του κανονισμού της πολυκατοικίας που βρίσκεται τομίσθιο. Ζητεί επίσης να υποχρεθεί ο εναγόμενος να του καταβάλει 110.000δραχμές ως αποζημίωση από μτην παραπάνω πράξη του. Η αγωγή αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού τουΔικαστηρίου (άρθ. 16 και 29 παρ 1 του ΚΠολΔ) είναι ορισμένη πλην τουαιτήματος για καταβολή από τον εναγόμενο στον ενάγοντα αποζημίωσης110.0000 δρχ. ισόποσης με την καταβληθείσα εγγύηση, το οποίο είναιαόριστο και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί σύμφωνα με την νομικήσκέψη που αναφέρθηκε παραπάνω, δεδομένου ότι ο ενάγων δεν αναφέρει στηναγωγή του ποια συγκεκριμένη ζημία υπέστη από την κακή χρήση του μισθίουεκ μέρους του εναγομένου, είναι δε νόμιμη στηριζόμενη στηνπροαναφερόμενη διάταξη και στις διατάξεις των άρθ. 594 ΑΚ(αντισυμβατική συμπεριφορά), 361 ΑΚ, 901, 910 αριθ. 1 ΚΠολΔ και πρέπεινα εξεταστεί περαιτέρω κατ ουσίαν. Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων της απόδειξηςκαι της ανταπόδειξης, οι οποίοι εξετάστηκαν στο ακροατήριο και τωνεγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν, αποδεικνύονται τα ακόλουθαπραγματικά γεγονότα: Με το από 15.5.1986 ιδιωτικό συμφωνητικό ο ενάγωνεκμίσθωσε στον εναγόμενο ένα διαμέρισμά του πέντε κυρίων δωματίωνεμβαδού 115 μ2 του δεύτερου ορόφου της πολυκατοικίας που βρίσκεται στηΒούλα Αττικής, οδός Β. Παύλου αριθ. 7 για χρονικό διάστημα δύο ετών από15.5.1986 μέχρι 14.5.88 με μηνιαίο μίσθωμα 50.000 δρχ. προκειμένου νατο χρησιμοποιήσει για κατοικία αυτού και της οικογένειάς του. Η μίσθωσημετά τη λήξη της συμβατικής της διάρκειας ανανεώθηκε διαδοχικά με τααπό 15.5.1988 και 14.3.1989 ιδιωτικά συμφωνητικά και ήδη το μίσθωμακατά την έγερση της αγωγής ανέρχεται μετά τις αλλεπάλληλες αυξήσεις τουσε 63.250 δραχμές το μήνςι Σύμφωνα με τον όρο 7 του μισθωτηρίου ομισθωτής: “έχει χρέος να διατηρεί το μίσθιο καθαρό και να χρησιμοποιείαυτό κατά τρόπο που να μην θίγει καθόλου την ησυχία, την υγεία, τηνεργασία… των άλλων ενοίκων της πολυκατοικίας”. Κατά δε τον 10ο όροτου ιδιου μισθωτηρίου: “Ο μισθωτής είναι υποχρεωμένος να συμμορφώνεταιαπόλυτα μ’ όλους τους όρους και τις διατάξεις του κανονισμού τηςπολυορόφου οικοδομής που βρίσκεται το μίσθιο και ο οηοίος συντάχθηκε μεσυμβολαιογραφική πράξη. Ο μισθωτής έλαβε πλήρη γνώση αυτού, θεωρείταιδε αναπόσταστο μέρος του παρόντος και έχει συμφωνηθεί ρητά, ότι κάθεαπαγόρευση του κανονισμού που αφορά τους ιδιοκτήτες αφορά και τουςμισθωτές”. Ο κανονισμός της παραπάνω πολυκατοικίας περιέχεται στο υπ’αριθ. 2248/79 συμβόλαιο του Συμβ/φου Αθηνών Β.Π. Μεταξύ τωναπαγορεύσεων του εν λόγω κανονισμού είναι και εκείνη που περιέχεται στοάρθρο 8 αυτού και κατά την οποία απαγορεύεται στους ιδιοκτήτες ναδιατηρούν κατοικίδια ζώα στα διαμερίσματά τους. Ο εναγόμενος,παραβαίνοντας τη διάταξη αυτή του κανονισμού, το περιεχόμενο τουοποίου, ως ελέχθη, αποτελεί και περιεχόμενο της μισθωτικής συμβάσεωςεγκατέστησε στο μίσθιο τρεις (3) σκύλους οι οποίοι εκτός από τιςφυσικές τους ακαθαρισίες με τις οποίες βρωμίζουν τη βεράντα τουμισθίου, η οποία έτσι έγινε εστία μολύνσεως και πολύ ενοχλητικήςδυσοσμίας για τους ενοίκους των διπλανών διαμερισμάτων, προκαλούν με ταδυνατά και συνεχή γαυγίσματά τους, μέρα και νύκτα, σοβαρή ενόχλησηστους λοιπούς ενοίκους της άνω πολυκατοικίας, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκανέντονα τόσο σ’ αυτόν, όσο και στον ενάγοντα εκμισθωτή. Και ο ενάγωνδιαμαρτυρήθηκε με τη σειρά του στον εναγόμενο για την αντισυμβατικήαυτή συμπεριφορά (της εγκαταστάσεως των σκύλων στο μίσθιο) η οποία λόγωτης άνω φύσεώς της, συνιστά επιπλέον και κακή συμπεριφορά απέναντιστους άλλους ενοίκους της πολυκατοικίας. Η διαμαρτυρία του ενάγοντος έγινε τόσο προφορικά, όσο και με την από8.3.1991 εξώδικη δήλωση και διαμαρτυρία του την οποία απηύθυνε στονεναγόμενο. Με την έγγραφη αυτή διαμαρτυρία η οποία επιδόθηκε στονεναγόμενο στις 11.3.1991 επισημάνεται στον εναγόμενο η παράβαση τουκανονισμού, επομένως δε και του μισθωτηρίου και τάσσεται σ’ αυτόνπροθεσμία 5 ημερών για να απομακρύνει από το μίσθιο τους σκύλους. Οεναγόμενος δεν απομάκρυνε τους σκύλους απ το μίσθιο όχι μόνο μέσα στηνπροθεσμία των 5 ημερών που του τάχθηκε, αλλά ούτε και μέχρι την επίδοσητης αγωγής Επομένως με την καταγγελία της μισθώσεως, που περιέχεταιστην αγωγή για κακή χρήση του μισθίου (594 ΑΚ) και συγκεκριμένα γιαχρήση κατά παράβαση ορου της συμβάσεως επί πλέον δε και για χρήση πουλόγω της φύσεώς της συνιστά κατά τα άνω κακή συμπεριφορά απέναντι στουςαλλους ενοίκους της πολυκατοικίας, επήλθε από την περιέλευσή της στ ονεναγόμενο, σύμφωνα με όσα σχετικά αναφέρθηκαν στην πρώτη σκέψη τηςπαρούσας, η λύση της μισθώσεως. Περαιτέρω πρέπει κατόπιν σχετικούαιτήματος να διαταχθεί η προσωρινή εκτέλεση της απόφασης (άρθ. 907 και910 αριθ. 1 του ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί ο ενάγων στα δικαστικά έξοδατου ενάγοντος (άρθ. 176 του ΚΠολΔ).

 

 

 

 

 

Αριθμ. 60/1991 Πλημ/κείο Μεσολογγίου

Δικαστές Γεώργ. Λιόλιος,Πρόεδρος, Γερ. Τσούνης και Παναγιώτα Λυμπεροπούλου Κατά του κατηγορουμένου Μ.Π. του  Σ.  κατοίκου  Αιτωλικού, ασκήθηκεποινική δίωξη για α) ζωοκτονία με ενδεχόμενο δόλο (άρθρ. 1 παρ. I Ν.1300/82) και β)  παράβαση  των  άρθρων 7 και 14 του Π.Δ. 400/83 και στη συνέχειαδιενεργήθηκε  προανάκριση  μετά  το  πέρας  της  οποίας  η  δικογραφίαυποβάλλεται  νόμιμα  ενώπιον  του  Συμβουλίου  τούτου  σύμφωνα  με τιςδιατάξεις των άρθρων 245 παρ. 1 β, 2 και 309 παρ. 1, 310  παρ.  1  τουΚΠΔ. Από  το σύνολο του αποδεικτικού υλικού που συγκέντρωσε η προανάκρισηκαι  ειδικότερα  από  τις  ένορκες   καταθέσεις   των   μαρτύρων   πουεξετάστηκαν,  το  σύνολο των εγγράφων της δικογραφίας σε συνδυασμό καιμε την αναλογία του κατηγορουμένου προέκυψαν  τα  παραπάνω  πραγματικάπεριστατικά.  Στις 23-10-1990 βρέθηκαν στη θέση “Μάραθος” της περιοχήςΔήμου Αιτωλικού 10 πρόβατα νεκρά και 5  τραυματισμένα  –  ετοιμαθάναταιδιοκτησίας  του  Κ.Μ. κατοίκου Καλλονής Μεσολλογίου, τα οποία σύμφωναμε την από 29/10/1990 κτηνιατρική γνωμάτευση του κτηνιάτρου Σ.Ε. είχαντραυματιστεί από σαρκοφάγα ζώα (σκυλιά). Τα ζώα αυτά ήταν  δύο  σκυλιάεκ  των  οποίων  το  ένα  (λυκόσκυλο)  ανήκε  στον κατηγορούμενο, όπωςπροκύπτει από την κατάθεση του μάρτυρα αγροφύλακα  Μ.Σ.  σε  συνδυασμόκαι  με  την κατάθεση του κατηγορουμένου ενώπιον του Ανθ/μου Δ.Ζ. στις15-3-91. Ο κατηγορούμενος κατά τον παραπάνω  χρόνο  (23-10-1990)  είχεαφήσει ελεύθερο το λυκόσκυλό του και δεν είχε πάρει τα κατάλληλα μέτραώστε  να μη μπορεί αυτό να διαφύγει και να κινηθεί χωρίς επιτήρηση έξωαπό την ιδιοκτησία του, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 7 παρ. 1 τουΠ.Δ. 400/1983. Δεν προέκυψε όμως ότι πράγματι  αυτός  (κατηγορούμενος)εγνώριζε,  ούτε  ότι  μπορούσε  να  προβλέψει  ότι  το  σκυλί του ήτανενδεχόμενο να προκαλέσει τον θάνατο άλλων  ζώων  δεδομένου  ότι  μέχριτότε  δεν  είχε  εκδηλώσει  τέτοια  ελαττώματα (επίθεσης και θανάτωσηςάλλων ζώων) αν  και  όπως  ο  ίδιος  καταθέτει  (στην  ίδια  πιο  πάνωκατάθεση)  κυκλοφορούσε ελεύθερο και στη γειτονιά του υπήρχαν πρόβατα,τα οποία ουδέποτε  ενόχλησε.  Επομένως  επειδή  προς  αποφυγή  ασκόπωνεπαναλήψεων  και  το  Συμβούλιο  αυτό  κρίνει  ότι  για  όσους  λόγουςαναφέρονται στην Εισαγγελική πρόταση δεν  πρέπει  να  γίνει  κατηγορίαεναντίον  του  κατηγορουμένου  για  την πρώτη πράξη (της ζωοκτονίας μεενδεχόμενο δόλο άρθρ.  1  παρ.  1  του  Ν.  1300/83)  πρέπει  όμως  ναπαραπεμφθεί  αυτός  στο  ακροατήριο  του  Μονομελούς ΠλημμελειοδικείουΜεσολογγίου για να δικαστεί για την δεύτερη  κατηγορουμένη  πράξη  τηςπαράβασης  των  άρθρ. 7, 14 του Π.Δ. 400/83 σε συνδ. με το άρθρ. 6 τουΝ. 829/78, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 114, 119  παρ.  1,  122παρ.  1  και 313 του ΚΠΔ διότι προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ενοχής τουγια την πράξη αυτή. Τέλος δεν τίθεται θέμα επιβολής δικαστικών  εξόδωνως προς την πρώτη πράξη, διότι η ποινική δίωξη ασκήθηκε αυτεπάγγελτα. Η  γενομένη δεκτή πρόταση του Αντεισαγγελέως Λάμπρου Σοφουλάκη έχει,κατά το ενδιαφέρον αυτής μέρος, ως εξής: Κατά το άρθρο 1 παρ. 2 του Ν. 1300/82 σε συνδυασμό με την παράραφο 1του αυτού άρθρου με φυλάκιση τουλάχιστον 2 ετών  και  χρηματική  ποινή20.000  έως 1.000.000 δραχμών τιμωρείται η θανάτωση, με πρόθεση ίππων,όνων ημιόνων, βοοειδών, βουβαλοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και κυψελώνμελισσών. Από τη λεκτική διατύπωση της ειδικής αυτής ποινικής διάταξηςπροκύπτει ότι ο ζωοκτόνος θα πρέπει είτε να  επιδιώκει  το  αποτέλεσματης  θανάτωσης  του ζώου κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ. 1 του ίδιουθεσμοθετήματος ή και  να  αποδέχεται  ένα  τέτοιο  αποτέλεσμα  που  θαπροέκυπτε  από  ενέργειες  ή  παραλείψεις  του.  Ομως από τα υπάρχονταστοιχεία δεν προκύπτει ότι ο  κατ/νος  εγνώριζε  ή  υποπτεύετο  ότι  οσκύλος  του  ήταν ζώο σαρκοβόρο με την έννοια ότι εθανάτωσε ζώα για νακορέσει την  πείνα  του  ή  να  ικανοποιήσει  άλλα  ένστικτά  του  καιεπικαλείται  το  πειστικό  γεγονός, ότι σε γειτονικούς του σπιτιού τουχώρους νέμονται και τρέφονται πρόβατα και κανένας από τους  περιοίκουςδεν  παραπονέθηκε  για  επιθέσεις  του  σκυλιού του κατά των ζώων τους(πρβλ. την από 15.3.1991 απολογία Μ.Π.). Ετσι, η άποψη κατά την  οποίαο  σκύλος  του  κατηγορουμένου  συντροφιά με άλλο σκυλί που απετέλεσανείδος αγέλης, επετέθη κατά των προβάτων του Κ.Μ., το ποιμνιοστάσιο τουοποίου ευρίσκετο 6 χιλιόμετρα μακράν της οικίας  του  κατ/νου  και  ανεισέτι  είναι ακριβής, δεν ηδύνατο να προβλεφθεί από τον ιδιοκτήτη τουκαι επομένως δεν συντρέχει δόλος οιασδήποτε μορφής που απαιτείται  γιατην  τέλεση  της κατηγορουμένης πράξεως της ζωοκτονίας. Κατά συνέπειανθα πρέπει το Συμβούλιό σας ν’ αποφανθεί ότι δεν πρέπει να  γίνει  κατάτου  ως  άνω κατ/νου κατηγορία για την πράξη αυτή (ζωοκτονία), σύμφωναμε τα άρθρα 309 παρ. 1α  και  310  παρ.  1  ΚΠΔ.  Αντιθέτως,  ο  αυτόςκατηγορούμενος είναι υπαίτιος της παραβάσεως του άρθρου 7 παρ. 1 εδ. βΠ.Δ.  400/1983  (ΦΕΚ  151  τ.  Α’),  διότι  δεν  συμμορφώθηκε προς τηνεπιταγήν της διατάξεως αυτής κατά την οποία:  “οι  ιδιοκτήτες  σκύλων,οφείλουν  να  παίρνουν  τα  κατάλληλα  μέτρα,  ώστε να είναι αδύνατη ηελεύθερη και χωρίς επιτήρηση έξοδος των σκύλων που διατηρούν  από  τιςιδιοκτησίες   τους   σε  κοινόχρηστους  γενικά  χώρους  και  βιότοπουςαδέσποτων σκύλων”, και επομένως υπέχει  ποινική  ευθύνη,  αφού  με  τοάρθρο  14  του  αυτού  Π.Δ.  (400/83),  ορίζεται  ότι οι παραβάτες τωνδιατάξεων του Δ/τος αυτού τιμωρούνται με τις ποινές του άρθρου  6  τουΝ.  829/1978 ήτοι με φυλάκιση μέχρι 2 μήνες ή με χρηματική ποινή μέχρι10.000 δρχ. ή και με αμφότερες. Ρητέον, ότι η  διάταξη  του  άρθρου  7παρ.   1   εδ.   β   του   Π.Δ.   400/83  μηδεμίαν  ποιούσα  διάκρισινσυμπεριλαμβάνει και τους από αμέλεια  μη  συμμορφούμενους  προς  αυτή,όπως η περίπτωση του κατηγορουμένου.

 

 

 

 

 

 

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ,997/1990 Δ’ Τμ.

Πρόεδρος: Γιόργιος Βολτής. Αντιπρόεδρος.Εισηγητής: Παύλος ΖΙΑΝΝΗΣ. Αρεοπαγίτης.Δικηγόροι: Μιχ. Μαρτσέκης. Μάικος Μπακάς. Από τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ 1 και 13 του Ν. 3741/1929 “περίτης ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους” και 361 του ΑΚ προκύπτει ότι επίιδιοκτησίας διαιρεμένης κατ’ ορόφους ή διαμερίσματα ορόφων επί τηςαυτής οικοδομής οι ιδιοκτήτες αυτών μπορούν να ρυθμίσουν ελευθέρως με.συμβολαιογραφικώς καταρτιζόμενο και καταχωριζόμενο στα οικεία βιβλίαμεταγραφών, κανονισμό τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους όχι μόνοεπί των αναγκαίως αδιαιρέτων πραγμάτων, αλλά και επί των αυτοτελώνιδιοκτησιών τους, κατά παρέκκλιση των ενδοτικού δικαίου ορισμών του ΑΚκαι του εν λόγω νόμου 3741/1929. Οι περιορισμοί αυτοί της κυριότητος,οι οποίοι έχουν χαρακτήρα πραγματικής δουλείας, δεσμεύουν τουςσυμβληθέντες, εφόσον δεν είναι αντίθετοι προς απαγορευτικές διατάξειςαναγκαστικού δικαίου. ‘Ετσι, η διάταξη τέτοιου κανονισμού, πουαπαγορεύει τη διατήρηση κατοικιδίων ζώων εντός των ορόφων ή τωνδιαμερισμάτων αυτών ή στους κοινόχρηστους χώρους είναι έγκυρη καιισχυρή, δεσμεύουσα τους συμβληφθέντες και επικρατεί του άρθρου 17 τηςυγειονομικής διατάξεως Αιβ/8181/86/1987 του υπουργού υγείας πρόνοιαςκαι κοινωνικών ασφαλίσεων, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την υγειονομικήδιάταξη Αιβ/Οικ. 7684 της 30.7/21.8.1987 του ιδίου υπουργού, με τοοποίο επιτρέπεται η διατήρηση σε κάθε διαμέρισμα πολυκατοικίας ενόςσκύλου και μιας γάτας ή δύο σκύλων ή δύο γατών υπό τις αναφερόμενες σ’αυτό προϋποθέσεις, ακόμα και εκεί όπου ο κανονισμός τπς πολυκατοικίαςαπαγορεύει τη διατήρηση τέτοιων ζώων, ανεξαρτήτως του ότι, οι εν λόγωυγειονομικές διατάξεις ως προς το άνω περιεχόμενά τους εκδόθηκαν άνευνομοθετικής εξουσιοδοτήσεως και δεν  ειναι εφαρμόσιμοι. Επομένως τοΕφετειο, που, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφασή του δέχθηκεάτι, καίτοι ο κανονισμάς της πιο πάνω οικοδομής, που καταρτίσθηκε με τοαναφερόμενο σ’ αυτό συμβολαιογραφικό έγγραφο, που μεταγράφηκε νόμιμααπαγορεύει με το δέκατο έβδομο άρθρο του τη διατήρηση σκύλου σεδιαμερίσματα αυτής, οι εναγόμενοι διατηρούν τους σκύλους στο διαμέρισμάτους ο καθένας επιτρεπτώς, σύμφωνα με το ανώτερο άρθρο 17 τηςπροαναφερθείσης υγειονομικής διατάξεως όπως αντικαταστάθηκε και μετ’εξαφάνιση της πρωτόδικης αποφάσεως απέρριψε την αγωγή τουαναιρεσείοντος ως ιδιοκτήτου διαμερισματος και νόμιμα εκλεγμένουδιαχειριστού της ως άνω πολυκατοικίας με την οποία (αγωγή) εζητείτο ηαπομάκρυνση των διατηρουμένων στα διαμερίσματα της πολυκατοικίας καιτους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής από τουςαναιρεσίβλητους-εναγομένους σκύλων, παραβίασε τις προαναφερθείσεςδιατάξεις και δη εσφαλμένως εφήρμοσε το αναφερθέν άρθρον της άνωυγειονομικής διατάξεως και παράλειψε να εφαρμόσει τις λοιπές ως άνωδιατάξεις και γι’ αυτό πρέπει ν’ αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση κατάτο βάσιμο εκ του άρθρου 559 αρ. 1 ΚΠολΔ πρώτο λόγο της αιτήσεωςαναιρέσεως. Μετά απ’ αυτά επανερχομένων των διαδίκων στην προ της αναιρεθείσηςαποφάσεως κατάσταση, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση κατά το άρθρο 656ΚΠολΔ και να εξετασθεί η νομοτύπως και εμπροθέσμως ασκηθείσα έφεση. Ο πρώτος λόγος εφέσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι όχι ορθως τοπρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη, σύμφωνα μετα παραπάνω εκτεθέντα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Από τη συνεκτίμηση της περιεχομένης στα ηροσαγόμενα πρακτικά τηςπρωτοβαθμίου δίκης καταθέσεως της εξετασθείσης με πρόταση τωνεκκαλούντων-εναγομένων μάρτυρος Χ.Κ., με όλα τα με επίκλησηπροσκομιζόμενα έγγραφα και την ένορκη βεβαίωση που έχει ληφθεί νόμιμακατά το άρθρο 650 παρ 1 ΚΠολΔ ενώπιον της συμβολαιογράφου Β.Μ.,εξαιρέσει της υπεύθυνης δηλώσεως του ν.δ. 105 που συντάθχηκε για ναχρησιμοποιηθεί ως απόδειξη στην προκειμένη δίκη, καθώς και με όσασυνομολογούν οι διάδικοι τα εξής κατά την κρίση του δικαστηρίουαποδείχθηκαν πραγματικά περιστατικά: οι εκκαλούντες-εναγόμενοι είναιιδιοκτήτες των υπό στοιχ Δ1 η πρώτη, Δ2 ο δεύτερος, Β2 ο τρίτος και Γ4η τετάρτη διαμερισμάτων της επι της οδού Ρήγα Φεραίου αριθ. 55-57κειμένης πολυκατοικίας και διατηρούν δύο σκύλους ο δεύτερος και από ένασκύλο καθένας από τους άλλους μέσα στα διαμερίσματά τους. Οεφεσίβλητος- ενάγων είναι ιδιοκτήτπς του υπό στοιχ Β4 διαμερίσματος καισυνάμα νόμιμα εκλεγμένος διαχειριστής της πολυκατοικίας. Σύμφωνα με τηνδιάταξη του άρθρου 17 του κανονισμού της πολυκατοικίας αυτής, πουσυντάχθηκε νόμιμα ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών Ρ.Γ. καιμεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Καλλιθέας,απαγορεύεται ρητώς η διατήρηση σκύλων στα διαμερίσματα της πολ/κιας. Μετά τα παραπάνω, ο δεύτερος λόγος εφέσεως με τον οποίο προβάλλεταιότι όχι ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε ότι η διάταξη τουάρθρου 17 του κανονισμού οροφοκτησίας της περί της οποίας πρόκειταιπολυκατοικίας υπερισχύει των ως άνω διατάξεων των υπουργικών αποφάσεων,πρέπει ν’ απορριφθει ως αβάσιμος. Ο τρίτος λόγος εφέσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι όχι ορθώς τοΠρωτοδικείο δεν δέχθηκε ότι η απαγόρευση με τον κανονισμό τηςηολυκατοικίας της διατηρήσεως σκύλων στα διαμερίσματα έρχεται σεαντίθεση με το άρθρο 5 παρ 1 του συντάγματος που κατοχυρώνει τηνελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου, είναι αβάσιμος και ωςτοιούτος απορριπτέος, διότι στην έννοια της αναπτύξεως τηςπροσωπικότητος, υπό την μορφήν της συμμετοχής του ατόμου στηνκοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, περί της οποίαςδιαλαμβάνει η εν λόγω συνταγματική διάταξη, δεν περιλαμβάνεται και ηδιατήρηση σκύλων στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών. Εξ’ άλλου, οπέμπτος λόγος εφέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι όχι ορθώς τοΠρωτοδικείο απέρριψε την ένσταση των εκκαλούντων για καταχρηστικήάσκηση του αγωγικού εκ του κανονισμού απορρέοντος δικαιώματος τηςαπαγορεύσεως παραμονής σκύλων στα διαμερίσματα της πολυκατοικίας εκ τουότι οι σκύλοι ευρίσκονται σ’ αυτά (διαμερίσματα) από αρκετά χρόνιαδίχως να έχει διαμαρτυρηθεί ο εφεσίβλητος, είναι απορριπτέος, διότι ηάσκηση του αγωγικού δικαιώματος υπό τις περιστάσεις αυτές δενυπερβαίνει προφανώς τα επιβαλλόμενα εκ της καλής πίστεως ή των χρηστώνηθών ή του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού τασσόμενα όρια. Ο τέταρτος λόγος εφέσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι το πρωτοβάθμιοδικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του την κοινή δήλωση της μεγάλης πλειοψηφίαςτων ενοίκων της πολυκατοικίας κατά την οποία δεν ενοχλούνται από τηδιατήρηση των σκύλων στα διαμερίσματα αυτής, είναι απορριπτέος, ως άνευνομικής επιρροής, δοθέντος ότι η απαγόρευση του κανονισμού που στοχεύειστην προστασία του συνόλου των ιδιοκτητών αλλά και κάθε ενός χωριστάισχύει ανεξαρτήτως της προκλήσεως ή μη ενοχλήσεως εις τινάς ιδιοκτήτας. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Βλ. και Ν. 2017/1992 (ΦΕΚ Α’31) περί κυρώσεως τηςΕυρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς, από τοπροοίμιο και το κείμενο της οποίας, είναι δυνατόν να θεμελιώνεται ηαντίθεση των σχετικών απαγορευτικών προς διατήρηση κατοικιδίων ζώωνδιατάξεων των κανονισμών πολυκατοικίας προς την σύμβαση αυτή καθώς καιη αντίθεσή τους προς το συνταγματικό κατοχυρωμένο δικαίωμα τηςελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας.

 

 

 

  ΑΡΧΝ/1990 (832)Μίσθωση ακινήτου. Καταγγελία μισθώσεως λόγω μη καταβολής κοινοχρήστων.Απόρριψη της σχετικής αγωγής λόγω ουσιαστικής αβασιμότητας.Καταγγελία για κακή χρήση του μισθίου. Διατήρηση σκύλου στονκοινόχρηστο κήπο. Η καταστροφή του κήπου από τον σκύλο αποτελεί κακήχρήση του μισθίου.

ΜΟΝ.ΠΡΩΤ. ΑΘΗΝΩΝ 1064/1990

Δικαστής : Σπ. Βλασσόπουλος, ΠρωτοδίκηςΔικηγόροι: Κυριακή Βασιλάκη,Εμμ. Καραβελάκης. Από τις ένορκες στο ακροατήριο καταθέσεις  των  μαρτύρων  αποδείξεωςκαι  ανταποδείξεως,  από  τα  έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν καιαπ’όσα οι ίδιοι συνομολογούν, προκύπτουν τα εξής: Η  ενάγουσα  δυνάμειτου  από  1.6.80 ιδιωτικού συμφωνητικού είχε εκμισθώσει στον εναγόμενοτη χρήση ενός ισογείου ορόφου (διόροφης  οικίας)  που  βρίσκεται  στηνπεριοχή  Ν.  Φιλοθέης  Αθηνών,  για το χρονικό διάστημα από 1.6.80 έως31.5.81, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει ο τελευταίος ως κατοικία τουιδίου και της οικογένειάς του.  Η  μίσθωση  συνεχίζεται  μέχρι  σήμερακαταστάσα   από   τις   1.6.1981   αορίστου   χρόνου,   αντί  μηνιαίουπροκαταβαλλομένου μισθώματος 45.000 δραχμών.Με το ως άνω μισθωτήριο ρητά συμφωνήθηκε ότι το  ήμισυ  της  δαπάνηςσυντηρήσεως  του περιβάλλοντος την οικία κήπου, βαρύνει τον εναγόμενο.Επίσης συμφωνήθηκε με τον ίδιο τρόπο, ότι ο εναγόμενος  θα  καταβάλλειολόκληρο  το  αναλογούν στο μίσθωμα, τέλος χαρτοσήμου. Ο εναγόμενος σεεκτέλεση των παραπάνω υποχρεώσεών του, με τις προσκομιζόμενες απ’αυτόναπό 8.11.88 και 7.12.88 αποδείξεις έχει καταβάλλει την βαρύνουσα αυτόνδαπάνη συντηρήσεως του κοινόχρηστου κήπου, των  μηνών  Μαϊου  έως  καιΟκτωβρίου  1988,  εκ  δραχμών  4.500 μηνιαίως και συνολικά εκ δρραχμών27.000. Κατά το χρόνο αυξήσεως του μηνιαίου μισθώματος σε 45.000 δρχ.,προφορικά συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων, ότι το  αναλογούν  επί  τουμισθώματος  τέλος  χαρτοσήμου, θα βαρύνει τον εναγόμενο κατά το ήμισυ,(βλ. την προσκομιζόμενη από τον εναγόμενο από 8.11.88, στην οοπία ρητάαναγράφεται από την ενάγουσα η  σε  δραχμές  800  επί  συνόλου  1.600,οφειλή  του  εναγομένου  για την ως άνω αιτία, αναφορικά με το μίσθωματου μηνός Νοεμβρίου 1988). Το εν λόγω ποσοστό  του  τέλους  χαρτοσήμουβαρύνει  τον  εναγόμενο,  κατά το χρονικό διάστημα των μηνών Μαϊου έωςκαι Οκτωβρίου 1988, το οποίο  αυτός  έχει  καταβάλλει  στην  ενάγουσα,(4.800  δρχ. 6 μήνες επί 800 δρχ.). Η εν λόγω, περιορισμένης εκτάσεως,υποχρέωση του εναγομένου, διήρκεσε  μέχρι  τον  μήνα  Δεκέμβριο  1988,οπότε με νεότερη συμφωνία, ο εναγόμενος ανέλαβε και πάλι την υποχρέωσηκαταβολής ολοκλήρου του τέλους χαρτοσήμου.Συνεπώς  η  υπό  κρίση αγωγή όσον αφορά την κύρια βάση της, δηλονότιτην  εκ  μέρους  του  εναγομένου  μισθωτή,  μη  καταβολή  των  δαπανώνσυντηρήσεως   του  κοινοχρήστου  κήπου  και  του  αναλογούντος  τέλουςχαρτοσήμου του χρονικού διαστήματος των μηνών Μαϊου έως και  Οκτωβρίου1988, πρέπει ν’απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη.Στη συνέχεια προέκυψε ότι ο εναγόμενος προ τριετίας εγκατέστησε στονκοινόχρηστο  κήπο  ένα  λυκόσκυλο,  με  την  συναίνεση  της ενάγουσας,κατόπιν όμως των  προς  αυτήν  δοθεισών  διαβεβαιώσεων  του  περί  τηςαφοδεύσεως  του  ζώου  αποκλειστικά  και μόνον εκτός του ως άνω χώρου,προς αποφυγήν ενοχλήσεων  των  λοιπών  ενοίκων,  και  καταστροφής  τωνδένδρων  και  φυτών  τούτου.  Πλην  όμως,  από  το  μήνα Μάϊο 1988, τολυκόσκυλο του εναγομένου αφοδεύει μόνιμα στον κήπο, με αποτέλεσμα  τηνδημιουργία  στον  χώρο  αυτόν  ρυπαρής και ανθυγιεινής καταστάσεως καισυνακόλουθα  την  πρόκληση  από  την  εκ  των  ακαθαρσιών  αναδιδόμενηδυσοσμία και την ανάπτυξη μικροβίων, σοβαρών ενοχλήσεων στους ενοίκουςτου  πάνω  από  το μίσθιο ορόφου παρά τις συνεχείς αυτών διαμαρτυρίες.Επίσης,  η  ως  άνω  κατάσταση  είχε  ως  αποτέλεσμα  την   καταστροφή(αποξήρανση) δένδρων (βερυκοκιάς, αχλαδιάς και πασχαλιάς).Ενόψει   της   προαναφερόμενης   μη   προσήκουσας  συμπεριφοράς  τουεναγομένου προς τους λοιπούς ενοίκους της οικοδομής όπου το μίσθιο,  ηοποία  συνιστά  κακή  χρήση  τούτου  (Εφ.  Αθ.  10/83  Αρχ. 34.195), ηκρινόμενη αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή κατά την  επικουρική  της  βάση,κατόπιν  απορρίψεως  της  υπό  του  εναγομένου  προβληθείσας ενστάσεωςκαταχρηστικής ασκήσεως του ενδίκου της  ενάγουσας  δικαιώματος  (άρθρ.281  Α.Κ.  ως μη νόμιμης, καθόσον τα υπ’αυτού επικαλούμενα περιστατικά(ουσιαστική αβασιμότης της αγωγής) και αληθή υποτιθέμενα δεν συνιστούνπροφανή υπέρβαση των υπό του  ως  άνω  άρθρου  του  Α.Κ.  θεσπιζομένουορίων.

 

 

 

 

 

 

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 7561/1989

Πρόεδρος : Αθανάσιος, Γκόλτσης, Εφέτης.Μέλη     : Γεώργιος Κανελλόπουλος, Γεώργιος ΦΙΛΙΠΠΑΣ,(Εισηγητής), ΕφέτεςΔικηγόροι: Νικ. Παπαστάθης, Γεωργία Παπαδοπούλου. Οι εκκαλούντες ενάγοντες με την από 10 Ιουν. 1988 αγωγή τους ενώπιοντου  Μονομελούς   Πρωτοδικείου   Αθηνών   ζήτησαν   ως   συνιδιοκτήτεςδιαμερισμάτων της επί της οδού Ακροπόλεως αριθ. 34-36 στο Νέο Ηράκλειο-  Αττικής  πολυκατοικίας, διεπομένης από τις διατάξεις του ν. 3741/29να  απαγορεύσει  στους  εναγόμενους  να  διατηρούν  σκύλους  και  άλλακατοικίδια  ζώα  στα διαμερίσματατά τους στην οικοδομή αυτή επ’ απειλήπροσωπικής των κρατήσεως και χρηματικής ποινής άλλως (επικουρικώς)  νασυμπληρωθεί  προηγουμένη απόφαση που έκρινε μεν ότι δεν είχαν δικαίωμανα διατηρούν τα ζώα αυτά  στα  διαμερίσματά  τους  οι  εναγόμενοι  δεναναγγέλει  όμως  ποινή  για  την  παράβασιν  αυτής της απαγόρευσης. Τοπρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την  αγωγή  με  την  εκκαλλουμένη  υπ’αριθ. 6053/88 απόφασή του, κατά της οποίας στρέφεται η κρινόμενη έφεσητων εναγόντων.Από  τα  έγγραφα  που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, απότις μαρτυρικές  καταθέσεις  που  περιέχονται  στα  προσκομιζόμενα  καιεπικαλούμενα   υπ’   αριθμ.  6053/29.9.88  πρακτικά  του  πρωτοβαθμίουΔικαστηρίου, από τις ένορκες βεβαιώσεις υπ’ αριθ.252, 255,  256,  258/20.3.87  που  έχουν  ληφθεί  νομίμως  κατά  το  άρθρο 650 παρ. 1 ΚΠολΔενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών μετά νομότυπη κλήτευση των  εναγόντωνκαι  από  τα  εκατέρωθεν  συνομολογούμενα  αποδεικνύονται  τα εξής: Οιενάγοντες είναι ιδιοκτήτες οριζοντίων ιδιοκτησίων, ο  πρώτος  του  υπόστοιχεία  Δ-2  διαμερίσματος  του  τέταρτου ορόφου, ο δεύτερος του υπόστοιχεία Δ-1 του ορόφου αυτού,  η  τρίτη  του  υπό  στοιχεία  Β-1  τουδευτέρου  ορόφου  και  ο  τέταρτος  του  υπό στοιχεία Β-2 του δευτέρουεπίσης ορόφου της επί της οδού Ακροπόλεως αριθ. 34-36 στο Νέο Ηράκλειοπολυκατοικίας, ενώ οι εναγόμενοι είναι  ιδιοκτήτες  διαμερισμάτων  τηςιδίας  πολυκατοικίας, των υπό στοιχεία Α-3 και Α-1 του πρώτου ορόφου οτρίτιος εναγόμενος. Οι εναγόμενοι διατηρούν στα διαμερίσματά  των  απόένα  σκύλο ο καθένας παρά την απαγόρευση προς τούτα του κανονισμού τηςπολυκατοικίας  πράξη  υπ’  αριθμ.   28121/1978   του   συμβολαιογράφουΠεριστερίου  Θ.Γ. νομίμως μεταγεγραμμένου, ο οποίος διέπει τις σχέσειςτων διαδίκων και  στους  ους  του  οποίου  είχαν  προσχωρήσει  και  οιεναγόμενοι  με  τα  συμβόλαιο αγοράς των διαμερισμάτων τους, τα δε ζώααυτά διαταράσσουν την ησυχία των ενοίκων (κυρίως  των  εναγόντων)  καιπροκαλούν  φόβο  στους  εισερχομένους  στην πολυκατοικία. Οι ενάγοντεςείχαν ζητήσει την απομάκρυνση των ζώων αυτών από την  πολυκατοικία  μεπροηγουμένη  απόφαση  του  Μονομελούς  Πρωτοδικείου  Αθηνών  που  κατάπαροδοχή της αγωγής διέταξε την απομάκρυνση των σκύλων. Η απόφαση αυτήαφορούσε οπωσδήποτε προηγούμενο  χρόνο,  (κατά  τους  ισχυρισμούς  τωνεναγομένων  εκτελέστηκε  εκουσίως  έγινε δηλαδή η απομάκρυνση των ζώωναπό την πολυκατοικία) έκρινε όμως τελεσίδικα μεταξύ των  διαδίκων  ότιοι  εναγόμενοι  δεν  είχαν  δικαίωμα  να  διατηρούν  τα  ζώα αυτά στηνπολυκατοικία παρά τη  ρητή  απαγόρευση  του  παραπάνω  κανονισμού  πουδιαλαμβάνει  στο άρθρο 3 στ’ ότι απαγορεύεται η διατήρηση και παρανομήεντός  των  διηρημένων  ιδιοκτησιών  και  λοιπών  παραρτημάτων  αυτών,κοινοχρήστων χώρων κλπ. οποιωνδήποτε ζώων και πτηνών (πλην ενός ωδικούπτηνού). Από αυτή την απόφαση παράγεται ως προς την εν λόγω απαγόρευσηκαι  το  δικαίωμα των εναγομένων να διατηρούν ζώα στα διαμερίσματά τωνδεδικασμένο,  εφόσον  δεν  έχει  επέλθει  μεταβολή   του   νομοθετικούκαθεστώτος.  Με  την  υπ’ αριθ. Α 1β/Οικ. 7684/87 (ΦΕΚ Β’ 457/21.8.87)Υγειονομική διάταξη (απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας  και  Κοιν.Ασφαλίσεων)  ορίστηκε  κατά  αντικατάσταση  του άρθρου 17 προηγουμένηςομοίας αποφάσεως υπ’ αριθ. Α1β/8181/86 (ΦΕΚ  Β’  57/5.2.87)  ότι  στιςπρωτεύουσες  των  νομών  και  σε  πόλεις  με  πληθυσμό  πάνω από 5.000κατοίκους επιτρέπεται η διατήρηση σε κάθε κατοικία  μόνο  ενός  σκύλουκαι  μιας  γάτας  ή  δύο  σκύλων ή δύο γατών σε κάθε διαμέρισμα αυτών,ακόμα και εκεί όπου  ο  κανονισμός  της  πολυκατοικίας  απαγορεύει  τηδιατήρηση  αυτών,  ακόμα  και εκεί όπου ο κανονισμός της πολυκατοικίαςαπαγορεύει τη διατήρηση τέτοιων ζώων με την προϋπόθεση ότι τα ζώα αυτάθα διατηρούνται στο ίδιο διαμέρισμα όπου διαμένει  ο  ιδιοκτήτης  τουςκαι  δεν  θα  παραμένουν  μόνιμα  στις  βεράντες  του διαμερίσματος. Ηδιάταξη  αυτή,  που  επακολούθησε,   καθόσον   επιτρέπει   την   εντόςδιαμερισμάτων  πολυκατοικιών  διατήρηση  ζώων, παρά την ρητή απαγόρευητων κανονισμών, καταργουμένων των σχετικών συμβατικών όρων μεταξύ  τωνσυνιδιοκτητών   οριζοντίων   ιδιοκτησιών   που  έχουν  και  εμπράγματοχαρακτήρα δουλειών, βρίσκεται κατά την κρατήσασα στο Δικαστήριο  τούτογνώμη εκτός νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως και δεν υπερισχύει της ανωτέρωαπαγορεύσεως  του  κανονισμού (βλ. σχετ. Χρ. Κανέλλον Οροφοκτησία σελ.1985 επ. πρβλ. ΕΑ 6748/85 ΝοΒ 24/328).Αν και κατά την γνώμη ενός μέλους του Δικαστηρίου η εν λόγω  διάταξηείναι  μέσα  στο  πλαίσια της νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως του Υπουργούαπό τον α.ν. 2520/1940 προς  έκδοση  υγειονομικών  διατάξεων  για  τηνρύθμιση  θεμάτων  σχετικών  με  την  υγιεινή  των  χώρων  και  οικιών,προστασία της δημόσιας υγείας κλπ.,  από  της  οποίας  απόψεως  κυρίωςενδιαφέρει  (εφόσον  κατά  τα  λοιπά  δεν  υφίσταται  παρενόχληση) καιοπωσδήποτε υπερισχύει της συμβατικής  ισχύος  όρων,  που  αναγράφονταισυνήθως  στους  κανονισμούς  (και  στους οποίους είναι αναγκασμένοι ναπροσχωρήσουν οι αγοραστές διαμερισμάτων, ενώ,  οι  απαγορεύσεις  αυτέςμπορεί  να θεωρηθεί ότι προσβάλλουν το δικαίωμα της προσωπικότητας καιιδίως το δικαίωμα επικοινωνίας του ανθρώπου με τα πλάσματα  της  φύσης(βλ. σχετ. Γ. Τζωρτζάκη ΝοΒ 32.624). Κατά τα λοιπά προκύπτει ότι τα ενλόγω  ζώα  παρακολουθούνται  και  εμβολιάζονται τακτικά από κτηνίατρο,παραμένουν το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας εντός των διαμερισμάτων  καιόχι  στα  μπαλκόνια. Επίσης δεν είναι αποδεδειγμένο ότι ρυπαίνουν τουςκοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας, ούτε ότι εκθέτουν  σε  κίνδυνομέλη  των  οικογενειών των λοιπών ενοίκων, καθόσον οι εναγόμενοι, όπωςβεβαιούν οι μάρτυρές τους,  φροντίζουν  τακτικά  για  την  καθαριότητάτους,  την  ιατρική  τους  παρακολούθηση  κλπ. Προκύπτει όμως, από τονμάρτυρα των εναγόντων  ότι  παρενοχλούν  με  τις  υλακές  των  (συνεχήγαυγίσματα)  τους συνιδιοκτήτες και απειλητικά κατά εισερχομένων κλπ.,ενώ τούτο είχε συζητηθεί και στη γενική  συνέλευση  των  συνιδιοκτητώνπαλαιότερα  (βλ.  ιδίως πρακτικά από 18.1.87) που είχαν αποφασίσει τηναπομάκρυνση  των  ζώων  αυτών  αν  και  τώρα  προσκομίζονται  δηλώσειςδιαφόρων  συνιδιοκτητών  ότι  δεν  ενοχλούνται.  Μετά από αυτά η αγωγήέπρεπε να γίνει δεκτή [κατά την πρώτη (κύρια) βάση της] και  εσφαλμένααπορρίφθηκε  εξ  ολοκλήρου από την εκκαλουμένη απόφαση. Πρέπει συνεπώςνα γίνει δεκτή η έφεση κατά τους συναφείς λόγους της καινα εξαφανισθείη απόφαση αυτή, και στη συνέχεια,  διακρατουμένης  της  υποθέσεως  στοΔικαστήριο  τούτο  προς  κατ’  ουσίαν  εκδίκαση να γίνει δεκτή η αγωγήσύμφωνα με τα παραπάνω, να απαγορευθεί δε η  εντός  των  διαμερισμάτωντης  πολυκατοικίας  διατήρηση  από  μέρους  των εναγομένων των ανωτέρωκατοικιδίων  ζώων,  όπως  ειδικότερα  αναφέρεται  στο  διατακτικό.  Ταδικαστικά έξοδα των διαδίκων και των δύο βαθμών πρέπει να συμψηφιστούνγια  εύλογη  αμφιβολία των εναγομένων περί την έκβαση της δίκης (άρθρα183 και 179 ΚΠολΔ), ενώ πρέπει να ορισθεί  ως  προς  τον  απολειπόμενοπαράβολο  για  την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής κατ’ αυτής της απόφασης(άρθρο 505 ΚΠολΔ). ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Βλ. και Ν. 2017/1992 (ΦΕΚ Α’31) περί κυρώσεως τηςΕυρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς, από τοπροοίμιο και το κείμενο της οποίας, είναι δυνατόν να θεμελιώνεται ηαντίθεση των σχετικών απαγορευτικών προς διατήρηση κατοικιδίων ζώωνδιατάξεων των κανονισμών πολυκατοικίας προς την σύμβαση αυτή καθώς καιη αντίθεσή τους προς το συνταγματικό κατοχυρωμένο δικαίωμα τηςελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας.

 

 

 

  ΕΔΚΑ/1988 (575)Διοικητική δικονομία. Αίτηση ακυρώσεως διοικητικής πράξης από σωματείο.Εννομο συμφέρον. Το σωματείο νομιμοποιείται ν’ ασκήσει την αίτησηακυρώσεως εφόσον η προσβαλλόμενη πράξη θίγει το ίδιο ή το σύνολο τωνμελών του. Δεν νομιμοποιείται όταν άλλα μέλη θίγονται και άλλα δενθίγονται. Ασκηση από το σωματείο ενώσεως ιδιοκτητών διαμερισμάτωναιτήσεως ακυρώσεως κατά υπ. αποφάσεως που επιτρέπει τα ζώα σταδιαμερίσματα παρά την απαγόρευση τους από τον Κανονισμό τηςΠολυκατοικίας. Ασκηση παρέμβασης από το σωματείο ζωοφίλων και απόιδιώτη, ο οποίος διαμένει σε πολυκατοικία όπου απαγορεύονται τα ζώα.Παραδεκτό της ασκήσεως.

Σ.Ε. 3291/1988 (τμ. Δ’)

Πρόεδρος: Κ. ΛΑΣΣΑΔΟΣΕισηγητής: Γ. ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣΔικηγόροι: Μιχ. Μαρτσέκης, Γ. Παπασωτηρίου, Δ. Τσάτσος, Σπ.Γασπαρινάτος, Ι. Χρυσανθόπουλος Ζητείται από το σωματείο με την επωνυμία “Πανελ. Ενωσις ΙδιοκτητώνΔιαμερισμάτων” η ακύρωση της υπ’ αριθ. Α1β/οικ. 7684/30.7/21.8.1987αποφάσεως του Υπ. Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων (Φ 457 τ. Β’),με την οποία αντικαταστάθηκε το άρθρο 17 της υπ’ αριθ. 1β/8181/86Υγειον. Διατάξεως, κατά το μέρος της που επέτρεψε την διατήρησηκατοικιδίων ζώων (μόνο ενός σκύλου και μιας γάτας ή δύο σκύλων ή δύογατών) σε κάθε διαμέρισμα πολυκατοικίας, και όταν ακόμη ο κανονισμόςτης απαγορεύει την διατήρηση τέτοιων ζώων, με την παράλληλη θέσπισηόλων των αναγκαίων μέτρων για την τήρηση καθαριότητας στο περιβάλλονκαι την αποφυγή προκλήσεως ενοχλήσεων σε βάρος των γειτόνων. Επειδή παραδεκτώς παρεμβαίνουν με κοινό δικόγραφο για την διατήρησητης ισχύος της προσβαλλομένης αποφάσεως το σωματείο με την επωνυμία”Ενωση Ζωοφίλων Ελλάδος”, που κατά το άρθρο 5 του κατ/κού του έχει σανσκοπό “την ανάπτυξη του συναισθήματος της αγάπης στα κάθε είδους ζώα”και η Π.Λ., που κατοικεί σε διαμέρισμα πολυκατοικίας, ο κανονισμός τηςοποίας απαγορεύει την διατήρηση ζώων. Επειδή η παρέμβαση που ασκήθηκε με κοινό δικόγραφο από το σωματείο μετην επωνυμία “Συν. ζωοφιλικών σωματείων Ελλάδος” και τους Ο.Β., Ν.Β.και Θ.Γ., είναι παραδεκτή μόνο ως προς το πιο πάνω σωματείο που κατά τοάρθρο 2 του κατ/κού του έχει σαν σκοπό “τον συντονισμό και την οργάνωσητων προσπαθειών που καταβάλλονται από τα ζωοφιλικά σωματεία και ενώσειςγια την διάδοση της ζωοφιλίας και την εν γένει καλλιτέρευση τηςδιαβιώσεως των πάσης φύσεως ζώων στην Ελλάδα”. Αντίθετα, ως προς τουςυπόλοιπους παρεμβαίνοντες η παρέμβαση αυτή ασκήθηκε απαραδέκτως γιατίοι μεν Ο.Β. και Ν.Β. δεν προσκόμισαν στοιχεία από τα οποία να προκύπτειότι κατοικούν σε διαμερίσματα πολυκατοικιών, ο κανονισμός των οποίωναπαγορεύει την διατήρηση ζώων, ο δε Θ.Γ. δεν νομιμοποιήθηκε κατά τηνσυζήτηση της υποθέσεως με ένα από τους τρόπους που ορίζει το άρθρο 27του Ν. Δ/τος 170/1973 και γι’ αυτό πρέπει αυτή να απορριφθεί ως προςαυτούς. Επειδή, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου τούτου, σωματείοπου έχει σαν σκοπό την προάσπιση των συμφερόντων των μελών του έχειέννομο συμφέρον να ζητήσει την ακύρωση διοικητικής πράξεως που θίγει τοσύνολο των μελών του ή αμέσως το ίδιο σωματείο, όχι όμως και πράξεωςπου θίγει ορισμένα από τα μέλη του όταν από την ενδεχόμενη ακύρωσή τηςβλάπτονται τα συμφέροντα άλλων μελών του (ΣτΕ 424/1976, 3008/1978,910/1979, 3829/1982, 3404/1984, 1625/1988 κ.ά.). Εν προκειμένω τοαιτούν σωματείο που, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Κατ/κού του, έχει σανσκοπό του την αναγνώριση και κατοχύρωση των δικαιωμάτων των μελών τουκαθώς και την παρακολούθηση και επίλυση κάθε θέματος που έχει σχέση μετην προστασία της ιδιοκτησίας, επικαλείται για την θεμελίωση τουεννόμου συμφέροντός του να ζητήσει την ακύρωση της πιο πάνω αποφάσεωςτην τήρηση της νομιμότητας στην λειτουργία των πολυκατοικιών, πουδιασφαλίζεται από την εφαρμογή του Κανονισμού των, οι όροι των οποίωνσχετικά με την απαγόρευση της διατηρήσεως ζώων θίγονται με την απόφασηαυτή. Δεδομένου όμως ότι, κατά την κοινή πείρα και αντίληψη, άλλοι απότους ιδιοκτήτες διαμερισμάτων επιθυμούν την διατήρηση σ’ αυτά ζώων καιπαρά την τυχόν αντίθετη ρήτρα του Κανονισμού της πολυκατοικίας των καιάλλοι όχι, το αιτούν σωματείο δεν προσκόμισε στοιχεία από τα οποία ναπροκύπτει ότι όλα τα μέλη του που εμπίπτουν στην επίμαχη ρύθμιση, τηνκατηγορία των οποίων άλλωστε ούτε καν καθόρισε, επιδιώκουν την ακύρωσητης προσβαλλόμενης αποφάσεως. Συνεπώς, εν όψει όσων αναπτύχθηκαν πιοπάνω, το εν λόγω σωματείο, δεν έχει έννομο συμφέρον για την άσκηση τηςκρινόμενης αιτήσεως. Κατ’ ακολουθίαν, πρέπει να απορριφθεί ωςαπαράδεκτη η αίτηση αυτή και να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις πουασκήθηκαν από την “Ενωση Ζωοφίλων Ελλάδος” και την Π.Λ. καθώς επίσηςκαι από την “Συν. ζωοφίλων σωματείων Ελλάδος”.

 

 

 

  Δ/ΝΗ/1988 (1601), ΕΣΔ/1989 (551)Πολιτική δικονομία. Αγωγή αποζημίωσης για ζημίες προκληθείσες από ζώο.Βάρος απόδειξης. Ο ενάγων αποδεικνύει το μέγεθος της ζημίας που τουπροξενήθηκε, το ότι η ζημία του προξενήθηκε από ενέργεια ζώου και ότικάτοχος του ζώου είναι ο εναγόμενος.Ο εναγόμενος για να απαλλαγεί πρέπει να αποδείξει ότι το ζώο είναικατοικίδιο δηλ. ότι χρησιμεύει για το επάγγελμά του, ή την φύλαξη τηςκατοικίας του ή για την διατροφή του και ότι αυτός κατέβαλε για τηφύλαξη και εποπτεία του ζώου τη συνηθισμένη στις συναλλαγές επιμέλεια,εκθέτοντας τα πραγματικά περιστατικά που δικαιολογούν διαφορετικέςσυνήθειες (ως προς τη φύλαξη ζώων) στον τόπο διαμονής του, αλλιώς ησχετική ένσταση είναι αόριστη.

Εφετείο Αθηνών 2107/1987

Πρόεδρος : Βασ. Κούσουλας.Εισηγητής: Δημ. Ζέρβας, Εφέτης.Δικηγόροι: Δημ. Κατσούρης, Σαρ. Τόλιας. Κατά το άρθρ. 924 ΑΚ, ο κάτοχος ζώου  ευθύνεται  για  τη  ζημία  πουπροξενήθηκε  απ’  αυτό  σε τρίτον. Αν η ζημιά έγινε από κατοικίδιο ζώοπου χρησιμοποιείται για το επάγγελμα, τη φύλαξη  της  κατοικίας  ή  τηδιατροφή  του  κατόχου  του, αυτός δεν ευθύνεται, αν αποδείξει ότι δεντον βαρύνει κανένα πταίσμα ως προς τη  φύλαξη  και  την  εποπτεία  τουζώου.  Με  την πρώτη παράγραφο καθιερώνεται η αντικειμενική ευθύνη τουκατόχου ζώου για τη ζημιά που έγινε απ’ αυτό σε τρίτο, δηλαδή από μόνοτο  γεγονός  της  κατοχής  του  ζώου  και  ανεξάρτητα  από   οιαδήποτευπαιτιότητά  του.  Και τούτο διότι ο κάτοχος που έχει τα ωφελήματα απότο ζώο πρέπει να φέρει και τον κίνδυνο κάθε ζημιάς που προξενείται απ’αυτό. Αντίθετα,  προκειμένου  για  κατοικίδιο  ζώο  θεσπίζεται  με  τηδεύτερη  παράγραφο  η  ευθύνη  του  κατόχου  του  ζώου, στηριζομένη σευποτιθέμενο πταίσμα αυτού για τη φύλαξη και  την  εποπτεία  του  ζώου.Συνεπώς  στην περίπτωση αυτή ο κάτοχος μπορεί να απαλλαγεί της ευθύνηςμόνον αν αποδείξει ότι δεν τον  βαρύνει  πταίσμα  για  τη  φύλαξη  καιεποπτεία  του  ζώου.  Η  ευθύνη  αυτή  του  κατόχου  του  ζώου  τόσο ηβασιζομένη στην παράγραφο 1η όσο και στη  2η  παράγραφο  του  παραπάνωάρθρου  μπορεί  να  μετριασθεί ή και να παύσει τελείως κατά τους όρουςτου άρθρ. 300 ΑΚ, αν δύναται να αποδοθεί στο ζημιωθέντα σε πρόσωπα γιατα οποία ευθύνεται αυτός. Ως κατοικίδια ζώα νοούνται εκείνα που  ζουν,αναπτύσσονται,  τρέφονται, αναπαράγονται υπό τη στέγη του ανθρώπου καιμε τις φροντίδες αυτού και είναι προωρισμένα να  χρησιμοποιούνται  γιατο  επάγγελμα,  τη  φύλαξη  της οικίας ή τη διατροφή του κατόχου τους.Τέτοια ζώα είναι μεταξύ των άλλων και οι σκύλοι  που  χρησιμοποιούνταιγια  τη  φύλαξη  της κατοικίας κλπ. Το πιο πάνω άρθρο καθιστά υπεύθυνοτον κάτοχο του ζώου για οιασδήποτε φύσεως ζημία και αν έπαθε ο  τρίτοςαπό  την  ενέργεια  του  ζώου.  Ειδικότερα  για την ευθύνη του κατόχουκατοικιδίου ζώου, ο κάτοχος  του  ευθύνεται  απεριόριστα  όπως  και  οκάτοχος   οιουδήποτε   άλλου  ζώου,  μπορεί,  όπως  προαναφέρθηκε,  νααπαλλαγεί της ευθύνης αν αποδείξει ότι δεν τον βαρύνει κανένα  πταίσμαγια  τη  φύλαξη  και την εποπτεία του ζώου. Το πότε δεν υπάρχει τέτοιοπταίσμα κρίνει  για  κάθε  περίπτωση  ο  δικαστής  κατ’  εκτίμηση  τωνπραγματικών  περιστατικών  που  προτείνονται  από  τον  κάτοχο. Αν δενπροτείνονται τέτοια περιστατικά όπως πρέπει σύμφωνα με  το  άρθρο  262παρ.  1  ΚΠολΔ  η  ένσταση  είναι  αόριστη,  ως  ανεπίδεκτη δικαστικήςεκτιμήσεως και απορρίπτεται. Ως προς το βάρος της αποδείξεως ο  ενάγωνγια  αποζημίωση  για  ζημία που προξενήθηκε σ’ αυτόν από ζώο πρέπει νααποδείξει: α) το ποσό της ζημίας που του προξενήθηκε, β) ότι  η  ζημίατου  προξενήθηκε  από  ενέργεια του ζώου και γ) ότι ο κάτοχος του ζώουείναι  ο  εναγόμενος.  Αν  ο  εναγόμενος  ισχυρίζεται  ότι   η   ζημίαπροξενήθηκε  από  κατοικίδιο  ζώο  του,  οφείλει  να αποδείξει: α) τηνιδιότητα του ζώου τούτου, καθώς και το γεγονός ότι αυτό χρησίμευε  γιατο  επάγγελμά  του,  τη φύλαξη της κατοικίας του ή για τη διατροφή τουκαι β) ότι δεν τον βαρύνει κανένα πταίσμα για τη φύλαξη  και  εποπτείατου  ζώου,  γιατί  κατέβαλε  γι’  αυτή  τη συνηθισμένη στις συναλλαγέςεπιμέλεια, και μάλιστα στον τόπο που διαμένει, για τη φύλαξη του ζώου,εκθέτοντας προς τούτο και τα περιστατικά που δικαιολογούν  μια  τέτοιαπερίπτωση  σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν για το ζήτημα τούτο και παραπάνω(βλ. για όλα αυτά αντί πολλών Κ. Καυκά, ΕνοχΔ, άρθρ. 924 παρ. 2, 4, 6,7, 8).

 

 

 

Άρθρο της Ελένης Τροβά από τον Τιμητικό Τόμο Απόστολου Γεωργιάδη

Από την «ευθύνη κατόχου ζώων» στην υποχρέωση φροντίδας των «Ζώων Συντροφιάς»

Ελένη Τροβά

Δν δικηγόρος

 

Από τον καιρό που ο Αστικός Κώδικας μερίμνησε για το ζήτημα της ευθύνης κατόχου ζώου μέχρι τις μέρες μας, οπότε ένα ευρύ κανονιστικό πλαίσιο έχει περιλάβει τα ζώα στα ρυθμιζόμενα από το δίκαιο ζητήματα με ιδιαίτερο ζήλο, έχει περάσει περίπου μισός αιώνας[2]. Οι αντιλήψεις εξελίσσονται ραγδαία[3] και παράλληλα οι κανόνες δικαίου. Σήμερα Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) κάνουν λόγο για τα δικαιώματα των ζώων και τις υποχρεώσεις των ανθρώπων για μια ηθική συμπεριφορά απέναντί τους[4] στηρίζοντας αξιώσεις για ένα συνεκτικό κανονιστικό πλαίσιο. Η ρύθμιση των κανόνων που αφορούν στις ανθρώπινες συμπεριφορές από το δίκαιο είναι το αντικείμενο των κανονιστικών ρυθμίσεων ανά τους  αιώνες είτε στο επίπεδο του ιδιωτικού, είτε στο επίπεδο του δημοσίου δικαίου[5]. Η ρύθμιση όμως ζητημάτων που άπτονται των σχέσεων των ατόμων και των ζώων αποτελεί ένα θέμα περισσότερο επίκαιρο και θα ενδιέφερε να αναρωτηθεί κανείς για τις αιτίες του.

Εκτός των προαναφερόμενων ΜΚΟ, στην αυγή του 21ου αιώνα αφορμή για το ζήτημα της προστασίας των ζώων δίδει η ανθρώπινη μοναξιά που οδηγεί τον άνθρωπο των πόλεων να συντροφεύεται συχνότατα από ζώα συντροφιάς εντασσόμενα στον πολεοδομικό ιστό με συνέπεια ειδικοί κανόνες να επιτρέπουν τη διαμονή των ζώων συντροφιάς σε πολυκατοικίες ώστε να περιορίζονται οι κοινωνικές εντάσεις. Η συνύπαρξη των ανθρώπων με τα ζώα συντροφιάς καθιστά το κράτος υπεύθυνο και για τη ρύθμιση της κοινής τους ζωής στον ιστό των πόλεων όπου ξαφνικά πρέπει ο νόμος να διέπει τη βόλτα του σκύλου δεμένου με λουρί[6]. Η ίδια η μοναχικότητα επιβάλει την υποχρέωση στοργικής συμπεριφοράς στα ζώα συντροφιάς με νόμο[7].

Οι σύγχρονοι άνθρωποι ζώντας σε ιδιαίτερα μεγάλες κοινωνίες παρουσιάζουν συχνά ομαδικές φοβίες.  Διάφορες νόσοι που προέρχονται από ζώα ή πτηνά και τρομοκρατούν τον άνθρωπο των πόλεων, όπως η αρρώστια των τρελλών αγελάδων και η γρίπη των πτηνών. Ειδικό πλαίσιο ρυθμίσεων καθιστά τα κράτη υπεύθυνα έναντι των πολιτών για την απαλλαγή τους από τον ομαδικό και ανεξέλεγκτο φόβο. Ο νόμος μεριμνά και προς την κατεύθυνση αυτή. Ο νόμος με ιδιαίτερα φιλόδοξο τρόπο καλείται συνεπώς στις μέρες μας να απαντήσει τόσο στην ατομική υποχρέωση φροντίδας του ζώου που συντροφεύει τον άνθρωπο όσο και στον έλεγχο του τρόμου του απέναντι σε άγνωστες αρρώστιες.

Οι οικολογικές ευαισθησίες και τα οργανωμένα συμφέροντα κοινωνικών ομάδων υποκινούν ένα άλλο σύνολο κανονιστικών ρυθμίσεων με έντονο ενδιαφέρον για τα ζώα  όπως η απαγόρευση πειραμάτων στα ζώα, η μέριμνα για την μη εξαφάνιση ζώων που κινδυνεύουν να χαθούν. Η δημόσια υγεία επιβάλλει εξειδικευμένους κανόνες και η δημόσια ηθική απαιτεί καθορισμένες συμπεριφορές ακόμη και με αφορμή την κατασκευή μεγάλων έργων οπότε η καφέ αρκούδα[8] δίδει αφορμές για σοβαρή νομολογιακή επεξεργασία, όπως και η χελώνα καρέττα -καρέττα[9]. Ο Αστικός Κώδικας συμπληρώνεται από κανόνες του Συμβουλίου της Ευρώπης, η νομολογία για τις μισθώσεις γίνεται επιεικέστερη, και τα κυνοκομεία οφείλουν να λειτουργούν υπό συγκεκριμένες συνθήκες και προϋποθέσεις. Εκτενές πλέγμα διατάξεων του εθνικού, διεθνούς και κοινοτικού δικαίου άπτεται της σχέσης του ανθρώπου με τα ζώα άγρια και οικόσιτα. Εξάλλου η προστασία των ζώων πρόσφερε και στη νομική θεωρία μια καλή ευκαιρία για θεωρητικό προβληματισμό με διεπιστημονικό χαρακτήρα[10] που καθιστά τη συνεισφορά του δημοσίου δικαίου περιορισμένη.

Στην παρούσα μελέτη θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε την μετακίνηση του ρυθμιστικού ενδιαφέροντος από το χώρο του ιδιωτικού δικαίου στο χώρο του δημοσίου δικαίου με αφορμή το ζήτημα των ζώων. Απόρροια του περιορισμού της ατομικής ευθύνης για το σύντροφο ή εργάτη και ανάδειξη του συλλογικού ενδιαφέροντος για το πεπρωμένο του θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή προβληματισμού για την «απαλλαγή» του ατόμου από τις πλέον στοιχειώδεις του ευθύνες και η μετακίνηση στο συλλογικό πεδίο σε κανονιστικό επίπεδο.

Είναι προφανές ότι στο πλαίσιο της παρούσας ανάπτυξης δεν επιδιώκεται μια εξαντλητική απορρύθμιση των κανόνων που διέπουν τα ζώα, ούτε της σχετικής νομολογίας. Οι αναφορές έχουν ως κύριο στόχο τη διαπίστωση της μετατόπισης του κανονιστικού ενδιαφέροντος από το ιδιωτικό στο δημόσιο δίκαιο σε ένα αντικείμενο όπου η σημασία της μετατόπισης είναι προφανής. Οι αναφορές συνεπώς είναι συνοπτικές και ενδεικτικές. Η αναζήτηση της ιδιωτικής ευθύνης αποτελεί ζητούμενο στο πλαίσιο των συλλογικών ρυθμίσεων που ξεπερνούν ακόμη και την κρατική πρωτοβουλία μεταφέροντας στο χώρο των «παγκοσμιοποιημένων ρυθμίσεων» την ανευθυνότητα του προσώπου και την αδυναμία του να (αυτό)ρυθμίσει ακόμη και τη σχέση του με το σκυλί του. Από την εποχή όμως της Μαχαμπαράτα όπου ο θεός Ραμ απαξίωσε τον παράδεισο καθώς δεν ήταν επιτρεπτό να τον ακολουθήσει ο σκύλος του εκεί, η σχέση του ατόμου με το ζώο αποτελεί αντικείμενο του απολύτως προσωπικού του χώρου και ευθύνης.

Η  μετατόπιση του ρυθμιστικού πεδίου από το ιδιωτικό στο δημόσιο δίκαιο συνιστά μια μεταφορική σπουδή στην μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου και τις συλλογικές φοβίες του και μια μελέτη του ρόλου του κράτους ως προς «την υποχρέωση του ανθρώπου να είναι στοργικός», είναι δε μια συμβολική συνεισφορά στον καθηγητή Απόστολο Γεωργιάδη που με τρυφερότητα και αμέριστο ενδιαφέρον μας στήριξε όλα τα χρόνια των σπουδών μας έστω και αν κάποιοι από εμάς δεν τιμήσαμε το αστικό δίκαιο που τόσο μας έκανε να αγαπήσουμε από τα φοιτητικά μας χρόνια.

Μέρος Α

Η εξέλιξη του ρυθμιστικού πεδίου για τα ζώα από το ιδιωτικό στο δημόσιο δίκαιο

Η  σχέση του ανθρώπου με τα ζώα καθορίσθηκε αρχικά[11] στο πλαίσιο του αστικού δικαίου[12] καθώς και του ποινικού δικαίου[13]. Ένα ικανό πλέγμα διατάξεων ρύθμισε τη σχέση με τα ζώα τα οποία αποτελούσαν χρήσιμα όντα για τη ζωή του ώστε να μην επιτρέπεται η «ζωοκτονία», αλλά και αρκετά επικίνδυνα ώστε να απαιτείται αυξημένη ευθύνη του κατόχου τους.

Ο Αστικός Κώδικας [14] ρυθμίζει στο άρθρο 924 το ζήτημα της ευθύνης κατόχου ζώων ως εξής:

« Ο κάτοχος ζώου ευθύνεται για τη ζημία που προξενήθηκε απ’αυτό σε τρίτον. Αν η ζημία έγινε από κατοικίδιο ζώο που χρησιμοποιείται για το επάγγελμα, τη φύλαξη της κατοικίας ή τη διατροφή του κατόχου του, αυτός δεν ευθύνεται, αν αποδείξει ότι δεν τον βαρύνει κανένα πταίσμα ως προς τη φύλαξη και την εποπτεία του ζώου»[15].

Η ρύθμιση αυτή αντιμετώπιζε τα ζώα και ιδίως τα κατοικίδια ζώα με την αντίληψη των αγροτικών ιδίως κοινωνιών, οπότε το ζώο συντηρήθηκε από τον άνθρωπο για να εκτελεί κάποια αποστολή, δηλαδή να τον προστατεύει, να τον τρέφει ή και στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας.  Η μεταπολεμική κοινωνία όφειλε να αντιμετωπίσει την παρουσία των ζώων σε πολυκατοικίες και το δίκαιο να επιλύσει το νέο ρόλο του ανθρώπου των πόλεων.

Στο πλαίσιο του ενοχικού δικαίου των μισθώσεων αναπτύχθηκε μια εκτενής νομολογία, η οποία είχε ως στόχο την αρμονική συνύπαρξη ανθρώπων και ζώων στις μεταπολεμικές πολυκατοικίες, όταν οι Κανονισμοί Πολυκατοικιών ρητά απαγόρευαν την παρουσία τους παρότι οι άνθρωποι αισθάνονταν έντονα την ανάγκη της συντροφιάς τους[16]. Η μεταπολεμική αστικοποίηση επέβαλε στον άνθρωπο της πόλης μια στοιχειώδη επαφή με τη φύση και τα ζώα, κήποι στις βεράντες και γάτες στα διαμερίσματα απάλυναν τις συνθήκες ζωής του διαμερίσματος και αργότερα ο σκύλος ήρθε να συμπληρώσει την παρέα που χάθηκε και τους φίλους που ήταν ιδιαίτερα απασχολημένοι. Λόγοι υγιεινής επέβαλαν την απομάκρυνση των ζώων από τις πολυκατοικίες. Η νομολογία έδειξε το δρόμο της σταδιακής μεταστροφής ενώ παράλληλα αναπτύχθηκαν και οι πρώτες ενώσεις οργανωμένων συμφερόντων [17]. Προοδευτικά τα ζώα έγιναν αποδεκτά και οι μισθωτικές σχέσεις καλύφθηκαν από ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις ως προς το ζήτημα της φιλοξενίας τετραπόδων[18].

Η προηγούμενη ενότητα δικών συμπληρώθηκε από σειρά ποινικών ιδίως υποθέσεων οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο των υφιστάμενων διατάξεων, που σχετίσθηκε με το νέο ρόλο που απέκτησαν οι σκύλοι μακριά από την ποιμενική ζωή και στο πλαίσιο της συντροφικότητας. Στο σημείο αυτό δεν υπήρξε εξαρχής κοινωνική συμφωνία. Οι υποθέσεις που έφθασαν στα δικαστήρια τα τελευταία χρόνια ανέδειξαν το ρόλο του σκύλου συντρόφου σε σχέση με τις αντιλήψεις που ήθελαν το σκύλο να φυλάει τα πρόβατα και εναντίωσαν τους βοσκούς με τους αστούς σε δίκες όπου ο άνθρωπος της παλαιάς εποχής σκότωνε το σύντροφο του ανθρώπου των πόλεων από φόβο για τα ποίμνιά του[19].

Ο σκύλος ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες ξεκίνησε να έχει έναν ιδιάζοντα ρόλο στην ανθρώπινη συμβίωση αλλά και στην εφαρμογή του δικαίου που έδωσε αφορμή για σημαντικές αποφάσεις δικαστηρίων, όπως με αφορμή την εξεύρεση ναρκωτικών από σκύλους εκπαιδευμένους[20], την χρήση εκπαιδευμένων σκύλων για ανεύρεση εκρηκτικών ουσιών[21] κλπ. Οι αποφάσεις αυτές αποτελούν όμως προδήλως εξέλιξη των παλαιότερων ρυθμίσεων όπου το ζώο ήταν σύντροφος και βοηθός του ανθρώπου στην άσκηση του επαγγέλματός του.

Παράλληλα εξελίχθηκε και η νομοθεσία. Το Σύνταγμα του 1975 ρύθμισε στο άρθ. 24 αυτού την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος στο οποίο εντάσσονται και τα ζώα και έδωσε αφορμή σε μια ιδιαίτερα εκτεταμένη νομολογία για την προστασία της φύσης της πανίδας και πολλών αγρίων ζώων και πτηνών. Οι σχετικές διατάξεις ερμηνεύθηκαν συστηματικά από τη θεωρία δημιουργώντας ένα σύνθετο πλαίσιο κανόνων στη βάση αυτών[22]. Σημαντικά αναπτυξιακά έργα εξηύραν τα όριά τους στην προστασία αγρίων ζώων, ενώ η ιδιοκτησία[23] η οποία προστατεύεται από το άρθ. 17. Σ οριοθετήθηκε με αφορμή την προστασία της χελώνας Καρέττα – Καρέττα σημαντικά[24].

H σειρά αποφάσεων για την θαλάσσια χελώνα που αφορούσε τη στάθμιση μεταξύ ιδιοκτησίας και προστασίας της χελώνας έδωσε το προβάδισμα την προστασία της φύσης και των ζώων. Η περίπτωση της θαλάσσιας χελώνας δεν ήταν η μοναδική. Η νομολογία καταπιάσθηκε με την καφέ αρκούδα και με άλλα ζώα δίδοντας το στίγμα μιας βαθύτερης κοινωνικής μεταβολής. Μετά το Σύνταγμα του 1975 η σχέση του ανθρώπου με τη φύση και τα ζώα προσδιορίσθηκε καθοριστικά από αρχές που εδράζονται στο Σύνταγμα όπως η αειφορία και η βιώσιμη ανάπτυξη. Το δημόσιο δίκαιο[25] είχε την πρωτοβουλία στη ρύθμιση της σχέσης του ατόμου και του ζώου[26].

Η εθνική νομοθεσία ενσωμάτωσε το ν. 2170/1992[27] που ρύθμισε κατά τις επιταγές του Συμβουλίου της Ευρώπης το ζήτημα της προστασίας των ζώων. Η έννοια του ζώου συντροφιάς έχει πλέον  περάσει στο κανονιστικό μας σύστημα και το ελληνικό Κράτος δεν δύναται να αγνοεί τις διεθνείς του ευθύνες. Αρχικά θεσμοθετήθηκαν οι ευχές για να μην βασανίζονται τα ζώα «Κανείς δεν πρέπει να κάνει άσκοπα ένα ζώο συντροφιάς να πονά, να υποφέρει ή να αγωνιά…, κανείς δεν πρέπει να εγκαταλείπει ένα ζώο συντροφιάς» σύμφωνα με το νόμο αυτό.

Σήμερα σύμφωνα με την σε ισχύ νομοθεσία[28] και δη το ν. 3170/2003[29] ορίζεται στο άρθ. 2.5 αυτού ότι ο ιδιοκτήτης ή ο συνοδός του σκύλου ευθύνεται για βλάβη ή ζημιά που προκαλείται από το σκύλο σε ανθρώπους ή ζώα, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθ. 924 του Αστικού Κώδικα». Ο σκύλος στην περίπτωσή μας επάγεται αυξημένη ευθύνη και υποχρέωση σε σχέση με τον αστικό κώδικα για τον ιδιοκτήτη ή το συνοδό του. Ο σκύλος είναι πλέον «Ζώο συντροφιάς» ειδικά οριζόμενο ως έννοια στον ίδιο νόμο και ο ιδιοκτήτης του υποχρεούται να μεριμνά για την ευζωία του (άρθ. 2.1.β) αλλά και να μην τον εγκαταλείπει (άρθ. 2.1 δ.). Σκοπός του ζώου αυτού πλέον είναι να συντροφεύει τον άνθρωπο. Η ρύθμιση αυτή αντιλαμβάνεται την ευθύνη του ανθρώπου αυξημένη για το ζώο που έχει πλέον ως μοναδική αποστολή να τον συντροφεύει. Η ανθρώπινη μοναχικότητα και η ζωή των πόλεων έδωσε στα ζώα συντροφιάς μια διάσταση που θα προβλημάτιζε το μελετητή ιδίως μία ή δύο δεκαετίες προηγουμένως. Τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς θα πρέπει να βρούν καταφύγιο και οι άνθρωποι να μην τα εγκαταλείπουν.

Στο πλαίσιο του νομοθετικού πλέγματος διατάξεων για την προστασία των αδεσπότων ζώων συντροφιάς ρυθμίσθηκαν τα κυνοκομία και τα καταφύγια ζώων με ένα σύνολο υγειονομικών διατάξεων[30] αλλά και με προβλέψεις σημαντικών οικονομικών επιδοτήσεων. Η νομολογία έδωσε ήδη τα πρώτα δείγματα των προσεγγίσεών της στο ζήτημα[31]. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 στάθηκαν η αφορμή για μια συνολική ρύθμιση του ζητήματος δεδομένης της διεθνούς κατακραυγής κατά της Ελλάδας για τα αδέσποτα.

Η προσέγγιση αυτή αναδεικνύει μια μετάβαση από την ατομική ευθύνη στη συλλογικότητα και από το ιδιωτικό δίκαιο στη σφαίρα των κανόνων του δημοσίου δικαίου για ένα ζήτημα που άπτεται του ελέγχου του ανθρώπου ιδιαίτερα, όπως δηλαδή αυτό της σχέσης του με τα ζώα. Θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι οι διατάξεις που αναφέρθηκαν αποτελούν ίχνος εκπολιτισμού του ανθρώπου, αν παράλληλα δεν αυξάνονταν τα εγκαταλελειμμένα ζώα στους δρόμους και αν δεν υπήρχε άλλο πλέγμα διατάξεων που να ρυθμίζει την πολιτισμένη εξολόθρευση διαφόρων κατηγοριών ζώων και πάλι για λόγους συλλογικού ενδιαφέροντος.

Μέρος Β

Οι κανονιστικές ρυθμίσεις των μαζικών θανάτων και των επιδημιών στο πλαίσιο της προστασίας των ζώων

Η ρύθμιση της κτηνοτροφίας και της βιομηχανίας τροφίμων και φαρμάκων που σχετίζεται άμεσα με τα ζώα έχει δώσει αφορμή για εκτεταμένες ρυθμίσεις που καθορίζουν το καθεστώς των ζώων που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για τους σκοπούς αυτούς οργανωμένα και συστηματικά[32]. Η δημόσια υγεία επιβάλει το σφαγείο των πόλεων να βρίσκεται σε ειδικά σημεία και η κτηνοτροφία δεν επαφίεται στον βοσκό των παλαιότερων εποχών. Τα ζώα λόγω της προόδου του πολιτισμού συχνά κινδυνεύουν να εξαφανισθούν με συνέπεια να απαιτείται ρύθμιση του περιορισμού του αφανισμού τους. Εξάλλου τα ζώα δίδουν αφορμή με την ευκολία μετάδοσης των διαφόρων νόσων στην μεγάλη «πανώλη» των ημερών, το φόβο. Αν το κίνημα του υπαρξισμού οδήγησε τον Αλμπέρ Καμύ στην συγγραφή της «Πανούκλας» για την ανάδειξη της ανθρώπινης μοναξιάς, η νόσος των τρελλών αγελάδων και η νόσος των πτηνών αναδεικνύει την απαξία της ανατροπής των αποστάσεων μέσω της τεχνολογίας. Ο πλανήτης πάσχει από τρόμο και καταδιώκει τα πτηνά και τα ζώα από το φόβο του «άλλου». Ο νόμος οφείλει να μεριμνήσει και γι αυτό[33].

Το διεθνές δίκαιο[34] αναλαμβάνει σημαντικό ρόλο προς την κατεύθυνση αυτή. Το κοινοτικό δίκαιο εξάλλου προσδιορίζει το ρόλο  της Ένωσης[35] αλλά και του συνόλου των κρατών μελών στο ζήτημα της προστασίας των ζώων με τρόπο καθοριστικό[36]. Η συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση καλεί τα όργανα και τα κράτη μέλη να λάβουν πλήρως υπόψη τους τις απαιτήσεις όσον αφορά την καλή διαβίωση των ζώων κατά την επεξεργασία και την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, και ιδίως στους τομείς της γεωργικής πολιτικής.

Αποδίδοντας στα κράτη μέλη της Ένωσης μια σειρά σημαντικών αρμοδιοτήτων για την προστασία της δημόσιας υγείας, του περιβάλλοντος και ειδικά των ζώων ρυθμίζει ένα σύνολο ζητημάτων που άπτονται της σχέσης του ανθρώπου με τα ζώα μεταξύ δε αυτών συγκαταλέγονται ζητήματα σχετικά με τα απειλούμενα είδη άγριας πανίδας και χλωρίδας, τη διατήρηση άγριων ειδών σε ζωολογικoύς κήπους, την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς σκοπούς, ενώ ειδικές ρυθμίσεις γίνονται για τα άγρια πτηνά, της μωρά της θαλάσσιας φώκιας, τα δελφίνια κλπ.

 

Τα ζώα βρίσκουν τη θέση τους ακόμη και στη Συνθήκη ιδρύσεως της ΕΕ στο άρθρο 30[37]. Σειρά οδηγιών ρυθμίζει επί μέρους ζητήματα.

 

Ιδιαίτερη ευαισθησία έδειξε το κοινοτικό δίκαιο για το ζήτημα των πειραμάτων στα ζώα[38]με στόχο την  προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς ή επιστημονικούς σκοπούς εξασφαλίζοντας στα ζώα αυτά τη δέουσα φροντίδα καθώς και ότι τα ζώα αυτά δεν θα υποφέρουν περιττά θεσπίζοντας σειρά διατάξεων οι οποίες έδωσαν αφορμή και για σημαντική νομολογία[39]. Το ζήτημα της απαγόρευσης των πειραμάτων στα ζώα αποτέλεσε αντικείμενο δράσης σημαντικών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων και συσπείρωσε ζωόφιλους σε όλη την Ευρώπη. Συνέπεια αυτού αλλά και της γενικότερης ευαισθητοποίησης που επικρατεί με την πρόοδο των ετών, τουλάχιστον ως προς το φαίνεσθαι, θεσπίσθηκε η οδηγία 86/609/ΕΟΚ. Το ενδιαφέρον της είναι πολύ σημαντικό αν καταστεί αντιληπτό ότι η οδηγία αυτή επηρεάζει σημαντικά κλάδους της βιομηχανίας και του εμπορίου.

 

Η οδηγία 86/609/ΕΟΚ ισχύει για τα ζώα που χρησιμοποιούνται για ανάπτυξη, παραγωγή, έλεγχο της ποιότητας, δραστικότητας και ασφάλειας των φαρμάκων, των τροφίμων και άλλων ουσιών ή προϊόντων για την παρακολούθηση των ασθενειών ή των διαταραχών της υγείας στους ανθρώπους, τα ζώα και τα φυτά για την παρακολούθηση των φυσιολογικών χαρακτηριστικών στους ανθρώπους, τα ζώα και τα φυτά, την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος προς όφελος του ανθρώπου και των ζώων.

Τα κράτη μέλη επιβάλλεται να απαγορεύσουν τη χρήση για πειραματικούς σκοπούς ζώων που κινδυνεύουν να εκλείψουν. Η χρήση των ζώων αυτών επιτρέπεται αποκλειστικά και μόνο σε συγκεκριμένες  περιπτώσεις εφόσον δηλαδή το πείραμα/έρευνα έχει ως στόχο τη διατήρηση των εν λόγω ειδών ή  εφόσον το είδος αυτό κατά τα φαινόμενα είναι το μόνο κατάλληλο για το συγκεκριμένο βιοϊατρικό στόχο. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες προβλέπεται ότι ένα ζώο θα υποβληθεί σε πείραμα κατά τη διάρκεια του οποίου θα υπάρξει ο κίνδυνος να υποστεί ή πρόκειται να υποστεί πόνους που ενδέχεται να παραταθούν, το αντίστοιχο πείραμα θα πρέπει να δηλώνεται ρητά στην αρμόδια αρχή και να αιτιολογείται ή να εγκρίνεται δεόντως από αυτήν. Τα πειράματα επιβάλλεται να πραγματοποιούνται αποκλειστικά και μόνο εφόσον δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική μέθοδος η οποία να μην συνεπάγεται τη χρήση των ζώων. Τα ζώα που χρησιμοποιούνται θα πρέπει να είναι κατά το δυνατόν αναισθητοποιημένα σε νευροφυσιολογικό επίπεδο, με τοπική ή γενική αναισθησία. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει δυνατότητα αναισθησίας, αυτή μπορεί να αντικατασταθεί από αναλγητικά Τα άτομα τα οποία συμμετέχουν (πραγματοποιώντας τα πειράματα ή λαμβάνοντας μέρος σε αυτά) επιβάλλεται να διαθέτουν τα αντίστοιχα επιστημονικά προσόντα, και να έχουν υποστεί την δέουσα εκπαίδευση ή επιμόρφωση.. Μετά από το πείραμα, στο ζώο πρέπει να παρέχεται η απαραίτητη για την αποκατάσταση της υγείας του ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Στην περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί η ομαλή διαβίωση του ζώου, το ζώο θα πρέπει να εκτελείται με τον ολιγότερο βάναυσο δυνατό τρόπο. Προκειμένου να αποφευχθεί οιοσδήποτε κίνδυνος αλληλοεπικαλύψεων κατά τα πειράματα, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να αποδεχθούν την αμοιβαία αναγνώριση των επιστημονικών αποτελεσμάτων τους.
Εξάλλου, για να υπάρξει εγγύηση για την καλή λειτουργία της κοινοτικής αγοράς των ζώων, κρίνεται απαραίτητο να θεσπισθούν κοινοί κανόνες σχετικά με την προστασία των ζώων στα εκτροφεία. Όλα τα κράτη μέλη επικύρωσαν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ζώων στα εκτροφεία, της οποίας οι αρχές αφορούν την κατοικία, τη διατροφή και τις παρεχόμενες ανάλογα με τις ανάγκες των ζώων φροντίδες. Σε συνέχεια θεσπίσθηκε η  οδηγία αριθ. 98/58/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, σχετικά με την προστασία των ζώων στα εκτροφεία. Η οδηγία αυτή  εφαρμόζεται στα ζώα (συμπεριλαμβανομένων των ιχθύων, των ερπετών και των αμφιβίων) που εκτρέφονται ή που διατηρούνται για την παραγωγή τροφίμων, μαλλιού, δέρματος ή γούνας ή για άλλους σκοπούς γεωργικής εκμετάλλευσης. Δεν αφορά τα άγρια ζώα, τα ζώα που προορίζονται να συμμετάσχουν σε αγώνες ή σε άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις (εκθέσεις) τα πειραματόζωα ή τα ζώα εργαστηριακών δοκιμών και τα ασπόνδυλα.

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διατάξεις ώστε οι κύριοι ή οι κάτοχοι ζώων να λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για να εξασφαλίσουν την καλή διαβίωση των ζώων τους καθώς και το ότι τα εν λόγω ζώα δεν υφίστανται κανένα περιττό πόνο, ταλαιπωρία ή βλάβη.   Δεν πρέπει να εφαρμόζονται μέθοδοι εκτροφής που προκαλούν ταλαιπωρία ή βλάβη εκτός εάν οι επιπτώσεις τους είναι ελάχιστες, στιγμιαίες ή επιτρέπονται ρητώς από τις εθνικές διατάξεις.

Η οδηγία 93/119/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1993, σχετικά με την προστασία των ζώων κατά τη σφαγή τους ή τη θανάτωσή τους ρυθμίζει με «ανθρωπισμό» τον καταλληλότερο τρόπο θανάτωσης ή σφαγής των ζώων.

Οι ως άνω αναφορές αποτελούν παραδείγματα μεταξύ των πολλών κανονιστικών ρυθμίσεων που θεσπίζονται σε επίπεδο κοινοτικού δικαίου, οι οποίες αντανακλούν την ανθρωπιστική πλευρά της επιστημονικής έρευνας, της μαζικής εκτροφής και της μαζικής θανάτωσης των ζώων, το καθεστώς των οποίων έχει προ πολλού εκφύγει από την προσωπική μέριμνα και φροντίδα. Οι διατάξεις αυτές αφορούν ιδιαίτερα λεπτομερή ζητήματα της θανάτωσης ή της κατάστασης των ζώων πριν θανατωθούν με τρόπο μαζικό και οργανωμένο. Δεν θα μπορούσε παρά να προβληματισθεί κανείς για την αντίφαση η οποία ενυπάρχει στο συσχετισμό ανάμεσα σε ρυθμίσεις που αφορούν την αξία εκάστου κατοικιδίου όταν γίνεται αντιληπτό από το δίκαιο ως φίλος του ανθρώπου και στις ρυθμίσεις που αφορούν τις μαζικές θανατώσεις και βασανισμούς των αυτών κατοικιδίων με προσθήκη ανθρωπιστικών μεθόδων.

 

Παράλληλα ένα άλλο πλέγμα ρυθμίσεων αφορά τα μαζικά φαινόμενα προσβολής της δημόσιας υγείας από νέες παθήσεις που σχετίζονται με ζώα. Οι τρελλές αγελάδες και η νόσος των πτηνών αποτελούν γνωστά σε όλους πρωτοσέλιδα εφημερίδων που οδήγησαν σε ομαδική φοβία του συνόλου των κατοίκων του πλανήτη και η νομοθετική τους ρύθμιση αποτέλεσε το φάρμακο στον ομαδικό φόβο που προκαλούν οι ανεξέλεγκτες αυτές συνθήκες.

Στις 17 Ιανουαρίου 2006 έλαβε χώρα η Σύνοδος του Πεκίνου για τη Γρίπη των Πτηνών ενώ και η νόσος των τρελλών αγελάδων αντιμετωπίσθηκε από το κοινοτικό δίκαιο διεξοδικά. Η νομολογία του ΔΕΚ έδωσε ένα ενδιαφέρον παράδειγμα της σχέσης της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των βρεττανών κτηνοτρόφων και των συμφερόντων των πολιτών της Ενωσης μετά από ειδική ρύθμιση με την οποία λήφθηκαν σειρά μέτρων κατά της νόσου που εμφανίσθηκε το πρώτον στη Μεγάλη Βρεττανία. η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών (στο εξής: ΣΕΒ), γνωστή ως νόσος «των τρελλών αγελάδων» εντοπίστηκε για πρώτη φορά στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1986. Κατατάσσεται μεταξύ των ασθενειών που καλούνται μεταδοτικές σπογγώδεις εγκεφαλοπάθειες και χαρακτηρίζονται από τον εκφυλισμό του εγκεφάλου και τη σπογγώδη μορφή των νευρικών κυττάρων κατά τη μικροσκοπική ανάλυση. Οι διάφορες αυτές ασθένειες προσβάλλουν τόσο τον άνθρωπο (ασθένεια kuru στη Νέα Γουινέα και ασθένεια Creutzfeldt-Jakob, που προσβάλλει κατά κανόνα τους ηλικιωμένους) όσο και διάφορα είδη ζώων μεταξύ των οποίων καταλέγονται τα βοοειδή, τα προβατοειδή («τρομώδης ασθένεια των προβάτων»), η κατοικίδια γάτα και η ικτίδα εκτροφείου (vison). Η Επιτροπή εξέδωσε επίσης ορισμένες αποφάσεις σχετικά με τη ΣΕΒ στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως την απόφαση 90/200/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 9ης Απριλίου 1990, αφορώσα πρόσθετες απαιτήσεις για ορισμένους ιστούς και όργανα σχετικά με τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια βοοειδών, η οποία αντικαταστάθηκε από την απόφαση 94/474/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Ιουλίου 1994, σχετικά με ορισμένα μέτρα προστασίας από τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών και για την ακύρωση των αποφάσεων 89/469/ΕΟΚ και 90/200/ΕΟΚ, η οποία τροποποιήθηκε, με τη σειρά της, με την απόφαση 95/287/ΕΚ της Επιτροπής, της 18ης Ιουλίου 1995. Τα διάφορα αυτά μέτρα συνίσταντο στην αφαίρεση των ιστών βοείου κρέατος που ενδέχεται να περιέχουν τον παράγοντα μολύνσεως καθώς και στη διατροφή των μηρυκαστικών. Εξάλλου, η οδηγία 92/290/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 1992, όσον αφορά ορισμένα προστατευτικά μέτρα κατά της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών στο Ηνωμένο Βασίλειο, σχετικά με τα έμβρυα βοοειδών στο Ηνωμένο Βασίλειο εξήρτησε την εξαγωγή εμβρύων από αυστηρότατους όρους.

Το Ηνωμένο Βασίλειο ζήτησε, βάσει του άρθρου 173 της Συνθήκης ΕΚ, την ακύρωση της αποφάσεως 96/239/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 1996, σχετικά με ορισμένα επείγοντα μέτρα προστασίας από τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών καθώς και ορισμένων άλλων πράξεων της Επιτροπής.

Το 1998 εκδόθηκε από το ΔΕΚ η απόφαση C-180/96 της 5ης Μαΐου 1998  Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι η προσφυγή του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας είναι απαράδεκτη στον βαθμό που βάλλει κατά των ληφθεισών στις 10 Απριλίου, 13 Απριλίου και 8 Μαΐου 1996 θέσεων της Επιτροπής, η προσφυγή του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας απορρίπτεται στον βαθμό που βάλλει κατά της αποφάσεως 96/239/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 1996, σχετικά με ορισμένα επείγοντα μέτρα προστασίας από τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών.

Με την απόφαση αυτή δικαιώθηκε η Επιτροπή και οι πρωτοβουλίες της σε ένα εξαιρετικής σημασίας ζήτημα σε βάρος του κράτους μέλους.

 

Οι προαναφερθείσες ρυθμίσεις και η νομολογία αποτελούν ίχνη του «νέου κόσμου» όπου η τρυφερότητα αναφέρεται στο νομοθέτη όπως και η εξάλειψη του φόβου. Δεν θα μπορούσε κανείς να κρίνει ή να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα των διατάξεων αυτών, ούτε να ασκήσει κριτική. Θα μπορούσε όμως να αναρωτηθεί για το παράδοξο της επέκτασης του κανονιστικού ενδιαφέροντος της εξουσίας και στον περιορισμό της προσωπικής ευθύνης.

 

 

 

 

Επίμετρο

 

Ο σύγχρονος άνθρωπος θα όφειλε να αναλογισθεί το μέγεθος της απαξίας του ρόλου του όταν δεν είναι ο ίδιος υπεύθυνος και μόνον για το σκυλί ή το γαϊδούρι του. Όταν η σφαγή των ζώων μετατίθεται από το χώρο της θρησκείας (πχ το εβραϊκό κόσερ) στο χώρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ο πολιτισμός αναμφίβολα έχει κατακτήσει ένα σημαντικό πεδίο. Όταν η πανούκλα δεν αποτελεί σημάδι της «κατάρας του θεού» αλλά μια νόσο όπως όλες που μεταδίδεται ορθολογικά και ελέγχεται με μέτρα, ο πολιτισμός έχει κάνει ακόμη μεγαλύτερα βήματα. Στον πολιτισμό όμως αυτό η προσωπική ευθύνη οφείλει να βαρύνει το άτομο και όχι το σύνολο[40].

Υπό την έννοια αυτή ο κάτοχος ζώων σε μαζικό επίπεδο, όπως ο φαρμακοβιομήχανος που διεξάγει παράνομα πειράματα θα όφειλε να τιμωρείται προσωπικά έστω και αν το ζώο που κατέχει δεν είναι απλώς ένα κατοικίδιο. Η ρύθμιση της συλλογικής ευθύνης δεν θα πρέπει να περιορίζει την προσωπική ευθύνη αλλά να την επαυξάνει. Ο ρόλος του ιδιωτικού δικαίου στην περίπτωση αυτή όχι μόνον δεν κάμπτεται αλλά αποκτά εξέχουσα σημασία[41]. Διαφορετικά η συλλογικότητα καθίσταται ανευθυνότητα και η κανονιστική ρύθμιση οδηγεί σε απαλλαγή.

 

[1]  Η ανακοίνωση της 18.5.1992 (ΦΕΚ Α 90) για τηνθέση σε ισχύ της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς που κυρώθηκε με τον παρόντα νόμο.

[2] Για το ζήτημα της διεύρυνσης του ρυθμιστικού πεδίου του δημοσίου δικαίου βλ. ειδικά Γεωργιάδη Α., Το ιδιωτικό δίκαιο στο κατώφλι του 21ου αιώνα, ΝοΒ 49, σ.569 επ. και ειδικά για το ζήτημα της προστασίας του περιβάλλοντος σ. 571 επ

[3] Βλ. μεταξύ άλλων για το ρόλο των ζώων στη σύγχρονη λογοτεχνία Κούντερα Μ., Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι, Εστία, Οστερ Π., Τιμπουκτού, Ζαχαρόπουλος, Σεπουλβέδα Λ, Η ιστορία του γάτου που έμαθε σ’ ένα γλάρο να πετάει, Opera και φυσικά Δέλτα Π., Ο Μάγκας, ή Κίπλιγκ Ρ. Το βιβλίο της ζούγκλας, εκδόσεις Κονιδάρη, …

[4] Βλ. ειδικά http://www.peta.org/about/ για την Οργάνωση People for an ethical treatment of animals και άλλους συγγενείς φορείς όπως http://www.animals-angels.de/ , http://www.idausa.org/ , http://www.aspca.org/site/PageServer κλπ.

[5] Βλ. ειδικά Γεωργιάδη Α., Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, 3η έκδοση , Αντ. Ν. Σάκκουλα 2002, σ. 1 επ. Για το ζήτημα και την αποστολή του δικαίου βλ. και Μητσόπουλου Γ., Προβλήματα ισχύος του δικαίου, ΝοΒ 24 σ. 1 επ.

[6] Βλ. σχετικές διατάξεις του άρθ. 2 του ν. 3170/03 : «Δεν επιτρέπεται ο περίπατος σκύλων χωρίς συνοδό. Ο ιδιοκτήτης σκύλου οφείλει να παίρνει τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να μην εξέρχεται ελεύθερα ο σκύλος του από το χώρο της ιδιοκτησίας του και εισέρχεται σε χώρους άλλων ιδιοκτητών ή σε κοινόχρηστους χώρους. Για την αποφυγή ατυχημάτων ο ιδιοκτήτης ή ο συνοδός του σκύλου υποχρεούται κατά τη διάρκεια του περιπάτου να κρατάει το σκύλο του δεμένο και να βρίσκεται σε μικρή απόσταση από αυτόν».

[7] Βλ. το ν. 3170/03 «Ζώα συντροφιάς, αδέσποτα ζώα συντροφιάς και άλλες διατάξεις»  και το ν. 2170/1992 «Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς».

[8] Βλ. ειδικά ΣτΕ 2731/1997. Αναλυτική αναφορά της νομολογίας αυτής και της σημασίας της για την ανάπτυξη της Μακεδονίας μέσω της κατασκευής του έργου της Εγνατίας οδού βλ. σε Σκουρή Π., Ανάπτυξη των Περιφερειών και Ανατροπή των Συνόρων, Σάκκουλας Θεσσαλονίκη, 2004.

[9] Βλ. ειδικά και ΣτΕ Ολ 3135/2002, ΑΠ 1046/1998 για το καθεστώς στο νησί Μαραθωνήσι.

[10] Ειδικά βλ. Καράκωστα Ι., Μπρεδήμα Α., Η προστασία των ζώων και το δίκαιο, Αντ. Ν. Σάκκουλα 2004, αλλά και παλαιότερα Λεμπέση Ν., Οριζόντια ιδιοκτησία. Ζώα, πτηνά,  Δ/ΝΗ/1990 σ. 291.

[11] Για το καθεστώς των ζώων κατά το βυζαντινό δίκαιο βλ. την ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εργασία του ομ. Καθηγητή Τρωϊάνου Σπ., Τα ζώα στο Βυζαντινό Δίκαιο, κοσμικό και κανονικό, σε Καράκωστα Ι., Μπρεδήμα Α., Η προστασία των ζώων και το δίκαιο, ανωτέρω, σ. 15 επ μα αναλυτική βιβλιογραφία. Στο ίδιο συλλογικό έργο βλ. επίσης σχετικά Πιτσάκη Κ., Το ζώο οιονεί υποκείμενο δικαίου, μια περιήγηση στη νομική ιστορία, σ. 29 επ. και Χέλμη Α., Η νομική προστασία των ζώων: Ιστορική και ανθρωπολογική προσέγγιση, σ. 57 επ με αναλυτική βιβλιογραφία.

[12] Για μια αναλυτική προσέγγιση της προστασίας των ζώων κατά το αστικό δίκαιο βλ.  Κουτσουράδη Αχ., Τα ζώα και το αστικό δίκαιο, σε Καράκωστα Ι. Μπρεδήμα Α (επιμ.), Η προστασία των ζώων και το δίκαιο, ανωτέρω σ. 79 επ., με αναλυτική νομολογία και βιβλιογραφία.

[13] Για μια αναλυτική προσέγγιση της προστασίας των ζώων κατά το ποινικό δίκαιο βλ. Τριανταφύλλου Γ., Η προστασία των ζώων κατά το ποινικό δίκαιο, σε Καράκωστα Ι. Μπρεδήμα Α (επιμ.), Η προστασία των ζώων και το δίκαιο, ανωτέρω σ. 149 επ., με αναλυτική νομολογία και βιβλιογραφία.

[14] Βλ. ειδικά σε Γεωργιάδη- Σταθόπουλου, Αστικός Κώδιξ, Κατ’άρθρο ερμηνεία, Ειδικό Ενοχικό IV άρθ. 741- 946, Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1982 για το άρθ. 924 ΑΚ Βοσινάκη, σ. 761 επ., Θηβαίου Χρ., Περί της δια ζώων προξενουμένης ζημίας, ΝοΒ 3, σ. 289 επ. και 353 επ. και Λιτζερόπουλου Α., Τρία θεμελιώδη προβλήματα της αστικής ευθύνης, Αρχείο Ιδιωτικού Δικαίου, 7, σ. 158 επ.

[15] Εφ. Αθ. 2107/1987 σε Δ/ΝΗ/1988 σ. 1601«Κατά το άρθρ. 924 ΑΚ, ο κάτοχος ζώου  ευθύνεται  για  τη  ζημία  που προξενήθηκε  απ’  αυτό  σε τρίτον. Αν η ζημιά έγινε από κατοικίδιο ζώο που χρησιμοποιείται για το επάγγελμα, τη φύλαξη  της  κατοικίας  ή  τη διατροφή  του  κατόχου  του, αυτός δεν ευθύνεται, αν αποδείξει ότι δεν τον βαρύνει κανένα πταίσμα ως προς τη  φύλαξη  και  την  εποπτεία  του ζώου.  Με  την πρώτη παράγραφο καθιερώνεται η αντικειμενική ευθύνη του κατόχου ζώου για τη ζημιά που έγινε απ’ αυτό σε τρίτο, δηλαδή από μόνο το  γεγονός  της  κατοχής  του  ζώου  και  ανεξάρτητα  από   οιαδήποτε υπαιτιότητά  του.  Και τούτο διότι ο κάτοχος που έχει τα ωφελήματα από το ζώο πρέπει να φέρει και τον κίνδυνο κάθε ζημιάς που προξενείται απ’ αυτό. Αντίθετα,  προκειμένου  για  κατοικίδιο  ζώο  θεσπίζεται  με  τη δεύτερη  παράγραφο  η  ευθύνη  του  κατόχου  του  ζώου, στηριζομένη σε υποτιθέμενο πταίσμα αυτού για τη φύλαξη και  την  εποπτεία  του  ζώου. Συνεπώς  στην περίπτωση αυτή ο κάτοχος μπορεί να απαλλαγεί της ευθύνης μόνον αν αποδείξει ότι δεν τον  βαρύνει  πταίσμα  για  τη  φύλαξη  και εποπτεία  του  ζώου.  Η  ευθύνη  αυτή  του  κατόχου  του  ζώου  τόσο η βασιζομένη στην παράγραφο 1η όσο και στη  2η  παράγραφο  του  παραπάνω άρθρου  μπορεί  να  μετριασθεί ή και να παύσει τελείως κατά τους όρους του άρθρ. 300 ΑΚ, αν δύναται να αποδοθεί στο ζημιωθέντα σε πρόσωπα για τα οποία ευθύνεται αυτός. Ως κατοικίδια ζώα νοούνται εκείνα που  ζουν, αναπτύσσονται,  τρέφονται, αναπαράγονται υπό τη στέγη του ανθρώπου και με τις φροντίδες αυτού και είναι προωρισμένα να  χρησιμοποιούνται  για το  επάγγελμα,  τη  φύλαξη  της οικίας ή τη διατροφή του κατόχου τους. Τέτοια ζώα είναι μεταξύ των άλλων και οι σκύλοι  που  χρησιμοποιούνται για  τη  φύλαξη  της κατοικίας κλπ. Το πιο πάνω άρθρο καθιστά υπεύθυνο τον κάτοχο του ζώου για οιασδήποτε φύσεως ζημία και αν έπαθε ο  τρίτος από  την  ενέργεια  του  ζώου.  Ειδικότερα  για την ευθύνη του κατόχου κατοικιδίου ζώου, ο κάτοχος  του  ευθύνεται  απεριόριστα  όπως  και  ο κάτοχος   οιουδήποτε   άλλου  ζώου,  μπορεί,  όπως  προαναφέρθηκε,  να απαλλαγεί της ευθύνης αν αποδείξει ότι δεν τον βαρύνει κανένα  πταίσμα για  τη  φύλαξη  και την εποπτεία του ζώου. Το πότε δεν υπάρχει τέτοιο πταίσμα κρίνει  για  κάθε  περίπτωση  ο  δικαστής  κατ’  εκτίμηση  των πραγματικών  περιστατικών  που  προτείνονται  από  τον  κάτοχο. Αν δεν προτείνονται τέτοια περιστατικά όπως πρέπει σύμφωνα με  το  άρθρο  262 παρ.  1  ΚΠολΔ  η  ένσταση  είναι  αόριστη,  ως  ανεπίδεκτη δικαστικής εκτιμήσεως και απορρίπτεται. Ως προς το βάρος της αποδείξεως ο  ενάγων για  αποζημίωση  για  ζημία που προξενήθηκε σ’ αυτόν από ζώο πρέπει να αποδείξει: α) το ποσό της ζημίας που του προξενήθηκε, β) ότι  η  ζημία του  προξενήθηκε  από  ενέργεια του ζώου και γ) ότι ο κάτοχος του ζώου είναι  ο εναγόμενος.  Αν  ο  εναγόμενος  ισχυρίζεται  ότι   η   ζημία προξενήθηκε  από  κατοικίδιο  ζώο  του, οφείλει  να αποδείξει: α) την ιδιότητα του ζώου τούτου, καθώς και το γεγονός ότι αυτό χρησίμευε  για το  επάγγελμά  του,  τη φύλαξη της κατοικίας του ή για τη διατροφή του και β) ότι δεν τον βαρύνει κανένα πταίσμα για τη φύλαξη  και  εποπτεία του  ζώου,  γιατί  κατέβαλε  γι’  αυτή  τη συνηθισμένη στις συναλλαγές επιμέλεια, και μάλιστα στον τόπο που διαμένει, για τη φύλαξη του ζώου, εκθέτοντας προς τούτο και τα περιστατικά που δικαιολογούν  μια  τέτοια περίπτωση  σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν για το ζήτημα τούτο και παραπάνω (βλ. για όλα αυτά αντί πολλών Κ. Καυκά, ΕνοχΔ, άρθρ. 924 παρ. 2, 4, 6, 7, 8)».

 

[16] Βλ. ειδικά και Κατρά, Πανδέκτης μισθώσεων και οροφοκτησίας, 5η έκδοση Αθήνα/ Κομοτηνή 2003 σ. 1019 επ. Βλ. αναλυτικά και Κουτσουράδη, ανωτέρω σ 106 επ. Από τη νομολογία βλ. ειδικά ΕΦ ΑΘ 737/1992 όπου ειδικά αναφέρεται «Συνεπώς,  η  εναγομένη δεν δικαιούται να διατηρεί το σκύλο στο διαμέρισμά της και υπέχει  υποχρέωση  να  απομακρύνει  αυτόν, η δε ένσταση αυτής, ότι ο ενάγων ασκεί καταχρηστικώς με την άνω αγωγή  το  δικαίωμα  που  απορρέει  από  τον  κανονισμό,  περί απαγορεύσεως  παραμονής σκύλων στα διαμερίσματα της πολυκατοικίας, από το λόγο ότι επί σειρά ετών,  τόσον  η  ίδια,  όσο  και  άλλοι  ένοικοι διατηρούσαν   σκύλους   στα   διαμερίσματά   τους  χωρίς  να  υπάρξουν διαμαρτυρίες, είναι αβάσιμη, όπως ορθώς  δέχθηκε  και  το  πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφαση, διότι η άσκηση του αγωγικού δικαιώματος, ενόψει των ανωτέρω περιστατικών, δεν υπερβαίνει  προφανώς τα  επιβαλλόμενα από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη ή τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό αυτού τασσόμενα όρια (ΑΚ 281, βλ.   ΑΠ  997/1990  και 383/1990  ΕΔΠ  1990  σελ.  247).  ‘Υστερα από όλα αυτά, η άνω αγωγή, η οποία είναι επαρκώς ωρισμένη ( άρθρα  117,  118  και  216  ΚΠολΔ)  και νόμιμη  (άρθρα  1002,  1117,  361 ΑΚ, 1, 4 παρ.1 και 13 Ν. 3741/1929), αποδεικνύεται ως βάσιμη στην ουσία»., Μον. Πρωτ.Αθ. 2758/1992 «Ο εναγόμενος, παραβαίνοντας τη διάταξη αυτή του κανονισμού, το περιεχόμενο του οποίου, ως ελέχθη, αποτελεί και περιεχόμενο της μισθωτικής συμβάσεως εγκατέστησε στο μίσθιο τρεις (3) σκύλους οι οποίοι εκτός από τις φυσικές τους ακαθαρισίες με τις οποίες βρωμίζουν τη βεράντα του μισθίου, η οποία έτσι έγινε εστία μολύνσεως και πολύ ενοχλητικής δυσοσμίας για τους ενοίκους των διπλανών διαμερισμάτων, προκαλούν με τα δυνατά και συνεχή γαυγίσματά τους, μέρα και νύκτα, σοβαρή ενόχληση στους λοιπούς ενοίκους της άνω πολυκατοικίας, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν έντονα τόσο σ’ αυτόν, όσο και στον ενάγοντα εκμισθωτή. Και ο ενάγων διαμαρτυρήθηκε με τη σειρά του στον εναγόμενο για την αντισυμβατική αυτή συμπεριφορά (της εγκαταστάσεως των σκύλων στο μίσθιο) η οποία λόγω της άνω φύσεώς της, συνιστά επιπλέον και κακή συμπεριφορά απέναντι τους άλλους ενοίκους της πολυκατοικίας. Η διαμαρτυρία του ενάγοντος έγινε τόσο προφορικά, όσο και με την από .3.1991 εξώδικη δήλωση και διαμαρτυρία του την οποία απηύθυνε στον εναγόμενο. Με την έγγραφη αυτή διαμαρτυρία η οποία επιδόθηκε στον εναγόμενο στις 11.3.1991 επισημαίνεται στον εναγόμενο η παράβαση του Κανονισμού, επομένως δε και του μισθωτηρίου και τάσσεται σ’ αυτόν προθεσμία 5 ημερών για να απομακρύνει από το μίσθιο τους σκύλους. Ο εναγόμενος δεν απομάκρυνε τους σκύλους απ το μίσθιο όχι μόνο μέσα στην προθεσμία των 5 ημερών που του τάχθηκε, αλλά ούτε και μέχρι την επίδοση της αγωγής Επομένως με την καταγγελία της μισθώσεως, που περιέχεται στην αγωγή για κακή χρήση του μισθίου (594 ΑΚ) και συγκεκριμένα για χρήση κατά παράβαση όρου της συμβάσεως επί πλέον δε και για χρήση που λόγω της φύσεώς της συνιστά κατά τα άνω κακή συμπεριφορά απέναντι στους αλλους ενοίκους της πολυκατοικίας, επήλθε από την περιέλευσή της στ ον εναγόμενο, σύμφωνα με όσα σχετικά αναφέρθηκαν στην πρώτη σκέψη της παρούσας, η λύση της μισθώσεως. Περαιτέρω πρέπει κατόπιν σχετικού αιτήματος να διαταχθεί η προσωρινή εκτέλεση της απόφασης (άρθ. 907 και 910 αριθ. 1 του ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί ο ενάγων στα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος (άρθ. 176 του ΚΠολΔ)»  Επίσης για το ίδιο ζήτημα βλ. ΑΠ  997/1990 Δ’ Τμ., Μον.Πρωτ. Αθ. 1064/1990 και ΕφΑΘ 7561/1989

 

[17] Η ΣτΕ. 3291/1988 (τμ. Δ’) ανέδειξε το ρόλο των φιλοζωϊκών σωματείων σε σχέση με το ζήτημα της διαμονής των ζώων σε πολυκατοικίες ήδη από το 1988.  Ειδικότερα σύμφωνα με την απόφαση αυτή: «Ζητείται από το σωματείο με την επωνυμία “Πανελ. Ενωσις Ιδιοκτητών Διαμερισμάτων” η ακύρωση της υπ’ αριθ. Α1β/οικ. 7684/30.7/21.8.1987 αποφάσεως του Υπ. Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων (Φ 457 τ. Β’), με την οποία αντικαταστάθηκε το άρθρο 17 της υπ’ αριθ. 1β/8181/86 Υγειον. Διατάξεως, κατά το μέρος της που επέτρεψε την διατήρηση κατοικιδίων ζώων (μόνο ενός σκύλου και μιας γάτας ή δύο σκύλων ή δύο γατών) σε κάθε διαμέρισμα πολυκατοικίας, και όταν ακόμη ο κανονισμός της απαγορεύει την διατήρηση τέτοιων ζώων, με την παράλληλη θέσπιση όλων των αναγκαίων μέτρων για την τήρηση καθαριότητας στο περιβάλλον και την αποφυγή προκλήσεως ενοχλήσεων σε βάρος των γειτόνων.  Επειδή παραδεκτώς παρεμβαίνουν με κοινό δικόγραφο για την διατήρηση της ισχύος της προσβαλλομένης αποφάσεως το σωματείο με την επωνυμία “Ένωση Ζωοφίλων Ελλάδος”, που κατά το άρθρο 5 του κατ/κού του έχει σαν σκοπό “την ανάπτυξη του συναισθήματος της αγάπης στα κάθε είδους ζώα” και η Π.Λ., που κατοικεί σε διαμέρισμα πολυκατοικίας, ο κανονισμός της οποίας απαγορεύει την διατήρηση ζώων.…………………………Επειδή, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου τούτου, σωματείο που έχει σαν σκοπό την προάσπιση των συμφερόντων των μελών του έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει την ακύρωση διοικητικής πράξεως που θίγει το σύνολο των μελών του ή αμέσως το ίδιο σωματείο, όχι όμως και πράξεως που θίγει ορισμένα από τα μέλη του όταν από την ενδεχόμενη ακύρωσή της βλάπτονται τα συμφέροντα άλλων μελών του (ΣτΕ 424/1976, 3008/1978, 910/1979, 3829/1982, 3404/1984, 1625/1988 κ.ά.). Εν προκειμένω το αιτούν σωματείο που, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Κατ/κού του, έχει σαν σκοπό του την αναγνώριση και κατοχύρωση των δικαιωμάτων των μελών του καθώς και την παρακολούθηση και επίλυση κάθε θέματος που έχει σχέση με την προστασία της ιδιοκτησίας, επικαλείται για την θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός του να ζητήσει την ακύρωση της πιο πάνω αποφάσεως την τήρηση της νομιμότητας στην λειτουργία των πολυκατοικιών, που διασφαλίζεται από την εφαρμογή του Κανονισμού των, οι όροι των οποίων σχετικά με την απαγόρευση της διατηρήσεως ζώων θίγονται με την απόφαση αυτή. Δεδομένου όμως ότι, κατά την κοινή πείρα και αντίληψη, άλλοι από τους ιδιοκτήτες διαμερισμάτων επιθυμούν την διατήρηση σ’ αυτά ζώων και παρά την τυχόν αντίθετη ρήτρα του Κανονισμού της πολυκατοικίας των και άλλοι όχι, το αιτούν σωματείο δεν προσκόμισε στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι όλα τα μέλη του που εμπίπτουν στην επίμαχη ρύθμιση, την κατηγορία των οποίων άλλωστε ούτε καν καθόρισε, επιδιώκουν την ακύρωση της προσβαλλόμενης αποφάσεως. Συνεπώς, εν όψει όσων αναπτύχθηκαν πιο πάνω, το εν λόγω σωματείο, δεν έχει έννομο συμφέρον για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως. Κατ’ ακολουθίαν, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη η αίτηση αυτή και να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις που ασκήθηκαν από την “Ένωση Ζωοφίλων Ελλάδος” και την Π.Λ. καθώς επίσης και από την “Συν. ζωοφίλων σωματείων Ελλάδος”.

[18] Βλ. το  άρθ.  6 του  ν. 3170/03«Διατήρηση ζώων συντροφιάς σε κατοικίες Επιτρέπεται η διατήρηση σε κάθε κατοικία μόνο ενός σκύλου και μιας γάτας ή δύο σκύλων ή δύο γατών. Προκειμένου για πολυκατοικίες (αποτελούμενες από δύο διαμερίσματα και άνω) επιτρέπεται επίσης η διατήρηση ενός σκύλου και μιας γάτας ή δύο σκύλων ή δύο γατών σε κάθε διαμέρισμα ακόμα και εκεί που ο κανονισμός της πολυκατοικίας απαγορεύει τη διατήρηση τέτοιων ζώων, με την προϋπόθεση ότι τα ζώα αυτά διατηρούνται στο ίδιο διαμέρισμα όπου διαμένει ο ιδιοκτήτης και δεν παραμένουν μόνιμα στις βεράντες του διαμερίσματος. Απαγορεύεται η διατήρηση ζώων συντροφιάς σε κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας (πυλωτή, ταράτσα, ακάλυπτους χώρους κλπ.). Επιτρέπεται η διατήρηση ζώων συντροφιάς στους ανοικτούς χώρους των μονοκατοικιών, με την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 1197/1981 (ΦΕΚ 240 Α) και οι αστυνομικές διατάξεις περί κοινής ησυχίας.»

[19] ΜΙΚΤΟ ΟΡΚΩΤΟ ΕΦ ΑΘ Αριθμ. 46-47/1994, ΑΠ 964/1996, 407/1999.

[20] Α.Π. 1761/1994

[21] Διοικ. Πρωτ. Αθ. 2155/1993 ΔΔΙΚΗ/1994 σ. 661 Με αφορμή υπόθεση φορολογίας εισοδήματος και ειδικότερα την  απαλλαγή και του ειδικού επιδόματος ανιχνευτών ή εξουδετερωτών βομβών και εκρηκτικών μηχανισμών και συνοδών σκύλων-ανιχνευτών, παρά τη μη ρητή πρόβλεψη του νόμου και προκειμένου να αποκατασταθεί η παραβίαση της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας.

 

[22] Δεκλερή Μ., Ο δωδεκάδελτος του περιβάλλοντος, Εγκόλπιο Βιωσίμου Αναπτύξεως, Νόμος και Φύση, Αντ. Σάκκουλας, 1996, Δεκλερή Μ,. Το δίκαιο της Βιώσιμης Ανάπτυξης, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2000, Σιούτη Γ., Η συνταγματική κατοχύρωση της προστασίας του περιβάλλοντος, Σάκκουλας, Αθήνα 1985, σ. 13, Καράκωστα Ι., Περιβάλλον και Δίκαιο, Αντ. Σάκκουλας 2000, σ. 121 επ., Παπαδημητρίου Γ., Περιβαλλοντικό Σύνταγμα, Θεμελίωση, περιεχόμενο και λειτουργία, Νόμος και Φύση, τ. 1 1994, σ. 375 επ, Βενιζέλου Ε., Το Αναθεωρητικό Κεκτημένο, Το συνταγματικό φαινόμενο στον 21ο αιώνα και η εισφορά της αναθεώρησης του 2001, Αντ. Ν. Σάκκουλας 2001, σ. 182 επ.,  Κοντιάδη Ξ., Ο νέος συνταγματισμός και τα θεμελιώδη δικαιώματα μετά την αναθεώρηση του 2001, Αντ. Ν. Σάκκουλας 2002, σ. 339 επ. με αναλυτική βιβλιογραφία, κλπ.

[23] Βλ. για το ζήτημα αντί πολλών Δρόσου Ι., Συνταγματικοί περιορισμοί της ιδιοκτησίας και αποζημίωση, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1997, Κασιμάτη Γ., Τα συνταγματικά όρια της ιδιοκτησίας, Δοκίμιον συ­στηματικής θεωρήσεως, Αθήνα, 1972.

[24] Βλ. αντί πολλών Τροβά Ε., Οι τομές για το περιβάλλον στην αναθεώρηση του 2001. Ενας αειφόρος τόπος για την Πολιτεία, σε Τσάτσου Δ., Βενιζέλου Ε., Κοντιάδη Ξ., (επ), Το Νέο Σύνταγμα, Αντ. Ν. Σάκκουλα 2001, σ. 105 επ.

[25] Για τη σχέση ιδιωτιωτικού και δημοσίου δικαίου βλ. αντί πολλών Γεωργιάδη Α., Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, 3η έκδοση , Αντ. Ν. Σάκκουλα 2002, σ. 35 επ. όπου και βιβλιογραφία. Ειδικά βλ. και    Γεωργιάδη Α., Το ιδιωτικό δίκαιο στο κατώφλι του 21ου αιώνα, ΝοΒ 49, σ.569 επ.

[26] Για την μετατόπιση της ατομικής ευθύνης στο νομοθετικό πεδίο βλ. ειδικά Carbonnier J., Essais sur les lois, Repertoire du notariat defrenois.

[27] Ν. 2017 της 20.2/27.2.92 Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς (Α 31)

[28] Καραναστάση Μ., Τα ζώα συντροφιάς- Τ’αδέσποτα σκυλιά κλπ., εκδόσεις Καραναστάση 2004.

[29] Ν. 3170 (ΦΕΚ Α’ 191/29.7.2003) Ζώα συντροφιάς, αδέσποτα ζώα συντροφιάς και άλλες διατάξεις.

[30] Αριθ. 259371 (ΦΕΚ Β’ 781/26.5.2004) Χορήγηση οικονομικής ενίσχυσης για την ίδρυση και λειτουργία καταφυγίων αδέσποτων ζώων συντροφιά. Αντί πολλών βλ. Καραναστάση Μ., ανωτέρω.

[31] Βλ. ειδικά τη ΣτΕ 2144/2002 η οποία αφορά την ίδρυση κυνοκομείων, αλλά και το ρόλο των φιλοζωϊκών οργανώσεων  σύμφωνα με την οποία:

«Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ αριθμ. 36211/5.3.2001 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως. …………………………………………1. Επειδή με την κρινόμενη αίτηση, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (2673437/2001) ζητείται η ακύρωση της αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας, με αριθμό 36211/5.3.2001, περί «Καθορισμού των προϋποθέσεων, δικαιολογητικών, ύψους και τρόπου πληρωμής των δικαιούχων οικονομικής ενισχύσεως, για την κατασκευή κυνοκομείων ή τη βελτίωση υπαρχόντων κυνοκομείων, στα πλαίσια του προγράμματος για την καταπολέμηση της Εχινοκοκκίασης, της Λύσσας, της Λεϊσμανίασης και των λοιπών, ζωοανθρωπονόσων, που μεταδίδονται από το σκύλο στον άνθρωπο και στα παραγωγικά ζώα, σε εφαρμογή της κοινής απόφασης των Υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών, υπ αριθ. 431/2001». 2. Επειδή με την προσβαλλόμενη απόφαση καθορίζονται οι προϋποθέσεις εν γένει οικονομικής ενισχύσεως, για την κατασκευή κυνοκομείων και τη βελτίωση υπαρχόντων. Η απόφαση, όπως συνάγεται και από τον τίτλο της και το περιεχόμενό της, εξεδόθη ενόψει αφενός της κοινής απόφασης των Υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών, με αριθμ. 431/343160/925/12.2.2001 (βλ. κεφ. «Γενικά», εδ. γ΄ της τελευταίας) και αφετέρου του π.δ. 400/83, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το π.δ. 289/92, το οποίο εκδόθηκε προς εκτέλεση του ν. 829/78 (Α΄ 203). Mε τον τελευταίο αυτό νόμο προβλέπονται διάφορα μέτρα για την πρόληψη και καταπολέμηση των νόσων που μεταδίδονται από τα ζώα στους ανθρώπους. Ανάμεσα στα μέτρα αυτά είναι και η περισυλλογή και η, υπό προϋποθέσεις, θανάτωση των αδέσποτων σκύλων. 3. Επειδή, εν όψει του ότι, σκοπός των αιτούντων, σύμφωνα με τα καταστατικά τους, είναι η προστασία των αδέσποτων ζώων (άρθρ. 2 και 3, αντιστοίχως), η κρινόμενη αίτηση με την οποία προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αντίκειται στις διατάξεις του ν. 2017/92, με τον οποίο κυρώθηκε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ζώων συντροφιάς, ασκείται με έννομο συμφέρον (ΣτΕ 4295/86). 4. Επειδή η προσβαλλόμενη πράξη, με την οποία ορίζονται οι προϋποθέσεις και τα δικαιολογητικά των δικαιούχων οικονομικής ενισχύσεως για την κατασκευή κυνοκομείων ή τη βελτίωση των υπαρχόντων συνιστά κανονιστική διοικητική πράξη (ΣτΕ 4295/86), η οποία, όπως βεβαιώνει η Διοίκηση (260632/28-5-2002 έγγραφο του Υπουργείου Γεωργίας προς το Δικαστήριο), δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, όπως επεβάλλετο κατά το άρθρο 1 παρ. 1 εδ. γ του Ν. 301/1976 (ΦΕΚ 91 Α΄), δεδομένου ότι δεν προβλέπεται γι αυτήν στο νόμο άλλος τρόπος δημοσιότητος, και επομένως τυγχάνει ανυπόστατη. Από τα στοιχεία όμως του φακέλου προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη πράξη είχε κοινοποιηθεί στους αποδέκτες της και είχαν ξεκινήσει οι σχετικές διαδικασίες για την υλοποίησή της, με την εκδήλωση ενδιαφέροντος και την υποβολή σχετικών αιτήσεων από διαφόρους Δήμους και Κοινότητες. Πλην όμως δεν ολοκληρώθηκε η υλοποίησή της, διότι δεν κατέστη δυνατή η εκταμίευση των πιστώσεων μέσα στο έτος 2001. Αλλ’ η κοινοποίηση της πράξεως στους αποδέκτες της, όπως έχει ήδη κριθεί (ΣτΕ 1328/89, 4108/99 Ολομ., 951/2000, 1583, 4097/2001), επέχει θέση εφαρμογής και συνεπώς η προσβαλλόμενη, αν και ανυπόστατη λόγω της μη δημοσιεύσεώς της, εφόσον έχει τεθεί σε εφαρμογή πρέπει να ακυρωθεί για τον λόγο αυτόν, ο οποίος εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση. Δ ι ά τ α ύ τ α Δέχεται την αίτηση. Ακυρώνει την 36211/5-3-2001 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας.»

[32] Βλ. αντί πολλών Καράκωστα Ι., Περιβάλλον και Δίκαιο, Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2000,  Καράκωστα Ι., Η προστασία της άγριας πανίδας ως περιβαλλοντικού αγαθού σε Καράκωστα Ι., Μπρεδήμα Α., Η προστασία των ζώων και το δίκαιο, ανωτέρω σ. 127 επ. όπου και αναλυτική βιβλιογραφία, Σιούτη Γλ., Εγχειρίδιο Δικαίου Περιβάλλοντος, Δημόσιο Δίκαιο και Περιβάλλον, Αντ. Ν. Σάκκουλα 2003, Νικολόπουλου Τ., Η προστασία των φυσικών οικοτόπων στο κοινοτικό δίκαιο, Νόμος και Φύση 1997 ηλεκτρονική δημοσίευση σε http://www.nomosphysis.org.gr/articles.php?artid=22&lang=1&catpid=1 με αναλυτική βιβλιογραφία κλπ.

[33] Το ζήτημα επιτρέπει βεβαίως σημαντικούς μεθοδολογικούς προβληματισμούς. Ενδεικτικά βλ. Σούρλα Π., Θεμελιώδη ζητήματα της μεθοδολογίας του δικαίου, μέρος α., θεωρητική στοιχείωση, Αντ. Ν. Σάκκουλας 1986, σ. 87 επ., Sourioux J-L, Lerat P., Le langage du droit, PUF, 1975,  Δουζίνας Κ., Warrington R., Ο λόγος του νόμου. Ερμηνεία, αισθητική και ηθική στο δίκαιο, Αλεξάνδρεια, 1996, σ.12 επ., βλ. ακόμη τις θεωρητικές θέσεις του Ρικαίρ Π., Λόγος και Σύμβολο, Μούσες, εκδ. Αρμός 2002, και Stolleis M., H Iστορία του δικαίου ως ποιητική, Εισαγωγή- Μετάφραση Βασιλική Ρουστοπάνη- Neumann, Έρασμος, Φιλοσοφία 21, 2002, σ. 1, Μπόσδα A.., Λογική και Δίκαιο, ΝοΒ 37, σ. 1393.

[34] Βλ. ειδικά Μπρεδήμα Α., Η προστασία των ζώων κατά το διεθνές δίκαιο σε Καράκωστα Ι., Μπρεδήμα Α., Η προστασία των ζώων και το δίκαιο, ανωτέρω σ. 171 επ., όπου και αναλυτική βιβλιογραφία.

[35] Βλ. αντί πολλών Δελλή Γ., Κοινοτικό Δίκαιο Περιβάλλοντος, Οι διαστάσεις της προστασίας του περιβάλλοντος στην κοινοτική έννομη τάξη, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1998, Καράκωστα Ι.- Σιούτη Γλ. (επ), Εισαγωγή στο κοινοτικό δίκαιο περιβάλλοντος, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα, 1993.

 

[36] Βλ. ειδικά Κουσκουνά Μ., Η προστασία των ζώων στο κοινοτικό δίκαιο, Καράκωστα Ι., Μπρεδήμα Α., Η προστασία των ζώων και το δίκαιο, ανωτέρω σ. 194 επ. με αναλυτική βιβλιογραφία και νομολογιακές αναφορές.

[37] «Οι διατάξεις των άρθ. 28 και 29 δεν αντιτίθενται στις απαγορεύσεις ή στους περιορισμούς εισαγωγών, εξαγωγών ή διαμετακομίσεων που δικαιολογούνται από λόγους δημοσίας ηθικής, δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας, προστασίας της υγείας και της ζωής των ανθρώπων και των ζώων ή προφυλάξεως των φυτών, προστασίας των εθνικών θησαυρών που έχουν καλλιτεχνική, ιστορική ή αρχαιολογική αξία, ή προστασίας της βιομηχανικής και εμπορικής ιδιοκτησίας. Οι απαγορεύσεις ή οι περιορισμοί αυτοί δεν δύνανται πάντως να αποτελούν ούτε μέσο αυθαιρέτων διακρίσεων ούτε συγκαλυμμένο περιορισμό στο εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών».

 

[38] Βλ. την οδηγία 86/609/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 1986, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς και άλλους επιστημονικούς σκοπού.

 

[39] C-152/00, της 12ης Σεπτεμβρίου 2002 Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας, C-354/99, της 18ης Οκτωβρίου 2001 Επιτροπή κατά Ιρλανδίας.

[40] Για το ζήτημα της ιδιωτικής αυτονομίας βλ. αντί πολλών Γεωργιάδη Α., Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, 3η έκδοση , Αντ. Ν. Σάκκουλα 2002, σ. 14 επ.

[41] Ιδίως βλ.  Γεωργιάδη Α., Το ιδιωτικό δίκαιο στο κατώφλι του 21ου αιώνα, ΝοΒ 49, σ.569 επ. με αναλυτική βιβλιογραφία.