η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις δημόσιες συμβάσεις

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις δημόσιες συμβάσεις

Δημόσιες συμβάσεις

Ο δημόσιες αρχές συνάπτουν συμβάσεις προκειμένου να διασφαλίσουν την εκτέλεση έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών. Οι εν λόγω συμβάσεις, οι οποίες συνάπτονται έναντι αμοιβής με μία ή περισσότερες επιχειρήσεις, καλούνται δημόσιες συμβάσεις και αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό κομμάτι του ΑΕγχΠ της ΕΕ.

Νομική βάση

Άρθρα 26, 34, 53 παράγραφος 1, 56, 57, 62 και 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

Στόχοι

Οι δημόσιες συμβάσεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην οικονομία των κρατών μελών. Εκτιμάται ότι αντιστοιχούν σε ποσοστό που υπερβαίνει το 16% του ΑΕγχΠ της Ένωσης. Πριν από την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, το ποσοστό των δημοσίων συμβάσεων που ανατίθεντο σε αλλοδαπές επιχειρήσεις ήταν μόλις 2%. Διαδραματίζουν καίριο ρόλο σε ορισμένους τομείς (όπως οι κατασκευές και τα δημόσια έργα, η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες και η βαριά βιομηχανία) και χαρακτηρίζονται ιστορικά από την προτίμηση στους εγχώριους προμηθευτές, βάσει νομοθετικών ή διοικητικών κανόνων. Αυτή η έλλειψη ανοικτού και αποτελεσματικού ανταγωνισμού συνιστούσε ένα εμπόδιο στην ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, με αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους για τις αναθέτουσες αρχές και την παρεμπόδιση, σε ορισμένους καίριους κλάδους, της ανάπτυξης της ανταγωνιστικότητας.

Η εφαρμογή των αρχών της εσωτερικής αγοράς (συγκεκριμένα της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και του ελεύθερου ανταγωνισμού) στις συμβάσεις αυτές διασφαλίζει καλύτερη κατανομή των οικονομικών πόρων και πιο ορθολογική χρήση των δημόσιων κονδυλίων (οι δημόσιες αρχές αποκτούν προϊόντα και υπηρεσίες της υψηλότερης διαθέσιμης ποιότητας στην καλύτερη τιμή υπό συνθήκες εντονότερου ανταγωνισμού). Η προτίμηση στις επιχειρήσεις με τις καλύτερες επιδόσεις σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή αγορά ενθαρρύνει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εταιρειών (οι οποίες έτσι έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν το μέγεθος και να αναπτύξουν τα καταστήματά τους) και ενισχύει τον σεβασμό των αρχών της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης, του γνήσιου ανταγωνισμού και της αποδοτικότητας μειώνοντας, ως εκ τούτου, τον κίνδυνο απάτης και διαφθοράς. Μια πραγματικά ανοικτή ενιαία αγορά μπορεί να επιτευχθεί μόνον όταν όλες οι εταιρείες μπορούν να ανταγωνίζονται για τις συμβάσεις αυτές σε ισότιμη βάση.

Επιτεύγματα

Η Κοινότητα εφοδιάστηκε με νομοθεσία που αποσκοπεί στον συντονισμό των εθνικών κανόνων, επιβάλλοντας υποχρεώσεις σχετικά με τη δημοσιότητα των προσκλήσεων υποβολής προσφορών και τα αντικειμενικά κριτήρια εξέτασης των προσφορών. Έπειτα από την έγκριση διαφόρων κανονιστικών πράξεων από τη δεκαετία του 1960 και μετά, η Κοινότητα αποφάσισε να απλοποιήσει και να συντονίσει τη νομοθεσία περί δημόσιων συμβάσεων, και ενέκρινε τέσσερις οδηγίες εν προκειμένω (92/50/ΕΟΚ, 93/36/ΕΟΚ, 93/37/ΕΟΚ και 93/38/ΕΟΚ). Τρεις από τις οδηγίες αυτές συγχωνεύθηκαν, με στόχο την απλοποίηση και την αποσαφήνιση, στην οδηγία 2004/18/ΕΚ, περί των δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (που διορθώθηκε από την οδηγία 2005/75/ΕΚ) και στην οδηγία 2004/17/ΕΚ σχετικά με τους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών). Ορισμένα παραρτήματα αμφοτέρων των οδηγιών τροποποιήθηκαν με την οδηγία 2005/51/ΕΚ. Με την οδηγία 2009/81/ΕΚ θεσπίστηκαν συγκεκριμένοι κανόνες για την προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού, οι οποίοι διευκολύνουν την πρόσβαση των εταιρειών αμυντικού εξοπλισμού στις αντίστοιχες αγορές των άλλων κρατών μελών.

Μεταρρύθμιση

Το 2014, εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ένα νέο πακέτο για τις δημόσιες συμβάσεις, με στόχο να απλουστευτούν οι διαδικασίες και να καταστούν πιο ευέλικτες, προκειμένου να ενθαρρυνθεί η πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις για τις ΜΜΕ και για να εξασφαλιστεί ότι θα δίνεται μεγαλύτερη προσοχή σε κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια. Το νομοθετικό πλαίσιο περιλαμβάνει την οδηγία 2014/24/EΕ της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις (κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ) και την οδηγία 2014/25/EΕ της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με συμβάσεις που συνάπτονται από φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (κατάργηση της οδηγίας 2004/17/ΕΚ). Η νέα δέσμη μέτρων για τις δημόσιες συμβάσεις ολοκληρώνεται με μια νέα οδηγία για τις συμβάσεις παραχώρησης (οδηγία 2014/23/EΕ της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης), η οποία θεσπίζει κατάλληλο νομικό πλαίσιο για την ανάθεση των συμβάσεων παραχώρησης, εξασφαλίζοντας ότι όλοι οι οικονομικοί παράγοντες της ΕΕ θα έχουν αποτελεσματική και χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ, παρέχοντας μεγαλύτερη ασφάλεια σε σχέση με τον ισχύοντα νόμο.

Η εξωτερική συνιστώσα των δημοσίων συμβάσεων λαμβάνεται επίσης υπόψη στην πρόταση κανονισμού της Επιτροπής της 21ης Μαρτίου 2012 για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την πρόσβαση των αγαθών και υπηρεσιών τρίτων χωρών στην εσωτερική αγορά της ΕΕ στις διαδικασίες δημόσιων συμβάσεων, που υποστηρίζει τις διαπραγματεύσεις σχετικά με την πρόσβαση αγαθών και υπηρεσιών της ΕΕ στις αγορές δημοσίων συμβάσεων τρίτων χωρών.

Τον Απρίλιο του 2012, η Επιτροπή ενέκρινε στρατηγική για τις ηλεκτρονικές δημόσιες συμβάσεις[1], με στόχο την επίτευξη της πλήρους καθιέρωσης των ηλεκτρονικών προμηθειών από τα μέσα του 2016, και στο νομοθετικό ψήφισμά του της 11ης Μαρτίου 2014 το Κοινοβούλιο ενέκρινε την πρόταση οδηγίας του Ιουνίου 2013 για την ηλεκτρονική τιμολόγηση στις δημόσιες συμβάσεις. Στις 16 Απριλίου 2014, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με την οδηγία για την έκδοση ηλεκτρονικών τιμολογίων στο πλαίσιο των δημόσιων συμβάσεων[2].

Ορισμοί

Ως «δημόσιες συμβάσεις» νοούνται οι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας οι οποίες συνάπτονται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων και μιας ή περισσότερων αναθετουσών αρχών και έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών.

Ως «αναθέτουσες αρχές» νοούνται το κράτος, οι περιφερειακές ή οι τοπικές αρχές, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου ή οι ενώσεις μίας ή περισσότερων από αυτές τις αρχές ή ενός ή περισσότερων από αυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου.

«Συμβάσεις παραχώρησης» είναι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας συναπτόμενες εγγράφως μέσω των οποίων μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς αναθέτουν την εκτέλεση των εργασιών (στην περίπτωση των συμβάσεων παραχώρησης έργων) ή την παροχή και τη διαχείριση των υπηρεσιών (στην περίπτωση των συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών) σε έναν ή περισσότερους οικονομικούς φορείς, η εξέταση των οποίων συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης των έργων ή των υπηρεσιών που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης, είτε στο δικαίωμα αυτό σ ε συνδυασμό με καταβολή αμοιβής. Η ανάθεση μιας σύμβασης παραχώρησης συνεπάγεται τη μεταβίβαση στον ανάδοχο του λειτουργικού κινδύνου.

Διαδικασία δημοσίων συμβάσεων

Όλες οι διαδικασίες πρέπει να είναι σύμφωνες με τις αρχές του κοινοτικού δικαίου και, ειδικότερα, με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, την ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, καθώς και τις αρχές που απορρέουν από αυτές, όπως η ίση μεταχείριση, η μη διακριτική μεταχείριση, η αμοιβαία αναγνώριση, η αναλογικότητα και η διαφάνεια. Πρέπει επίσης να τηρούνται οι αρχές του ανταγωνισμού, της εμπιστευτικότητας και της αποτελεσματικότητας.

α. Είδη διαδικασιών

Οι προσκλήσεις υποβολής προσφορών πρέπει να αντιστοιχούν σε τρία είδη διαδικασίας, που χρησιμοποιούνται βάσει ενός συστήματος κατώτατων ορίων, σε συνδυασμό με τις μεθόδους υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας κάθε δημόσιας σύμβασης και τις ενδείξεις για τη διαδικασία που θα χρησιμοποιηθεί, υποχρεωτική ή ενδεικτική, όπως αναφέρεται στις οδηγίες. Στην «ανοικτή διαδικασία» μπορεί να υποβάλει προσφορά κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας. Στην «κλειστή διαδικασία» μπορούν να υποβάλουν προσφορά μόνο προσκεκλημένοι υποψήφιοι. Στην «ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση», κάθε οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής, αλλά μόνο οι υποψήφιοι καλούνται, μετά από την αξιολόγηση των παρεχομένων πληροφοριών, να υποβάλουν αρχική προσφορά που χρησιμεύει ως βάση για τις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν. Στο πλαίσιο της διαδικασίας του «ανταγωνιστικού διαλόγου», κάθε οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής, αλλά μόνο οι υποψήφιοι μπορούν να κληθούν να συμμετάσχουν στον διάλογο. Χρησιμοποιείται όταν οι αναθέτουσες αρχές δεν είναι σε θέση να ορίσουν τα μέσα που απαιτούνται για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες τους ή να εκτιμήσουν τη λύση που μπορεί να προσφέρει η αγορά. Η σύμβαση ανατίθεται αποκλειστικά βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της καλύτερης σχέσης ποιότητας-τιμής. Έχει δημιουργηθεί μια νέα διαδικασία, η «εταιρική σχέση καινοτομίας», για τις περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει ανάγκη για καινοτόμο λύση που δεν είναι ήδη διαθέσιμη στην αγορά. Η αναθέτουσα αρχή αποφασίζει να δημιουργήσει τη σύμπραξη καινοτομίας με έναν ή περισσότερους εταίρους για να διενεργηθούν ξεχωριστές δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης, προκειμένου να διαπραγματευτεί νέα καινοτόμο λύση κατά τη διάρκεια της διαδικασίας υποβολής προσφορών. Τέλος, σε ειδικές περιπτώσεις και περιστάσεις, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις μέσω διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση.

β. Κριτήρια για την ανάθεση της σύμβασης

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να βασίζουν την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά. Η μεταρρύθμιση των κανόνων περί δημοσίων συμβάσεων εισήγαγε αυτό το νέο κριτήριο ανάθεσης με βάση την αρχή της «πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς» (το κριτήριο «ΠΣΟΑΠ»), η οποία έχει ως στόχο να εξασφαλίσει την καλύτερη αξιοποίηση των χρημάτων (και όχι την χαμηλότερη τιμή), δηλαδή, συνεκτιμά την ποιότητα, καθώς και την τιμή ή το κόστος του κύκλου ζωής του έργου, του προϊόντος ή της οικείας υπηρεσίας. Το κριτήριο αυτό δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην ποιότητα, το περιβάλλον και σε κοινωνικές πτυχές, καθώς και στην καινοτομία.

γ. Κανόνες δημοσιότητας και διαφάνειας

Οι διαδικασίες σύναψης συμβάσεων πρέπει να εξασφαλίζουν την απαραίτητη διαφάνεια σε όλα τα στάδια. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως μέσω της δημοσίευσης των βασικών στοιχείων των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων και με τη διάδοση των πληροφοριών σχετικά με τους υποψηφίους και τους προσφέροντες (π.χ. τα κριτήρια και τις ρυθμίσεις που θα εφαρμοστούν όσον αφορά την απόφαση ανάθεσης της σύμβασης, σχετικά με πληροφορίες για τη διεξαγωγή και την πρόοδο της διαδικασίας και πληροφορίες σχετικά με τους λόγους απόρριψης), καθώς και μέσω της παροχής επαρκούς τεκμηρίωσης για όλα τα στάδια της διαδικασίας.

δ. Διορθωτικά μέτρα

Προκειμένου να αντιμετωπιστούν περιπτώσεις παραβίασης των κανόνων περί δημοσίων συμβάσεων από τις αναθέτουσες αρχές, η οδηγία για τις προσφυγές (οδηγία 2007/66/ΕΚ) προβλέπει ένα αποτελεσματικό σύστημα αξιολόγησης που καλύπτει τόσο τις οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις όσο και την οδηγία για τις συμβάσεις παραχώρησης, και εισάγει δύο σημαντικά στοιχεία. Η περίοδος ισχύος της προσφοράς (standstill) — μετά την απόφαση ανάθεσης — παρέχει στους προσφέροντες την ευκαιρία να εξετάσουν την απόφαση και να αποφασίσουν εάν θα κινήσουν διαδικασία αναθεώρησης. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου των τουλάχιστον 10 ημερών, οι αναθέτουσες αρχές δεν μπορούν να υπογράψουν τη σύμβαση. Η οδηγία για τις προσφυγές θεσπίζει επίσης αυστηρότερους κανόνες για την προστασία από την παράνομη απευθείας ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων.

ε. Άλλες πτυχές των δημόσιων συμβάσεων

Οι νέοι κανόνες προωθούν τις πράσινες δημόσιες συμβάσεις μέσω της προσέγγισης του κόστους κύκλου ζωής και της δυνατότητα αναφοράς σε συγκεκριμένη ετικέτα ή οικολογικό σήμα. Οι κοινωνικές πτυχές είναι επίσης σημαντικές, με ειδικές διατάξεις για την κοινωνική ένταξη, τα κοινωνικά κριτήρια, την υπεργολαβία, καθώς και απλουστευμένο καθεστώς για τις συμβάσεις υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στις οδηγίες. Κεντρικό στοιχείο των δημοσίων συμβάσεων είναι και η περιστολή της γραφειοκρατίας και η βελτίωση της πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις δημόσιες συμβάσεις. Οι νέοι κανόνες εισάγουν το «ευρωπαϊκό ενιαίο έγγραφο για τις δημόσιες συμβάσεις» και τη χρήση των υπεύθυνων δηλώσεων. Η πρόσβαση των ΜΜΕ στις δημόσιες συμβάσεις θα πρέπει να ενισχυθεί, ιδίως από τη δυνατότητα διαίρεσης των συμβάσεων σε παρτίδες και με τον περιορισμό των ετήσιων αναγκών περί κύκλου εργασιών. Οι νέες οδηγίες καθιστούν υποχρεωτική την προοδευτική χρήση των ηλεκτρονικών δημόσιων συμβάσεων και τον ορισμό ειδικών κανόνων σχετικά με τις τεχνικές και τα μέσα για την ηλεκτρονική και συγκεντρωτική δημόσια σύμβαση, όπως οι συμφωνίες-πλαίσιο, τα δυναμικά συστήματα αγορών, τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, τους ηλεκτρονικούς καταλόγους, τις κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών, τις διασυνοριακές από κοινού δημόσιες συμβάσεις. Οι οδηγίες περιλαμβάνουν τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τις εσωτερικές σχέσεις, καθιστώντας δυνατή, υπό προϋποθέσεις, για τις αναθέτουσες αρχές την ανάθεση σύμβασης στην επιχείρηση, χωρίς την εφαρμογή της διαδικασίας προμηθειών. Τέλος, οι νέοι κανόνες ενισχύουν την ισχύουσα νομοθεσία όσον αφορά τις συγκρούσεις συμφερόντων, την ευνοιοκρατία και τη διαφθορά, την παροχή ενισχυμένων εγγυήσεων για ορθές διαδικασίες όσον αφορά τους λόγους αποκλεισμού, την εκ των προτέρων διαβούλευση, την τροποποίηση των συμβάσεων, καθώς και τη διαφάνεια.

Παραχωρήσεις

Ενώ η αναθεώρηση των κανόνων για τον τομέα των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας ευθυγραμμίζεται, κατά το μάλλον ή ήττον με την αναθεώρηση των κανόνων που διέπουν τις γενικές δημόσιες συμβάσεις (αν και προσαρμόζονται έτσι ώστε να διαφυλαχθεί η δυνατότητα μεγαλύτερης ευελιξίας όσον αφορά τις πρακτικές για τις οντότητες που ασκούν εμπορική ή βιομηχανική δραστηριότητα), οι νέοι κανόνες για τις συμβάσεις παραχώρησης είναι πολύ πιο συγκεκριμένοι.

Η οδηγία εφαρμόζεται μόνο στις συμβάσεις παραχώρησης, με αξία ίση ή μεγαλύτερη των 5 εκατ. ευρώ, και ορισμένα είδη παραχωρήσεων που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των παραχωρήσεων που συνδέονται με το πόσιμο νερό. Σε αντίθεση με τις γενικές διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων, οι αναθέτουσες αρχές είναι ελεύθερες να διαρθρώσουν τη διαδικασία για τις συμβάσεις παραχώρησης, σύμφωνα με τα εθνικά πρότυπα ή τις δικές τους προτιμήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι ακολουθούν ορισμένους βασικούς κανόνες που προβλέπουν τα εξής: δημοσίευση της προκήρυξης ανάθεσης· παροχή πληροφοριών σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις και τα κριτήρια ανάθεσης· σεβασμό καθορισμένων απαιτήσεων και αποκλεισμό των υποψηφίων που δεν τις πληρούν· αποκλεισμό των υποψηφίων που έχουν καταδικαστεί για ορισμένα εγκλήματα, όπως απάτες και ξέπλυμα χρήματος· και παροχή πληροφοριών στους συμμετέχοντες σχετικά με τον τρόπο οργάνωσης της διαδικασίας και ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα. Επιπλέον, το θέμα της παραχώρησης, τα κριτήρια ανάθεσης και οι ελάχιστες απαιτήσεις δεν μπορούν να αποτελούν αντικείμενο διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων παραχώρησης. Οι συμβάσεις παραχώρησης περιορισμένης χρονικής διάρκειας και το ζήτημα του κατά πόσον μπορούν να επεκταθούν ή όχι, πρέπει να αξιολογούνται με τη διαδικασία για τις τροποποιήσεις της σύμβασης.

Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Πριν από την έγκριση της δέσμης μέτρων για τις δημόσιες συμβάσεις, στις 15 Ιανουαρίου 2014, το Κοινοβούλιο είχε εγκρίνει διάφορα ψηφίσματα, συμπεριλαμβανομένου αυτού της 18ης Μαΐου 2010 σχετικά με τις νέες εξελίξεις στις δημόσιες συμβάσεις, της 12ης Μαΐου 2011 σχετικά με την ισότιμη πρόσβαση στις αγορές του δημόσιου τομέα στην ΕΕ και σε τρίτες χώρες, και της 25ης Οκτωβρίου 2011 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των δημοσίων συμβάσεων. Στα ψηφίσματα αυτά, το Κοινοβούλιο υποστήριζε, μεταξύ άλλων, μέτρα απλούστευσης (π.χ. ευέλικτες διαδικασίες), και απηύθυνε έκκληση για ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου. Έκρινε ότι η φθηνότερη τιμή δεν πρέπει να αποτελεί το μοναδικό κριτήριο που λαμβάνεται υπόψη κατά την ανάθεση των συμβάσεων, αλλά μάλλον η καλύτερη σχέση τιμής, όπου θα πρέπει επίσης να συνεκτιμώνται τα κριτήρια βιωσιμότητας (όπως είναι το κόστος κύκλου ζωής, περιβαλλοντικά και κοινωνικά κριτήρια).

[1] COM(2012)0179.

[2]Οδηγία 2014/55/EΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την έκδοση ηλεκτρονικών τιμολογίων στο πλαίσιο των δημόσιων συμβάσεων, ΕΕ L 133 της 6.5.2014, σ. 1.

Mariusz Maciejewski

08/2015