02 Nov Προηγούμενη ακρόαση
Οι αποφάσεις αυτές έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι θέτουν το ζήτημα της αρχής της προηγούμενης ακρόασης, αλλά κυρίως το πότε τούτη πρέπει να εξασφαλίζεται στο διοικούμενο σε νέα βάση. Το δικαίωμα της προηγούμενης είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα (άρθρο 20 Σ) και συνίσταται στη δυνατότητα του διοικούμενου να διατυπώσει τις απόψεις του πριν από την έκδοση δυσμενούς για αυτόν διοικητικής πράξης .
Στην προκειμένη περίπτωση αντιμετωπίστηκε η νομιμότητα επιβολής προστίμων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ.
Το Δικαστήριο κάνει στις ανωτέρω αποφάσεις ρητή αναφορά στο άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης ισχύει για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του. Επίσης μνημονεύεται και το άρθρο 34 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, από το οποίο προβλέπεται η δυνατότητα διοικητικής επίλυσης της διαφοράς σε σχέση με το επιβληθέν πρόστιμο.
Κατά την εκτίμηση του Δικαστηρίου σε περίπτωση διενέργειας φορολογικού ελέγχου η φορολογική αρχή έχει την υποχρέωση να εξασφαλίζει στο φερόμενο ως παραβάτη την ευχέρεια να εκθέσει τις απόψεις του πριν από την επιβολή οποιουδήποτε προστίμου. Θα πρέπει μάλιστα να του επιδίδεται σχετικό σημείωμα με κλήση για παροχή εξηγήσεων. Αυτή είναι η υποχρέωση που έχει η αρμόδια διοικητική αρχή έναντι του διοικουμένου πριν επιβάλει το πρόστιμο. Η συμμόρφωσή της προς την αρχή αυτή αποτελεί προϋπόθεση για τη νομιμότητα της όλης διαδικασίας και δεν μπορεί να αναπληρωθεί από τη δυνατότητα που παρέχεται στο διοικούμενο να ζητήσει τη διοικητική επίλυση της διαφοράς. Το θεσπιζόμενο με το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος δικαίωμα συνίσταται στην «προηγούμενη» ακρόαση ακρόασή του από την αρμόδια αρχή, άρα στην ακρόαση του πριν από την επιβολή προστίμου. Με τη σκέψη του αυτή το Δικαστήριο έκανε δεκτό τον ισχυρισμό της αναιρασείουσας ότι κατά παράβαση του άρθρου 20 παρ. 2 δεν κλήθηκε πριν από την έκδοση της ένδικής πράξης επιβολής προστίμου να εκθέσει τις απόψεις της.
Στο σημείο αυτό πάντως θα πρέπει οπωσδήποτε να γίνει αναφορά στο άρθρο 6 παρ. 4 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν. 2690/1999), σύμφωνα με το οποίο οι διατάξεις σχετικά με την υποχρέωση των διοικητικών αρχών να παρέχουν τη δυνατότητα στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο να εκφράσει τις απόψεις του, εφαρμόζονται και όταν οι σχετικές μετά τη δυσμενή διοικητική πράξη διατάξεις προβλέπουν τη δυνατότητα άσκησης διοικητικής προσφυγής. Στην παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται και η διαδικασία, με την οποία γίνεται η κλήση προς ακρόαση, η οποία είναι έγγραφη και κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο τουλάχιστον πέντε ημέρες πριν από την ημέρα της ακρόασης .
Με τη διάταξη αυτή του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας δόθηκε μία σαφής απάντηση σε σχέση με το χρονικό σημείο, στο οποίο θα πρέπει να δίδεται η δυνατότητα στο διοικούμενο να ασκήσει το δικαίωμά του για προηγούμενη ακρόαση και ότι τούτο γίνεται πριν την επιβολή της δυσμενούς πράξης. Η δυνατότητα να επιδιώξει ο διοικούμενος τη διοικητική επίλυση της διαφοράς δεν επαρκεί. Κατά μία άποψη η διάταξη αυτή του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας αποτέλεσε απόκλιση από τη μέχρι τότε νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας . Ωστόσο μετά την εισαγωγή του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας η αρχή αυτή παγιώθηκε, όπως προκύπτει τόσο από τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας που αναλύονται ανωτέρω, αλλά και από παλαιότερες .
Η νέα αυτή διάσταση που δίδεται στην αρχή της προηγούμενης ακρόασης μέσω του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και τη νομολογία που εξετάσαμε, θέτει τη διοικητική δράση, αλλά κυρίως την προστασία του διοικούμενου σε μία νέα βάση.