06 Nov ΕΦΤΑΣΕ ΚΑΙ Η ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΚΑΤ’ΟΙΚΟΝ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ
Τη θυμόμαστε από τον Στρος Καν στις ΗΠΑ με αφορμή την ερωτική του δραστηριότητα. Τώρα και οι ντόπιοι ζωηροί Στρος Καν μπορούν να περιορίζονται κατ’οίκον….
Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδικων, κατάδικων και κρατούμενων σε άδεια και άλλες διατάξεις.
Αρθρο 1
Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα
Α. Στον Ποινικό Κώδικα μετά το άρθρο 110Α προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:
«Αρθρο 110Β
Απόλυση καταδίκων υπό τον όρο του κατ’
οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση
1. Οσοι καταδικάσθηκαν σε ποινή στερητική της ελευθερίας, μπορούν, κατόπιν αιτήσεως τους, να
απολυθούν υπό τον όρο του κατ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, όπως αυτός
ορίζεται στο άρθρο 283Α Κ.Π.Δ., εφόσον έχουν εκτίσει:
α) προκειμένου για πρόσκαιρη κάθειρξη, τα 2/5 της ποινής τους,
β) προκειμένου για ισόβια κάθειρξη, τουλάχιστον 14 έτη.
Στην περίπτωση που συντρέχουν σωρευτικά περισσότερες ποινές, ο κατάδικος πρέπει να έχει
εκτίσει το άθροισμα των τμημάτων των ποινών που προβλέπονται στις περιπτώσεις α και β. Σε
κάθε περίπτωση ο κατάδικος μπορεί να απολυθεί, εάν έχει εκτίσει 17 έτη, ακόμη και όταν το
παραπάνω άθροισμα υπερβαίνει το όριο αυτό. Ως ποινή που εκτίθηκε θεωρείται αυτή που
υπολογίστηκε ευεργετικά κατά το ν. 2058/1952. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν
εφαρμόζονται σε κατάδικους για τα κακουργήματα των άρθρων 22 και 23 του ν. 4139/2013, των
άρθρων 134, 187, 187Α, 336, 338, 339 παράγραφος 1, περιπτώσεις α και β, 342 παράγραφοι 1 και
2, 348Α παράγραφος 4, 351Α παράγραφοι 1, περιπτώσεις α και β και 3, 380 παράγραφοι 1, εδάφιο
δεύτερο και 2 και 299 παράγραφος 1, εφόσον, στην τελευταία περίπτωση, επιβλήθηκε ισόβια
κάθειρξη.
2. Στην περίπτωση της πρόσκαιρης κάθειρξης ο κατάδικος θα πρέπει να έχει παραμείνει στο
σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με το ένα πέμπτο (1/5 ) της ποινής που του
επιβλήθηκε, στη δε περίπτωση της ισόβιας κάθειρξης για χρονικό διάστημα ίσο με δώδεκα (12) έτη.
Το χρονικό διάστημα του ενός πέμπτου (1/5) ή, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης των δώδεκα (12)
ετών, προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο των λοιπών ποινών, που τυχόν έχουν επιβληθεί, στην
περίπτωση που αυτές συντρέχουν σωρευτικά. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο κατάδικος μπορεί να
απολυθεί, εάν έχει εκτίσει πραγματικά στο σωφρονιστικό κατάστημα δεκατέσσερα (14) έτη. Για
την
απόλυση του κρατουμένου κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν απαιτείται να έχει
καταστεί η καταδίκη αμετάκλητη. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται σε
κατάδικους για το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας, για τους οποίους εξακολουθεί να ισχύει το
άρθρο 5 του ν. 2058/1952 ή για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας με πρόθεση της παραγράφου 1
του άρθρου 299 Π.Κ., εφόσον η πράξη αυτή τελέσθηκε εναντίον υπαλλήλου κατά την εκτέλεση
της υπηρεσίας του.
3. Ο απολυθείς σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου επιτρέπεται να ευρίσκεται
προκαθορισμένες ώρες της ημέρας εκτός του τόπου του κατ’ οίκον περιορισμού του αποκλειστικά
για λόγους εργασίας, εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης, συμμετοχής του σε εγκεκριμένο
πρόγραμμα συντήρησης ή απεξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες ή αλκοόλ ή και εκπλήρωσης των
υποχρεώσεων που του έχουν επιβληθεί. Οι ώρες απουσίας του καταδίκου από τον τόπο του κατ’
οίκον περιορισμού του και το σύνολο των υποχρεώσεων του καθορίζονται είτε με το βούλευμα
που διέταξε την απόλυση του είτε μετά τη χορηγηθείσα απόλυση, με διάταξη του Εισαγγελέα
Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής. Με διάταξη του, ο ίδιος Εισαγγελέας είτε κατόπιν
αίτησης του καταδίκου είτε αυτεπάγγελτα, αποφασίζει για την αλλαγή του τόπου του κατ’ οίκον
περιορισμού, την τροποποίηση του προγράμματος των ωρών απουσίας του καταδίκου από αυτόν
και την επιβολή ή τροποποίηση των υποχρεώσεων του τελευταίου. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα
οριζόμενα στο άρθρο 106 παράγραφος 2.
4. Η απόλυση του καταδίκου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου μπορεί να
ανακληθεί, όταν ο κατάδικος δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν και
πιθανολογείται ότι ενόψει της βαρύτητας της παράβασης των υποχρεώσεων του, του τρόπου και
των εν γένει συνθηκών που αυτή συντελέστηκε, δεν παρέχει την προσδοκία ότι θα τηρήσει τις
υποχρεώσεις του στο μέλλον. Σε περίπτωση ανάκλησης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα
σύλληψη δεν υπολογίζεται στην ε-κτιθείσα ποινή. Ο κατάδικος διατηρεί, σε κάθε περίπτωση, το
δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ’ άρθρο 105.
5. Η απόλυση του καταδίκου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αίρεται, όταν ο
κατάδικος, κατά το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στην παράγραφο 6, τελέσει: α)
κακούργημα ή πλημμέλημα από δόλο που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6)
μηνών, για το οποίο καταδικάστηκε αμετακλήτως ή β) το αδίκημα του άρθρου 173Α. Σε
περίπτωση άρσης της απόλυσης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται
στην εκτιθείσα ποινή. Ο κατάδικος στην περίπτωση αυτή δικαιούται να απολυθεί υπό όρο κατ’
άρθρο 105, αφού παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα ένα επιπλέον έτος σε σχέση με τα
οριζόμενα στο άρθρο 105 παράγραφος 1 περιπτώσεις β’ και γ’. Δεν εφαρμόζεται το προηγούμενο
εδάφιο, εάν, κατά το χρόνο που κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί στον
κατάδικο η απόλυση υπό όρο κατ’ άρθρο 105, χωρίς να έχει ανακληθεί, με αποτέλεσμα η ποινή για
την οποία χορηγήθηκε η απόλυση να θεωρείται ότι έχει ήδη εκτιθεί κατά τα οριζόμενα στο άρθρο
109. Εάν, κατά το χρόνο που κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί η απόλυση
κατ’ άρθρο 105, χωρίς όμως να έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο άρθρο
109, τότε αίρεται η χορηγηθείσα απόλυση του άρθρου 105 και ο κατάδικος αποκτά το δικαίωμα
να απολυθεί υπό όρο κατ’ άρθρο 105, αφού παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα ένα
επιπλέον
έτος σε σχέση με τα οριζόμενα στο άρθρο 105 παράγραφος 1 περιπτώσεις β’ και γ’.
6. Η με το παρόν άρθρο χορηγούμενη απόλυση εκτείνεται μέχρι του χρονικού σημείου της
χορήγησης στον κατάδικο της απόλυσης υπό όρο κατ’ άρθρο 105.
7. Οι υποθέσεις οι οποίες αφορούν την τέλεση αδικημάτων των απολυθέντων υπό τον όρο του
κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση εκδικάζονται κατά απόλυτη προτεραιότητα.
Αρθρο 110 Γ
Προϋποθέσεις και διαδικασία για την απόλυση
υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού με
ηλεκτρονική επιτήρηση καταδίκων και την ανάκληση αυτής
1. Για την απόλυση υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση
αποφασίζει κατόπιν αιτήσεως του καταδίκου, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης
της ποινής. Ο κατάδικος δεν κλητεύεται ούτε εμφανίζεται ενώπιον του Συμβουλίου, μπορεί όμως
να υποβάλει έγγραφο υπόμνημα. Εάν το Συμβούλιο κρίνει ότι τούτο είναι αναγκαίο, μπορεί να
διατάξει την ενώπιον του εμφάνιση του καταδίκου. Η απόλυση χορηγείται οπωσδήποτε, εκτός εάν
κριθεί με ειδική αιτιολογία ότι η διαγωγή του καταδίκου, κατά την έκτιση της ποινής του, καθιστά
απολύτως αναγκαία τη συνέχιση της κράτησης του για να αποτραπεί η τέλεση από αυτόν νέων
αξιόποινων πράξεων. Η αίτηση του καταδίκου συνοδεύεται από αναφορά της διεύθυνσης του
καταστήματος κράτησης και έκθεση της κοινωνικής υπηρεσίας του καταστήματος, οι οποίες
εισάγονται στο συμβούλιο από τον Εισαγγελέα των Πλημμελειοδικών. Στην έκθεση της κοινωνικής
υπηρεσίας γίνεται ειδική μνεία στο οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του
καταδίκου, με ιδιαίτερη αναφορά στις σχέσεις του με τα πρόσωπα με τα οποία ενδέχεται να
συνοικήσει εάν του χορηγηθεί η απόλυση αυτή.
2. Αν η αίτηση για απόλυση υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση
δεν γίνει δεκτή, νέα αίτηση μπορεί να υποβληθεί τέσσερις (4) μήνες μετά από την απόρριψη.
3. Για την ανάκληση αποφασίζει το ίδιο Δικαστικό Συμβούλιο, ύστερα από αίτηση του Εισαγγελέα
Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής. Ο κατάδικος κλη-τεύεται υποχρεωτικά δέκα (10)
τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση του Δικαστικού Συμβουλίου. Η απόλυση κατ’ άρθρο
110Β ανακαλείται οποτεδήποτε με διάταξη του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης
της ποινής κατόπιν αιτήσεως του καταδίκου.
4. Σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, για να προληφθεί κίνδυνος της δημόσιας τάξης, ο
Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών του τόπου διαμονής εκείνου που απολύθηκε, μπορεί να διατάξει την
προσωρινή σύλληψη του, ύστερα από την οποία προκαλείται αμέσως, με τη νόμιμη διαδικασία, η
απόφαση για την ανάκληση. Σε περίπτωση οριστικής ανάκλησης, θεωρείται ότι αυτή επήλθε από
την ημέρα της σύλληψης.»
Β. Στον Ποινικό Κώδικα μετά το άρθρο 129 προστίθεται άρθρο 129Α ως εξής:
«Αρθρο 129Α
Απόλυση ανηλίκων υπό τον όρο του κατ’
οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση
1. Ανήλικοι οι οποίοι καταδικάσθηκαν σε ποινή περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων,
μπορούν, κατόπιν αιτήσεως τους, να απολυθούν υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού με
ηλεκτρονική επιτήρηση, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 283Α Κ.Π.Δ., εφόσον έχουν εκτίσει το 1/3
της ποινής τους. Η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται με έκθεση της Κοινωνικής Υπηρεσίας του
καταστήματος κράτησης και έκθεση της Υπηρεσίας Επιμελητών Ανηλίκων. Στις εκθέσεις αυτές
γίνεται ειδική μνεία στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του καταδίκου, με ιδιαίτερη αναφορά στις
σχέσεις του με τα πρόσωπα με τα οποία ενδέχεται να συνοικήσει εάν του χορηγηθεί η απόλυση
αυτή. Ως ποινή που εκτίθηκε θεωρείται αυτή που υπολογίστηκε ευεργετικά κατά τις ισχύουσες
διατάξεις.
2. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση δεν μπορεί να
χορηγηθεί, αν ο ανήλικος δεν έχει παραμείνει σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων για χρονικό
διάστημα ίσο με το ένα πέμπτο (1/5 ) της ποινής του.
3. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση μπορεί να
ανακληθεί, όταν ο ανήλικος δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν και
πιθανολογείται ότι ενόψει της βαρύτητας της παράβασης των υποχρεώσεων του, του τρόπου και
των εν γένει συνθηκών που αυτή συντελέσθηκε, δεν παρέχει την προσδοκία ότι στο μέλλον θα
τηρήσει τις υποχρεώσεις του. Σε περίπτωση ανάκλησης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα
σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή. Ο ανήλικος διατηρεί το δικαίωμα να απολυθεί υπό
όρο κατ’ άρθρο 129.
4. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση αίρεται, όταν ο
ανήλικος, κατά το χρονικό διάστημα που διαρκεί η εν λόγω απόλυση, τελέσει από δόλο πράξη –
που αν την τελούσε ενήλικος θα ήταν πλημμέλημα – για την οποία καταδικάστηκε οποτεδήποτε
αμετακλήτως. Σε περίπτωση άρσης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν
υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή. Ο ανήλικος διατηρεί το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ’
άρθρο 129.
5. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση αίρεται, όταν ο
ανήλικος, κατά το χρονικό διάστημα που διαρκεί η εν λόγω απόλυση τελέσει πράξη – που αν την
τελούσε ενήλικος θα ήταν κακούργημα- για την οποία καταδικάστηκε οποτεδήποτε αμετακλήτως.
Στην περίπτωση αυτή ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην
εκτιθείσα ποινή και ο ανήλικος αποκτά το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ’ άρθρο 129, αφού
παραμείνει στο ειδικό κατάστημα κράτησης νέων ένα επιπλέον έτος σε σχέση με τα οριζόμενα στο
άρθρο 129 παράγραφοι 1 και 4. Δεν εφαρμόζεται το προηγούμενο εδάφιο, εάν κατά το χρόνο που
κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί η απόλυση υπό όρο κατ’ άρθρο 129 χωρίς να
έχει ανακληθεί, με αποτέλεσμα να θεωρείται η ποινή για την οποία χορηγήθηκε η απόλυση ήδη
εκτιθείσα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 129 παράγραφος 7. Εάν κατά το χρόνο που κατέστη η
καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί η απόλυση υπό όρο κατ’ άρθρο 129, χωρίς όμως να έχει
παρέλθει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο άρθρο 129 παράγραφος 7, τότε αίρεται η
χορηγηθείσα απόλυση κατ’ άρθρο 129 και ο κατάδικος αποκτά το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο
κατ’ άρθρο 129, αφού παραμείνει στο ειδικό κατάστημα κράτησης νέων ένα επιπλέον έτος σε
σχέση με τα οριζόμενα στο άρθρο 129 παράγραφοι 1 και 4.
6. Αντίστοιχα ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 110Β παράγραφοι 3 και 7, 110Γ παράγραφος 1
εδάφιο τρίτο και παράγραφος 3 εδάφιο τρίτο, 129 παράγραφος 2 εδάφιο πρώτο και τρίτο,
παράγραφος 4 εδάφιο πρώτο, παράγραφος 5 εδάφιο πρώτο, παράγραφοι 8 και 10.»
Γ. Στον Ποινικό Κώδικα μετά το άρθρο 173 προστίθεται άρθρο 173Α ως εξής:
«Αρθρο 173Α
Παραβίαση περιορισμού κατ’
οίκον με ηλεκτρονική επιτήρηση
1. Όποιος, κατά το χρόνο που τελεί υπό ηλεκτρονική επιτήρηση, με πρόθεση: α) αφαιρεί,
καταστρέφει, φθείρει ή με οποιονδήποτε τρόπο επεμβαίνει στη συσκευή ή στο σύστημα
ηλεκτρονικής επιτήρησης ή β) με οποιονδήποτε τρόπο αλλοιώνει τα συναφή με την επιτήρηση
δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Με την ίδια
ποινή τιμωρείται όποιος, κατά το χρόνο που τελεί υπό ηλεκτρονική επιτήρηση, εκμεταλλευόμενος
βλάβη ή μη ορθή λειτουργία της συσκευής ή του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, διαφεύγει
από την επιτήρηση των αρμοδίων αρχών.
Η ποινή των παραπάνω αδικημάτων εκτελείται ολόκληρη μετά την έκτιση της ποινής που
επιβλήθηκε ή θα επιβληθεί για την πράξη για την οποία ο ηλεκτρονικά επιτηρούμενος ήταν
κρατούμενος.
2. Οποιοσδήποτε συμμετέχει στις παραπάνω πράξεις τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο
ετών. Αν ο συμμετέχων έχει την ιδιότητα του σωφρονιστικού ή αστυνομικού υπαλλήλου ή του
αρμόδιου για την ηλεκτρονική επιτήρηση υπαλλήλου, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι οκτώ ετών.»
Δ. Στο άρθρο 182 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται παράγραφος 3 με το εξής περιεχόμενο:
«3. Με την ποινή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου τιμωρείται όποιος, κατόπιν υποβολής
του σε κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση, παραβιάζει περιορισμούς που του έχουν
επιβληθεί νόμιμα στην ελευθερία της διαμονής του και τις σχετικές υποχρεώσεις του.»
Αρθρο 2
Τροποποιήσεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
Α. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 282 του Κώδικα Ποινικής
Δικονομίας προστίθεται η φράση «και ο κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση».
Β. Στο άρθρο 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μετά την παράγραφο 2 προστίθεται νέα
παράγραφος με αριθμό 3 ως εξής, αναριθμουμένων των λοιπών παραγράφων σε 4, 5 και 6
αντιστοίχως:
«3. α) Κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 283Α,
επιβάλλεται μόνον εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 και κρίνεται
αιτιολογημένα ότι οι άλλοι περιοριστικοί όροι δεν επαρκούν για την επίτευξη των σκοπών του
άρθρου 296, υπό την προϋπόθεση ότι ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα, έχει γνωστή
διαμονή στη χώρα και:
αα) έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν
υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση κρατουμένου ή για παραβίαση
περιορισμών διαμονής και από την συνδρομή ενός εκ των παραπάνω στοιχείων προκύπτει σκοπός
φυγής του, ή
ββ) κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό, όπως προκύπτει από
προηγούμενη αμετάκλητη καταδίκη του για ομοειδή αξιόποινη πράξη, να διαπράξει και άλλα
εγκλήματα.
β) Εάν η αποδιδόμενη στον κατηγορούμενο πράξη απειλείται στο νόμο με ισόβια κάθειρξη ή
πρόσκαιρη κάθειρξη με ανώτατο όριο τα είκοσι έτη ή εάν το έγκλημα τελέσθηκε κατ’
εξακολούθηση ή υπάρχει μεγάλος αριθμός παθόντων από αυτό, μπορεί να διαταχθεί ο κατ’ οίκον
περιορισμός του με ηλεκτρονική επιτήρηση και όταν, με βάση τα συγκεκριμένα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά της πράξης και την εν γένει προσωπικότητα του κατηγορουμένου, κρίνεται
αιτιολογημένα, ότι το μέτρο αυτό παρέχει βάσιμα την προσδοκία ότι ο τελευταίος δεν θα διαπράξει
άλλα εγκλήματα. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται σε υπόδικους για τα
κακουργήματα των άρθρων 22 και 23 του ν. 4139/2013, των άρθρων 134, 187, 187Α, 336, 338,
339 παράγραφος 1, περιπτώσεις α’ και β’, 342 παράγραφοι 1 και 2, 348Α παράγραφος 4, 351Α
παράγραφος 1, περιπτώσεις α’ και β’ και 3, 380 παράγραφοι 1 εδάφιο δεύτερο και 2 και 299
παράγραφος 1.
γ) Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να επιβληθεί κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική
επιτήρηση του κατηγορουμένου και για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά
συρροή, αν προκύπτει σκοπός φυγής του με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στην περίπτωση
α’ και πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου. Στην περίπτωση αυτή, το
ανώτατο
όριο διάρκειας του περιοριστικού όρου είναι έξι μήνες.
δ) Μόνο η κατά νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή του κατ’ οίκον περιορισμού
με ηλεκτρονική επιτήρηση. Κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση δεν διατάσσεται
χωρίς να προηγηθεί σχετικό αίτημα του κατηγορουμένου. Μόνο το γεγονός της μη υποβολής
τέτοιου αιτήματος από τον τελευταίο δεν τον καθιστά δίχως άλλο ύποπτο φυγής ή διάπραξης νέων
εγκλημάτων και αυτό δεν αρκεί για την επιβολή της προσωρινής κράτησης.
ε) Εάν ο κατηγορούμενος δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν σχετικά
με
τον κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση, είναι δυνατή η αντικατάσταση τους με
προσωρινή κράτηση κατά το άρθρο 298. Σε περίπτωση όμως τέλεσης από τον κατηγορούμενο
του εγκλήματος του άρθρου 173Α, ο κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση
αντικαθίσταται με προσωρινή κράτηση.
στ) Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται και για ανήλικο κατηγορούμενο που
έχει συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του, εφόσον η πράξη για την οποία
κατηγορείται, όταν τελείται από ενήλικο, απειλείται στο νόμο με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα
ετών. Στην περίπτωση αυτή ο κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση δεν μπορεί να
υπερβαίνει τους έξι μήνες και μπορεί να παρατείνεται μόνο για τρεις μήνες από το δικαστήριο, στην
περίπτωση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 291. Το αίτημα για κατ’ οίκον
περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση υποβάλλεται σωρευτικά από τον ανήλικο κατηγορούμενο
και από εκείνον που έχει την επιμέλεια του. Εάν ο ανήλικος δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις
που του επιβλήθηκαν σχετικά με τον κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση ή τελέσει το
έγκλημα του άρθρου 173Α, είναι δυνατή η αντικατάσταση του με προσωρινή κράτηση.»
Γ. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
αντικαθίσταται ως εξής:
«Προσωρινή κράτηση μπορεί να επιβληθεί αντί: α) για κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική
επιτήρηση, όταν το μέτρο αυτό δεν επαρκεί ή δεν μπορεί να επιβληθεί λόγω έλλειψης γνωστής
διαμονής του κατηγορουμένου στη χώρα ή λόγω μη υποβολής από τον τελευταίο σχετικού
αιτήματος να υποβληθεί σε αυτό και β) για περιοριστικούς όρους – εάν αιτιολογημένα κριθεί ότι τα
υπό στοιχεία α’ και β’ μέτρα δεν επαρκούν – εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης
παραγράφου του άρθρου αυτού, μόνον αν ο κατηγορούμενος διώκεται για κακούργημα και δεν
έχει γνωστή διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη
φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόποινος ή φυγόδικος ή κρίθηκε ένοχος για απόδραση
κρατουμένου ή για παραβίαση περιορισμών διαμονής και από τη συνδρομή των ανωτέρω
στοιχείων προκύπτει σκοπός φυγής του ή κρίνεται αιτιολογημένα ότι αν αφεθεί ελεύθερος είναι
πολύ πιθανόν, όπως προκύπτει από προηγούμενες αμετάκλητες καταδίκες του για ομοειδείς
αξιόποινες πράξεις, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα.
Δ. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Η παράγραφος 4 εφαρμόζεται και για ανήλικο κατηγορούμενο που έχει συμπληρώσει το
δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του, εφόσον η πράξη για την οποία κατηγορείται απειλείται στο
νόμο με ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών».
Ε. 1. Ο τίτλος του άρθρου 283 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται με τον τίτλο:
«Διαδικασία μετά την απολογία».
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 283 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 282 ο ανακριτής, αμέσως μετά την απολογία
του κατηγορουμένου, μπορεί να τον αφήσει ελεύθερο ή να εκδώσει διάταξη που να του θέτει
περιοριστικούς όρους ή, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του προηγούμενου άρθρου, να εκδώσει
διάταξη επιβολής κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση ή, αν τα ανωτέρω μέτρα δεν
επαρκούν, να εκδώσει ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένο ένταλμα προσωρινής κράτησης,
αφού προηγουμένως και σε κάθε περίπτωση λάβει τη γραπτή σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα.»
ΣΤ. Μετά το άρθρο 283 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται άρθρο 283Α ως εξής:
«Αρθρο 283Α
Κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση
1. Ως «κατ’ οίκον περιορισμός» νοείται η επιβολή στον κατηγορούμενο της υποχρέωσης να μην
εξέρχεται από συγκεκριμένο και ειδικά ορισμένο στη διάταξη του ανακριτή κτίριο ή σύμπλεγμα
κτιρίων, που αποδεδειγμένα συνιστά τον τόπο διαμονής ή κατοικίας του. Για το σκοπό αυτόν ο
κατηγορούμενος επιτηρείται με τη χρήση πρόσφορων ηλεκτρονικών μέσων. Ο κατηγορούμενος
υποχρεούται να μην επεμβαίνει ή επιδρά καθ’ οιονδήποτε τρόπο στα ηλεκτρονικά μέσα και στα
συναφή με την επιτήρηση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Αρμόδια υπηρεσία παρακολουθεί και
καταγράφει μέσω συστήματος γεωεντοπισμού μόνο τη γεωγραφική θέση του κατηγορούμενου και
τηρεί σχετικό αρχείο.
2. Ως προς τη διάρκεια ισχύος του μέτρου του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση
και τη διαδικασία άρσης, εξακολούθησης ή παράτασης της εφαρμόζονται αναλόγως τα οριζόμενα
στα άρθρα 287 και 288 Κ.Π.Δ..
3. Το κόστος των ηλεκτρονικών μέσων επιτήρησης φέρει ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με τα
οριζόμενα στην παράγραφο 4. Για το σκοπό αυτόν με τη διάταξη του ανακριτή επιβάλλεται η
υποχρέωση προκαταβολής των εξόδων επιτήρησης για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους
έξι μήνες. Σε περίπτωση παράτασης της διάρκειας του μέτρου κατά το άρθρο 287, επιβάλλεται με
το σχετικό βούλευμα η προκαταβολή των επιπλέον εξόδων. Αν για οποιονδήποτε λόγο αρθεί ή
αντικατασταθεί το μέτρο πριν από τη συμπλήρωση του χρονικού διαστήματος για το οποίο έχουν
προκαταβληθεί τα έξοδα, τότε με τη σχετική απόφαση, διάταξη ή βούλευμα διατάσσεται η
απόδοση της διαφοράς σε εκείνον που τα προκατέβαλε. Αν ο κατηγορούμενος αθωωθεί,
καταδικασθεί ή παύσει η εναντίον του ποινική δίωξη, εφαρμόζεται ως προς τη διαφορά αντίστοιχα
το άρθρο 303.
4. Σε περίπτωση μη προκαταβολής των εξόδων εντός της χορηγηθείσας από τον ανακριτή
προθεσμίας, ο τελευταίος, μετά από πρόταση του εισαγγελέα, επιβάλλει προσωρινή κράτηση, εκτός
εάν κριθεί με ειδική αιτιολογία ότι ο κατηγορούμενος στερείται την οικονομική δυνατότητα να τα
καταβάλει, οπότε τα έξοδα επιβάλλονται στο Δημόσιο.
5. Εκείνος σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική
επιτήρηση κρατείται μέχρι να προκαταβληθούν τα σχετικά έξοδα που του επιβλήθηκαν. Αφού
καταβληθούν αυτά, οδηγείται στο αρμόδιο όργανο για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου
επιτήρησης, μαζί με τη σχετική διάταξη του ανακριτή. Εάν στη δικαστική περιφέρεια, στην οποία
επιβλήθηκε το μέτρο, δεν είναι αυτό δυνατόν, ο κατηγορούμενος οδηγείται χωρίς αναβολή στην
πλησιέστερη δικαστική περιφέρεια, στην οποία λειτουργεί αρμόδιο όργανο. Αφού προσαρμοσθεί και
ενεργοποιηθεί ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, οδηγείται στο
προκαθορισμένο κτίριο ή σύμπλεγμα κτιρίων και συντάσσεται έκθεση, αντίγραφο της οποίας
εντάσσεται στη δικογραφία. Η διάρκεια του κατ’ οίκον περιορισμού αρχίζει από την ημέρα έκδοσης
της διάταξης επιβολής του.»
Ζ. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται εδάφιο
τελευταίο ως εξής:
«Εάν στον κατηγορούμενο επιβληθεί ο περιοριστικός όρος του κατ’ οίκον περιορισμού με
ηλεκτρονική επιτήρηση, εφαρμόζονται αντίστοιχα και τα οριζόμενα στο άρθρο 283Α, με την
εξαίρεση της παραγράφου 2 του εν λόγω άρθρου.»
Αρθρο 3
Τροποποιήσεις του Σωφρονιστικού Κώδικα
1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 54 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291)
αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Μόνη η ιδιότητα του αλλοδαπού, του αστέγου ή του στερουμένου οικογενείας δεν αποκλείει
τη χορήγηση αδείας. Ειδικοί περιοριστικοί όροι μπορεί να τεθούν στις παραπάνω κατηγορίες από
το αρμόδιο όργανο για την παρακολούθηση των κινήσεων τους από τις Υπηρεσίες Επιμελητών
Ανηλίκων ή Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής. Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, η παρακολούθηση του
καταδίκου μπορεί να γίνεται με καταγραφή της γεωγραφικής θέσης του, μέσω συστήματος
ηλεκτρονικής επιτήρησης από την αρμόδια αρχή με τήρηση σχετικού αρχείου. Για την εφαρμογή
του όρου αυτού απαιτείται η συναίνεση του καταδίκου.»
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 56 του Σωφρονιστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Στον κατάδικο στον οποίο χορηγείται άδεια μπορεί να επιβληθούν περιοριστικοί όροι, ιδίως ως
προς τον τόπο διαμονής του και τον τρόπο διαβίωσης του. Τέτοιοι περιοριστικοί όροι μπορεί να
είναι οι προβλεπόμενοι στις περιπτώσεις β’, δ’, στ’ και η’ της παραγράφου 3 του άρθρου 100 Π.Κ.,
διαζευκτικά ή σωρευτικά. Αν πρόκειται για έφηβο, η άδεια μπορεί να εξαρτηθεί και από τον όρο,
ότι
κατά την έξοδο του από το κατάστημα και την επιστροφή του θα συνοδεύεται από τον γονέα ή το
άτομο που ασκεί την επιμέλεια του ή από το πλησιέστερο συγγενικό του πρόσωπο. Ο κατάδικος
που βρίσκεται σε άδεια υποχρεούται να παρουσιαστεί χωρίς καθυστέρηση στο αστυνομικό τμήμα
του τόπου διαμονής του. Όταν ο κατάδικος εκτίει ποινή ισόβιας ή εικοσιπενταετούς κάθειρξης, η
άδεια μπορεί να χορηγείται με τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού ή του εντοπισμού των
κινήσεων
με ηλεκτρονική επιτήρηση. Για την εφαρμογή του όρου αυτού απαιτείται η συναίνεση του
καταδίκου.»
3. Μετά την παράγραφο 5 του άρθρου 56 του Σωφρονιστικού Κώδικα προστίθεται παράγραφος 6,
ως εξής:
«6. Ως προς την έννοια και τις ειδικές ρυθμίσεις εφαρμογής του κατ’ οίκον περιορισμού και του
εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση εφαρμόζονται αντίστοιχα οι ρυθμίσεις της
παραγράφου 1, των εδαφίων πρώτου και τρίτου της παραγράφου 3 και των εδαφίων πρώτου και
πέμπτου της παραγράφου 5 του άρθρου 283Α Κ.Π.Δ.. Ο κατάδικος σε βάρος του οποίου
επιβλήθηκε ο όρος του κατ’ οίκον περιορισμού ή του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική
επιτήρηση, αφού καταβληθούν τα έξοδα που ορίστηκαν από το αρμόδιο συμβούλιο οδηγείται στο
όργανο που έχει οριστεί για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου επιτήρησης, με τη σχετική
απόφαση του συμβουλίου. Εάν στο κατάστημα κράτησης στο οποίο επιβλήθηκε ο όρος δεν είναι
αυτό δυνατόν, ο κατάδικος μετάγεται χωρίς αναβολή, με απόφαση του ίδιου συμβουλίου στο
πλησιέστερο κατάστημα κράτησης στο οποίο λειτουργεί το όργανο αυτό. Αφού προσαρμοσθεί και
ενεργοποιηθεί ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, οδηγείται στον
προκαθορισμένο χώρο, ενώ συντάσσεται έκθεση, αντίγραφο της οποίας εντάσσεται στον ατομικό
φάκελο (μητρώο) του καταδίκου.»
Αρθρο 4
1. Η επιλογή, προσαρμογή και εγκατάσταση των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων για
την ηλεκτρονική επιτήρηση υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια και του αναγκαίου
για το σκοπό αυτόν εξοπλισμού διενεργείται με κριτήριο την αποτελεσματική επιτήρηση των
προσώπων αυτών, κατά τρόπο ώστε να γίνεται σεβαστή η προσωπικότητα τους και να
συλλέγονται και υπόκεινται σε επεξεργασία μόνο εκείνα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που
είναι αναγκαία και πρόσφορα για την επίτευξη των σκοπών της ηλεκτρονικής επιτήρησης, οι οποίοι
συνίστανται στην ανάγκη διασφάλισης της συμμόρφωσης των επιτηρουμένων προσώπων προς τις
εκ του νόμου υποχρεώσεις τους και την προστασία του κοινωνικού συνόλου δια της αποτροπής,
πρόληψης και καταστολής νέων εγκλημάτων.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών, προσδιορίζονται το είδος, οι προδιαγραφές και η
διαδικασία προμήθειας των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων και εξοπλισμών και
συστημάτων επιτήρησης, η εγκατάσταση, η λειτουργία και η συντήρηση αυτών, η ενδεχόμενη
πιλοτική περίοδος λειτουργίας του συστήματος, ο τρόπος παρακολούθησης και καταγραφής της
γεωγραφικής θέσης των επιτηρουμένων προσώπων, η δαπάνη που θα βαρύνει κάθε επιτηρούμενο
πρόσωπο και ο τρόπος καταβολής της, η έναρξη εφαρμογής του μέτρου και κάθε άλλο θέμα
σχετικό με την τεχνική και επιχειρησιακή υλοποίηση του.
Με το ίδιο διάταγμα ορίζονται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, στα οποία μπορεί να ανατεθεί η
υλοποίηση και η λειτουργία του συστήματος της ηλεκτρονικής επιτήρησης των υποδίκων,
καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια, καθώς και η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου
Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εποπτεύει, ελέγχει και παρακολουθεί τη
διαχείριση του συτήματος από τα ανωτέρω πρόσωπα.
Με το ίδιο ή όμοι διάταγμα και μετά από γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων
Προσωπικού Χαρακτήρα προσδιορίζεται κάθε θέμα σχετικό με το είδος των δεδομένων
προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας, τη συλλογή, την αποθήκευση, τη χρήση και
τους αποδέκτες των δεδομένων αυτών, το χρονικό διάστημα τήρησης αυτών, τα οργανωτικά και
τεχνικά μέτρα για την ασφάλεια της επεξεργασίας τους, τη διαδικασία καταστροφής των
δεδομένων αυτών μετά το πέρας των σκοπών επεξεργασίας τους, τα δικαιώματα των φυσικών
προσώπων στα οποία αφορούν τα δεδομένα, τη γνωστοποίηση της επεξεργασίας και τον έλεγχο
από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και κάθε άλλο θέμα σχετικά με τα
δεδομένα αυτά, σύμφωνα με τις βασικές αρχές του ν. 2472/1997.