Προτάσεις της Επιτροπής για νέες οδηγίες σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις

Προτάσεις της Επιτροπής για νέες οδηγίες σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις

Οι δημόσιες συμβάσεις αποτελούν σταθερά ένα ζήτημα που αφορά τόσο τον εθνικό όσο και τον κοινοτικό νομοθέτη. Στη χώρα μας ήρθαν για άλλη μια φορά στην επικαιρότητα με την ένταξή τους στο Ν. 4046/2012 (ΦΕΚ Α’, 28) Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας.
Ειδικότερα στο παράρτημα V_2_ΕΛΛ Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής και ειδικότερα στο άρθρο 2.5 και τον υπότιτλο «Αποτελεσματικότητα των διαδικασιών» η κυβέρνηση αναλαμβάνει την υποχρέωση να μεταρρυθμίσει το σύστημα των δημοσίων συμβάσεων. Ο σκοπός κατά τα αναφερόμενα στη διάταξη είναι α) η απλούστευση, ο εξορθολογισμός και η ενοποίηση του κορμού της νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων και β) ο εξορθολογισμός των διοικητικών δομών και διαδικασιών στις δημόσιες συμβάσεις. Σχετικό σχέδιο δράσης θα πρέπει να αποσταλεί προς την Επιτροπή ΕΕ εντός του 2ου τριμήνου του 2012. Επίσης η κυβέρνηση οφείλει να παρουσιάσει προσχέδια των αναγκαίων νομοθετικών και οργανωτικών μέτρων προς την Επιτροπή εντός του 4ου τριμήνου 2012. Τέλος, αναλαμβάνεται και η υποχρέωση για διεξοδική αναθεώρηση του συστήματος προσφυγών κατά των διαδικασιών ανάθεσης με στόχο αφενός τη μείωση των σημαντικών και συχνών καθυστερήσεων που προκαλούνται από την υπερβολική χρήση και τις μακροχρόνιες διαδικασίες προσφυγών στις διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων και αφετέρου την εκτίμηση του ρόλου της ΕΑΔΠ στον τομέα αυτό. Σχετικό σχέδιο δράσης προτείνεται από την κυβέρνηση σε συμφωνία με την Επιτροπή ΕΕ.
Σε επίπεδο δικαίου της ΕΕ λιγότερο από μία δεκαετία μετά τη θέσπιση της τελευταίας σειράς οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις το 2004, η Επιτροπή προχώρησε στις 20 Δεκεμβρίου 2011 στη δημοσιοποίηση πρότασης για ανανέωσή τους. Η πρόταση αυτή αποτελεί προϊόν διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους φορείς και έρχεται να τροποποιήσει τις Οδηγίες 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ.

Οι υφιστάμενες ανωτέρω οδηγίες ήρθαν να τροποποιήσουν τις προηγούμενες μετά από το ίδιο περίπου χρονικό διάστημα. Βασικό στοιχείο καινοτομίας ήταν το ότι ενώ πριν από αυτές υπήρχε μία οδηγία για κάθε ξεχωριστό είδος σύμβασης (έργα, προμήθειες και υπηρεσίες) τουλάχιστον με την 2004/18/ΕΚ το σύνολο των δημοσίων συμβάσεων ρυθμίζεται από μία και μόνο οδηγία. Αντίστοιχα η 2004/17 ορίζει τα σχετικά με τις συμβάσεις αυτές στους λεγόμενες εξαιρούμενους τομείς.

Η πρόταση της Επιτροπής διατηρεί το υφιστάμενο σχήμα με μία γενική οδηγία και μία για τους εξαιρούμενους τομείς, ενώ για πρώτη φορά προτείνεται η θέσπιση μιας οδηγίας ειδικά για τις συμβάσεις παραχώρησης.

Η Επιτροπή στην αιτιολόγηση της πρότασής της για τα νέα σχέδια οδηγιών αναφέρει ότι οι δημόσιες συμβάσεις ως σημαντικό τμήμα της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» είναι απαραίτητο να αναθεωρηθούν και να εκσυγχρονιστούν. Βασικός στόχος είναι να καταστεί πλέον αυτό το νομικό πλαίσιο καταλληλότερο για την αντιμετώπιση του εξελισσόμενου πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού πλαισίου. Κατά την εκτίμηση της Επιτροπής οι υφιστάμενες οδηγίες, οι οποίες αποτελούν προϊόν μιας εξελικτικής διαδικασίας από το 1971 έως σήμερα, έχουν σε μεγάλο βαθμό επιτύχει το σκοπό τους. Έχουν συνεισφέρει στο να εγκαθιδρυθούν διαδικασίες διαφανείς και χωρίς διακρίσεις, καθώς και στο να εξασφαλιστεί το ότι το σύνολο των οικονομικών φορέων σε ολόκληρη την ενιαία αγορά θα επωφεληθούν πλήρως από τις βασικές ελευθερίες όταν συμμετέχουν στον ανταγωνισμό για τις δημόσιες συμβάσεις.

Παρόλα αυτά όμως ρητά συνομολογείται ότι το σύνολο των ενδιαφερόμενων φορέων έχει εκφράσει το αίτημά του για αναθεώρηση των οδηγιών αυτών. Οι ανάγκες που έχουν επισημανθεί είναι η απλοποίηση των κανόνων, η αύξηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητάς τους και η ενίσχυση της καταλληλότητας τους για την αντιμετώπιση του εξελισσόμενου πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού πλαισίου.

Επίσης ένα στοιχείο που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι τόσο η Οδηγία 2009/81/ΕΚ για τις δημόσιες συμβάσεις στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, οι οποίες για πρώτη φορά τυγχάνουν ειδικής αντιμετώπισης, καθώς και οι λεγόμενες δικονομικές οδηγίες 89/665/ΕΟΚ και 92/13/ΕΚ αντίστοιχα.

Ειδική αναφορά θα πρέπει πάντως να γίνει και στο γεγονός ότι για πρώτη φορά στο πλαίσιο της προπεριγραφείσας πρότασης της Επιτροπής ΕΕ για τις δημόσιες συμβάσεις περιλαμβάνεται και η θέσπιση μιας οδηγίας ειδικά για τις συμβάσεις παραχώρησης. Σκοπός της Επιτροπής είναι να αρθεί η όποια αβεβαιότητα υφίσταται στον τομέα αυτό, ιδίως ενόψει του γεγονότος ότι στις συμβάσεις αυτές σύμφωνα με τις υφιστάμενες οδηγίες δε γίνεται πλήρης εφαρμογή τους.
Το συμπέρασμα από τα όσα αναλύονται ανωτέρω είναι ότι για μία ακόμη φορά το ζήτημα της ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων τόσο σε επίπεδο δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και σε επίπεδο εθνικού δικαίου έχει παύσει να καλύπτεται από τις υφιστάμενες διατάξεις και κρίνεται απαραίτητη η αναθεώρησή του και η ανάληψη πρωτοβουλιών, ώστε να καταστεί αποτελεσματικότερο.

Για τα κείμενα της πρότασης της Επιτροπής ΕΕ βλ.:

1) http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=COM:2011:0896:FIN:EL:PDF

2) http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=COM:2011:0895:FIN:EL:PDF

3) http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=COM:2011:0897:FIN:EN:PDF