22 May Παραχωρήσεις αυτοκινητοδρόμων και δίκαιο καταναλωτή
Η πρόσφατη απόφαση πρέπει να επισημανθεί και να τύχει ιδιαίτερης αναφοράς:
Eιρ.Αθηνών 422/2013: Στην έννοια του “καταναλωτή” υπάγεται και εκείνος που χρησιμοποιεί αυτοκινητόδρομο, καταβάλλοντας διόδια. «Παρέχων υπηρεσίες» θεωρείται η εταιρεία, που έχει την ευθύνη της συντήρησης του αυτοκινητοδρόμου και την εκμετάλλευση του. Αυτοκίνητο, που υπέστη ζημία από εμπόδιο (σίδερο) στο οδόστρωμα του αυτ/δρομου. Αγωγή του ζημιωθέντος ιδιοκτήτη του οχήματος,
για αποζημίωση εκ μέρους της εταιρείας για τη ζημία που υπέστη το αυτοκίνητο και για ηθική βλάβη. «(…) Δραστηριότητα που εγκυμονεί κινδύνους για αόριστο αριθμό ατόμων αποτελεί και η δραστηριότητα εταιρείας, στην οποία έχουν εκχωρηθεί δικαιώματα και η οποία έχει την εκμετάλλευση αυτοκινητόδρομου. Από τις παραπάνω διατάξεις, σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 1 παρ. 3 και 4 του ίδιου νόμου, που ορίζει ότι οι διατάξεις που προστατεύουν τους καταναλωτές ισχύουν στον ιδιωτικό τομέα και στις επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα, συνάγεται, ότι καταναλωτής είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, για το οποίο προορίζονται οι υπηρεσίες που προσφέρονται ή κάνει χρήση τέτοιων υπηρεσιών, ασχέτως αν η χρήση, για την οποία προορίζεται, είναι προσωπική ή επαγγελματική (ΑΠ 733/2011, ΑΠ 16/2009, ΑΠ 289/2004 Νόμος),εφόσον αποτελεί τον τελικό αποδέκτη τους. Παράλληλα, προκύπτει ότι η ευθύνη του παρέχοντος υπηρεσίες, μπορεί να είναι ακόμη και εταιρεία, που ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα (ΜΠρΙωαν 316/2011 ΕΦΑΔ 2011, 1181) και η ευθύνη της ως παρέχοντος υπηρεσίες μπορεί να είναι ενδοσυμβατική, αλλά και αδικοπρακτική.
Με την κρινόμενη αγωγή εκθέτει ο ενάγων ότι οδηγώντας το αυτ/το του όπως αυτό αναφέρεται ειδικά στο δικόγραφο κινείτο στην Νέα Εθνική Οδό Αθηνών- Θεσσαλονίκης με κατεύθυνση από Λαμία προς Αθήνα. Στο ύψος του Αγίου Κων/νου κινούμενος στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας είδε έξαφνα πάνω στο οδόστρωμα ένα κομμάτι σίδερο μήκους 1.5μ, του οποίου τμήμα προεξείχε από το επίπεδο του δρόμου έχοντας καμπύλο σχήμα. Δεν μπορούσε να κάνει αποφευκτικό ελιγμό, διότι δίπλα του στη μεσαία λωρίδα κινείτο ένα φορτηγό και βρισκόταν στο ίδιο ύψος με το δικό του αυτ/το. Παρά το ότι προσπάθησε να φρενάρει, δεν ήταν δυνατό να αποφύγει το σίδερο, με αποτέλεσμα να πέσει πάνω σε αυτό, να σκάσουν και τα δύο λάστιχα του αυτ/το του και να κινδυνέψει. Τελικά, κατάφερε όντας ψύχραιμος να ανακτήσει τον έλεγχο του οχήματός του και να το ακινητοποιήσει λίγο πιο κάτω, όπου βρισκόταν επίσης παρκαρισμένο ένα ακόμη αυτ/το, που είχε υποστεί επίσης βλάβη από την ίδια αιτία. (…)Η ίδια (εταιρία) έχει την εκμετάλλευση της οδού, όπως έχει και την ευθύνη για την συντήρηση και την καλή λειτουργία της. Αν, αναλογιστεί δε, κανείς, ότι η συντήρηση των δρόμων αυτών κοστίζει αστρονομικά ποσά, κατά την παρουσίαση και κρίση των εταιρειών, που έχουν την ευθύνη της καλής λειτουργίας τους και οι οποίες εκμεταλλεύονται τη χρήση τους, δεν μπορεί να ισχυρίζεται η εναγομένη ότι δεν ευθύνεται. Διότι, η συντήρηση και η ομαλή χρήση των δρόμων αυτών αποτελεί τον λόγο, που οι καταναλωτές χρησιμοποιούν την οδό και θεωρούν εύλογα, ότι η χρήση αυτή θα είναι ασφαλής. Δεν περιμένει ο καταναλωτής, ότι τη στιγμή που κινείται στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας, που υποδηλώνει ότι τα αυτ/τα αυτά μπορούν να κινούνται με την μεγαλύτερη επιτρεπτή ταχύτητα, θα βρει μπροστά του, σε έναν πολυσύχναστο και ακριβό δρόμο, εμπόδια στο οδόστρωμα και θα κινδυνεύσει η ζωή του. Αν ήταν έτσι δεν θα τη χρησιμοποιούσε, αλλά θα επέλεγε να κάνει χρήση άλλων οδών, όπου θα κινείτο και με μικρότερη ταχύτητα, διότι θα περίμενε να βρει εμπόδια. Εξάλλου, το γεγονός ότι και ο οδηγός του αυτ/του, από το οποίο έπεσε το σίδερο στο οδόστρωμα, ευθύνεται, δεν απαλλάσσει την εναγομένη από τη δική της ευθύνη, απέναντι στους καταναλωτές. Άλλωστε, η ίδια θα μπορούσε να βρει το αυτ/το από όπου έπεσε το σίδερο. Διότι, στους δρόμους αυτούς παρέχεται τέτοιου είδους τεχνική υποστήριξη (κάμερες, περιπολίες). Το να υπάρχει σίδερο στο οδόστρωμα, στο οποίο μάλιστα είχαν ήδη χτυπήσει 2 αυτ/τα, σημαίνει ότι ο έλεγχος του οδοστρώματος ήταν ελλιπής. Σημαίνει, ότι, αν και το ποσό των χρημάτων, για την συντήρηση, που αναφέρουν οι εταιρείες, που έχουν την εκμετάλλευση των οδών αυτών, είναι αστρονομικό, η συντήρηση και ο έλεγχος πάσχει και το να μη πάσχει βρίσκεται μέσα στη σφαίρα επιρροής της εναγομένης και όχι του ενάγοντα- καταναλωτή. Ο καταναλωτής, δηλαδή, τήρησε τις δικές του υποχρεώσεις απέναντι στην εναγομένη και κατέβαλε το αντίτιμο για τη χρήση της και ούτε μπορούσε να πράξει κάτι άλλο, ούτε η ζημία του μπορεί να εμφανιστεί ως «τυχηρό» και οφειλόμενο σε ανωτέρα βία. Η εναγομένη δεν τήρησε τις δικές της υποχρεώσεις και διέψευσε την εμπιστοσύνη του, ότι στον δρόμο αυτό μπορεί να κινείται με ασφάλεια, χωρίς να βρίσκει ξαφνικά μπροστά του εμπόδια και να κινδυνεύει η ζωή του. Βεβαίως η εναγομένη επιβάλλει έναν έλεγχο και φροντίδα στο δρόμο, του οποίου η χρήση είναι ακριβή, διότι έτσι συντηρεί και την δική της φήμη. Αφού, αν έλλειπε κάθε έλεγχος, τότε κανείς δεν θα χρησιμοποιούσε το δρόμο. Ο έλεγχος, αυτός, όμως, δεν αποδεικνύεται ότι είναι τέτοιος, μάλιστα κατά τις βραδυνές ώρες, ώστε να μη κινδυνεύσει ο καταναλωτής και θα πρέπει να ενταθεί. Συνεπώς, υπάρχει πταίσμα στη συμπεριφορά της εναγομένης. Περαιτέρω, εξαιτίας της συμπεριφοράς της εναγομένης και του πλημμελούς ελέγχου της οδού, ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη, εφόσον κινδύνεψε, υπέστη ταλαιπωρία και απώλεια του χρόνου του (…)» (δημοσίευση: τ.ν.π. Nomos)
και Με αφορμή της πρόσφατη απόφαση που αναφέραμε στο προηγούμενο ποστ μερικές παλαιότερες σκέψεις από το βιβλίο μου Οι Συμβάσεις Παραχώρησης δημοσίων έργων – Σπουδή στη διαλεκτική των πόλων εξουσίας
“Ο ευρωπαίος πολίτης, έχει τον πρώτο ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής των διευρωπαϊκών δικτύων στη Συνθήκη[1]. Ο ευρωπαίος πολίτης ως χρήστης των δικτύων, διαμορφώνει κατά τον τρόπο αυτό την ταυτότητά του μέσα από την ανάπτυξη των δικτύων που αποτελούν τις αρθρώσεις του ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου.
Ανάμεσα στον ευρωπαίο πολίτη και τους οικονομικούς παράγοντες που διαμορφώνουν τα δίκτυα αυτά, η σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων διαμορφώνει έναν καταλυτικό συμβατικό δεσμό[2].
Ο ίδιος ο ορισμός τη σύμβασης παραχώρησης δημοσίων έργων καθορίζει ως κριτήριο διαφοροποίησης της σύμβασης αυτής από τη σύμβαση κατασκευής δημοσίων έργων την ανάθεση της εκμετάλλευσης ως συμβατικό αντάλλαγμα εν όλω ή εν μέρει του αναδόχου. Η εκμετάλλευση του έργου αποκλειστικό (κατά κανόνα) στόχο και πόρο έχει το χρήστη. Από αυτόν εξαρτάται η ανταποδοτικότητα του έργου. Από αυτόν η αποπληρωμή των δανείων. Από αυτόν εξαρτάται η ύπαρξη του αναδόχου παραχώρησης και η μη υποκατάστασή του σε περίπτωση αδυναμίας αποπληρωμής των δανείων. Ο χρήστης σε μία σύμβαση που θέτει ως συμβατικό αντάλλαγμα την εκμετάλλευση καθίσταται ο κεντρικός φορέας υλοποίησης της σύμβαση αφού από αυτόν εξαρτάται η ίδια η ουσία της. Η κλειστοφοβία του επιβάτη της Brithsh Railway είναι δυνατό να αποβεί κρίσιμη για τη σύνδεση του Καναλιού της Μάγχης. Η ενδεχόμενη κλειστοφοβία του μέσου έλληνα οδηγού ΙΧ αυτοκινήτου απέβη μοιραία για την Ζεύξη του Μαλλιακού Κόλπου με υποθαλάσσια σήραγγα[3].
Πόλος εξουσίας για την ανάπτυξη των έργων υποδομής της Ευρώπης καθίσταται, υπό την έννοια αυτή, ο χρήστης και οι ανάγκες του. Ως καταναλωτής διεκδικεί το ρόλο του στην ανταποδοτικότητα των έργων υποδομής αποδεικνύοντας ότι δίχως την επιβεβαίωση της παρουσίας του και της συμμετοχής του στην αποπληρωμή του εργολαβικού τιμήματος, σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων δεν υπάρχει[4]. Με δεδομένο ότι η προστασία του καταναλωτή ρυθμίζεται ευθέως από το κοινοτικό δίκαιο, ενώ η ελευθερία πρόσβασης, η ισότητα μεταχείρισης και η συνέχεια των υπηρεσιών κατοχυρώνονται ρητά από τη Συνθήκη[5] παράλληλα με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ο ρόλος του χρήστη των υποδομών εκτός από αυτόν του συμμετόχου στην ανταπόδοση του εργολαβικού τιμήματος δια της εκμετάλλευσης του έργου, γίνεται καθοριστικός και για τη διαμόρφωση της εικόνας του χρήστη των ευρωπαϊκών υποδομών ως πολίτη της Ένωσης. Διαπιστώνεται έτσι, μια κυκλική σχέση ανάμεσα στην κατασκευή και τη χρηματοδότηση των διευρωπαϊκών δικτύων, την εκμετάλλευσή τους, και το ρόλο του χρήστη. Από αυτόν ξεκινούν, αυτός τα χρηματοδοτεί, σε αυτόν καταλήγουν (αφού η σύμβαση παραχώρησης δημοσίων έργων έχει περιορισμένη διάρκεια) και με τον τρόπο αυτό διαμορφώνουν την ευρωπαϊκή του ταυτότητα.”
[1] . Βλ. διατύπωση άρθρου 129 Β της Συνθήκης
[2] . Βλ. ενδεικτικά από τη γαλλική βιβλιογραφία Delvolvé P., La question de l’application du droit de la consommation aux services publics, D. Adm. Oct. 1993 p. 4, Barbier Ch., L’usager est- il devenu le client du service public ?, Semaine Juridique, ed. Générale, no. 3816, De Quatrebarbes B., Usagers ou clients? Marketing et qualité dans les services publics. L’ Organisation., 1998, Paris, Lecerf M., Droits des consommateurs et obligations des services publics, L’Organisation Paris 1999, Γώγου Κ., Η έννομη προστασία των καταναλωτών έναντι ιδιωτικοποιημένων οργανισμών κοινής ωφέλειας — δικαστική προστασία κατά πράξεων και παραλείψεων διοικητικής εποπτείας; στον τόμο «Αποκρατικοποίηση των δημοσίων επιχειρήσεων και προστασία του καταναλωτή – Επίλυση Καταναλωτικών Διαφορών», Κέντρο Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 215-242.
[3] . Ήδη η διαδικασία δημοπράτησης της σύμβασης διεκόπη λόγω ελλείψεως ανταποδοτικότητας του έργου.
[4] . Leclerc M., Droits des consommateurs et obligations des services publics, Ed. D’ Organisation, Paris, 1999.
[5] . Βλ. τα άρθρα 129 Β παρ. 2 , 129 Γ, 7 Α και 130 Υ της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
κάποια παλαιότερα σχόλια