20 Feb ο οίκος Gucci θέλει την ακρόπολη
Η Ακρόπολη δε θα γίνει σκηνικό του οίκου Gucci
Καθώς κανένας δεν πείστηκε ότι ο χαρακτήρας της επίδειξης δεν είναι διαφημιστικός και εμπορικός
To πάθος του καλλιτεχνικού διευθυντή της Γκούτσι Αλέσαντρο Μισέλ για τα αρχαία, το οποίο επικαλέστηκαν ουκ
ολίγες φορές οι εκπρόσωποι της Γκούτσι που παρουσίασαν την πρότασή τους στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και η επιθυμία του να κάνει την κολεξιόν του 2018 στην Ακρόπολη, δεν ήταν αρκετά για να πείσουν το ΚΑΣ, να γνωμοδοτήσει θετικά.
«Ο ιδιαίτερος πολιτιστικός χαρακτήρας των μνημείων της Ακρόπολης δεν συνάδει με τη συγκεκριμένη εκδήλωση, καθώς πρόκειται για μοναδικά μνημεία και σύμβολα παγκόσμιας κληρονομιάς, μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της Unesco», είναι η αιτιολόγηση των μελών του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου που μετά από πολύωρη συνεδρίαση απέρριψαν ομόφωνα το αίτημα.
Το υπόμνημα της εταιρείας που είχε διαβαστεί λίγες ώρες νωρίτερα από τους εκπροσώπους της εταιρείας, την αντιπρόεδρο της Γκούτσι Αντονέλα Τσέντρα και τον διευθυντή παγκόσμιας επικοινωνίας Αλέσιο Βανέτι, και τους Έλληνες δικηγόρους τους, παρουσίαζε αναλυτικά τα επιχειρήματά τους, αλλά και προέτασσε το καλλιτεχνικό όραμα του οίκου έναντι του εμπορικού.
Η γνωμοδότηση φάνηκε σχεδόν εξαρχής ότι θα είναι αρνητική, παρόλο που τα μέλη του ΚΑΣ εξέτασαν λεπτομερώς το αίτημα.
Με παράδειγμα τη φωτογράφιση της Νέλλης στην Ακρόπολη το 1928, τη φωτογράφιση του οίκου Ντιορ το 1951 και την παραχώρηση του ιερού Βράχου για τη φωτογράφιση της Τζένιφερ Λόπεζ το 1998, αλλά και την επίδειξη του οίκου στο Αβαείο του Ουεστμίνστερ στο Λονδίνο το 2016, ο ιταλικός οίκος ζήτησε την άδεια για την πραγματοποίηση της επίδειξης Gucci Cruise 2018 στο χώρο μεταξύ του Παρθενώνα και του Ερεχθείου. Ανάμεσα στα επιχειρήματα ήταν και η χρήση των εμβληματικών μνημείων της Ιταλίας από αντίστοιχα μεγάλους ιταλικούς οίκους όπως ο Φέντι στην Φοντάνα ντι τρέβι και ο Tod’s στο Κολοσσαίον.
Εκεί θα στηνόταν η πασαρέλα στην οποία θα βάδιζαν 100 μοντέλα, ενώ αυτή είναι η μεγάλη ετήσια επίδειξη του οίκου που γίνεται έξω από τα σύνορα της χώρας. Η επίδειξη διάρκειας 15 λεπτών θα γινόταν υπό τους ήχους χαμηλής μουσικής, ενώ για τους 300 καλεσμένους από όλο τον κόσμο είχαν προβλεφθεί ειδικά καθίσματα. Στο χώρο θα είχαν στηθεί και δυο μεγάλες ελαφρές κατασκευές-τέντες προκειμένου να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της παραγωγής φωτιστικά και ηχητικά συγκροτήματα. Οι φωτορεπόρτερς που θα κάλυπταν φωτογραφικά την επίδειξη είχε προβλεφθεί να περιοριστούν σε προσδιορισμένη περιοχή. Από τους καλεσμένους το 10% θα ήταν Έλληνες καλλιτέχνες και επίσημοι, το 80% Ευρωπαίοι και Αμερικανοί εκδότες διεθνών περιοδικών μόδας και δημοσιογράφοι, ενώ το υπόλοιπο 10% αφορούσε αστέρες του Χόλυγουντ.
Σε ένδειξη σεβασμού και ευγνωμοσύνης όπως υποστήριξαν οι εκπρόσωποι του οίκου, η αποδοχή του αιτήματος θα σήμαινε και μια χορηγία για τα αναστηλωτικά έργα της Ακρόπολης ή σε οργανισμό που θα υπεδείκνυε η Υπηρεσία, ύψους 2.000.000 ευρώ. Παράλληλα τονίστηκε ιδιαίτερα το τεράστιο όφελος που θα προέκυπτε για τη χώρα από τη διαφημιστική καμπάνια, η οποία θα την έφερνε στο επίκεντρο της παγκόσμιας προβολής για την οποία ο οίκος υπολόγισε ότι θα έφτανε το ποσό των 55.000.000 ευρώ. Η εκδήλωση, όπως ανέφερε το υπόμνημα, θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή για την αλλαγή κλίματος στα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα της χώρας, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο το κοινό αντιλαμβάνεται την πολιτιστική μας κληρονομιά.
«Μπορεί η χώρα μας να βρίσκεται σε μια δύσκολη οικονομική κατάσταση, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε να δίνουμε με αυτό τον τρόπο το σύμβολο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς για μια επίδειξη μόδας» είπε η γ.γ. του ΥΠΠΟΑ, Μαρία Ανδρεαδάκη – Βλαζάκη και πρόσθεσε ότι «η Ακρόπολη είναι όχι απλώς ένα μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά ένα σύμβολο για όλη την ανθρωπότητα, που δεν μπορεί να μπαίνει σε εμπορικές συναλλαγές. Ο Παρθενώνας είναι το logo της Unesco, γνωρίζετε όλοι την προσπάθεια και τον αγώνα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Είμαστε πάντα πρόθυμοι σε χορηγίες, τα μνημεία χρειάζονται συντήρηση και ανάδειξη».
Ο Μανόλης Κορρές στη συζήτηση που ακολούθησε υποστήριξε ότι το παράδειγμα της φωτογράφισης της Νέλλης στον Παρθενώνα δεν είχε εμπορικό χαρακτήρα, ενώ παράλληλα έθεσε και ένα φιλοσοφικό ζήτημα: «Ποιος θα ήθελε να ισχυριστεί ότι είναι ο πρώτος φορέας πολιτισμού ή επιστήμης στον κόσμο;», απαντώντας στην ουσία στο αν αξίζει στην πραγματικότητα να δοθεί το μνημείο σε όποιον το ζητά.
Η Ελένη Μπάνου, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων (ΕΦΑ) Αθηνών, υποστήριξε ότι αν δοθεί το υπέρτατο αυτό μνημείο σε μια εταιρεία και εν συνεχεία σε άλλη θα «καταντήσει ένα σκηνικό, κάτι που δεν θα ήθελε κανείς να δει έτσι». Πιο αιχμηρή η Ευγενία Γατοπούλου, γενική διευθύντρια Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Έργων του ΥΠΠΟΑ, χαρακτήρισε την πρόταση «χυδαία», «εκτός λογικής και προσβλητική», που δεν θα έπρεπε καν να συζητηθεί.
Οι Ιταλοί εκπρόσωποι με μεγάλη ευγένεια υποστήριξαν την αξία του διαλόγου, γιαυτό και επέμειναν να παρουσιάσουν την πρότασή τους στο ΚΑΣ παρόλο που η ΕΦΑ του είχε ήδη μεταφέρει το άτοπο του αιτήματός τους. Καθώς ο Παρθενώνας είναι ανεκτίμητης αξίας, οι εκπρόσωποι ρωτήθηκαν αν εξ αιτίας του ενδιαφέροντος που δείχνουν θα προέβαιναν σε μια χορηγία χωρίς την επίδειξη, κάτι στο οποίο δεν ήταν προετοιμασμένοι να δώσουν καμία απάντηση. Οι εκπρόσωποι της Γκούτσι τόνισαν ότι η μόδα δεν είναι απλώς για αυτούς ένα είδος πολυτελείας αλλά και μια συνομιλία με την κοινωνία και την τέχνη, μια μορφή πολιτισμού.
Οι ίδιοι δεν φάνηκαν να ενδιαφέρονται για εναλλακτικές προτάσεις παρουσίασης της κολεξιόν σε άλλους χώρους, που είχαν συζητηθεί, όπως ο προαύλιος χώρος του Ηρωδείου, το άνδηρο του Πικιώνη στου Φιλοπάππου και το Ολυμπιείο. Αλλά και το ΚΑΣ δεν πείστηκε ότι πρόκειται για πολιτιστικό και όχι για γεγονός διαφημιστικό.
«Η Ελλάδα, ακριβώς χάρη στον πολιτισμό της, αντιστέκεται δυναμικά», δηλώνει η υπουργός Πολιτισμού, Λυδία Κονιόρδου, σε συνέντευξή της που φιλοξενεί σήμερα η ιταλική εφημερίδα Il Manifesto. Η κ. Κονιόρδου, μεταξύ άλλων, αναφέρεται στις προσπάθειες για την επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα, στην πρόσφατη αρνητική απόφαση του ΚΑΣ για το αίτημα διάθεσης της Ακρόπολης, αλλά και στην πρόσφατη απώλεια του Γιάννη Κουνέλλη.
Σε ερώτηση σχετικά με το αν η μάχη για την επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα συνεχίζει να αποτελεί προτεραιότητα για την κυβέρνηση η κυρία Κονιόρδου τονίζει: «Η επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα- ενός μνημείου μοναδικού στον κόσμο- δεν μπορεί, σίγουρα, να σταματήσει.Είναι κάτι που κάθε νέα γενιά και κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει να στηρίζει δυναμικά.Τώρα, πλέον, δεν πρόκειται μόνον για ελληνικό αίτημα, από την στιγμή που υπάρχουν είκοσι πέντε επιτροπές σε όλο τον κόσμο που δίνουν μάχη για αυτή την ορθή διεκδίκηση. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το μνημείο αυτό είναι το έμβλημα των ιδρυτικών αξιών της Δημοκρατίας, του Διαλόγου και της Ελευθερίας».
Σε σχέση με τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν στην Ελλάδα οι καλλιτέχνες, λόγω της κρίσης, η υπουργός πολιτισμού δηλώνει στην Il Manifesto: «Πριν αναλάβω τα καθήκοντα αυτά, ανήκα και εγώ στην κοινότητα των καλλιτεχνών.Ζήσαμε όλοι τις μεγάλες δυσκολίες που έφερε η κρίση και αντιμετωπίσαμε πολύ βαθιά διλήμματα. Ιδίως για τους νέους δημιουργούς, οι συνέπειες ήταν πολύ βαριές. Αλλά ακριβώς από τους νέους, φθάνουν και μηνύματα ελπίδας. Διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν πολλά αντισώματα στην κοινωνία, και ότι η δημιουργικότητα είναι μια βαθιά ανάγκη του καθ΄ενός. H προτεραιότητά μου είναι να μοιράσω με δίκαιο τρόπο τους δημόσιους πόρους που διαθέτουμε. Κάτι που δεν συνέβη πάντα, στο παρελθόν. Προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε την περιουσία του υπουργείου Πολιτισμού, για να ευνοήσουμε τους νέους δημιουργούς, συνεχίζοντας απρόσκοπτα την αναστήλωση των μνημείων μας. Είμαστε πεπεισμένοι ότι η πολιτιστική κληρονομιά μας, η παιδεία και ο ποιοτικός τουρισμός, μαζί με τα παραδοσιακά μας προϊόντα, είναι τομείς που μπορούν να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας.Αποτελούν προτεραιότητες, μαζί με την βιώσιμη ανάπτυξη».
Αναφορικά με την απόφαση του ΚΑΣ, που δεν διέθεσε την Ακρόπολη για επίδειξη μόδας, η υπουργός στηρίζει απόλυτα το όλο σκεπτικό και εξηγεί στην ιταλική εφημερίδα ότι πρόκειται για μοναδικό μνημείο στον κόσμο:
«Δεν πρόκειται μόνον για εθνική υπερηφάνεια. Συμφωνώ πλήρως με την απόφαση, η οποία ελήφθη από το ΚΑΣ, διότι πρόκειται για το μνημείο σύμβολο της Δημοκρατίας. Είμαστε υποχρεωμένοι, κατά συνέπεια, να διατηρήσουμε ακέραια τη συμβολική του αξία.Σεβόμαστε τον οίκο, αλλά του προτάθηκαν ως εναλλακτική άλλα μνημεία που απέρριψε».
Σε ερώτηση της Manifesto πως σχολιάζει τη φράση του πρώην υπουργού της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι, Τζούλιο Τρεμόντι, ότι «με τον πολιτισμό δεν τρως», η Λυδία Κονιόρδου απάντησε: «Διαφωνώ ριζικά. Εδώ και σαράντα χρόνια γυρίζω την Ελλάδα και διαπιστώνω τις μεγάλες αλλαγές, στις τοπικές κοινωνίες, μετά την αναστήλωση των μνημείων, των θεάτρων. Θα ήταν αρκετό, ως παράδειγμα, εκείνο της Επιδαύρου. Αυξάνονται οι θέσεις εργασίας, ο τουρισμός και η οικονομική ανάπτυξη. Και εκτός αυτού, οι νέοι νιώθουν ότι παρελθόν και μέλλον είναι στενά συνδεδεμένα. Σε μια εποχή κοσμογονικών αλλαγών και ανακατατάξεων, μόνον ο πολιτισμός μπορεί να οδηγήσει στα αποτελέσματα αυτά».
Αναφερόμενη στο θάνατο του μεγάλου εικαστικού, Γιάννη Κουνέλλη, η υπουργός Πολιτισμού δήλωσε ότι: «Πρόκειται για καλλιτέχνη με έργα που φιλοξενούνται σε όλο τον κόσμο.Και το σύνολο του έργου του, όπως έλεγε και ο ίδιος, επηρεάσθηκε σημαντικά από την κληρονομιά του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού» και πρόσθεσε ότι: «Mε την έντονη δημιουργικότητά του, κατάφερε να ενώσει τις δυο χώρες μας».
“Ο κόσμος μετά από επτά χρόνια κρίσης έχει οπωσδήποτε κουραστεί.Υπάρχει κάτι που θα θέλατε να πείτε στα γεράκια της λιτότητας;” ρωτά η Il Manifesto και η Λυδία Κονιόρδου απαντά:
«Θα ήθελα να τους πω ότι η Ελλάδα, ακριβώς χάρη στον πολιτισμό της, αντιστέκεται δυναμικά. Η κούραση υπάρχει και είναι αναμφίβολο, αλλά όποιος παράγει πολιτισμό συνεχίζει να μάχεται και εμείς θέλουμε να στηρίξουμε τους ανθρώπους αυτούς.Το κλείσιμο πολλών ιστορικών βιβλιοπωλείων και εκδοτικών οίκων μας προκαλεί πραγματικό πόνο, διότι είναι κάτι που κάνει την γλώσσα και την ύπαρξή μας πιο φτωχές. Ζητούμε να υιοθετηθεί η ενιαία τιμή για τα βιβλία (ο νόμος που προστατεύει τους μικρούς εκδότες, ο οποίος είναι σε ισχύ στην Γαλλία και στην Γερμανία σ.σ.), διότι είμαστε πεπεισμένοι ότι θα βοηθήσει πολύ τον τομέα αυτό, τα μικρά βιβλιοπωλεία και τους μικρούς εκδοτικούς οίκους. Δεν πρόκειται μόνον για θέμα χρημάτων, αλλά και να μπορέσουμε να εγγυηθούμε την ελεύθερη δημιουργικότητα, η οποία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θυσιαστεί στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές.Πρέπει να πολεμήσουμε τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, τα οποία θα ήθελαν να επιβάλουν μια ισχυρότατη ισοπέδωση ιδεών και προσδοκιών.Η κυβέρνηση θέτει ως προτεραιότητα την πραγματική ισονομία, την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, και τη μετάβαση σε μια νέα φάση στην οποία η Ευρώπη να μπορεί να αντιμετωπίσει διεθνείς προκλήσεις. Ο νεοφιλελευθερισμός που επικράτησε επέτρεψε την αποδόμηση του κοινωνικού κράτους, στον οποίο βασιζόταν η ευρωπαϊκή οικογένεια. Πρέπει να ξαναβρούμε μια ισορροπία. Πρόκειται για μακρά και δύσκολη πρόκληση και ξέρουμε ότι εξαιτίας λαθών του παρελθόντος, όλα αυτά δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν αμέσως. Αλλά πιστεύω ότι οι πολίτες, με την σωφροσύνη τους το καταλαβαίνουν».
(Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)