13 Jan η ελληνικη έννωση για τα δικαιώματα του ανθρώπου για τις λίστες
Στο πνεύμα της σκληρής ανακοίνωσης της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, που χαρακτηρίζει αντισυνταγματική και όχι μόνο την νέα ρύθμιση
Πολλαπλασιάζοντας οι φωνές των επιστημονικών φορέων και των νομικών επιστημόνων που καταδικάζουν τη νέα νομοθετική ρύθμιση (νόμος 4356/2015) που επιτρέπει τη χρήση παρανόμως αποκτηθέντων αποδεικτικών μέσων (λίστες φοροφυγάδων, κ.λπ.) που έχουν συλλεγεί με παράνομο τρόπο σε υποθέσεις σκανδάλων διαφθοράς που υπάγονται στην αρμοδιότητα των Οικονομικών Εισαγγελέων.
Στο πνεύμα της πριν από λίγο εκδοθείσας σκληρής ανακοίνωσης της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων που χαρακτηρίζει αντισυνταγματική και όχι μόνο την νέα ρύθμιση, κυμαίνεται και η ανακοίνωση της Ελληνικής Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου για την επίμαχη διάταξη που περιληφθεί στο νόμο για την επέκταση του σύμφωνου ελεύθερης συμβίωσης.
Υπενθυμίζεται ότι υπέρ της αντισυνταγματικότητας της επίμαχης διάταξης έχει ταχθεί και η Ολομέλεια των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας. Αντίθετα, η ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος που κινήθηκε στο ίδιο αντισυνταγματικό πνεύμα δημιούργησε κλυδωνισμούς στο δικαστικό και εισαγγελικό χώρο, ενώ ο πρόεδρος και ο γενικός γραμματέας της εν λόγω Ένωσης δέχθηκαν τα πυρά της ηγεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης, αλλά και τα σχόλια άλλης δικαστικής Ένωσης.
Ειδικότερα, η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου εκφράζει την αντίθεσή της στην επίμαχη νομοθετική ρύθμιση, τονίζοντας: «Πρόκειται για διάταξη η οποία θέτει σοβαρά ζητήματα συνταγματικότητας καθότι ο κανόνας της απαγόρευσης χρήσης των αποδεικτικών μέσων που αποκτήθηκαν με τρόπο παράνομο (π.χ. υποκλοπή) τίθεται στο Σύνταγμα (άρθρο 19 § 3) χωρίς επιφυλάξεις ή εξαιρέσεις.
Επίσης, σημειώνει Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ότι «μέσα από την νομολογία του, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επιτρέπει τη χρήση παράνομων αποδεικτικών μέσων στο πλαίσιο του δικαιώματος στη δίκαιη δίκη, όμως η εν λόγω διάταξη δεν πληροί τις αυστηρές προϋποθέσεις που το Δικαστήριο έχει θέσει.
Μάλιστα, η εν λόγω Ένωση θέτει το ερώτημα: «Γιατί, αν κάμψουμε τον κανόνα της απαγόρευσης χρήσης των παρανόμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων μόνο για τους «μεγαλο-φοροφυγάδες», για ποιο λόγο να μην πράξουμε το ίδιο και για τους βιαστές ή τους δολοφόνους;
Τα εγκλήματα κατά της ζωής είναι άραγε ελάσσονος απαξίας από τα οικονομικά;».
κόμη, η επίμαχη Ένωση, τονίζει ότι «αν το κράτος επιθυμεί πραγματικά να πατάξει τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή ο νόμος του δίνει σειρά από εξουσίες να ασκεί εξονυχιστικούς ελέγχους, εκτός και αν με τη ρύθμιση αυτή το κράτος εννοεί να μας πει ότι η μόνη λύση για να πατάξει το οικονομικό έγκλημα είναι να νομιμοποιήσει τα παράνομα αποδεικτικά μέσα».
Κλείνοντας η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, εκφράσει «την ανησυχία και διαφωνία της με την επίμαχη διάταξη και να υπενθυμίσει ότι η συζήτηση για την νόμιμη χρήση από τα δικαστήρια των παρανόμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων, θα πρέπει να έχει μια σαφή και στέρεα νομική βάση».
Σε διαφορετική περίπτωση, «το δίκαιο μετατρέπεται σε ευκαιριακό όπλο για “θεματικό” κυνήγι μαγισσών ανάλογα με την πολιτική συγκυρία με τη δημιουργία εξαιρέσεων ανά περίσταση που εν τέλει υπονομεύουν το κράτος δικαίου».