ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΤΡΙΒΙΖΑΣ: ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΥΘΑΣ

ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΤΡΙΒΙΖΑΣ: ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΥΘΑΣ

Αν ρωτούσαμε έναν μέσο αριθμό ανθρώπων τι δουλειά θα μπορούσε να κάνει ένας παραμυθάς, σίγουρα δε θα μας απαντούσαν καθηγητής εγκληματολογίας. Και αν ο Πίκος Απίκος, ο δαιμόνιος δημοσιογράφος από τη Φρουτοπία, έκανε έρευνα για τη ζωή του δημιουργού του τότε θα ανακάλυπτε προς μεγάλη του έκπληξη ότι έχει διπλή ταυτότητα… άλλη στον κόσμο των μεγάλων και άλλη στον κόσμο των παιδιών.

Ο ΠΑΡΑΜΥΘΑΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ

Ο Ευγένιος Τριβιζάς, για τον κόσμο των μεγάλων, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946. Είναι δικηγόρος, πτυχιούχος της Νομικής και των Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτοχος του πτυχίου Master of Laws, διδάκτωρ Νομικής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και Senior Research Fellow του Πανεπιστημίου Λονδίνου. Διδάσκει Εγκληματολογία και Συγκριτικό Ποινικό Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο του Reading και διευθύνει το Τμήμα Εγκληματολογικών Μελετών του ίδιου Πανεπιστημίου. Από το 1993-1998 ήταν επισκέπτης καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Ο Ευγένιος Τριβιζάς, όμως, εκτός από διακεκριμένος εγκληματολόγος, είναι και “ο ποιητής των παραμυθιών”, όπως τον αποκαλούν. Ο Τριβιζάς ξεκίνησε τη συγγραφή από πολύ μικρή ηλικία και ο ίδιος λέει χαριτολογώντας: “Η μητέρα μου ισχυρίζεται ότι πρώτα άρχισα να γράφω και μετά να μιλάω. Όταν ήμουν μωρό, έπεσε στα χέρια μου ένας παλιός τηλεφωνικός κατάλογος και ένα μολύβι Faber. Περνούσα ώρες ατέλειωτες γυρίζοντας μία μία τις σελίδες του και γεμίζοντάς τες με ορνιθοσκαλίσματα… Αυτό δεν ήταν πολύ δημιουργικό, ήταν όμως μια πρώτης τάξης προθέρμανση για τη συγγραφική ιδιότητα”. Έχει γράψει πάνω από 100 βιβλία για παιδιά, ένα βιβλίο για ενήλικες (Ο Ερωτευμένος Πυροσβέστης) και πάνω από 20 θεατρικά έργα, μα και λιμπρέτα για όπερες. Και αν κάποιος αναρωτιέται πώς μπορεί και συνδιάζει τα παραμύθια με την εγκληματολογία, ο ίδιος έχει την απάντηση: “Τα θέματα του καλού και του κακού, της αθωότητας και της ενοχής, της παραβατικότητας και της τιμωρίας, τα οποία εξετάζει η εγκληματολογία, βρίσκουν συχνά έκφραση στα λογοτεχνικά μου κείμενα.

Για παράδειγμα το σκιάχτρο που το δικάζουν οι γαιοκτήμονες επειδή αντί να τρομάζει τα πούλια ονειρεύεται να πετάξει μαζί τους, η ο Θάνος το κολοκυθάκι που ονειρεύεται να δείρει έναν μανάβη και καταδικάζεται σε τηγάνισμα στην Φρουτοπία”. Το χαρακτηριστικό όλων των ειδών του λόγου του Τριβιζά, που τον κάνουν να ξεχωρίζει από τους συμβατικούς παραμυθάδες και του δίνουν την πρωτιά στις προτιμήσεις μικρών και μεγάλων εδώ και 30 χρόνια, είναι το χιούμορ. Αστείες καταστάσεις, παρωδίες, σάτιρα, έξυπνο λεκτικό χιούμορ, με νεολογισμούς, ονοματοποιίες και ευφυή λογοπαίγνια, πλαισιώνουν μαζί με την φαντασία την ποιητική παραμυθία του. Έτσι ανατρέπει τις συμβατικές χρήσεις των λέξεων και των αντικειμένων και πλήττει την καταπιεστική λογική, τη σοβαροφάνεια ή ορισμένες στερεότυπες αντιλήψεις. “Το «Κουφέιτ», η χώρα των κουφέτων όπου ζούνε οι ροζ και οι γαλάζιοι κουφετάνθρωποι, που κινδυνεύουν από τους γίγαντες της γειτονικής χώρας, που τους κυνηγάνε για να τους γλείψουν, γεννήθηκε επειδή έγραψα λάθος στον υπολογιστή μου τη λέξη «Κουβέιτ». Το «εστιαγόριο», όπου οι δράκοι τρώνε αγοράκια, επειδή έγραψα λάθος τη λέξη «εστιατόριο» και η «Ακαναρινία», μια χώρα χωρίς καναρίνια, γεννήθηκε όταν έγραψα λάθος την «Ακαρνανία”. Είναι ο άνθρωπος που έχει καταφέρει η ηθικολογία και ο διδακτικός τόνος των παραμυθιών να κάνουν φτερά και να τα αντικαθιστούν η ελευθερία, η αντισυμβατικότητα, τα τολμηρά μυθοπλαστικά εφευρήματα και οι απροσδόκητες εξελίξεις.

Επιπλέον, ο Τριβιζάς έχει παραλάξει γνωστά λαϊκά παραμύθια (Τα τρία μικρά λυκάκια), τα έχει εκσυγχρονίσει ώστε να απευθύνονται στα σημερινά δεδομένα και έχει δημιουργήσει διαδραστικά παραμύθια όπως Τα Ογδόντα Οχτώ Ντολμαδάκια, στο οποίο προτρέπει τα παιδιά να συμπεριφερθούν όπως ο συγγραφέας και να κατασκευάσουν τη δική τους ιστορία Έχει βραβευτεί με διεθνή βραβεία, έχει μεταφραστεί στα στα αγγλικά γερμανικά, ισπανικά, ολλανδικά, σουηδικά, ιαπωνικά και πολλές άλλες γλώσσες. Κείμενά του έχουν περιληφθεί στα αναγνωστικά ελληνικών και αμερικανικών σχολείων και συγκρίνεται παγκοσμίως μα τον Χανς Κρίστιαν Άντερσεν.

Ο ΠΑΡΑΜΥΘΑΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ

Ο Ευγένιος Τριβιζάς έχει γεννηθεί στο Περού αλλά μένει μόνιμα στο νησί των Πυροτεχνημάτων με τον παπαγάλο του, τη Σύνθια, τον άσπρο του ελέφαντα, τον Πουκιπόν, τη Λιλή, την παρδαλή λεοπάρδαλη, τον Οράτιο Αοράτιο, το αόρατο πράσινο καγκουρό, και άλλους πολλούς γνωστούς και φίλους. Έχει σπουδάσει γαλακτοκομία στην Γουαδελούπη και μιλάει άπταιστα σοκολατινικά. Το αγαπημένο του χρώμα είναι το σκούρο τσαγαλί και το ζώδιό του είναι πεταλουδόσαυρος. Ο Τριβιζάς έχει πολλές ιδιότητες, καθώς είναι εξερευνητής, εφευρέτης, ζογκλέρ μελάτων αυγών, δοκιμαστής καναπέδων, υπάλληλος ζαχαροπλαστείου που κατασκευάζει ζελέδες για νάνους στην Αββησυνία.

Οι γνωστότερες εφευρέσεις του Ευγένιου είναι: ο γαργαλιός (ένα μηχάνημα που σε γαργαλάει όταν είσαι λυπημένος), το ηλεκτρικό ρουφοσκόπιο (ένας συνδυασμός τηλεσκόπιου και ηλεκτρικής σκούπας, με το οποίο όχι μόνο βλέπει κανείς τα αστέρια, αλλά άμα θέλει τα ρουφάει και τα κάνει γιρλάντες), ο φαγώσιμος χαρτοπόλεμος, η μπανιέρα με τις δώδεκα τρύπες, ο ιπτάμενος ανεμόμυλος, η τσουλήθρα με τα σκαλοπάτια, η μελωδική ομπρέλα, το παπιγιόν για νάνους, ο αναδρομικός καθρέφτης (που σε δείχνει όπως ήσουνα πριν από δέκα χρόνια), το ελαφρύδι (τα κάνει όλα ανάλαφρα, για ανθρώπους που ταξιδεύουν συχνά το βάζουν στη βαλίτσα τους και μειώνεται το βάρος). Τελευταία εφεύρεση είναι ο ταξιμαγνήτης (κάνει τα ταξί να νιώθουν μια ακαταμάχητη έλξη για το άτομο που τον έχει).

Έχει ανακαλύψει το Νησί των Πυροτεχνημάτων, τη Φρουτοπία, το Πιπερού, το Κουτσουλιστάν, την Κουμασιλάνδη, τη Χώρα των Χαμένων Χαρταετών και την Πολιτεία με Όλα τα Χρώματα εκτός από το Ροζ, το Αβγατιγανιστάν, το Κουφέιτ και το Άνω και Κάτω Βόλτα.

Ο Ευγένιος έχει μία μοναδική συλλογή από κομμάτια παλιών παραμυθιών. Η σπάνια συλλογή του περιλαμβάνει: ένα πούπουλο από το μαξιλάρι που κοιμόταν η πεντάμορφη πριγκιποπούλα, το κορδόνι από το δεξί παπούτσι του παπουτσωμένου γάτου, ένα τούβλο απ’ το σπίτι που είχαν χτίσει τα τρία γουρουνάκια, τα γυαλιά της γιαγιάς της Κοκκινοσκουφίτσας και το φυτίλι από το λυχνάρι του Αλαντίν.

“Η παιδικότητα δεν χάνεται. Άλλοτε κρύβεται πίσω από νοσταλγικές αναμνήσεις, άλλοτε μασκαρεύεται σε σοβαροφάνεια και ωριμότητα και άλλοτε πάλι φυτοζωεί φοβισμένη σε κάποια παραμελημένη αλάνα του εαυτού μας. Πάντα όμως εξακολουθεί να υπάρχει και να περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να αναδυθεί και να μας διεκδικήσει”.

κείμενο | δήμητρα_λαμπροπούλου