08 Nov ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΛΟΓΩ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Ομιλία του κ. Γιάννου Γραμματίδη* στην εκδήλωση του Συνδέσμου Δικηγορικών Εταιριών Ελλάδος πού έγινε στο Μέγαρο Μουσικής στις 16/5/2012 με θέμα την «Δικηγορική Εξειδίκευση και Επαγγελματική Αποκατάσταση».
Ευχαριστώ την διοίκηση του Συνδέσμου Δικηγορικών Εταιριών Ελλάδας για τήν ευγενική πρόσκληση να είμαι ομιλητής στη σημερινή εκδήλωση πού λαμβάνει χώρα σε μια μεταβατική περίοδο της ελληνικής οικονομίας.
Διακινδυνεύοντας την αναφορά σε έννοιες αλλά και σε στοιχεία που ήδη αναφέρθηκαν από τους προηγηθέντες έγκριτους συναδέλφους, θα ασχοληθώ με την εξειδίκευση του δικηγορικού επαγγέλματος όπως αυτή επηρεάζεται από τις ανάγκες της οικονομίας. Και είναι αυτό λογικό αφού η οικονομική συμπεριφορά του ανθρώπου απετέλεσε το ιστορικά καταγραφόμενο προηγούμενο, με εξαίρεση την έννοια του νόμου σαν αυτοτελούς φαινομένου πού προϋπήρξε κάθε άλλης. Περαιτέρω, η υπηρέτηση του νόμου και η διαμόρφωση των ειδικότερων στοιχείων του στα πλαίσια τόσο της κοινωνικής όσο και οικονομικής συμπεριφοράς, ασφαλώς απετέλεσε το ιστορικά επόμενο.
Στην σύγχρονη εποχή η εξέλιξη των οικονομιών, σε συνδιασμό με την εξέλιξη της τεχνολογίας, δημιούργησε νέους κλάδους πού με την σειρά τους έπρεπε να ορισθούν ενώ, παράλληλα, έπρεπε και να τεθούν εκείνα τα όρια και τα πλαίσια μέσα στα οποία η οικονομική συμπεριφορά θα μπορούσε να αναπτυχθεί χάριν του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος και της ασφάλειας των συναλλαγών.
Ειδικότερα η Ελλάδα, παρά το ότι αυτή γέννησε πρώτη την έννοια του νόμου και της οικονομίας, όπως κι έθεσε τους κανόνες εφαρμογής και υπηρέτησής τους, για λόγους πού εκφεύγουν της σημερινής μας συζήτησης, αναγκάσθηκε να ακολουθεί από το να οδηγεί την ιστορική τους εξέλιξη εισάγοντας διεθνείς πρακτικές για να επιβιώσει ευπρόσωπα στην παγκόσμια κοινότητα.
Για να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της εξειδίκευσης του δικηγορικού επαγγέλματος στην Ελλάδα, θα πρέπει συνεπώς να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της οικονομίας της και την πορεία της από την εσωστρέφεια στην εξωστρέφεια ιδιαίτερα από την δεκαετία του 1990 μέχρι και σήμερα. Πιο συγκεκριμένα η οικονομική ανάπτυξη ιδιαίτερα την περίοδο αυτή, στηρίχτηκε στην αύξηση περισσότερο της κατανάλωσης παρά των επενδύσεων. Παράλληλα, το τεχνολογικό περιεχόμενο των εξαγωγών υπήρξε, συγκριτικά με τις λοιπές χώρες-μέλη της ΕΕ, χαμηλού επιπέδου, το ενδοκλαδικό εμπόριο περιορισμένο, το εκπαιδευτικό σύστημα σε σημαντική υστέρηση σε σχέση μ’ αυτό των εταίρων της Ελλάδας στην ΕΕ, με τις δαπάνες έρευνας κι ανάπτυξης να είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ. Η παραγωγική μας δομή (βιομηχανία, βιοτεχνία, γεωργία υπηρεσίες) κυριαρχείται ακόμα και σήμερα από δραστηριότητες παραδοσιακής τεχνολογίας. Παράλληλα, η ανταγωνιστικότητα των σημαντικότερων υπηρεσιών της χώρας, όπως π.χ. του τουρισμού, υστερεί αδικαιολόγητα. Έχουμε καθυστερήσει υπερβολικά στη μετάβαση στην οικονομία της γνώσης, στην εφαρμογή νέων καινοτομιών και την εισαγωγή νέων τεχνολογιών. Ακόμα δεν έχουμε αποδεχτεί τις αρχές της πράσινης και βιώσιμης ανάπτυξης. Παράλληλα, παρατηρείται σημαντική έλλειψη συντονισμού κράτους-παραγωγής σε κλάδους όπως ο τουρισμός ή η αγροτική οικονομία, όπου η ευθυγράμμιση δράσεων και η βέλτιστη αξιοποίηση των κρατικών πόρων που επενδύονται είναι προϋπόθεση επιτυχίας. Η αδυναμία συγκρότησης ισχυρών ελληνικών επιχειρήσεων, η αθρόα έξοδος των επενδύσεων σε χώρες χαμηλού κόστους χωρίς αναπλήρωση και αντίκρισμα από άλλες εγχώριες παραγωγικές δραστηριότητες, όπως και η διαχρονική έλλειψη ξένων επενδύσεων, έχουν οδηγήσει τον παραγωγικό ιστό σε μια τελματώδη κατάσταση.
Το παρωχημένο αυτό αναπτυξιακό πρότυπο καθόρισε και τους τρόπους της οικονομικής μας συμπεριφοράς και σίγουρα βοήθησε στην διαμόρφωση παραδοσιακών μορφών δικηγορικής εξειδίκευσης.
Σήμερα, όμως, βρισκόμαστε σε μια ιστορική καμπή όπου προσπαθούμε να αντικαταστήσουμε το ακόμα ισχύον αναχρονιστικό αναπτυξιακό μας πρότυπο με ένα σύγχρονο πού να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες. Ας δούμε τι προβλέπει αυτό το νέο αναπτυξιακό πρότυπο και γιατί αποτελεί πρόκληση για την ανάπτυξη νέων δικηγορικών εξειδικεύσεων.
Εντοπίζονται και ήδη αρχίζουν να αναπτύσσονται τομείς με δυναμικά συγκριτικά πλεονεκτήματα γύρω από τους οποίους αναμένεται να γίνει η παραγωγική αναδιάταξη και ανάπτυξη και πού θα οδηγήσουν το δικηγορικό επάγγελμα σε νέες εξειδικεύσεις. Πιο συγκεκριμένα, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που ενσωματώνουν τα νέα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας αποτελούν συνδυασμό (α) αυτών που ενσωματώνουν τα ήδη υπάρχοντα συγκριτικά πλεονεκτήματα σε παραδοσιακούς κλάδους της οικονομίας, όπως τα τρόφιμα, η ναυτιλία, ο τουρισμός κι άλλες υπηρεσίες, με (β) τη ποιότητα και τη καινοτομία που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες, και κυρίως, η εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού σ’ αυτές. Παρατηρείται ήδη έντονη η διείσδυση του διαδικτύου και η χρήση συστημάτων πληροφορικής στην οικονομία και ιδιαίτερα στις υπηρεσίες πού αναμένεται να αυξήσει δραστικά την παραγωγικότητα. Αναμένονται επίσης η βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου των αγορών αγαθών και υπηρεσιών, η απελευθέρωση των επαγγελμάτων και των αγορών, ενώ, παράλληλα, παρατηρείται αύξηση του μεριδίου των Ελληνικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών στην παγκόσμια αγορά και η βελτίωση της σύνθεσης των εξαγωγών με διπλασιασμό (περίπου) του ποσοστού των εξαγόμενων μεταποιητικών προϊόντων μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας. Αυτή η στροφή δημιουργεί την ανάγκη δικηγορικής εξειδίκευσης σε τομείς όπως η εξυπηρέτηση της ασφάλειας των προϊόντων όπως και η προστασία του καταναλωτή, η κατοχύρωση των νέων τεχνολογιών και οι μέθοδοι εμπορικής τους διάχυσης κι εκμετάλλευσης. Επίσης, συγκριτικά πλεονεκτήματα εντοπίζονται σ’ ενδιάμεσα βιομηχανικά προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο ενδοκλαδικού διεθνούς εμπορίου, λόγω εξειδίκευσης και οικονομιών κλίμακας. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που ενσωματώνουν τα νέα, δυναμικά συγκριτικά πλεονεκτήματα αναμένεται, εντελώς ενδεικτικά, να περιλαμβάνουν αγροτικά προϊόντα υγιεινής διατροφής, προϊόντα βιολογικών καλλιεργειών, προϊόντα από ιχθυοκαλλιέργειες (όπου η έρευνα στη βιολογία, τη βιοτεχνολογία και τη γεωπονική διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο), πρωτοπόρες υπηρεσίες υγείας υψηλής ποιότητας, ηλεκτρονικό υλικό, τηλεπικοινωνιακό υλικό, προϊόντα ψηφιακής τεχνολογίας, χημικά προϊόντα, ιατρικά μηχανήματα κλπ. Ήδη υπάρχουν στην Ελλάδα επιτυχημένα παραδείγματα εταιρειών στους τομείς αυτούς παραγωγής, ορισμένες από τις οποίες ξεκίνησαν ως δημιουργήματα (spin-offs) έρευνας κι ανάπτυξης σε πανεπιστήμια. Αντικείμενο έρευνας κι ανάπτυξης μπορεί να είναι επίσης η ικανοποίηση των αναγκών της χώρας σε ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, σε υδάτινους πόρους (π.χ. μέσω αφαλάτωσης), η προστασία του περιβάλλοντος (π.χ. έρευνα κι ανάπτυξη που οδηγεί σε αποτελεσματική διαχείριση απορριμμάτων) και η προστασία της δημόσιας υγείας. Συνεπώς, νέοι τομείς δικηγορικής εξειδίκευσης αναμένεται να αναπτυχθούν σε αυτούς τους τομείς τόσο σε σχέση με την εξυπηρέτηση του πλαισίου παραγωγής, ασφάλειας αλλά και εμπορικής διακίνησης των αντίστοιχων προϊόντων, σε συνδιασμό με την προστασία της πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας της σχετικής με αυτά, όσο και σε σχέση με την οργανωτική ανάπτυξη αυτών των ίδιων των κλάδων και την διασύνδεσή τους με τον διοικητικό μηχανισμό της χώρας. Μέσα στα πλαίσια αυτά αναμένεται να εξελιχθούν ακόμα παραπάνω εξειδικεύσεις σε οριζόντιες όσο και κάθετες συμβάσεις περιλαμβανομένων των συμβάσεων licensing, franchising, διανομής κι εμπορικής αντιπροσωπείας.
Παράλληλα, η εξωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων και η αναζήτηση νέων αγορών θα δημιουργήσει την ανάγκη επιλογών σύνθετων διεθνών εταιρικών σχημάτων κι εμπορικών συνεργασιών, πού από μόνες τους αποτελούν μια αναγκαία όσο και σύγχρονη εξειδίκευση πολύ δε περισσότερο όταν συνδιάζονται με την διεθνή φορολογική τους διάσταση.
Μεγάλη σημασία όμως έχει και η αναδιάρθρωση κι αναδιάταξη ορισμένων «υποδομών» που τέμνουν τις παραγωγικές δυνάμεις (παιδεία, δεξιότητες και ευελιξία στις σχέσεις εργοδοσίας κι εργατικού δυναμικού, πράσινη ανάπτυξη κι ενέργεια, δίκτυα, κλπ.). Ειδικότερα σε σχέση με την ευελιξία στις σχέσεις εργοδοσίας κι εργατικού δυναμικού πρέπει να αναφερθούν οι μεγάλες διαφορές ευελιξίας μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, με τον πρώτο να είναι ιδιαίτερα άκαμπτος και όπου στην πραγματικότητα έχουμε μια δυαδική αγορά εργασίας. Πέραν, όμως, αυτού αναμένεται η εφαρμογή νέου θεσμικού πλαισίου για τη Γυναικεία Απασχόληση, με στόχο την εναρμόνιση οικογενειακής κι επαγγελματικής ζωής των γυναικών, αλλά και την νεανική επιχειρηματικότητα. Όλα αυτά υπαγορεύουν είτε την δημιουργία νέων είτε την ανανέωση υφισταμένων δικηγορικών εξειδικεύσεων στους τομείς του εργατικού δικαίου, του ασφαλιστικού δικαίου και του δικαίου πού καλύπτει την ενέργεια σε όλο το φάσμα της παραγωγής και της διακίνησής της.
Παράλληλα, βρισκόμαστε στη φάση του επαναπροσδιορισμού της έννοιας και του ρόλου του κράτους. Επαναπροσδιορίζουμε δηλαδή τι είδους κράτος θέλουμε για το μέλλον, δηλ. ένα κράτος μικρό, ευέλικτο κι αποτελεσματικό και κυρίως με σταθερούς όσο και σύγχρονους κανόνες πού να εξυπηρετούν το νέο οικονομικό, άλλως αναπτυξιακό πρότυπο της χώρας. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια επιδιώκεται ο εκσυγχρονισμός του φορολογικού συστήματος και η διεθνής συνεργασία μ’ άλλες φορολογικές αρχές για την ανταλλαγή πληροφοριών κι εμπειριών σε θέματα φορολογικής νομοθεσίας, πρακτικών και μεθόδων αντιμετώπισης των νέων μορφών φοροδιαφυγής που ανακύπτουν σε μια παγκοσμιοποιημένη αγορά σε συνδιασμό με την καταπολέμηση του βρώμικου χρήματος και της διακίνησής του πού έχει ιδιαίτερη σημασία κι εφαρμογή στο δικηγορικό επάγγελμα. Αναμένεται επίσης η υιοθέτηση των αρχών και μεθόδων του ΟΟΣΑ για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής που προκύπτει από τη χρήση (α) ενδο-ομιλικών τιμών (transfer pricing) και (β) μεθόδων ελαχιστοποίησης των ιδίων κεφαλαίων (thin capitalisation) ορισμένων πολυεθνικών εταιρειών. Οι εξελίξεις αυτές αποτελούν ασφαλώς πρόκληση για τους δικηγόρους πού ασχολούνται με το φορολογικό δίκαιο.
Μέσα στα ίδια πλαίσια επιχειρείται η απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, η εισαγωγή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης στο κράτος, ο εκσυγχρονισμός του συστήματος κρατικών προμηθειών, η αξιοποίηση της ιδιωτικής ακίνητης περιουσίας του δημοσίου και η αποκρατικοποίηση κλάδων της οικονομικής δραστηριότητας με την απόσυρση του Κράτους από τους τομείς προϊόντων και υπηρεσιών που ήδη παράγονται ανταγωνιστικά από τον ιδιωτικό τομέα (τράπεζες, τηλεπικοινωνίες, βιομηχανία, τουρισμός). Ιδιαίτερα, όσες εταιρίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα απαιτούν επιχειρηματικότητα, συγκράτηση κόστους και διεθνή ανταγωνιστικότητα, θα περιέλθουν στον ιδιωτικό τομέα, με τις εξαιρέσεις των στρατηγικών υποδομών. Σχεδιάζεται το άνοιγμα της αγοράς σ’ άλλους παίκτες για τη δημιουργία ανταγωνιστικής αγοράς (πχ. ηλεκτρική ενέργεια) με την εποπτεία από ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές. Η παροχή μετοχών στους εργαζόμενους και στα ασφαλιστικά ταμεία θα ήταν ένα μέρος της στρατηγικής αυτής, τονίζοντας και την κοινωνική της διάσταση. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια όλα τα σχετικά θέματα όπως ενδεικτικά θέματα πού αφορούν χρήσεις γης, το χωροταξικό πλαίσιο και η προστασία του περιβάλλοντος πού συνδέονται με την λειτουργία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αναγορεύονται σε κύρια ζητήματα πού αφορούν την οικονομική διαδικασία. Και πάλι, νέες μορφές δικηγορικής εξειδίκευσης αναπτύσσονται για να εξυπηρετήσουν αυτές τις τομές.
Περαιτέρω, η πρόσφατη οικονομική κρίση είχε σαν αποτέλεσμα την οικονομική δυσπραγία χιλιάδων επιχειρήσεων κι ανέδειξε την ανάγκη νέων μορφών προστασίας όσο κι αναδιοργάνωσής τους στα πλαίσια του πτωχευτικού μας δικαίου. Παράλληλα, το κούρεμα του δημόσιου χρέους πού έπληξε τόσο ιδιώτες ομολογιούχους όσο και προμηθευτές του ελληνικού δημοσίου πού είχαν πληρωθεί με κρατικά ομόλογα, αποτελεί πρόκληση για τη νομική σκέψη.
Οι περισσότερες, όμως, από τις τομές πού αναφέρθηκαν όπως και η προσπάθεια εξυγίανσης της κρατικής μηχανής με σκοπό αυτή να εξυπηρετήσει αποτελεσματικά τόσο την οικονομία όσο και την κοινωνία, καταδείχθηκε ότι εξαρτώνται από την αναθεώρηση του ελληνικού Συντάγματος πού δεν απηχεί σύγχρονες αντιλήψεις και δεν διευκολύνει την οικονομική δραστηριότητα. Δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι η επόμενη δεκαετία θα είναι δεκαετία συνταγματικής αναθεώρησης πού θα πρέπει εξειδικευμένα να υποστηριχθεί.
Η ανάπτυξη όλων αυτών ειδικοτήτων ήδη παρατηρείται έντονα στις σύγχρονες μονάδες άσκησης δικηγορίας πού είναι οι δικηγορικές εταιρίες και ιδιαίτερα σ’ εκείνες πού έχουν αναπτύξει συνεργασίες με δικηγορικά γραφεία του εξωτερικού όπου υπάρχει από πολλά χρόνια μεγάλη και συμπυκνωμένη σχετική εμπειρία. Αποτελεί ευχή να φθάσουμε κι εμείς στην Ελλάδα σε επίπεδα τέτοιας μορφής κι έκτασης εμπειρίας αφού αυτό θα αποτελεί επακόλουθο της τόνωσης τόσο της ανάπτυξης όσο και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας.
Σας ευχαριστώ.
*Ο κ. Γραμματίδης είναι δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, διαχειριστής συνεταίρος της δικηγορικής εταιρίας «Μπαχάς, Γραμματίδης & Συνεταίροι» και Πρόεδρος του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.