ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΤΟΧΟΥ ΖΩΩΝ ΣΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ ΖΩΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑΣ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΤΟΧΟΥ ΖΩΩΝ ΣΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ ΖΩΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑΣ

Από την «ευθύνη κατόχου ζώων» στην υποχρέωση φροντίδας των «Ζώων Συντροφιάς» (από τον Τιμητικό Τόμο Απόστολου Γεωργιάδη)

Από τον καιρό που ο Αστικός Κώδικας μερίμνησε για το ζήτημα της ευθύνης κατόχου ζώου μέχρι τις μέρες μας, οπότε ένα ευρύ κανονιστικό πλαίσιο έχει περιλάβει τα ζώα στα ρυθμιζόμενα από το δίκαιο ζητήματα με ιδιαίτερο ζήλο, έχει περάσει περίπου μισός αιώνας . Οι αντιλήψεις εξελίσσονται ραγδαία και παράλληλα οι κανόνες δικαίου. Σήμερα Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) κάνουν λόγο για τα δικαιώματα των ζώων και τις υποχρεώσεις των ανθρώπων για μια ηθική συμπεριφορά απέναντί τους στηρίζοντας αξιώσεις για ένα συνεκτικό κανονιστικό πλαίσιο. Η ρύθμιση των κανόνων που αφορούν στις ανθρώπινες συμπεριφορές από το δίκαιο είναι το αντικείμενο των κανονιστικών ρυθμίσεων ανά τους αιώνες είτε στο επίπεδο του ιδιωτικού, είτε στο επίπεδο του δημοσίου δικαίου . Η ρύθμιση όμως ζητημάτων που άπτονται των σχέσεων των ατόμων και των ζώων αποτελεί ένα θέμα περισσότερο επίκαιρο και θα ενδιέφερε να αναρωτηθεί κανείς για τις αιτίες του.
Εκτός των προαναφερόμενων ΜΚΟ, στην αυγή του 21ου αιώνα αφορμή για το ζήτημα της προστασίας των ζώων δίδει η ανθρώπινη μοναξιά που οδηγεί τον άνθρωπο των πόλεων να συντροφεύεται συχνότατα από ζώα συντροφιάς εντασσόμενα στον πολεοδομικό ιστό με συνέπεια ειδικοί κανόνες να επιτρέπουν τη διαμονή των ζώων συντροφιάς σε πολυκατοικίες ώστε να περιορίζονται οι κοινωνικές εντάσεις. Η συνύπαρξη των ανθρώπων με τα ζώα συντροφιάς καθιστά το κράτος υπεύθυνο και για τη ρύθμιση της κοινής τους ζωής στον ιστό των πόλεων όπου ξαφνικά πρέπει ο νόμος να διέπει τη βόλτα του σκύλου δεμένου με λουρί . Η ίδια η μοναχικότητα επιβάλει την υποχρέωση στοργικής συμπεριφοράς στα ζώα συντροφιάς με νόμο .
Οι σύγχρονοι άνθρωποι ζώντας σε ιδιαίτερα μεγάλες κοινωνίες παρουσιάζουν συχνά ομαδικές φοβίες. Διάφορες νόσοι που προέρχονται από ζώα ή πτηνά και τρομοκρατούν τον άνθρωπο των πόλεων, όπως η αρρώστια των τρελλών αγελάδων και η γρίπη των πτηνών. Ειδικό πλαίσιο ρυθμίσεων καθιστά τα κράτη υπεύθυνα έναντι των πολιτών για την απαλλαγή τους από τον ομαδικό και ανεξέλεγκτο φόβο. Ο νόμος μεριμνά και προς την κατεύθυνση αυτή. Ο νόμος με ιδιαίτερα φιλόδοξο τρόπο καλείται συνεπώς στις μέρες μας να απαντήσει τόσο στην ατομική υποχρέωση φροντίδας του ζώου που συντροφεύει τον άνθρωπο όσο και στον έλεγχο του τρόμου του απέναντι σε άγνωστες αρρώστιες.
Οι οικολογικές ευαισθησίες και τα οργανωμένα συμφέροντα κοινωνικών ομάδων υποκινούν ένα άλλο σύνολο κανονιστικών ρυθμίσεων με έντονο ενδιαφέρον για τα ζώα όπως η απαγόρευση πειραμάτων στα ζώα, η μέριμνα για την μη εξαφάνιση ζώων που κινδυνεύουν να χαθούν. Η δημόσια υγεία επιβάλλει εξειδικευμένους κανόνες και η δημόσια ηθική απαιτεί καθορισμένες συμπεριφορές ακόμη και με αφορμή την κατασκευή μεγάλων έργων οπότε η καφέ αρκούδα δίδει αφορμές για σοβαρή νομολογιακή επεξεργασία, όπως και η χελώνα καρέττα -καρέττα . Ο Αστικός Κώδικας συμπληρώνεται από κανόνες του Συμβουλίου της Ευρώπης, η νομολογία για τις μισθώσεις γίνεται επιεικέστερη, και τα κυνοκομεία οφείλουν να λειτουργούν υπό συγκεκριμένες συνθήκες και προϋποθέσεις. Εκτενές πλέγμα διατάξεων του εθνικού, διεθνούς και κοινοτικού δικαίου άπτεται της σχέσης του ανθρώπου με τα ζώα άγρια και οικόσιτα. Εξάλλου η προστασία των ζώων πρόσφερε και στη νομική θεωρία μια καλή ευκαιρία για θεωρητικό προβληματισμό με διεπιστημονικό χαρακτήρα που καθιστά τη συνεισφορά του δημοσίου δικαίου περιορισμένη.
Στην παρούσα μελέτη θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε την μετακίνηση του ρυθμιστικού ενδιαφέροντος από το χώρο του ιδιωτικού δικαίου στο χώρο του δημοσίου δικαίου με αφορμή το ζήτημα των ζώων. Απόρροια του περιορισμού της ατομικής ευθύνης για το σύντροφο ή εργάτη και ανάδειξη του συλλογικού ενδιαφέροντος για το πεπρωμένο του θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή προβληματισμού για την «απαλλαγή» του ατόμου από τις πλέον στοιχειώδεις του ευθύνες και η μετακίνηση στο συλλογικό πεδίο σε κανονιστικό επίπεδο.
Είναι προφανές ότι στο πλαίσιο της παρούσας ανάπτυξης δεν επιδιώκεται μια εξαντλητική απορρύθμιση των κανόνων που διέπουν τα ζώα, ούτε της σχετικής νομολογίας. Οι αναφορές έχουν ως κύριο στόχο τη διαπίστωση της μετατόπισης του κανονιστικού ενδιαφέροντος από το ιδιωτικό στο δημόσιο δίκαιο σε ένα αντικείμενο όπου η σημασία της μετατόπισης είναι προφανής. Οι αναφορές συνεπώς είναι συνοπτικές και ενδεικτικές. Η αναζήτηση της ιδιωτικής ευθύνης αποτελεί ζητούμενο στο πλαίσιο των συλλογικών ρυθμίσεων που ξεπερνούν ακόμη και την κρατική πρωτοβουλία μεταφέροντας στο χώρο των «παγκοσμιοποιημένων ρυθμίσεων» την ανευθυνότητα του προσώπου και την αδυναμία του να (αυτό)ρυθμίσει ακόμη και τη σχέση του με το σκυλί του. Από την εποχή όμως της Μαχαμπαράτα όπου ο θεός Ραμ απαξίωσε τον παράδεισο καθώς δεν ήταν επιτρεπτό να τον ακολουθήσει ο σκύλος του εκεί, η σχέση του ατόμου με το ζώο αποτελεί αντικείμενο του απολύτως προσωπικού του χώρου και ευθύνης.
Η μετατόπιση του ρυθμιστικού πεδίου από το ιδιωτικό στο δημόσιο δίκαιο συνιστά μια μεταφορική σπουδή στην μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου και τις συλλογικές φοβίες του και μια μελέτη του ρόλου του κράτους ως προς «την υποχρέωση του ανθρώπου να είναι στοργικός», είναι δε μια συμβολική συνεισφορά στον καθηγητή Απόστολο Γεωργιάδη που με τρυφερότητα και αμέριστο ενδιαφέρον μας στήριξε όλα τα χρόνια των σπουδών μας έστω και αν κάποιοι από εμάς δεν τιμήσαμε το αστικό δίκαιο που τόσο μας έκανε να αγαπήσουμε από τα φοιτητικά μας χρόνια.
Μέρος Α
Η εξέλιξη του ρυθμιστικού πεδίου για τα ζώα από το ιδιωτικό στο δημόσιο δίκαιο
Η σχέση του ανθρώπου με τα ζώα καθορίσθηκε αρχικά στο πλαίσιο του αστικού δικαίου καθώς και του ποινικού δικαίου . Ένα ικανό πλέγμα διατάξεων ρύθμισε τη σχέση με τα ζώα τα οποία αποτελούσαν χρήσιμα όντα για τη ζωή του ώστε να μην επιτρέπεται η «ζωοκτονία», αλλά και αρκετά επικίνδυνα ώστε να απαιτείται αυξημένη ευθύνη του κατόχου τους.
Ο Αστικός Κώδικας ρυθμίζει στο άρθρο 924 το ζήτημα της ευθύνης κατόχου ζώων ως εξής:
« Ο κάτοχος ζώου ευθύνεται για τη ζημία που προξενήθηκε απ’αυτό σε τρίτον. Αν η ζημία έγινε από κατοικίδιο ζώο που χρησιμοποιείται για το επάγγελμα, τη φύλαξη της κατοικίας ή τη διατροφή του κατόχου του, αυτός δεν ευθύνεται, αν αποδείξει ότι δεν τον βαρύνει κανένα πταίσμα ως προς τη φύλαξη και την εποπτεία του ζώου» .
Η ρύθμιση αυτή αντιμετώπιζε τα ζώα και ιδίως τα κατοικίδια ζώα με την αντίληψη των αγροτικών ιδίως κοινωνιών, οπότε το ζώο συντηρήθηκε από τον άνθρωπο για να εκτελεί κάποια αποστολή, δηλαδή να τον προστατεύει, να τον τρέφει ή και στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Η μεταπολεμική κοινωνία όφειλε να αντιμετωπίσει την παρουσία των ζώων σε πολυκατοικίες και το δίκαιο να επιλύσει το νέο ρόλο του ανθρώπου των πόλεων.
Στο πλαίσιο του ενοχικού δικαίου των μισθώσεων αναπτύχθηκε μια εκτενής νομολογία, η οποία είχε ως στόχο την αρμονική συνύπαρξη ανθρώπων και ζώων στις μεταπολεμικές πολυκατοικίες, όταν οι Κανονισμοί Πολυκατοικιών ρητά απαγόρευαν την παρουσία τους παρότι οι άνθρωποι αισθάνονταν έντονα την ανάγκη της συντροφιάς τους . Η μεταπολεμική αστικοποίηση επέβαλε στον άνθρωπο της πόλης μια στοιχειώδη επαφή με τη φύση και τα ζώα, κήποι στις βεράντες και γάτες στα διαμερίσματα απάλυναν τις συνθήκες ζωής του διαμερίσματος και αργότερα ο σκύλος ήρθε να συμπληρώσει την παρέα που χάθηκε και τους φίλους που ήταν ιδιαίτερα απασχολημένοι. Λόγοι υγιεινής επέβαλαν την απομάκρυνση των ζώων από τις πολυκατοικίες. Η νομολογία έδειξε το δρόμο της σταδιακής μεταστροφής ενώ παράλληλα αναπτύχθηκαν και οι πρώτες ενώσεις οργανωμένων συμφερόντων . Προοδευτικά τα ζώα έγιναν αποδεκτά και οι μισθωτικές σχέσεις καλύφθηκαν από ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις ως προς το ζήτημα της φιλοξενίας τετραπόδων .
Η προηγούμενη ενότητα δικών συμπληρώθηκε από σειρά ποινικών ιδίως υποθέσεων οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο των υφιστάμενων διατάξεων, που σχετίσθηκε με το νέο ρόλο που απέκτησαν οι σκύλοι μακριά από την ποιμενική ζωή και στο πλαίσιο της συντροφικότητας. Στο σημείο αυτό δεν υπήρξε εξαρχής κοινωνική συμφωνία. Οι υποθέσεις που έφθασαν στα δικαστήρια τα τελευταία χρόνια ανέδειξαν το ρόλο του σκύλου συντρόφου σε σχέση με τις αντιλήψεις που ήθελαν το σκύλο να φυλάει τα πρόβατα και εναντίωσαν τους βοσκούς με τους αστούς σε δίκες όπου ο άνθρωπος της παλαιάς εποχής σκότωνε το σύντροφο του ανθρώπου των πόλεων από φόβο για τα ποίμνιά του .
Ο σκύλος ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες ξεκίνησε να έχει έναν ιδιάζοντα ρόλο στην ανθρώπινη συμβίωση αλλά και στην εφαρμογή του δικαίου που έδωσε αφορμή για σημαντικές αποφάσεις δικαστηρίων, όπως με αφορμή την εξεύρεση ναρκωτικών από σκύλους εκπαιδευμένους , την χρήση εκπαιδευμένων σκύλων για ανεύρεση εκρηκτικών ουσιών κλπ. Οι αποφάσεις αυτές αποτελούν όμως προδήλως εξέλιξη των παλαιότερων ρυθμίσεων όπου το ζώο ήταν σύντροφος και βοηθός του ανθρώπου στην άσκηση του επαγγέλματός του.
Παράλληλα εξελίχθηκε και η νομοθεσία. Το Σύνταγμα του 1975 ρύθμισε στο άρθ. 24 αυτού την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος στο οποίο εντάσσονται και τα ζώα και έδωσε αφορμή σε μια ιδιαίτερα εκτεταμένη νομολογία για την προστασία της φύσης της πανίδας και πολλών αγρίων ζώων και πτηνών. Οι σχετικές διατάξεις ερμηνεύθηκαν συστηματικά από τη θεωρία δημιουργώντας ένα σύνθετο πλαίσιο κανόνων στη βάση αυτών . Σημαντικά αναπτυξιακά έργα εξηύραν τα όριά τους στην προστασία αγρίων ζώων, ενώ η ιδιοκτησία η οποία προστατεύεται από το άρθ. 17. Σ οριοθετήθηκε με αφορμή την προστασία της χελώνας Καρέττα – Καρέττα σημαντικά .
H σειρά αποφάσεων για την θαλάσσια χελώνα που αφορούσε τη στάθμιση μεταξύ ιδιοκτησίας και προστασίας της χελώνας έδωσε το προβάδισμα την προστασία της φύσης και των ζώων. Η περίπτωση της θαλάσσιας χελώνας δεν ήταν η μοναδική. Η νομολογία καταπιάσθηκε με την καφέ αρκούδα και με άλλα ζώα δίδοντας το στίγμα μιας βαθύτερης κοινωνικής μεταβολής. Μετά το Σύνταγμα του 1975 η σχέση του ανθρώπου με τη φύση και τα ζώα προσδιορίσθηκε καθοριστικά από αρχές που εδράζονται στο Σύνταγμα όπως η αειφορία και η βιώσιμη ανάπτυξη. Το δημόσιο δίκαιο είχε την πρωτοβουλία στη ρύθμιση της σχέσης του ατόμου και του ζώου .
Η εθνική νομοθεσία ενσωμάτωσε το ν. 2170/1992 που ρύθμισε κατά τις επιταγές του Συμβουλίου της Ευρώπης το ζήτημα της προστασίας των ζώων. Η έννοια του ζώου συντροφιάς έχει πλέον περάσει στο κανονιστικό μας σύστημα και το ελληνικό Κράτος δεν δύναται να αγνοεί τις διεθνείς του ευθύνες. Αρχικά θεσμοθετήθηκαν οι ευχές για να μην βασανίζονται τα ζώα «Κανείς δεν πρέπει να κάνει άσκοπα ένα ζώο συντροφιάς να πονά, να υποφέρει ή να αγωνιά…, κανείς δεν πρέπει να εγκαταλείπει ένα ζώο συντροφιάς» σύμφωνα με το νόμο αυτό.
Σήμερα σύμφωνα με την σε ισχύ νομοθεσία και δη το ν. 3170/2003 ορίζεται στο άρθ. 2.5 αυτού ότι ο ιδιοκτήτης ή ο συνοδός του σκύλου ευθύνεται για βλάβη ή ζημιά που προκαλείται από το σκύλο σε ανθρώπους ή ζώα, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθ. 924 του Αστικού Κώδικα». Ο σκύλος στην περίπτωσή μας επάγεται αυξημένη ευθύνη και υποχρέωση σε σχέση με τον αστικό κώδικα για τον ιδιοκτήτη ή το συνοδό του. Ο σκύλος είναι πλέον «Ζώο συντροφιάς» ειδικά οριζόμενο ως έννοια στον ίδιο νόμο και ο ιδιοκτήτης του υποχρεούται να μεριμνά για την ευζωία του (άρθ. 2.1.β) αλλά και να μην τον εγκαταλείπει (άρθ. 2.1 δ.). Σκοπός του ζώου αυτού πλέον είναι να συντροφεύει τον άνθρωπο. Η ρύθμιση αυτή αντιλαμβάνεται την ευθύνη του ανθρώπου αυξημένη για το ζώο που έχει πλέον ως μοναδική αποστολή να τον συντροφεύει. Η ανθρώπινη μοναχικότητα και η ζωή των πόλεων έδωσε στα ζώα συντροφιάς μια διάσταση που θα προβλημάτιζε το μελετητή ιδίως μία ή δύο δεκαετίες προηγουμένως. Τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς θα πρέπει να βρούν καταφύγιο και οι άνθρωποι να μην τα εγκαταλείπουν.
Στο πλαίσιο του νομοθετικού πλέγματος διατάξεων για την προστασία των αδεσπότων ζώων συντροφιάς ρυθμίσθηκαν τα κυνοκομία και τα καταφύγια ζώων με ένα σύνολο υγειονομικών διατάξεων αλλά και με προβλέψεις σημαντικών οικονομικών επιδοτήσεων. Η νομολογία έδωσε ήδη τα πρώτα δείγματα των προσεγγίσεών της στο ζήτημα . Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 στάθηκαν η αφορμή για μια συνολική ρύθμιση του ζητήματος δεδομένης της διεθνούς κατακραυγής κατά της Ελλάδας για τα αδέσποτα.
Η προσέγγιση αυτή αναδεικνύει μια μετάβαση από την ατομική ευθύνη στη συλλογικότητα και από το ιδιωτικό δίκαιο στη σφαίρα των κανόνων του δημοσίου δικαίου για ένα ζήτημα που άπτεται του ελέγχου του ανθρώπου ιδιαίτερα, όπως δηλαδή αυτό της σχέσης του με τα ζώα. Θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι οι διατάξεις που αναφέρθηκαν αποτελούν ίχνος εκπολιτισμού του ανθρώπου, αν παράλληλα δεν αυξάνονταν τα εγκαταλελειμμένα ζώα στους δρόμους και αν δεν υπήρχε άλλο πλέγμα διατάξεων που να ρυθμίζει την πολιτισμένη εξολόθρευση διαφόρων κατηγοριών ζώων και πάλι για λόγους συλλογικού ενδιαφέροντος.

Μέρος Β
Οι κανονιστικές ρυθμίσεις των μαζικών θανάτων και των επιδημιών στο πλαίσιο της προστασίας των ζώων
Η ρύθμιση της κτηνοτροφίας και της βιομηχανίας τροφίμων και φαρμάκων που σχετίζεται άμεσα με τα ζώα έχει δώσει αφορμή για εκτεταμένες ρυθμίσεις που καθορίζουν το καθεστώς των ζώων που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για τους σκοπούς αυτούς οργανωμένα και συστηματικά . Η δημόσια υγεία επιβάλει το σφαγείο των πόλεων να βρίσκεται σε ειδικά σημεία και η κτηνοτροφία δεν επαφίεται στον βοσκό των παλαιότερων εποχών. Τα ζώα λόγω της προόδου του πολιτισμού συχνά κινδυνεύουν να εξαφανισθούν με συνέπεια να απαιτείται ρύθμιση του περιορισμού του αφανισμού τους. Εξάλλου τα ζώα δίδουν αφορμή με την ευκολία μετάδοσης των διαφόρων νόσων στην μεγάλη «πανώλη» των ημερών, το φόβο. Αν το κίνημα του υπαρξισμού οδήγησε τον Αλμπέρ Καμύ στην συγγραφή της «Πανούκλας» για την ανάδειξη της ανθρώπινης μοναξιάς, η νόσος των τρελλών αγελάδων και η νόσος των πτηνών αναδεικνύει την απαξία της ανατροπής των αποστάσεων μέσω της τεχνολογίας. Ο πλανήτης πάσχει από τρόμο και καταδιώκει τα πτηνά και τα ζώα από το φόβο του «άλλου». Ο νόμος οφείλει να μεριμνήσει και γι αυτό .
Το διεθνές δίκαιο αναλαμβάνει σημαντικό ρόλο προς την κατεύθυνση αυτή. Το κοινοτικό δίκαιο εξάλλου προσδιορίζει το ρόλο της Ένωσης αλλά και του συνόλου των κρατών μελών στο ζήτημα της προστασίας των ζώων με τρόπο καθοριστικό . Η συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση καλεί τα όργανα και τα κράτη μέλη να λάβουν πλήρως υπόψη τους τις απαιτήσεις όσον αφορά την καλή διαβίωση των ζώων κατά την επεξεργασία και την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, και ιδίως στους τομείς της γεωργικής πολιτικής.
Αποδίδοντας στα κράτη μέλη της Ένωσης μια σειρά σημαντικών αρμοδιοτήτων για την προστασία της δημόσιας υγείας, του περιβάλλοντος και ειδικά των ζώων ρυθμίζει ένα σύνολο ζητημάτων που άπτονται της σχέσης του ανθρώπου με τα ζώα μεταξύ δε αυτών συγκαταλέγονται ζητήματα σχετικά με τα απειλούμενα είδη άγριας πανίδας και χλωρίδας, τη διατήρηση άγριων ειδών σε ζωολογικoύς κήπους, την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς σκοπούς, ενώ ειδικές ρυθμίσεις γίνονται για τα άγρια πτηνά, της μωρά της θαλάσσιας φώκιας, τα δελφίνια κλπ.

Τα ζώα βρίσκουν τη θέση τους ακόμη και στη Συνθήκη ιδρύσεως της ΕΕ στο άρθρο 30 . Σειρά οδηγιών ρυθμίζει επί μέρους ζητήματα.

Ιδιαίτερη ευαισθησία έδειξε το κοινοτικό δίκαιο για το ζήτημα των πειραμάτων στα ζώα με στόχο την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς ή επιστημονικούς σκοπούς εξασφαλίζοντας στα ζώα αυτά τη δέουσα φροντίδα καθώς και ότι τα ζώα αυτά δεν θα υποφέρουν περιττά θεσπίζοντας σειρά διατάξεων οι οποίες έδωσαν αφορμή και για σημαντική νομολογία . Το ζήτημα της απαγόρευσης των πειραμάτων στα ζώα αποτέλεσε αντικείμενο δράσης σημαντικών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων και συσπείρωσε ζωόφιλους σε όλη την Ευρώπη. Συνέπεια αυτού αλλά και της γενικότερης ευαισθητοποίησης που επικρατεί με την πρόοδο των ετών, τουλάχιστον ως προς το φαίνεσθαι, θεσπίσθηκε η οδηγία 86/609/ΕΟΚ. Το ενδιαφέρον της είναι πολύ σημαντικό αν καταστεί αντιληπτό ότι η οδηγία αυτή επηρεάζει σημαντικά κλάδους της βιομηχανίας και του εμπορίου.

Η οδηγία 86/609/ΕΟΚ ισχύει για τα ζώα που χρησιμοποιούνται για ανάπτυξη, παραγωγή, έλεγχο της ποιότητας, δραστικότητας και ασφάλειας των φαρμάκων, των τροφίμων και άλλων ουσιών ή προϊόντων για την παρακολούθηση των ασθενειών ή των διαταραχών της υγείας στους ανθρώπους, τα ζώα και τα φυτά για την παρακολούθηση των φυσιολογικών χαρακτηριστικών στους ανθρώπους, τα ζώα και τα φυτά, την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος προς όφελος του ανθρώπου και των ζώων.
Τα κράτη μέλη επιβάλλεται να απαγορεύσουν τη χρήση για πειραματικούς σκοπούς ζώων που κινδυνεύουν να εκλείψουν. Η χρήση των ζώων αυτών επιτρέπεται αποκλειστικά και μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις εφόσον δηλαδή το πείραμα/έρευνα έχει ως στόχο τη διατήρηση των εν λόγω ειδών ή εφόσον το είδος αυτό κατά τα φαινόμενα είναι το μόνο κατάλληλο για το συγκεκριμένο βιοϊατρικό στόχο. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες προβλέπεται ότι ένα ζώο θα υποβληθεί σε πείραμα κατά τη διάρκεια του οποίου θα υπάρξει ο κίνδυνος να υποστεί ή πρόκειται να υποστεί πόνους που ενδέχεται να παραταθούν, το αντίστοιχο πείραμα θα πρέπει να δηλώνεται ρητά στην αρμόδια αρχή και να αιτιολογείται ή να εγκρίνεται δεόντως από αυτήν. Τα πειράματα επιβάλλεται να πραγματοποιούνται αποκλειστικά και μόνο εφόσον δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική μέθοδος η οποία να μην συνεπάγεται τη χρήση των ζώων. Τα ζώα που χρησιμοποιούνται θα πρέπει να είναι κατά το δυνατόν αναισθητοποιημένα σε νευροφυσιολογικό επίπεδο, με τοπική ή γενική αναισθησία. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει δυνατότητα αναισθησίας, αυτή μπορεί να αντικατασταθεί από αναλγητικά Τα άτομα τα οποία συμμετέχουν (πραγματοποιώντας τα πειράματα ή λαμβάνοντας μέρος σε αυτά) επιβάλλεται να διαθέτουν τα αντίστοιχα επιστημονικά προσόντα, και να έχουν υποστεί την δέουσα εκπαίδευση ή επιμόρφωση.. Μετά από το πείραμα, στο ζώο πρέπει να παρέχεται η απαραίτητη για την αποκατάσταση της υγείας του ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Στην περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί η ομαλή διαβίωση του ζώου, το ζώο θα πρέπει να εκτελείται με τον ολιγότερο βάναυσο δυνατό τρόπο. Προκειμένου να αποφευχθεί οιοσδήποτε κίνδυνος αλληλοεπικαλύψεων κατά τα πειράματα, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να αποδεχθούν την αμοιβαία αναγνώριση των επιστημονικών αποτελεσμάτων τους.

Εξάλλου, για να υπάρξει εγγύηση για την καλή λειτουργία της κοινοτικής αγοράς των ζώων, κρίνεται απαραίτητο να θεσπισθούν κοινοί κανόνες σχετικά με την προστασία των ζώων στα εκτροφεία. Όλα τα κράτη μέλη επικύρωσαν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ζώων στα εκτροφεία, της οποίας οι αρχές αφορούν την κατοικία, τη διατροφή και τις παρεχόμενες ανάλογα με τις ανάγκες των ζώων φροντίδες. Σε συνέχεια θεσπίσθηκε η οδηγία αριθ. 98/58/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, σχετικά με την προστασία των ζώων στα εκτροφεία. Η οδηγία αυτή εφαρμόζεται στα ζώα (συμπεριλαμβανομένων των ιχθύων, των ερπετών και των αμφιβίων) που εκτρέφονται ή που διατηρούνται για την παραγωγή τροφίμων, μαλλιού, δέρματος ή γούνας ή για άλλους σκοπούς γεωργικής εκμετάλλευσης. Δεν αφορά τα άγρια ζώα, τα ζώα που προορίζονται να συμμετάσχουν σε αγώνες ή σε άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις (εκθέσεις) τα πειραματόζωα ή τα ζώα εργαστηριακών δοκιμών και τα ασπόνδυλα.
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διατάξεις ώστε οι κύριοι ή οι κάτοχοι ζώων να λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για να εξασφαλίσουν την καλή διαβίωση των ζώων τους καθώς και το ότι τα εν λόγω ζώα δεν υφίστανται κανένα περιττό πόνο, ταλαιπωρία ή βλάβη. Δεν πρέπει να εφαρμόζονται μέθοδοι εκτροφής που προκαλούν ταλαιπωρία ή βλάβη εκτός εάν οι επιπτώσεις τους είναι ελάχιστες, στιγμιαίες ή επιτρέπονται ρητώς από τις εθνικές διατάξεις.
Η οδηγία 93/119/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1993, σχετικά με την προστασία των ζώων κατά τη σφαγή τους ή τη θανάτωσή τους ρυθμίζει με «ανθρωπισμό» τον καταλληλότερο τρόπο θανάτωσης ή σφαγής των ζώων.
Οι ως άνω αναφορές αποτελούν παραδείγματα μεταξύ των πολλών κανονιστικών ρυθμίσεων που θεσπίζονται σε επίπεδο κοινοτικού δικαίου, οι οποίες αντανακλούν την ανθρωπιστική πλευρά της επιστημονικής έρευνας, της μαζικής εκτροφής και της μαζικής θανάτωσης των ζώων, το καθεστώς των οποίων έχει προ πολλού εκφύγει από την προσωπική μέριμνα και φροντίδα. Οι διατάξεις αυτές αφορούν ιδιαίτερα λεπτομερή ζητήματα της θανάτωσης ή της κατάστασης των ζώων πριν θανατωθούν με τρόπο μαζικό και οργανωμένο. Δεν θα μπορούσε παρά να προβληματισθεί κανείς για την αντίφαση η οποία ενυπάρχει στο συσχετισμό ανάμεσα σε ρυθμίσεις που αφορούν την αξία εκάστου κατοικιδίου όταν γίνεται αντιληπτό από το δίκαιο ως φίλος του ανθρώπου και στις ρυθμίσεις που αφορούν τις μαζικές θανατώσεις και βασανισμούς των αυτών κατοικιδίων με προσθήκη ανθρωπιστικών μεθόδων.

Παράλληλα ένα άλλο πλέγμα ρυθμίσεων αφορά τα μαζικά φαινόμενα προσβολής της δημόσιας υγείας από νέες παθήσεις που σχετίζονται με ζώα. Οι τρελλές αγελάδες και η νόσος των πτηνών αποτελούν γνωστά σε όλους πρωτοσέλιδα εφημερίδων που οδήγησαν σε ομαδική φοβία του συνόλου των κατοίκων του πλανήτη και η νομοθετική τους ρύθμιση αποτέλεσε το φάρμακο στον ομαδικό φόβο που προκαλούν οι ανεξέλεγκτες αυτές συνθήκες.
Στις 17 Ιανουαρίου 2006 έλαβε χώρα η Σύνοδος του Πεκίνου για τη Γρίπη των Πτηνών ενώ και η νόσος των τρελλών αγελάδων αντιμετωπίσθηκε από το κοινοτικό δίκαιο διεξοδικά. Η νομολογία του ΔΕΚ έδωσε ένα ενδιαφέρον παράδειγμα της σχέσης της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των βρεττανών κτηνοτρόφων και των συμφερόντων των πολιτών της Ενωσης μετά από ειδική ρύθμιση με την οποία λήφθηκαν σειρά μέτρων κατά της νόσου που εμφανίσθηκε το πρώτον στη Μεγάλη Βρεττανία. η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών (στο εξής: ΣΕΒ), γνωστή ως νόσος «των τρελλών αγελάδων» εντοπίστηκε για πρώτη φορά στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1986. Κατατάσσεται μεταξύ των ασθενειών που καλούνται μεταδοτικές σπογγώδεις εγκεφαλοπάθειες και χαρακτηρίζονται από τον εκφυλισμό του εγκεφάλου και τη σπογγώδη μορφή των νευρικών κυττάρων κατά τη μικροσκοπική ανάλυση. Οι διάφορες αυτές ασθένειες προσβάλλουν τόσο τον άνθρωπο (ασθένεια kuru στη Νέα Γουινέα και ασθένεια Creutzfeldt-Jakob, που προσβάλλει κατά κανόνα τους ηλικιωμένους) όσο και διάφορα είδη ζώων μεταξύ των οποίων καταλέγονται τα βοοειδή, τα προβατοειδή («τρομώδης ασθένεια των προβάτων»), η κατοικίδια γάτα και η ικτίδα εκτροφείου (vison). Η Επιτροπή εξέδωσε επίσης ορισμένες αποφάσεις σχετικά με τη ΣΕΒ στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως την απόφαση 90/200/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 9ης Απριλίου 1990, αφορώσα πρόσθετες απαιτήσεις για ορισμένους ιστούς και όργανα σχετικά με τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια βοοειδών, η οποία αντικαταστάθηκε από την απόφαση 94/474/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Ιουλίου 1994, σχετικά με ορισμένα μέτρα προστασίας από τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών και για την ακύρωση των αποφάσεων 89/469/ΕΟΚ και 90/200/ΕΟΚ, η οποία τροποποιήθηκε, με τη σειρά της, με την απόφαση 95/287/ΕΚ της Επιτροπής, της 18ης Ιουλίου 1995. Τα διάφορα αυτά μέτρα συνίσταντο στην αφαίρεση των ιστών βοείου κρέατος που ενδέχεται να περιέχουν τον παράγοντα μολύνσεως καθώς και στη διατροφή των μηρυκαστικών. Εξάλλου, η οδηγία 92/290/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 1992, όσον αφορά ορισμένα προστατευτικά μέτρα κατά της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών στο Ηνωμένο Βασίλειο, σχετικά με τα έμβρυα βοοειδών στο Ηνωμένο Βασίλειο εξήρτησε την εξαγωγή εμβρύων από αυστηρότατους όρους.
Το Ηνωμένο Βασίλειο ζήτησε, βάσει του άρθρου 173 της Συνθήκης ΕΚ, την ακύρωση της αποφάσεως 96/239/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 1996, σχετικά με ορισμένα επείγοντα μέτρα προστασίας από τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών καθώς και ορισμένων άλλων πράξεων της Επιτροπής.
Το 1998 εκδόθηκε από το ΔΕΚ η απόφαση C-180/96 της 5ης Μαΐου 1998 Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι η προσφυγή του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας είναι απαράδεκτη στον βαθμό που βάλλει κατά των ληφθεισών στις 10 Απριλίου, 13 Απριλίου και 8 Μαΐου 1996 θέσεων της Επιτροπής, η προσφυγή του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας απορρίπτεται στον βαθμό που βάλλει κατά της αποφάσεως 96/239/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 1996, σχετικά με ορισμένα επείγοντα μέτρα προστασίας από τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών.
Με την απόφαση αυτή δικαιώθηκε η Επιτροπή και οι πρωτοβουλίες της σε ένα εξαιρετικής σημασίας ζήτημα σε βάρος του κράτους μέλους.

Οι προαναφερθείσες ρυθμίσεις και η νομολογία αποτελούν ίχνη του «νέου κόσμου» όπου η τρυφερότητα αναφέρεται στο νομοθέτη όπως και η εξάλειψη του φόβου. Δεν θα μπορούσε κανείς να κρίνει ή να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα των διατάξεων αυτών, ούτε να ασκήσει κριτική. Θα μπορούσε όμως να αναρωτηθεί για το παράδοξο της επέκτασης του κανονιστικού ενδιαφέροντος της εξουσίας και στον περιορισμό της προσωπικής ευθύνης.

Επίμετρο

Ο σύγχρονος άνθρωπος θα όφειλε να αναλογισθεί το μέγεθος της απαξίας του ρόλου του όταν δεν είναι ο ίδιος υπεύθυνος και μόνον για το σκυλί ή το γαϊδούρι του. Όταν η σφαγή των ζώων μετατίθεται από το χώρο της θρησκείας (πχ το εβραϊκό κόσερ) στο χώρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ο πολιτισμός αναμφίβολα έχει κατακτήσει ένα σημαντικό πεδίο. Όταν η πανούκλα δεν αποτελεί σημάδι της «κατάρας του θεού» αλλά μια νόσο όπως όλες που μεταδίδεται ορθολογικά και ελέγχεται με μέτρα, ο πολιτισμός έχει κάνει ακόμη μεγαλύτερα βήματα. Στον πολιτισμό όμως αυτό η προσωπική ευθύνη οφείλει να βαρύνει το άτομο και όχι το σύνολο .
Υπό την έννοια αυτή ο κάτοχος ζώων σε μαζικό επίπεδο, όπως ο φαρμακοβιομήχανος που διεξάγει παράνομα πειράματα θα όφειλε να τιμωρείται προσωπικά έστω και αν το ζώο που κατέχει δεν είναι απλώς ένα κατοικίδιο. Η ρύθμιση της συλλογικής ευθύνης δεν θα πρέπει να περιορίζει την προσωπική ευθύνη αλλά να την επαυξάνει. Ο ρόλος του ιδιωτικού δικαίου στην περίπτωση αυτή όχι μόνον δεν κάμπτεται αλλά αποκτά εξέχουσα σημασία . Διαφορετικά η συλλογικότητα καθίσταται ανευθυνότητα και η κανονιστική ρύθμιση οδηγεί σε απαλλαγή.